Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2018

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΝΟΜΩΣΙΕΣ - TA ΨΕΥΔΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ


ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΝΟΜΩΣΙΕΣ



TA ΨΕΥΔΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Τα αιτία μαζικής καταστροφής, η αιτία που επικαλέστηκαν οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία για να εισβάλουν στο Ιράκ, δεν βρέθηκαν ως σήμερα. Το ίδιο συμβαίνει από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα στην διεθνή πολιτική σκηνή.

2003: Ο Σαντάμ Χουσεΐν «απειλεί τον ελεύθερο κόσμο»


«Το 1991, το 1998, το 2003 ο Σαντάμ Χουσεΐν υπήρξε απειλή για τον ελεύθερο κόσμο. Αγνόησε επανειλημμένα τις απαιτήσεις του ελεύθερου κόσμου, γι' αυτό οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι φίλοι και σύμμαχοι τους αποφάσισαν να αναλάβουν δράση» έλεγε ο Τζωρτζ Μπους τον Ιούνιο του 2003 μιλώντας σε επιχειρηματίες στο Νιου Τζέρσυ. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντέδρασαν στην απειλή που αντιπροσώπευε ο Ιρακινός δικτάτορας. Τώρα, ορισμένους που θα επιθυμούσαν να ξαναγραφτεί η ιστορία εγώ τους ονομάζω αναθεωρητές της» προσέθεσε ο πρόεδρος.
«'Όταν τον Μάρτιο άρχισε ο πόλεμος, το Ιράκ δεν αποτελούσε απειλή ούτε για τις Ηνωμένες Πολιτείες ούτε για τους γείτονες του» εκτιμούσε εντούτοις στις 8 Ιουλίου ο «αναθεωρητής» Γκρεγκ Τίλμαν. Ο επικεφαλής του Γραφείου Πληροφοριών του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών, εκτός ενεργού υπηρεσίας εδώ και έναν χρόνο, θεωρούσε ότι «το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν δεν διέθετε ενεργό πρόγραμμα ανάπτυξης πυρηνικών όπλων». Παράλληλα, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Ρόμπιν Κουκ εξομολογείτο τον Ιούλιο ότι «δεν πιστεύει πως οι δυνάμεις της συμμαχίας θα βρουν κάποια μέρα στο Ιράκ σημαντικά αποθέματα όπλων μαζικής καταστροφής». Όμως η ύπαρξη χημικών ή βιολογικών όπλων ήταν το κυριότερο επιχείρημα που πρόβαλε η Ουάσιγκτον για να δικαιολογήσει την ανάληψη πολεμικής δράσης. Έπειτα από τρεις μήνες ερευνών και την εξέταση 230 και πλέον τοποθεσιών οι Αμερικανοί επιθεωρητές, όπως και οι επιθεωρητές του ΟΗΕ πριν από αυτούς, δεν βρήκαν ίχνος -ως τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές- όπλων μαζικής καταστροφής. Ερωτηθείς για το ουράνιο που υποτίθεται ότι είχε εισαγάγει από τον Νίγηρα ο Σαντάμ Χουσεΐν, ο Ντόναλντ Ράμσφελντ, υπουργός Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών, διευκρίνισε ότι μια εσφαλμένη αναφορά δεν είναι δυνατόν να ακυρώσει το σύνολο των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν για να δικαιολογήσουν τον πόλεμο. Στη Μεγάλη Βρετανία μια «αναθεωρητική» κοινοβουλευτική έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο πρωθυπουργός Τόνυ Μπλαιρ είχε εξαπατήσει τους βουλευτές όσον αφορά τις πηγές στις οποίες βασίστηκε η δημοσίευση ενός φακέλου, τον Φεβρουάριο του 2003, για τα όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ. Το έγγραφο αυτό, όπως παραδέχτηκε κατόπιν η βρετανική κυβέρνηση, περιλάμβανε - παραποιημένα - στοιχεία από την εργασία ενός φοιτητή η οποία είχε δημοσιευτεί στο Διαδίκτυο. Αυτό δεν εμπόδισε τους Αμερικανούς να την επικαλεστούν.
Μικρή σημασία έχει αν είναι αληθείς ή ψευδείς οι λόγοι που προβάλλονται για να δικαιολογηθεί ένας πόλεμος ή μια ριζική και βίαιη πολιτική μεταβολή. Άλλοτε αρκούσε και μόνο η βούληση του ηγεμόνα. Ο ιστορικός Λωράν Ενενζέ εστιάζει την προσοχή του στη χειραγώγηση της κοινής γνώμης: «Οι λαοί είναι a priori ειρηνόφιλοι. Στη δημοκρατία οι κυβερνώντες που επιδιώκουν τον πόλεμο οφείλουν να βρουν πιστευτές, λίγο πολύ, δικαιολογίες ώστε ο λαός τους να ταχθεί υπέρ του πολέμου».
Ο πανικός των Ρωμαίων


Υπάρχουν εξάλλου αρκετά ιστορικά προηγούμενα. Το 70 π.Χ. η Ρώμη παραμένει δημοκρατία, ήδη όμως ορισμένοι άνδρες προσέβλεπαν στην εγκαθίδρυση ενός πιο «ρωμαλέου» καθεστώτος. Ένας απ' αυτούς, ο Μάρκος Λικίνιος Κράσσος, θα εκμεταλλευτεί τον πανικό που είχε καταλάβει τους Ρωμαίους μπροστά στον στρατό των εξεγερμένων σκλάβων με αρχηγό κάποιον Σπάρτακο. Στόχος του Σπάρτακου δεν ήταν να καταλάβει τη Ρώμη αλλά, αντιθέτως, να απομακρυνθεί από αυτήν και να πάει στη Σικελία. Ο Κράσσος στέλνει εσπευσμένα τον μισθοφορικό του στόλο να εμποδίσει τους εξεγερμένους να αποβιβαστούν από τα πλοία τους. Ύστερα ανακόπτει την πορεία των στρατευμάτων του Σπάρτακου, που μοναδική τους επιλογή είναι πλέον να αναδιπλωθούν προς τη Ρώμη. Και σπεύδει να σπείρει τον φόβο στους συμπολίτες του εκθέτοντας τους την κρισιμότητα της κατάστασης. Και αφού νίκησε τον στρατό του Σπάρτακου και σταύρωσε 6.000 δούλους, ο Κράσσος μπόρεσε να εμφανιστεί ως «σωτήρας» και να αξιώσει τον τίτλο του υπάτου. Πρόκειται για το πρώτο βήμα προς την πτώση της δημοκρατίας, την αντικατάσταση της από τη δικτατορία μιας τριανδρίας (αποτελούμενης από τον Κράσσο, τον Πομπήιο και τον Καίσαρα) και, κατόπιν, από την Αυτοκρατορία.

Το τηλεγράφημα της Εμς

 Η κοινή γνώμη επανακάμπτει ως πολιτική δύναμη στη Γαλλία του 19ου αιώνα, μετά την πτώση του Παλαιού Καθεστώτος. Και με αυτήν επανεμφανίζονται και οι προσπάθειες χειραγώγησης. Έτσι, όταν το 1870 ο πρίγκιπας Λεοπόλδος των Χοεντσόλερν-Ζιγκμαρίνγκεν, εξάδελφος του βασιλιά της Πρωσίας Γουλιέλμου Α', προβάλλεται επισήμως ως υποψήφιος για τη διαδοχή του θρόνου της Ισπανίας, ο Ναπολέων Γ' διαβλέπει στην κίνηση αυτή μια απόπειρα της Πρωσίας να «περικυκλώσει» τη Γαλλία και αποδύεται σε μια προσπάθεια να ακυρώσει αυτό το σχέδιο. Ο Λεοπόλδος δέχεται να αποσυρθεί από τη διεκδίκηση της διαδοχής, όμως ο Γάλλος αυτοκράτορας επιζητεί και την επιβεβαίωση του Γουλιέλμου. Έτσι ο Γάλλος πρεσβευτής Βενσάν Μπενεντετί επισκέπτεται τον βασιλιά της Πρωσίας στην Εμς, μια λουτρόπολη κοντά στο Κόμπλεντς, όπου ο Γουλιέλμος «έκανε τα μπάνια του». Εκείνος τον δέχεται και του γνωστοποιεί ότι, εφόσον ο Λεοπόλδος παραιτηθεί από τον θρόνο της Ισπανίας, η Πρωσία θα αποδεχτεί το γεγονός χωρίς αντίρρηση.
Όμως ο Ναπολέων Γ' απαιτεί εγγυήσεις. Ο Γουλιέλμος αυτή τη φορά δεν δέχεται αυτοπροσώπως τον πρεσβευτή αλλά τον παραπέμπει στον υπασπιστή του, τον πρίγκιπα Ράτζιβιλ, που επιβεβαιώνει τις δεσμεύσεις της πρώτης συνάντησης. Ο καγκελάριος της Πρωσίας Μπίσμαρκ, δημοσιεύει το κείμενο ακρωτηριάζοντας το. Το περίφημο τηλεγράφημα της Εμς συντάχθηκε ως εξής: «Η Αυτού Μεγαλειό-της αρνήθηκε να δεχθεί για δεύτερη φορά τον Γάλλο πρεσβευτή και του γνωστοποιεί διά του υπασπιστού της ότι ουδέν έχει να του ανακοινώσει πλέον».
Οι γαλλικές εφημερίδες τυπώνουν αυτό το προσβλητικό για τη λακωνικότητα και την έλλειψη διπλωματικότητας κείμενο και επιπλέον το διαστρέφουν εντέχνως με ένα μεταφραστικό σφάλμα. Αντί του «υπασπιστής» (στα γερμανικά Adjudant) ο Τύπος γράφει «επιλοχίας» (στα γαλλικά adjudant). Πρόκειται για διπλό σκάνδαλο: ο βασιλιάς της Πρωσίας όχι μόνο αρνήθηκε να δεχθεί σε ακρόαση τον Γάλλο πρεσβευτή, αλλά τον παρέπεμψε και σε έναν άξεστο επιλοχία αντί να του ανακοινώσει την άρνηση του με έναν αναλόγου βαθμού αξιωματούχο. Οι γαλλικές εφημερίδες ξιφουλκούν και ζητούν να ξεπλυθεί η ταπείνωση με τα όπλα. Η κατάληξη είναι γνωστή: ήττα των Γάλλων στο Σεντάν, παραίτηση του Ναπολέοντα Γ', απώλεια της Αλσατίας και τμήματος της Λωραίνης, ανακήρυξη της Γερμανικής Αυτοκρατορίας στην Αίθουσα των Κατόπτρων στις Βερσαλίες.

Η υπόθεση του «Μαίην»


Η παραπλάνηση της κοινής γνώμης φαίνεται πως αποδίδει καρπούς. Οι Αμερικανοί θα εφαρμόσουν αυτή τη μέθοδο το 1898. Την εποχή εκείνη οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ολοκληρώσει την εδαφική τους επέκταση και οραματίζονται μια αποικιακή αυτοκρατορία. Στην Κούβα, που βρίσκεται υπό ισπανική κυριαρχία, είναι σε εξέλιξη μια επανάσταση για την ανεξαρτησία της νήσου. Η αμερικανική κυβέρνηση Μακίνλυ αναζητάει πρόσχημα για να επέμβει. Στην υπόθεση αυτή πρωτοστατεί ο Τύπος (και κυρίως ο Ουίλιαμ Ράντολφ Χηρστ, εκδότης της New York Journal). Ο Χηρστ στέλνει στην Αβάνα έναν εικονογράφο για να αποτυπώσει εικόνες του πολέμου. Η εφημερίδα δημοσιεύει αλλεπάλληλα ρεπορτάζ καταγγέλλοντας τις φρικαλεότητες, κατά κανόνα επινοημένες, τις οποίες διαπράττουν οι Ισπανοί.
Κατόπιν, τον Φεβρουάριο του 1898, το αμερικανικό πολεμικό «USS Main», που έχει καταπλεύσει στην Κούβα «για να προστατεύσει τα αμερικανικά συμφέροντα», βυθίζεται έπειτα από μια έκρηξη που κοστίζει τη ζωή σε 260 ναύτες. Ο ένοχος βρέθηκε εύκολα, χωρίς καν να προηγηθεί έρευνα: η Ισπανία. Ο Τύπος στις Ηνωμένες Πολιτείες οργανώνει μια μεγάλη εκστρατεία, και ο πόλεμος εκρήγνυται με την ιαχή «Να θυμάστε το "Μαίην"!». Η Ισπανία ηττάται σύντομα, οι Φιλιππίνες και το Πουέρτο Ρίκο γίνονται αποικίες των Ηνωμένων Πολιτειών και η Κούβα «ανεξάρτητη», παραμένοντας υπό τον έλεγχο των μεγάλων αμερικανικών εταιρειών ως το 1959. Η αλήθεια θα αποκαλυφθεί με μια έρευνα μόλις το 1975: η έκρηξη στο «Μαίην» ήταν ατύχημα.

Στις 3 Αυγούστου 1914, ώρα 18:45, η Γερμανία κηρύσσει τον πόλεμο στη Γαλλία με το πρόσχημα ότι γαλλικές περίπολοι και γαλλικά αεροπλάνα παραβίασαν τα σύνορα και την εθνική της κυριαρχία. Η κοινή γνώμη βρίσκεται και πάλι σε αναβρασμό: οι εφημερίδες χύνουν τόνους μελάνι περιγράφοντας τις θηριωδίες του εχθρού. Οι Γερμανοί δεν αρκούνται να βιάζουν τις γυναίκες· ακρωτηριάζουν και τα παιδιά. Οι υπερβολές του Τύπου είναι τέτοιες ώστε ο κόσμος να επινοήσει την έκφραση «πλύση εγκεφάλου». Δεν χρειάζεται να υπάρχει δημοκρατικό καθεστώς για να καταφύγουν οι κυβερνώντες σε τέτοιου είδους υπεκφυγές. 



Το 1931 ο ιαπωνικός στρατός οργανώνει σαμποτάζ σε μια σιδηροδρομική γραμμή στη Μαντζουρία. Αντιμέτωπη με αυτή την επίθεση των «Κινέζων ληστών», η αυτοκρατορία του Ανατέλλοντος Ηλίου διακηρύσσει στη διεθνή κοινότητα πως είναι αποφασισμένη να αντιδράσει. Τα ιαπωνικά στρατεύματα επεμβαίνουν στη Μαντζουρία, που λίγους μήνες αργότερα θα ονομάζεται Μαντσού-κούο, κράτος μαριονέτα, υπό τον απόλυτο έλεγχο του Τόκιο. 



Όμοια και ο Αδόλφος Χίτλερ θα χρησιμοποιήσει επανειλημμένατην προβοκάτσια για να χειραγωγήσει τη γερμανική κοινή γνώμη ώστε να δεχτεί πρώτα τη δικτατορία και ύστερα τον πόλεμο. Τη νύχτα της 27ης προς την 28η Φεβρουαρίου η πυρκαγιά του Ράιχστακ, της Βουλής, στο Βερολίνο και η ενοχοποίηση του Ολλανδού κομμουνιστή Μαρίνους Φαν ντερ Λούμπε επιτρέπουν στους ναζί να διαβάλουν την κομμουνιστική αντιπολίτευση και να την εκμηδενίσουν. Και είναι περισσότερο από βέβαιο ότι ιθύνων νους αυτής της ενέργειας ήταν ο Χέρμαν Γκαίρινγκ. Το 1939 ο ναζιστικός Τύπος «καταγγέλλει» τις υποτιθέμενες διακρίσεις και ταπεινώσεις που υφίσταται η γερμανική μειονότητα της Πολωνίας. Ο Χίτλερ ανυπομονεί να εισβάλει στη χώρα, του λείπει όμως ακόμη μια δικαιολογία. Του την παρέχει η επίθεση στον ραδιοφωνικό σταθμό του Γκλάιβιτς, ενός μικρού γερμανικού χωριού της Σιλεσίας στα γερμανοπολωνικά σύνορα. Στις 31 Αυγούστου άνδρες των Ες Ες ντυμένοι με πολωνικές στολές καταλαμβάνουν τον σταθμό και μεταδίδουν ένα διάγγελμα αντιγερμανικού περιεχομένου. Φυσικά οι «εισβολείς» απωθούνται λίγο αργότερα με κάποιες απώλειες. Η χιτλερική προπαγάνδα διοχετεύει στον παγκόσμιο Τύπο φωτογραφίες των νεκρών εισβολέων. Στην πραγματικότητα οι νεκροί είναι αιχμάλωτοι ενός ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης που μεταμφιέστηκαν για την περίσταση σε Πολωνούς στρατιώτες. Τις λεπτομέρειες αυτής της υπόθεσης αποκάλυψε μετά το 1945 ο Νάουγιοκς, αρχηγός των ειδικών δυνάμεων των Ες Ες, στις Δίκες της Νυρεμβέργης. Την 1η Σεπτεμβρίου 1939 ο Χίτλερ αναγγέλλει: «Στις 4:45 το πρωί θα απαντήσουμε στην πολωνική επίθεση». Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος αρχίζει.

Προβοκάτσια στο Βιετνάμ



Το 1964 οι Αμερικανοί διαθέτουν ήδη 20.000 στρατιώτες στο Νότιο Βιετνάμ. Ο πρόεδρος Λύντον Τζόνσον κρίνει πως ήρθε η στιγμή να επεκτείνει τον πόλεμο στο βόρειο τμήμα της χώρας. Χρειάζεται όμως ένα πρόσχημα. Σκηνοθετεί τότε το «περιστατικό» το Κόλπου του Τονκίνου. Στις 5 Αυγούστου ο αμερικανικός Τύπος αναφέρεται στις «επανειλημμένες επιθέσεις» βορειοβιετναμικών τορπιλακάτων εναντίον των αμερικανικών αντιτορπιλικών (κυρίως του «USS Μάντοξ») που περιπολούν κατά μήκος των ακτών του Νότιου Βιετνάμ. Στις 6 Αυγούστου το αμερικανικό Κογκρέσο υιοθετεί απόφαση, γνωστή ως «απόφαση του Κόλπου του Τονκίνου», που εξουσιοδοτεί τον πρόεδρο να λάβει «όλα τα αναγκαία μέτρα» για να ματαιώσει επιθετικές ενέργειες εναντίον των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ. Ο Τζόνσον ανακοινώνει την επιβολή αντιποίνων, δηλαδή αεροπορικούς βομβαρδισμούς εναντίον του Ανόι. Στην πραγματικότητα το «Μάντοξ», που εκτελούσε κατασκοπευτική αποστολή, δεν υπέστη καμία επίθεση. Ο πλωτάρχης Τζων Χέρικ, επικεφαλής της δύναμης επέμβασης στον κόλπο, γνωστοποίησε στην Ουάσιγκτον ότι ο άνδρας που χειριζόταν το σόναρ μέσα στον ζήλο του εξέλαβε την ηχώ των ελίκων του πλοίου ως θόρυβο τορπίλης. Η αμερικανική κυβέρνηση αγνόησε παντελώς αυτή την αναφορά, και έτσι ο Πόλεμος του Βιετνάμ μπορούσε να επεκταθεί. Οι εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας, που εμφανίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα, και το ραδιόφωνο, που καθιερώθηκε πριν από τα μέσα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, λειτούργησαν συχνά σαν φερέφωνα.
Μετά τη δεκαετία του 1950 τον πρώτο λόγο έχει η τηλεόραση, που αποδεικνύεται άκρως αποτελεσματικό μέσο παραπληροφόρησης. Τη δεκαετία του 1990 οι τεχνικές χειραγώγησης, ώστε να πειστεί η κοινή γνώμη για το δίκαιο μιας στρατιωτικής επέμβασης, αναδεικνύονται πλέον σε ιδιαίτερο επαγγελματικό τομέα. Έτσι, μετά την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ το 1990 στα αμερικανικά ΜΜΕ προβάλλονται ρεπορτάζ για τις φρικαλεότητες που διαπράττουν τα στρατεύματα του Σαντάμ Χουσεΐν. Το γραφείο δημοσίων σχέσεων Χιλ & Νόουλτον διοχετεύει προκατασκευασμένα ρεπορτάζ: σε ένα από αυτά παρακολουθούμε μια νοσοκόμα που αφηγείται με αναφιλητά πώς οι Ιρακινοί στρατιώτες εισέβαλαν στο νοσοκομείο που εργαζόταν, κατέστρεψαν τις θερμοκοιτίδες και πέταξαν καταγής τα νεογέννητα.
Στην πραγματικότητα η «νοσοκόμα» είναι κόρη του πρεσβευτή του Κουβέιτ στην Ουάσιγκτον, που για μήνες βρισκόταν μακριά από την πατρίδα της. Όμως η απάτη πετυχαίνει τον στόχο της. Λίγο καιρό αργότερα, όλος ο κόσμος επιδοκιμάζει τους ήρωες της επιχείρησης «Καταιγίδα της Ερήμου».

Ανύπαρκτο στρατόπεδο συγκεντρώσεως


Κατά τον πόλεμο της Βοσνίας οι εικόνες που προκαλούσαν το κοινό αίσθημα ήταν συνεχείς. Στις 27 Μαΐου 1992 μια έκρηξη σε έναν δρόμο του Σαράγεβο σκοτώνει 20 περίπου άτομα που βρίσκονταν μπροστά σε ένα αρτοποιείο. Τα ΜΜΕ ρίχνουν την ευθύνη στο σερβικό πυροβολικό. Δεν φαίνεται όμως να υπάρχουν ίχνη από πλήγμα οβίδας, ενώ όλα σχεδόν τα θύματα είναι Σέρβοι. Μάλιστα, στον τόπο του συμβάντος είναι παρόν ένα συνεργείο της βοσνιακής τηλεόρασης (των μουσουλμάνων) που βιντεοσκοπεί τις σκηνές τρόμου οι οποίες θα κάνουν τον γύρο του κόσμου. Φαίνεται ότι στην πραγματικότητα η σφαγή ήταν έργο Βόσνιων πολιτοφυλάκων. Στόχος της χειραγώγησης της κοινής γνώμης ήταν να προκληθεί η επέμβαση ξένων στρατευμάτων στη χώρα και να επιβληθεί διεθνές εμπάργκο εις βάρος του Βελιγραδίου. Και αυτό θα συμβεί λίγες ημέρες αργότερα. Στις 6 Αυγούστου 1992 το βρετανικό τηλεοπτικό δίκτυο ΙΤΝ προβάλλει επίσης εικόνες που προκαλούν αποτροπιασμό: εικόνες από ένα σερβικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Τρνοπόλιε της Βοσνίας όπου οι Σέρβοι εξοντώνουν τους Βόσνιους αιχμαλώτους. Η κοινή γνώμη στη Δύση εξεγείρεται και απαιτεί να δοθεί ένα τέλος στις φρικτές αυτές πράξεις που θυμίζουν τις πιο μαύρες μέρες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Στην πραγματικότητα το Τρνοπόλιε δεν είναι στρατόπεδο συγκέντρωσης αλλά ανοιχτό στρατόπεδο προσφύγων. Το συρματόπλεγμα δεν περιβάλλει στρατόπεδο αλλά μια αποθήκη εργαλείων και υλικού που πρέπει να προστατευθεί από τους κλέφτες και είχε στηθεί πριν από τον πόλεμο. Και ο φωτογράφος που πήρε αυτή τη φωτογραφία βρισκόταν μέσα στον περιφραγμένο χώρο, πίσω από τα συρματοπλέγματα. Το ίδιο σενάριο οδηγεί στα ίδια αποτελέσματα: η κοινή γνώμη απαιτεί πιο αποφασιστικά μέτρα εναντίον της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας. Το 1999 στο Κόσοβο οργανώνεται μια μακάβρια σκηνοθεσία. Στις 15 Ιανουαρίου η σερβική αστυνομία, συνοδευόμενη από παρατηρητές του ΟΑ-ΣΕ (Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη) και μια ομάδα εικονοληπτών του Ασοσιαίητεντ Πρες, μπαίνει στο Ράτσακ, ένα χωριό που βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Ου Τσε Κα, του αλβανικού Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσόβου. Στην ανταλλαγή πυρών χάνουν τη ζωή τους 15 Αλβανοί μαχητές, ενώ ανακαλύπτεται μεγάλη ποσότητα όπλων. Κατόπιν οι Σέρβοι εγκαταλείπουν το Ράτσακ μαζί με τους ξένους που τους συνοδεύουν. Την επομένη ο Ου Τσε Κα επισκέπτεται το χωριό με τη συνοδεία άλλων δημοσιογράφων. Τους οδηγούν σε ένα όρυγμα όπου υπάρχουν τα πτώματα 45 «αμάχων που σφαγιάστηκαν άγρια από τους Σέρβους».


Η είδηση της «σφαγής» κάνει τον γύρο του κόσμου, το ΝΑΤΟ και οι δυτικές κυβερνήσεις καταγγέλλουν αυτό το «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας» και τη «βαρβαρότητα του Μιλόσεβιτς», ο οποίος ούτως ή άλλως ήταν στιγματισμένος στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης. Στην πραγματικότητα ο Ου Τσε Κα συγκέντρωσε όλους τους νεκρούς του από την περιοχή, τους έντυσε με πολιτικά ρούχα και έφερε τους δημοσιογράφους να τους δουν. Στον χώρο όπου «εκτελέστηκαν» δεν υπάρχουν ούτε κάλυκες ούτε ίχνη αίματος. Τον Ιανουάριο του 2001 μια ομάδα Φινλανδών ιατροδικαστών επιβεβαιώνει ότι στο Ράτσακ δεν έγινε καμία σφαγή. Πολύ αργά. Η ιδέα της «γενοκτονίας» έχει βρει τον δρόμο της στα ΜΜΕ. Οι αναφορές της εποχής κάνουν λόγο για 500.000 θύματα που στην πλειονότητα τους θάφτηκαν εσπευσμένα σ' αυτούς τους μαζικούς τάφους.
Έπειτα από μακροχρόνιες και λεπτομερείς έρευνες, από άλλους ιατροδικαστές, συγκεκριμένα από Ισπανούς, ο αριθμός των νεκρών στο Κόσοβο εκτιμάται ότι φτάνει τις 2.500. Λίγες μέρες αργότερα ο κόσμος είναι πια προετοιμασμένος να δεχτεί τον βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας και, κατόπιν, την κατάληψη του Κοσόβου.
Θα συνεχίσουμε να πέφτουμε θύματα παραπλάνησης; Αναμφίβολα η απάντηση είναι - αλίμονο - καταφατική.
Όμως αν οι τεχνικές έχουν εξελιχθεί, οι μηχανισμοί της προπαγάνδας του πολέμου παραμένουν αυτοί τους οποίους όρισε το 1928 ο Άρθουρ Πόνσονμπυ στο βιβλίο του Ψεύδη σε καιρό πολέμου:
 «1. Δεν θέλουμε τον πόλεμο. 2. Το αντίπαλο στρατόπεδο φέρει ακέραια την ευθύνη για τον πόλεμο. 3. Ο εχθρός έχει σατανική όψη. 4. Οι πραγματικοί στόχοι του πολέμου πρέπει να αποκρύπτονται πίσω από ευγενείς σκοπούς, 5. Ο εχθρός διαπράττει ηθελημένα θηριωδίες, οι δικές μας «υπερβάσεις» είναι αθέλητες. 6. Οι δικές μας απώλειες είναι πολύ μικρές, οι απώλειες του εχθρού είναι τεράστιες. 7. Η δική μας υπόθεση έχει ιερό χαρακτήρα. 8. Οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι υποστηρίζουν την υπόθεση μας. 9. Ο εχθρός χρησιμοποιεί απαγορευμένα όπλα. 10. Όσοι αμφισβητούν την προπαγάνδα μας είναι προδότες.» Αν φυλάξουμε στη μνήμη μας αυτές τις δέκα εντολές της παραπλάνησης, αυτό ίσως μας επιτρέψει, όσο είναι δυνατό, να διατηρήσουμε την κριτική μας διάθεση... 

ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ τ.427

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου