Τρίτη 7 Αυγούστου 2018

Μιχάλη Χουρδάκη (Νίσπιτα) : Ομιλία στην επέτειο της μάχης των Bρυσών



Ανταποκρίνομαι, με πάσα ευχαρίστηση, στην παράκληση αρκετών φίλων να αναρτήσω τη χθεσινή ομιλία του Νίσπιτα για τη Μάχη των Βρυσών που έγινε στην εκκλησία τ' Αφέντη Χριστού στις Βρύσες

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΩΝ ΒΡΥΣΩΝ



6 Αυγούστου 2018

Δώσε μου Θε μου δύναμη και πραμ’ άλλο δε θέλω
υγεία να ‘χω να υμνώ πάντα το Μεραμπέλο

Διπλή γιορτή γιορτάζομε η μια ‘ναι του Αφέντη
κι η γι άλλη είναι τοπική με νόημα μεγάλο
που θα βαστά αιώνια στο ώριο Μεραμπέλο
και θα τιμά την Κρήτη μας στον άπαντα αιώνα
για τσι Αγώνες Λεφτεριάς.
Και θα δηγάται στσ’ ύστερους αγώνες τιμημένους
εις των Βρυσών τα χώματα τα χιλιοδοξασμένα
τα λέφτερα μεσ’ στη σκλαβιά κι αιματοποτισμένα.
Σε τούτα ‘δω τα χώματα τούτον εδώ τον τόπο
στα χίλια οκτακόσια ακόμη εφτά κι εξήντα
μέρα τ’ Αφέντη του Χριστού που χριστιανός γιορτάζει
κινήσανε ατρόμητοι χίλιοι επαναστάτες
εσκώσανε την κεφαλή πιάσανε το τουφέκι
να πολεμήσουν την Τουρκιά.
Μούσα μου ψάλλε ύμνησε ετούτονέ τον τόπο
που το δεντρό τση λεφτεριάς το πότισε με αίμα
μ’ αγώνες κι επανάστασες μάχες σώμα με σώμα
με καρυοφύλια σασεπώ με νύχια και με δόδια
για να ‘μαστε ελέφτεροι με χρέος μνημοσύνης,
Εκείνους να θυμούμαστε , Εκείνους να τιμούμε. .

Ανάμεσα στους Αγώνες Λεφτεριάς και Θυσίας που έλαβαν χώρα στο Νησί μας, ξέχωρη θέση παίρνει ο τριετής ξεσηκωμός του 1866 με ’69.
Οι τρεις πασάδες που διαφεντεύουν το Νησί παίρνουν μέτρα πρωτοφανή για πάταξη κάθε επαναστατικής κίνησης, ώστε ειδικότερα μετά το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου, η συνέχιση του Αγώνα, χαραχτηρίζεται από ειδήμονες ιστορικούς ερευνητές μεγάλη αποκοτιά.
Το τρίτο 10ήμερο του Μάη στα 1867 έχομε τη γιγαντομαχία του Οροπεδίου Λασιθίου.
Ακολουθεί η προκήρυξη του πασά Ηρακλείου με την οποία καλεί τους επαναστάτες να δηλώσουν υποταγή και να παραδώσουν τα άρματα για να τους δοθεί αμνηστία.
Ο Αρχηγός Κων/νος Σφακιανάκης για να κινείται ελεύθερος δηλώνει υποταγή χωρίς βέβαια να πάψει την ενεργό συμμετοχή του στα σχέδια και στον Αγώνα. Ταυτόχρονα , στέλνει επιστολή στην Επιτροπή Σύρου και τονίζει την ανάγκη φυγάδευσης προς την Ελεύθερη Ελλάδα «… των δυο λεόντων του Λασιθίου…» του καπετάν Κοκκίνη και του - πεντακοσίαρχου τότε - Αναγνώστη Χρυσάκη επειδή δήλωσαν ανυπακοή στην προκήρυξη του πασά Ηρακλείου και επικηρύχτηκαν με ένα υπέρογκο για την εποχή ποσό και, κινδύνευαν από προδοσία,
Οι επιθέσεις εναντίον του δυνάστη είναι πυκνές.
Στις 19 Ιουλίου γίνεται επίθεση στη Σπίνα Λόγκα , στις 25 Ιουλίου στην περιοχή Ιεράπετρας, επίσης 29 Ιουλίου στις Γούβες και τέλος 3 Αυγούστου επαναστάτες περνούν το Καστέλι Λαγκάδα, και φτάνουν μέχρι Αποστόλους.
Στα τέλη Ιουλίου 1867 φτάνει η είδηση, ότι, οι Μεγάλες Δυνάμεις στέλνουν πλοία για φυγάδευση των χριστιανικών οικογενειών αλλά και των επικηρυγμένων καπεταναίων ώστε να γλυτώσουν από τη σφαγή και την ατίμωση . Η πληροφορία όμως αυτή φτάνει και στα αυτιά του πασά Ηρακλείου που διατάσσει τους 2000 στρατοπεδευμένους στο Καστέλλι Τουρκοαιγύπτιους, να κινηθούν αμέσως για το Μεραμπέλο με σκοπό να εμποδίσουν τη φυγάδευση .
Έτσι, 3 Αυγούστου το Τουρκικό αυτό στράτευμα φτάνει εδώ και αναπτύσσεται από τις Βρύσες μέχρι τη μονή Κρεμαστών.
Ο Αρχηγός Κων/νος Σφακιανάκης συγκαλεί πολεμικό Συμβούλιο που αποφασίζει επίθεση στο μεγάλο ασκέρι την 7η Αυγούστου. Ο λεοντόκαρδος - όπως αποκαλείται ο Αρχηγός Σφακιανάκης, επισκέπτεται στους κρυψώνες τους τον Κοκκίνη και τον Χρυσάκη και τους ανακοινώνει την απόφαση .
Επιτρέψετε αγαπητοί φίλοι να ανατρέξω αποσπασματικά σε σημειώσεις του Νίσπιτα που προέρχονται από την οικογενειακή παράδοση των Διαλλινάδων , Καλλιατάκηδων, Μακράκηδων και Χούρδων και που ταυτίζονται κατά πολύ μεγάλο ποσοστό με την ιστορική πραγματικότητα όπως διαπίστωσα εν καιρώ. Καταφεύγω σε διήγηση της γιαγιάς χατζήνας ή Μακρομαρίας όπως αποκαλούνταν που ως κόρη του ξυλογλύπτη Ιωάννου Μακράκη εγνώριζε από τον πατέρα της περισσότερα , αλλά και επειδή ο τρόπος που διηγούνταν το ιστορικό αυτό γεγονός, είναι μοναδικός αλλά και δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας.
«….. Αυτό παιδί μου, σαν εκατέβηκε ο Κοκκίνης με το Χρυσάκη από τη μεγάλη σφαγή τω χρισθιανώ στο Λασίθι και ήρθανε στη γειτονιά (εννοεί την Απάνω γειτονιά της Νεάπολης) τσοι γύρευε ο καταργήτης ο πασάς να τσοι κόψει επειδή δεν επροσκυνήσανε.
Το Χρυσάκη , τον επήρε και τον ήχωσε στο σπίτι ντου ο κύρης τση μάνας μου ο Διαλλινογιώργης , και τον Κοκκίνη τόνε πήρε ο αγιασμένος ο κύρης μου (εννοεί τον Ιωάννη Μακράκη).
Επαέ στην απομέσα κάμερα (μου ‘δειχνε το αργαστηρόσπιτο) ήρθε ο μεγάλος καπετάνιος (εννοεί τον Κων/νο Σφακιανάκη) και τως είπε να κινήσουνε αργά τ΄Αφέντη Χριστού γιατί την ταχυνή δα πολεμήσουνε τσοι Τούρκους στσι Βρύσες. Ήφυγε δα ύστερα ο μεγάλος καπετάνιος κι επήρε το Δράσι απού ήσανε οι γι άλλοι.
Ντελόγο ήπεψε ο Κοκκίνης το Φλακτονικόλη (Χλαπουτάκης το επίθετο) απού τον είχενε μαντατοφόρο κι ειδοποίησε τσοι πολεμιστάδες (εννοεί τα παλληκάρια του). Αφτώματα λυχνώ τ΄Αφέντη Χριστού εμαζωχτήκανε σου λέει μια εκατοστή πολεμιστάδες ετέ στο Καραμπατζάκι των Τζώρτζηδω (γειτονιά της Νεάπολης) κι επήρανε όλοι μαζί απάνω την Κορακιά (τοπωνύμιο νότια του ξωμονάστηρου στο Νίσπιτα). Σαν εφτάξανε, τως είπε ο Κοκκίνης κι εμπήκανε στη μάντρα, των καλογέρω πρέπει, κι εβγάλανε μια δεκαρά κουδούνια με τσι λαιμουδαρές των προβάτω.
Ένα-δυο ώρες πρίχου ξημερώσει ακόμη, επήρανε ανετολικά. Σαν εφτάξανε κοντά στα Κρεμαστά απού ‘χανε στεμένη την πρώτη βίγλα ντως οι καταραμένοι (εννοεί το πρώτο τούρκικο φυλάκιο), εκρεμάσανε καμπόσοι τα κουδούνια στο λαιμό ντως κι εσύρνουντο ωσάν τζ’ όφιδες στη γης, όλοι μαζί . Ήκουσε τα κουδούνια ο βιγλάτορας, μα ως ήτονε ακόμη σκοτεινά και δεν εθώριε, εθάριε ο κακομοίρης πως εβόσκανε πρόβατα . Ετσά, ήρθανε ομπρός του και του κόψανε την κεφαλή από τον καφά, κι απόη εμπήκανε στο τσαντήρι κι εκόψανε άλλους πεντεξεφτά απού εκοιμούντονε………..» .
Δεν προχωρώ στην απομαγνητοφωνημένη διήγηση της γιαγιάς Χατζήνας επειδή περιστρέφεται γύρω από τη συμμετοχή του ξυλογλύπτη πατέρα της Ιωάννη Μακράκη – προπάππου του ομιλούντα – και των αδερφών του Μανόλη και Παναγιώτη ξυλογλυπτών κι αυτών που συμμετείχαν ως αγωνιστές Τρίτης Τάξεως τόσο στη Γιγαντομαχία του Οροπεδίου, όσο και στη Μάχη των Βρυσών επειδή η αναφορά αυτή ως οικογενειακή παράδοση θα παρεξηγηθεί από άσπονδους φίλους.
Το ίδιο ακριβώς που έγινε στο Τούρκικο φυλάκιο της Μονής Κρεμαστών έγινε από τους οπλαρχηγούς Κοζύρηδες και τον Παπαγαννάκη και στο άλλο φυλάκιο των Τούρκων που είχε στηθεί στο ύψωμα του Προφήτη Ηλία. Ως φαίνεται, έτσι προέβλεπε το σχέδιο της επίθεσης ώστε να επιτύχει ο αιφνιδιασμός του εχθρού.
Η επίθεση όταν δόθηκε το σύνθημα και πάντα κατά το σχέδιο, άρχισε με ελεύθερους πυροβολισμούς κατά των Τούρκικων και Αιγυπτιακών τσαντηριών, έτσι ώστε οι μεν Τούρκοι νόμισαν ότι οι Αιγύπτιοι ξεσηκώθηκαν εναντίον τους λόγω της καταπίεσης που υφίσταντο από τους ίδιους, οι δε Αιγύπτιοι νόμισαν ότι οι Τούρκοι βάλθηκαν να τους ξεπαστρέψουν - όπως προέβλεπε το σχέδιο του Ομέρ πασά - επειδή οι περισσότεροι ήσαν κόπτες χριστιανοί.
Έτσι οι σύμμαχοι Τουρκοαιγύπτιοι αλληλοσκοτώνονταν και το μεγάλο αυτό μακελειό συμπληρώνονταν από τα βόλια των επαναστατών που οχυρωμένοι καλά, χτυπούσαν από Ανατολικά και Δυτικά το υπεράριθμο ασκέρι.
Επιστρέφω στα στοιχεία που παρέχει η αναφορά της 8ης Αυγούστου 1867 του Αρχηγού Κων/νου Σφακιανάκη αμέσως δηλαδή την επαύριο της επικής αυτής Μάχης των Βρυσών. Ο Κων/νος Σφακιανάκης με τους πολεμιστές του φτάνει στο Δράσι από τους Ποτάμους 10 το βράδυ της 6ης Αυγούστου. Πριν ακόμη φέξει η 7η Αυγούστου περνά την κορυφή της Καβαλαράς κατηφορίζει δυτικά της Μονής Κρεμαστών , ενώνεται με τη δύναμη του Κοκκίνη και χτυπούν μαζί τα πλάγια των Τουρκοαιγύπτιων . Άλλοι επαναστάτες, πιάνουν θέση στο λόφο Καστριά πάνω από τις Βρύσες.
Ο Εμμανουήλ Κοζύρης έρχεται στη θέση Κατσόματος ο δε οπλαρχηγός Κων/νος Κοζύρης με τον Κωσταντή Κρανιωτάκη , εισβάλουν στο Μεραμπέλο από το Παρακαλούρι, και παρενοχλούν άλλο τούρκικο ασκέρι που ήταν τσαντηρωμένο στο Καστέλλι της Φουρνής.
Η αναφορά του Κων/νου Σφακιανάκη μας δίνει πολλές λεπτομέρειες από τη Μάχη των Βρυσών την δε κατανίκηση των πολυάριθμων Τούρκων με τους 250 νεκρούς την αποδίδει στον επιτυχημένο αιφνιδιασμό , αλλά και στην αποφασιστικότητα και το πείσμα των επαναστατών .
Τελικά το τούρκικο στράτευμα υποχώρησε καταδιωκόμενο στο Νεοχώρι, και ευτυχώς γιατί τα πολεμοφόδια των επαναστατών είχαν τελειώσει «…..ημείς μη έχοντες πλέον ούτε φυσέκιον παρατήσαμεν τον εχθρόν όστις δεν ετόλμησεν ούτε βήμα να μας καταδιώξη και απήλθομεν βραδέως και εν ανέσει εις Βρύσες και Δράσι και αναπαύθημεν…..» όπως χαραχτηριστικά αναφέρει ο Σφακιανάκης .
Από τον εκτεταμένο χώρο των Βρυσών που εγκατάλλειψαν οι κυνηγημένοι προς το Νεοχώρι Τουρκοαιγύπτιοι , οι επαναστάτες αποκόμισαν πολλά επιτήδεια του πολέμου που τόσο τα είχαν ανάγκη.
Αποφεύγω την λεπτομερή περιγραφή στην ομιλία μου και ούτε καν αναφέρω την όλη συμμετοχή των Βρυσών κατά την άλλη μάχη στη Μονή Κρεμαστών που έγινε ένα μήνα αργότερα, μέσα στο Σετέμβρη 1867 ή τη συμμετοχή του χωριού στον ξεσηκωμό του ’21.
Από τον ομιλητή, αποφεύγονται οι λεπτομέρειες που αναφέρονται σε ατίμωση, λεηλασίες και άλλες ατιμωτικές δράσεις των Τούρκων στις Βρύσες και γενικότερα στο Μεραμπέλο, γιατί αυτές οι λεπτομέρειες προάγουν την καλλιέργεια μίσους και πάθους εναντίον των αιώνιων λυκόφιλών μας. Ο ομιλητής προτιμά να υμνεί πράξεις ηρώων προπατόρων, που ως παράδειγμα συμβάλλουν στην αγάπη της γλυκιάς πατρίδας επειδή αυτό έχομε περισσότερο ανάγκη καιρούς που φτάξαμε, από τις καιροσκοπικές και λάθος πολιτικές των κυβερνήσεών μας διαχρονικά



Τελεύει εδά το λόγο ντου για τω Βρυσώ τη Μάχη.
Το χρέος που ‘χει ο Νίσπιτας απέναντι στον τόπο
δεν το αποτελείωσε και πρέπει να δηλώσει
πως εργασία αντάξια του χρέους που βαραίνει
εύχομαι να ‘χει μόνο γεια και θα το ξεχρεώσει.
Για όλους τσοι αγωνιστές να γράψει δύο λόγια
να γράψει για τσοι Βρυσανούς και των Τουρκώ τη λύσσα
για ‘κείνους που περήφανα βαστούσαν τη σημαία
που εμείς την κατακαίομε
για ‘κείνους που αψήφησαν το τούρκικο ασκέρι
και δεν ελογαριάζανε μη χάσουν τη ζωή ντως.
Κοκκίνηδες, Κοζύρηδες, Τριφίτσο και Χατζάκη
Βασιλογιάννη, Μηλιαρά, Γιαννίκο και Χρυσάκη.
Μιχαλοδημητράκηδες αδέρφια Κουντουράκη,
Μαράζηδες και Καγιαμπή μαζί και το Δεράκη,
τον Τοργιλάκη Μιχαήλ και τον Αποστολάκη,
το Σφακιανάκης τον Κωστή και τον Παπαγιαννάκη
Και άλλοι ήσανε τρανοί οπλαρχηγοί στη Μάχη
που δεν ελογαριάζανε τα βόλια του δυνάστη.
Πατήσαν την Καβαλαρά τα πλάγια του Νισπίτου,
τη ράχη του μοναστηριού στα Κρεμαστά που λένε
τα Καστριά Κατσόματο και τον προφήτη Ηλία, ά
και σαν τα γράψει τουτανά πλερώσει αυτό το χρέος
θα πει κι αυτός πως ήκαμε το κατιτίς στον τόπο.
Μα ήρθε φίλοι μου καλοί η γι ώρα η μεγάλη
να βάλομε σκιας δυο κλαδιά ΄πο δάφνινο στεφάνι
εις το Ηρώο του χωριού δίπλα στην εκκλησία
που γράφει τα ονόματα που πέσανε στη Μάχη.



Σας ευχαριστώ για την υπομονή που δείξατε, χρόνια καλά μα και πολλά

ΝΙΣΠΙΤΑΣ (Αύγουστος 2018)


Facebook/Μιχάλης Χουρδάκης Νίσπιτας
 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου