Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

Το Αγγλοτουρκικό μυστικοσύμφωνο της Κύπρου του 1878

Ο Capt. L. V. Swaine's εισέρχεται στο Λεφκόνικο, Αμμόχωστος



Το Αγγλοτουρκικό μυστικοσύμφωνο της Κύπρου του 1878

Γερμανός διπλωμάτης της εποχής αποκαλύπτει τα διπλωματικά του παρασκήνια. Οι γερμανικές υπηρεσίες στην Κωνσταντινούπολη εξαγόραζαν με χρυσές λίρες και μπανκανότες μυστικές πληροφορίες της Πόλης. Ο ρόλος του τραπεζίτη Γεωργίου Ζαρίφη και του ξένου κεφαλαίου.

Του ΠΟΛΥΧΡΟΝΗ Κ. ΕΝΕΠΕΚΙΔΗ, 
ομότιμου καθηγητού του Πανεπιστημίου της Βιέννης

Η ΑΝΟΙΞΗ στις όχθες του Βοσπόρου το 1878 ήταν γεμάτη ελπίδες και ανησυχία. Έλληνες και Τούρκοι περίμεναν το Συνέδριο που θα γινόταν στο Βερολίνο από 1 έως 13 Ιουνίου. Και μολονότι οι Έλληνες γνώριζαν ότι θα ήσαν σχεδόν θεατές μ' ένα ταπεινωτικό ημίωρο ακρόασης της αντιπροσωπείας τους, ο λαός της Ελλάδας, ο Ελληνισμός της οικουμένης, περίμενε το συνέδριο με την ψυχή του περισσότερο παρά με τα απογοητευτικά δεδομένα της πολιτικής του πραγματικότητας. Του φαινόταν σαν το ρόδισμα μιας νέας ανατολής της νεώτερης ιστορίας του. Στο μακρινό Βερολίνο ο λαός έβλεπε με τη φαντασία του την πραγμάτωση της «Μεγάλης Ιδέας» του Ελληνισμού: Θεσσαλία, Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη, Κρήτη...
 Ο Γερμανός διπλωμάτης Λούντβιχ Ράσνταου (Ludwig RASCHDAU), τότε πρόξενος του Μπίσμαρκ στην Κωνσταντινούπολη

Στην Κωνσταντινούπολη, η κίνηση ανάμεσα στις ξένες πρεσβείες και την Πύλη, όπου το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, ποτέ δεν υπήρξε τόσο ζωηρή, τόσο ανυπόμονη και τόσο μάλλον μυστικοπαθής παρά μυστική. Ενώ σχεδόν όλα ήταν γνωστά, το μυστήριο της Ανατολής εκάλυπτε σχέδια, προθέσεις, κινήσεις. Όλη η γοητεία του Βοσπόρου! Οι άνθρωποι είχαν γίνει σκιές. Κι ανάμεσα σ' αυτές ο Γερμανός διπλωμάτης Λούντβιχ Ράσνταου (Ludwig RASCHDAU), τότε πρόξενος του Μπίσμαρκ στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και δεξί χέρι του πρέσβη της νέας ισχυρής Γερμανίας, πρίγκιπα Ρόις, σε δουλειές που τελειώνει ευκολότερα ο πρόξενος παρά ο χρυσοστόλιστος πρέσβης της νέας μεγάλης Δύναμης που λέγεται «γερμανικό Ράιχ».
Ο ίδιος ο Ράσνταου εξομολογείται στα απομνημονεύματα του ότι παράλληλα με τα προξενικά του καθήκοντα έκανε και άλλα πράγματα, που έκαναν και κάνουν άλλωστε ακόμη και όλοι οι άλλοι πρόξενοι των μεγάλων Δυνάμεων σ' ένα τόσο σπουδαίο πόστο της ευρωπαϊκής πολιτικής, όπως ήταν τότε η Κωνσταντινούπολη. Αυτός ο συμπαθής σε εξωτερική εμφάνιση Γερμανός διπλωμάτης, που γνώρισε αργότερα στα πλαίσια της σταδιοδρομίας του τον κόσμο της Ανατολής και των Βαλκανίων, μπαινόβγαινε στις τουρκικές υπηρεσίες, με γεμάτες τις τσέπες λίρες και μπανκανότες, και αγόραζε «ειδήσεις», συνειδήσεις και ό,τι καλό του προσφερόταν σε πρώιμη ενημέρωση και ει δυνατόν σε αποκλειστικότητα. Τα πάντα για τη Γερμανία! «Deutschland uber alles»! Στην πρώτη του λάμψη.
Και όταν η Γερμανία χάνει τον πρώτο μεγάλο πόλεμο και ο Λουδοβίκος Ράσνταου συνταξιοδοτείται, θυμάται τις αναμνήσεις του και, για να μην πλήττει, γράφει ένα και για την Ελλάδα ενδιαφέρον βιβλίο* που ένα κεφάλαιο του, προς το παρόν, θα μας απασχολήσει εδώ. Το κεφάλαιο για τη μυστική αγγλο-τουρκική συμφωνία, στις σελίδες 214-223 του βιβλίου, του έτους 1878 που αφορά στην εκχώρηση της Κύπρου στην Αγγλία, με όλες τις συνέπειες της και ως τη στιγμή αυτή.
Από το βιβλίο αυτό των αναμνήσεων με τον χαρακτηριστικό κύριο τίτλο «Ένα καταποντιζόμενο έθνος» παρακολουθούμε ωσάν επάνω σε θεατρική σκηνή όλες εκείνες τις πολιτικές προσωπικότητες της Ευρώπης που έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο πριν, κατά και μετά το Συνέδριο του Βερολίνου υπό την προεδρία του «σιδηρού καγκελαρίου» της νέας Γερμανίας Μπίσμαρκ: Αβδούλ Χαμίτ, Ντισραέλι, Σώλσμπερυ, Βάντινκτον, Καραθεωρή-πασάς, Γαμβέττας, Δηλιγιάννης, Κουμουνδούρος κ.τ.λ. κ.τ.λ. Αναφέρεται ακόμη και ο τραπεζίτης και εθνικός ευεργέτης Γεώργιος Ζαρίφης, όχι όμως πλέον ως ο ουτοπικός οραματιστής ενός «Γραικοτουρκικού βασιλείου» ή ομοσπονδιακού κράτους με πρότυπο την παλαιά Αυστρουγγαρία, αλλά ως ρεαλιστικότατος αυτή τη φορά αγοραστής οικοπέδων και γαιοκτησιών στην Κύπρο, αμέσως μετά τη διαρροή του μυστικοσυμφώνου για την εκχώρηση της Μεγαλονήσου.
Αλλά την άνοιξη αυτή του 1878 όχι μόνο οι Έλληνες μεγαλοτραπεζίτες της Τουρκίας, αλλά το γένος ολόκληρο των Ελλήνων διακατέχεται από τέτοιο ενθουσιασμό εθνικής ανάτασης που είναι έτοιμο και πρόθυμο να ζητωκραυγάσει υπέρ παντός που θα βοηθούσε την υπόθεση του στο επικείμενο Συνέδριο του Βερολίνου. Για την περιγραφή της ατμόσφαιρας αυτής ειδικότερα στους ελληνικούς κύκλους της Κωνσταντινούπολης και του Φαναριού, πρέπει να δώσουμε τον λόγο στον αυτόπτη και αυτήκοο μάρτυρα, τον Γερμανό διπλωμάτη Λουδοβίκο Ράσνταου.
Γράφει ο εκπρόσωπος του Μπίσμαρκ στα απομνημονεύματα του:


Το Συνέδριο του Βερολίνου συνήλθε το 1878. Στην εικόνα μας οι σύνεδροι με τον Μπίσμαρκ όρθιο στο κέντρο. Στις εργασίες πήρε μέρος και ελληνική αντιπροσωπεία.



«Ζήτω η Ελλάς και η Γερμανία»

Είχε φθάσει στην Κωνσταντινούπολη η είδηση για τη δεύτερη δολοφονική απόπειρα κατά του Κάιζερ Γουλιέλμου. Όλη η γερμανική παροικία έσπευσε ν' αποδείξει στον πρέσβη (Ρόις) τη συμπαράσταση της. Στην ευχαριστήριο δοξολογία για τη διάσωση του Κάιζερ που έγινε στην ευαγγελική εκκλησία του Πέραν, είχαν ενωθεί όλοι οι Γερμανοί από το Ράιχ και τις χώρες του αυτού αίματος που κατοικοέδρευαν στην πρωτεύουσα για να συμμετάσχουν στην πανηγυρική τελετή. Μάλιστα και άλλοι λαοί συμμετείχαν στη διαδήλωση αυτή συμπάθειας για ευνόητους πολιτικούς λόγους.
Ήδη πριν αρχίσει η τελετή στην ευαγγελική εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, εκπροσωπούμενο διά του μητροπολίτου Εφέσου, είχε οργανώσει μια θεία λειτουργία στο ελληνικό παρεκκλήσι της Θεοτόκου, με όλη τη μεγαλοπρέπεια της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στην οποία παρευρέθη ο Γερμανός πρέσβης εν στολή με την ακολουθία του. Η έκπληξη μας δεν ήταν μικρή, όταν, αφού ο μητροπολίτης είχε δεηθεί υπέρ της ευτυχίας του αυτοκράτορα της Γερμανίας, η λαϊκή μάζα, ωσάν να ήταν συνεννοημένη, ξέσπασε σ' ένα θυελλώδες «Ζήτω ο Κάιζερ», «Ζήτω η Ελλάς και η Γερμανία».
Ο πατριάρχης απηύθυνε κατόπιν προσωπικά μερικές λέξεις προς τον Γερμανό πρέσβη που αφορούσαν το πολιτικό ενδιαφέρον το οποίο, όπως ήλπιζε, θα έδειχνε η Γερμανία για την Ελλάδα. Ο πρίγκιπας-διπλωμάτης απάντησε με μερικές αθώες φράσεις. Στη συνέχεια οι Έλληνες μητροπολίτες, καθώς και ο Αρμένιος πατριάρχης, συμμετέσχον στη θεία λειτουργία της ευαγγελικής εκκλησίας. Ο σκοπός όλων αυτών ήταν ευνόητος: έπειτα από λίγες ημέρες θα συνερχόταν το Συνέδριο στο Βερολίνο που επρόκειτο να ασχοληθεί και με τις ελληνικές επιθυμίες και στο οποίο και το αρμενικό έθνος εκπροσωπευόταν διά των απεσταλμένων του.



Οι Γερμανοί πληροφορούνται για το μυοτικοσύμφωνο
Στις 27 Ιουνίου ο πρέσβης Ρόις μετατέθηκε στη Βιέννη, και τα καθήκοντα του στην Κωνσταντινούπολη ανέλαβε ως επιτετραμμένος ο κόμης Ραντολίνσκι. Για τον αποχωρήσαντα πρίγκιπα-διπλωμάτη γράφει ο Ράσνταου:
Έχασα στο πρόσωπο του περισσότερα απ' ό,τι οι συνάδελφοι μου στο προξενείο, διότι με χρησιμοποιούσε στην πολιτική υπηρεσία, όσο αυτό ήταν δυνατό, χωρίς να παραβλέπονται φανερά οι διπλωματικοί υπάλληλοι. Ιδιαίτερα στον τομέα του Τύπου είχα καταφέρει να του είμαι συχνότερα ευχάριστος διοχετεύοντας του, χάρη στις σχέσεις μου προς τους τουρκικούς κύκλους, κάποιες ειδήσεις που δεν ήταν τόσο εύκολα προσιτές στους διπλωμάτες. Κατ' αυτό τον τρόπο είχα συμπεράνει τελευταία από τους υπαινιγμούς ενός γνωστού μου υπαλλήλου της Πύλης ότι η Τουρκία είχε υπογράψει με την Αγγλία ένα μυστικοσύμφωνο. Όμως δεν είχα καταφέρει τότε -για να μην με υποψιαστούν- να μάθω ποια περιοχή της επικράτειας αφορούσε το μυστικό αυτό σύμφωνο. Ο πρίγκιπας Ρόις, όταν του ανακοίνωσα την πληροφορία, μπόρεσε κατόπιν στις πολιτικές του συζητήσεις με τους αρμοδίους της Πύλης, να περιστρέψει τον διάλογο έτσι που να διαπιστώσει την ορθότητα αυτού του γεγονότος. Κατ' αυτό τον τρόπο υπήρξε ένας από τους πρώτους που έλαβε γνώση της μυστικής αγγλο-τουρκικής συμφωνίας για την Κύπρο.
Και ο κυνηγός ειδήσεων Γερμανός πρόξενος συνεχίζει:

 Otto von Bismarck portrait by Lwoff-Parlaghy

Η τσιγκουνιά του «Σιδηρού καγκελαρίου»
Θα μπορούσα τότε, θυσιάζοντας μερικές χρυσές λίρες, να έχω ακριβέστερες πληροφορίες, αλλά πιθανόν θα ήμουν υποχρεωμένος να πληρώσω τις λίρες από την τσέπη μου, αφού ο πρίγκιπας Μπίσμαρκ δεν διέθετε ποτέ χρήματα για την πρώιμη συγκέντρωση ειδήσεων που δεν ασκούσαν καμιά επιρροή στην πορεία της γερμανικής πολιτικής. Επέκρινε ακόμη και τις τηλεγραφικές ειδήσεις αν το περιεχόμενο τους είχε για κείνον μόνο θεωρητική αξία ή τη σημασία επιφυλλίδας. «Et après?», συνήθιζε να σημειώνει πάνω σε τέτοιου είδους τηλεγραφήματα προσθέτοντας και την υπενθύμιση ότι για τέτοιες πληροφορίες που γίνονται γνωστές διά της συνήθους οδού ακόμη πιο έγκαιρα δεν πρέπει να σπαταλάει κανείς αμέσως μεγάλα ποσά. Γι' αυτό και δεν πιστεύω ότι ο πρίγκιπας Μπίσμαρκ θα έδινε ιδιαίτερη σημασία στην έγκαιρη γνώση του αγγλο-τουρκικού συμφώνου για την Κύπρο. Εγώ ο ίδιος, όταν έφθασε στ' αυτιά μου η πληροφορία για τη συμφωνία, σκέφθηκα στην αρχή πως θα επρόκειτο για ένα σύμφωνο που θα αφορούσε στο μέλλον της Αιγύπτου. Μόλις γύρω στις 20 Ιουνίου (1878) έγινε γνωστό στους διπλωματικούς κύκλους του Πέραν (της Κωνσταντινούπολης), ότι η αγγλο-τουρκική συμφωνία αφορούσε το νησί της Κύπρου. Ακόμη και κατά την τελευταία εβδομάδα του Ιουνίου, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών κρατούσε επιφυλακτική στάση απέναντι σε υπαινικτικές ερωτήσεις. Αργότερα ισχυρίστηκαν μερικοί μάντεις πως από την αρχή κιόλας γνώριζαν το μυστικό -αλλά ο ισχυρισμός αυτός προσέκρουε σε τεκμηριωμένες αμφιβολίες. Μόνο ένας, εκτός από τους άμεσα συμμετέχοντες, έλαβε πολύ γρήγορα ακριβή γνώση του συμφώνου έχοντας απ' αυτό μεγάλη υλική ωφέλεια: ο ιδιωτικός τραπεζίτης του σουλτάνου κ. Γ. Ζαρίφης. Ήδη κατά τις πρώτες ημέρες του Ιουνίου έστειλε ο πονηρός αυτός άνθρωπος του κεφαλαίου πράκτορες του στην Κύπρο και αγόρασαν σε πόλεις οικόπεδα σε φτηνές τιμές που τα μοσχοπούλησαν αργότερα σε τιμή πολλαπλάσια της αγοράς. Φυσικά ενδιαφερόταν ο άνθρωπος τα πρώτιστα να κρατήσει την υπόθεση μυστική, όμως αυτή έγινε αργότερα γνωστή σε ευρύτερους κύκλους. Θα έπρεπε εξάλλου να γίνει στους διαπραγματευτές το κομπλιμέντο, ότι προσέφεραν με την προετοιμασία του συμφώνου αυτού στον πολιτικό κόσμο μια σπάνια έκπληξη. Όταν είχαν πια τελειώσει όλα, ακούσθηκαν πολύ αργά γνώμες που εφιστούσαν την προσοχή στο γεγονός ότι ο τότε.εν ενεργεία Άγγλος υπουργός λόρδος Beaconsfield (Ντισραέλι), ήδη πριν τριάντα χρόνια, είχε γράψει στο μυθιστόρημα του «Ταγκρέ-δος» επί λέξει: «Οι Άγγλοι χρειάζονται την Κύπρο, και θα την πάρουν συνδιαλλακτικά».

Η Κύπρος περνά στους Άγγλους (1878) 
 Garnet Wolseley courting Cyprus Punch, 1878

Δυσπιστία, επιδεξιότητα και πίεση
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του (Άγγλου πρέσβη) Λαίυαρντ και του (Τούρκου υπουργού) Σαφβέτ διεξήχθησαν κατά τα τέλη Μαΐου (1878) και τερματίσθηκαν με καταπληκτική ταχύτητα. Στις 4 Ιουνίου υπεγράφη το σύμφωνο στα ανάκτορα του σουλτάνου. Όταν κατά τη διάρκεια του Ιουλίου μάθαμε τις λεπτομερείς συνθήκες, είμαστε υποχρεωμένοι να ομολογήσουμε ότι κατά τις διαπραγματεύσεις της συμφωνίας η αγγλική κυβέρνηση είχε επιδείξει τον ίδιο βαθμό επιδεξιότητας όσο και επιβολής πίεσης. Επειδή, αν ληφθεί υπόψει η τουρκική δυσπιστία και η αποστροφή που δείχνουν οι Τούρκοι στη συγκατάθεση τους σε οποιαδήποτε εδαφική απόσπαση, εξαρτιόταν κυρίως από το πώς οι Άγγλοι θα παρουσίαζαν στους Τούρκους την υπόθεση ευπρόσδεκτη. Αυτό όμως συνέβη με το πώς διετύπωσαν τους όρους υπό τους οποίους τους δόθηκε το νησί.
Με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου η Τουρκία είχε παραχωρήσει ένα σημαντικό τμήμα των ασιατικών της κτήσεων στη Ρωσία. Ενώ οι όροι της συνθήκης οι σχετικοί με τα τουρκικά εδάφη της ευρωπαϊκής Τουρκίας είχαν προκαλέσει το ζωηρό ενδιαφέρον όλων των ευρωπαϊκών Δυνάμεων, για τις απώλειες αντίθετα που είχε υποστεί η Τουρκία στην Ασία δεν έδειχναν ευαισθησία και ήσαν πρόθυμες στις διαβουλεύσεις τους στο Συνέδριο του Βερολίνου να τις αγνοήσουν. Η Αγγλία όμως, ως ασιατική Δύναμη, έβλεπε στην προώθηση της Ρωσίας και στην Ανατολή, έναν κίνδυνο στον οποίο ήθελε να αντισταθεί. Ο Λαίυαρντ, όπως παρουσίασε αργότερα ο Σαφβέτ τις διαπραγματεύσεις, παρέπεισε τον σουλτάνο ότι χωρίς τη βοήθεια της Αγγλίας διέτρεχε εφεξής τον κίνδυνο να χάσει την ίδια του την επικράτεια, την τελευταία ελπίδα των Οσμανλήδων. Και αυτό, επειδή η Ρωσία, κάτοχος του Καρς και του Ερζερούμ, θα ασκούσε στις χώρες της τουρκικής μεθορίου, στην Αρμενία, τη Μεσοποταμία, το Κουρδιστάν, επικίνδυνη επιρροή, κατά της οποίας η Πύλη μόνη της δεν θα ήταν σε θέση να αντισταθεί. Προς τον σκοπό όμως αυτόν -δηλαδή για την προστασία των ασιατικών της κτήσεων- προσέφερε τώρα η Αγγλία στον σουλτάνο τη συμμαχία της υπό δύο όρους: πρώτον, οφείλει ο σουλτάνος να βοηθήσει τον σύμμαχο του, να παράσχει αυτός τη βοήθεια του από μια σταθερή κοντινή βάση -και σαν τέτοια χαρακτήριζε ο Λαίυαρντ την Κύπρο- και δεύτερον θα πρέπει η Πύλη να υποχρεωθεί υπογράφοντας ένα σύμφωνο, να εισαγάγει στη Μικρά Ασία μεταρρυθμίσεις κατά τέτοιον τρόπο, που στις εθνότητες και τις θρησκευτικές κοινότητες οι οποίες ζουν εκεί να μη φαίνεται η ρωσική κυριαρχία περισσότερο επιθυμητή από την οθωμανική. Και ο Λαίυαρντ έκανε πονηρά την προσθήκη, αφού δεν υποχρέωνε κανένα σε τίποτε, ότι η Αγγλία δηλώνει, ότι θα επιστρέψει πάλι τη νήσο, μόλις η Ρωσία επιστρέψει τις κατακτήσεις της στην Τουρκία. Αυτή η εντελώς, βέβαια, απίθανη περίπτωση άλλαξε τις διαθέσεις του σουλτάνου και τον έπεισε. Εκτός αυτού, ο σουλτάνος πίστευε με βεβαιότητα ότι η Αγγλία έπειτα από ένα τέτοιο σύμφωνο θα υπερασπιζόταν με μεγαλύτερη προθυμία τα τουρκικά συμφέροντα και στα ευρωπαϊκά ζητήματα στο Συνέδριο του Βερολίνου - κι έτσι πραγματοποιήθηκε η συμφωνία για την Κύπρο.

 Nicosia (1878)

Η Γαλλία αγανακτεί για την αγγλική λεία
Την εποχή εκείνη η εκχώρηση της Κύπρου προκάλεσε ζωηρή δυσθυμία, ιδιαίτερα στη Γαλλία. Η γαλλική πολιτική εξακολουθούσε να βρίσκεται ακόμη στην κατάσταση της «περισυλλογής». Όταν την άνοιξη (του 1878) συζητήθηκε το θέμα του Συνεδρίου μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων, η κυβέρνηση των Παρισίων τήρησε μια στάση αρκετά αδιάφορη. Δέχθηκε την πρόταση να συμμετάσχει, αλλά με την επιφύλαξη ότι στο Συνέδριο δεν θα συζητηθούν θέματα των δυτικών χωρών της Ευρώπης και ότι η υπάρχουσα κατάσταση στη Συρία, στους Αγίους Τόπους και την Αίγυπτο πρέπει να μείνει αμετάβλητη. Την Κύπρο δεν τη σκέφθηκε την εποχή εκείνη κανείς Γάλλος. Ότι η απόκτηση του νησιού έγινε έτσι στα πεταχτά, γι'αυτό το πράγμα κατέκριναν στη Γαλλία σφοδρά την κυβέρνηση, της οποίας ο εκπρόσωπος είχε πάρει κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου στο Βερολίνο το μέρος της Αγγλίας πολύ φιλικά. Ο Γαμβέττας έκρινε την εκχώρηση του νησιού με λέξεις που ηχούσαν σαν μια απομάκρυνση από την Αγγλία. Είπε, ότι δεν πρέπει κανείς να ξεχάσει ότι αν η Αγγλία είναι ασιατική δύναμη, η Γαλλία αποτελεί μεσογειακή δύναμη και ότι έχει στην Ανατολή και ειδικά σ' εκείνο το τμήμα της άμεσα συμφέροντα.
Αλλά δεν αρκέσθηκαν τελικά απλώς να σφίξουν την πυγμή στην τσέπη τους, ενώ και η κοινή γνώμη ομολόγησε πως η Γαλλία είχε χάσει μια καλή ευκαιρία να πιάσει ένα καλό κυνήγι.
Επίσης και στην Κωνσταντινούπολη ο Γάλλος πρέσβης δεν έκρυψε την αγανάκτηση του για την αγγλική λεία. Διισχυριζόταν ότι η Τουρκία δεν είχε το δικαίωμα να προβεί σε μια τέτοια εδαφική εκχώρηση χωρίς τη συγκατάθεση των Δυνάμεων, όπως ακριβώς δεν εδικαιούτο να κάνει τις παραχωρήσεις που περιλαμβάνονται στη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου προς τη Ρωσία. Από την πλευρά αυτή έγιναν κατόπιν κρυφά προσπάθειες να πρελκύσουν την υπόθεση διά του σουλτάνου. Στην πραγματικότητα, όταν ο σουλτάνος είδε την εξέλιξη του Συνεδρίου στο Βερολίνο δεν είχε πια την ίδια προθυμία που έδειχνε στην υπόθεση προηγουμένως. Ωστόσο το πράγμα δεν ήταν δυνατό πλέον να ματαιωθεί. Ο Σαφβέτ απειλούσε ότι θα παραιτηθεί αν η επικύρωση του συμφώνου παρουσίαζε δυσκολίες, ενώ ο Λαίυαρντ κατόρθωσε να παραμερίσει την τελευταία αντίθεση με τη δήλωση ότι η επικυριαρχία του σουλτάνου επί της νήσου θα εξακολουθεί να ισχύει παρά την αγγλική διοίκηση. Έτσι επικυρώθηκε το «Σύμφωνο Κύπρου» από τον Αβδούλ Χαμίτ λίγο πριν περατωθεί το Βερολίνειο Συνέδριο. Και αν ο Γάλλος πρέσβης και ο λαός του ηρέμησαν αμέσως κατόπιν, αυτό οφείλεται στις διαβεβαιώσεις που τους άνοιγαν προοπτικές στη Βόρειο Αφρική. Εκτός αυτού όμως η γαλλική κυβέρνηση εζήτησε και έλαβε από την Αγγλία πρόσθετα την ειδική διαβεβαίωση ότι η Αγγλία με την κατοχή της Κύπρου δεν προτίθεται να παραβλάψει κατά κανέναν τρόπο τα συμφέροντα της Γαλλίας στη Συρία και την Αίγυπτο. Το πόσο λίγο εκπληρώθηκε η γαλλική αυτή ελπίδα όσον αφορά την Αίγυπτο, έδειξαν τα επόμενα έτη κατά ένα τρόπο που ετάραξε βαθιά τα αισθήματα του γαλλικού λαού.

* Ludwig RASCHDAU, Ein sinkendes Reich. Erlebnisse eine deutschen Diplomaten im Orient 1877-1879. Berlin 1934.

Ιστορία εικονογραφημένη τ.332
https://mkp-archive.blogspot.gr/?view=classic

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου