Δευτέρα 21 Μαΐου 2018

Γιάννη Χριστόπουλου : Μουσική και λατρεία




Μουσική και λατρεία

Στην ουσία, η τετράφωνη μουσική είναι παιδί της βυζαντινής μουσικής, υπό την ευρεία έννοια, επειδή στηρίζεται στην ίδια υμνωδία

Από τον Γιάννη Χριστόπουλο*

Η τετράφωνη ελληνική εκκλησιαστική μουσική είναι ένα από τα ελάχιστα μουσικά είδη που, σε υπερβολικό βαθμό, έχουν υποστεί αδικαιολόγητη κατάκριση και εν τέλει έναν ιδιότυπο διωγμό.
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το μεγαλύτερο κομμάτι της εκκλησιαστικής πνευματικής ηγεσίας και ακολούθως ένα μέρος της εγχώριας διανόησης διαμόρφωσαν για την ελληνική τετράφωνη εκκλησιαστική μουσική κλίμα αρνητικό. Η αρνητική στάση τους εδράζετο στο επιχείρημα ότι η τετράφωνη μουσική, ως αλλότρια, είναι ακατάλληλη για το ήθος της Εκκλησίας μας και ξένη προς τα μουσικά ήθη του λαού μας. Εν πολλοίς διαμορφώθηκε η αντίληψη ότι ήταν προϊόν πολιτιστικής επιβολής. Πράγμα το οποίο δεν ευσταθεί.
Αυτή η βασική πλάνη εδράζεται κυρίως στην ανάγκη των ανθρώπων να επιβάλουν το γούστο τους παρά να αναζητήσουν την πραγματικότητα.
Ο ιστοριογράφος Μιχαήλ Ψελλός (15ος-16ος αι.) αναφέρει πως ο Μ. Βασίλειος στη μητρόπολή του προτιμούσε την πολυφωνική μουσική, παρόμοια μάλιστα με αυτή του αρχαίου Έλληνα ποιητού Λάσου (548 π.Χ.). Στο χρονικό του Κυπριανού (14ος αι.) αναφέρεται ότι από τον 11ο αιώνα Έλληνες ψάλτες μετέβησαν στο Κίεβο με σκοπό να διδάξουν «την τρισύνθετον γλυκοφωνίαν και τερπνοτάτην χορικήν ψαλμωδίαν προς δόξαν του Θεού».
Αυτές οι αναφορές καταδεικνύουν ότι η πολυφωνική μουσική στα προ της Αλώσεως έτη δεν ήταν απόβλητη από το σώμα της Εκκλησίας, όπως πολλοί υποστηρίζουν.
Στα μαύρα χρόνια της καταπίεσης από τους Οθωμανούς, για τα οποία η νεοταξική αναθεωρητική ιστοριογραφία δίνει μια παραποιημένη πραγματικότητα, το ζητούμενο για το γένος ήταν η επιβίωση και, αναμφισβήτητα, κάθε προοπτική φυσιολογικής εξέλιξης είχε ανατραπεί. Δεν μπορούμε να ξέρουμε ποια θα ήταν η πορεία των πραγμάτων αν δεν ενέσκηπταν η οθωμανική κατοχή και τυραννία. Τη στασιμότητα έρχεται να ανατρέψει το ρεύμα του ελληνικού Διαφωτισμού, το οποίο γεννά τις προοπτικές για την πνευματική αναγέννηση των Ελλήνων, οι οποίοι συνειδητοποιούν την αναγεννητική προοπτική που τους δίνει η επανένωση με την αρχαία ελληνική γραμματεία και παράδοση. Ασφαλώς στην εξέλιξη των πραγμάτων υπήρξαν υπερβολές και ορισμένες στείρες αναγνώσεις. Όμως δίχως την πνευματική αναγέννηση των Ελλήνων, η οποία ήταν επιβεβλημένο να βασιστεί στα μύχια συστατικά της ιδιοσυγκρασίας τους, μέσω της ιστορικής τους συνέχειας, δεν θα είχε επιτευχθεί το θαύμα της Παλιγγενεσίας.
Ασφαλώς η Εκκλησία ήταν ο πρώτος και ουσιαστικότερος παράγοντας διαφύλαξης της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων και επομένως θα ήταν αδιανόητο να μην επηρεαστεί από την εκρηκτική πραγματικότητα κατά την περίοδο της ανασυγκρότησης του ελεύθερου ελληνικού κράτους.
Ήταν η πρώτη στιγμή, έπειτα από αιώνες, που η Εκκλησία ήταν ελεύθερη, η πρώτη φορά έπειτα από αιώνες που δεν βρισκόταν κάτω από την καταπίεση και την ανάγκη διαρκών συμβιβασμών. Ακόμα και οι παρεμβάσεις της Βαυαροκρατίας είναι δύσκολο να συγκριθούν με την οθωμανική λαίλαπα. Στο πνεύμα της πνευματικής ελευθερίας και της ψυχικής ανάτασης εισάγεται ξανά η πολυφωνική μουσική στη λατρεία και η αρχή γίνεται από τις παροικίες των Ελλήνων της διασποράς. Ύστερα από πρόσκληση της βασίλισσας Όλγας ο Αλέξανδρος Κατακουζηνός φθάνει στην Ελλάδα στα 1870 από την Οδησσό, ιδρύει τον χορό των ανακτόρων και εισάγει την πολυφωνική μουσική.
Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηριχθεί ότι η εισαγωγή της πολυφωνικής εκκλησιαστικής μουσικής ήταν μια φυσική εξέλιξη μουσικού πλούτου αλλά και μία ιστορική αναγκαιότητα, και το μεγάλο σφάλμα είναι η αντιπαράθεση και η διαμάχη μεταξύ της βυζαντινής και της τετράφωνης εκκλησιαστικής μουσικής.
Στην ουσία η τετράφωνη μουσική είναι παιδί της βυζαντινής μουσικής, υπό την ευρεία έννοια, επειδή στηρίζεται στην ίδια υμνωδία και εν πολλοίς μετέρχεται ως συστατικό στοιχείο -σε αρχετυπικό επίπεδο- των ίδιων μελωδιών με τη βυζαντινή. Αυτό συμβαίνει κυρίως στα μέλη που έχουν ισχυρή μελωδική επιρροή στους πιστούς (απολυτίκια, εγκώμια, Χαιρετισμοί κ.λπ.).
Μορφολογικά, η τετράφωνη μουσική δεν είναι ίδια με τη βυζαντινή ούτε υποστηρίζουμε ότι πρέπει να εναρμονιστεί η βυζαντινή με στόχο τον εξευρωπαϊσμό της, αλλά είναι πλάνη να αρνηθούμε ότι η τετράφωνη μουσική αποτελεί και αυτή λειτουργικό μέρος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Είναι σφάλμα οι θιασώτες της βυζαντινής μουσικής να ισχυρίζονται με κομπορρημοσύνη ότι οι ανατολικοί λαοί «δεν είχαν μουσική» και ότι «όσα είναι ακουστικά κοινά με τη βυζαντινή προέρχονται μόνον από αυτήν», και να αγνοούν, στην κυριολεξία, την επίδραση που αναμφισβήτητα υπήρξε από τους μουσικούς κανόνες της μουσικής μας και στη Δύση.
Από την άλλη, τίθεται και το ερώτημα σήμερα πώς βαδίζουμε: Ασφαλώς και η Εκκλησία έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει. Αυτό δεν μπορεί να γίνει όμως υιοθετώντας μια στάση αδικαιολόγητης αμυντικής προσέγγισης που ενίοτε φτάνει τα όρια της νεύρωσης. Οι διαφορές με τη Δυτική Εκκλησία είναι δεδομένες, αλλά ακόμα και σε αισθητικό επίπεδο δίδεται η εντύπωση ότι πρέπει να κάνουμε το παν για να τις τονίσουμε υποκριτικά, ασφαλώς, επειδή κατά τα λοιπά έχουμε υιοθετήσει έναν απολύτως δυτικό τρόπο ζωής. Δεν είναι δυνατόν να θεωρούμε ότι ο ελληνικός πολιτισμός τελειώνει στον Μεσαίωνα και η ελληνική μουσική είναι μόνο ό,τι παραπέμπει στον Μεσαίωνα. Αν δεχτούμε κάτι τέτοιο, είναι σαν να παραδεχόμαστε ότι πνευματικά έχουμε πεθάνει.
Είναι αδιανόητο η Εκκλησία να θεωρεί ουσιαστικά έναν Κωνσταντινουπολίτη περισσότερο Έλληνα από έναν Ζακυνθινό. Ασφαλώς οι επιρροές από τη δυτική κουλτούρα υφίστανται, αλλά ποιος μπορεί να υποστηρίξει με το χέρι στην καρδιά ότι δεν έχουν υπάρξει αντίστοιχες επιρροές και από την ανατολική κουλτούρα;
Θα παράσχει τεράστιο έργο η Εκκλησία μας, εάν αναστρέψει την πολεμική σε βάρος της τετράφωνης εκκλησιαστικής μουσικής. Η μεσαιωνική μουσική παράδοση ασφαλώς είναι ιερή και πρέπει να καταβάλλεται μέριμνα ώστε αυτή να διαφυλαχθεί, να διαδοθεί και να αναπτυχθεί.

Η βυζαντινή μουσική όμως δεν απειλείται από την πολυφωνική, αλλά από τους ερμηνευτές που υποτίθεται ότι την υπηρετούν αλλά στην ουσία την αλλοιώνουν με κοσμικά στοιχεία που ενίοτε φτάνουν μέχρι και την έκφραση ερμηνευτών των σκυλάδικων τραγουδιών.
Ο τυφλός φανατισμός απάδει προς τους Έλληνες. Προϊστάμενοι των ιερών ναών, οι οποίοι έθεταν ως ιερή αποστολή, σαν άλλοι τζιχαντιστές, την εξαφάνιση των τετράφωνων χορωδιών, ήταν οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν την πραγματικότητα: ότι το ελληνικό πνεύμα είναι η πηγή της ελευθερίας και του κάλλους στην ιστορία της ανθρωπότητας.

*Λυρικός πρωταγωνιστής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου