Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2018

Χρ. Μπότζιος: Οι σχέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων με τις μικρότερες χώρες – Η θέση της Ελλάδας




Οι σχέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων με τις μικρότερες χώρες – Η θέση της Ελλάδας


Του ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ, Πρέσβη ε.τ.

Η λαϊκή παροιμία λέει ότι «το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό». Ισχύει αυτό και μεταξύ κρατών; Απάντηση στο ερώτημά μας δίνεται από το μνημειώδες ιστορικό έργο του Θουκυδίδη «Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος», που περιγράφει την πολιορκία των Μηλίων από τους Αθηναίους, τη μεγάλη δύναμη της εποχής. Στην επίκληση των Μηλίων περί του δημοκρατικού πολιτεύματός τους, όπως και των συμμαχικών τους δεσμών, η απάντηση των Αθηναίων ήταν ότι «αυτά ισχύουν μεταξύ ίσων και εμείς δεν είμαστε ίσοι», για να προσθέσουν ότι «νόμος της φύσης είναι οι μικροί να υπακούν στους μεγάλους».
Ίσως ο διάλογος να μη διεξήχθη ακριβώς έτσι και η απάντηση των Αθηναίων να μην ήταν σε τόσο κυνικό τόνο. Πολύ πιθανό ο μεγάλος ιστορικός, που αιώνες μετά τον μιμήθηκε ο Νικολό Μακιαβέλι, να θέλησε να εκφράσει την ωμή πραγματικότητα που ανέκαθεν ισχύει στις σχέσεις μεταξύ των μεγάλων και των μικρότερων χωρών. Οι έννοιες αυτές δεν φαίνεται να έχουν αλλάξει και πολύ και στον σύγχρονο κόσμο. Οι Μεγάλες Δυνάμεις και περισσότερο οι υπερδυνάμεις εξακολουθούν, σε πολλές περιπτώσεις, να συμπεριφέρονται έναντι των μικρότερων χωρών όπως οι Αθηναίοι προς τους Μηλίους.
Το μόνο που ίσως έχει αλλάξει είναι η δυνατότητα ελέγχου της συμπεριφοράς τους από τους διεθνείς οργανισμούς, όπως και την κοινή γνώμη, που κανείς πολιτικός ηγέτης δεν μπορεί εύκολα να αγνοήσει. Και όμως οι Μεγάλες Δυνάμεις σε πολλές περιπτώσεις τα παρακάμπτουν όλα με μονομερείς επεμβάσεις, χωρίς την έγκριση των Ηνωμένων Εθνών, τα οποία αγνοούν επιδεικτικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η επέμβαση των ΗΠΑ, όπως και άλλων δυτικών χωρών, στο Ιράκ και τη Συρία, όπως και οι βομβαρδισμοί ενίων χωρών του ΝΑΤΟ στην πρώην Γιουγκοσλαβία με το πρόσχημα της προστασίας των Κοσοβάρων.
Από πού αντλούν αυτό το δικαίωμα; Συνήθως επικαλούνται την αυξημένη ευθύνη που τους αναγνωρίζεται από τον καταστατικό χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, ως μόνιμα μέλη του ΣΑ, για τη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης. Αυτό βέβαια αληθεύει, αλλά δεν νομιμοποιεί μονομερείς επεμβάσεις και χωρίς την εξουσιοδότηση από τον ΟΗΕ. Στις ωμές και παράνομες μονομερείς επεμβάσεις συμπεριλαμβάνεται και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, η οποία συγχρόνως καταγράφει και την παθητική στάση των ΗΠΑ και των χωρών του ΝΑΤΟ συλλογικά.
Η αναμφισβήτητη ισχύς και επιρροή των Μεγάλων Δυνάμεων στις διεθνείς υποθέσεις θέτει αυτομάτως και το ερώτημα για τις δυνατότητες αντίστασης των μικρότερων χωρών απέναντί τους, θέμα που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη χώρας μας, που κατά καιρούς δέχεται πολλαπλές πιέσεις, όπως στο Κυπριακό και τις σχέσεις με άλλες γειτονικές χώρες.
Από συστάσεως του σύγχρονου ελληνικού κράτους και μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, η Ελλάδα ουσιαστικά τέθηκε υπό την κηδεμονία των Μεγάλων Δυνάμεων (Γαλλίας, Ρωσίας, Αγγλίας). Η βασιλεία του Όθωνα επιβλήθηκε γιατί είχε εκτιμηθεί ότι τότε ήταν πολύ δύσκολο οι Έλληνες να αυτοκυβερνηθούν. Τα ίδιο συνέβη και αργότερα (1864), όταν επανιδρύθηκε η μοναρχία με τον βασιλιά Γεώργιο Α’, που έφερε ως «δώρο» την ενσωμάτωση των Επτανήσων.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σημειώνεται ουσιαστική μεταβολή στον πολιτικό προσανατολισμό της Ελλάδας, η οποία πλέον στρέφεται αποφασιστικά προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, που έχουν ήδη αναδειχθεί σε παγκόσμιο παράγοντα. Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις συνέχονται από πολλές διμερείς συμφωνίες, εκ των οποίων πολλές είναι ετεροβαρείς σε βάρος της Ελλάδας. Η Ελλάδα ενδιαφέρει τις ΗΠΑ για τη γεωπολιτική της θέση και αντίστοιχα η Ελλάδα υπολογίζει στη στήριξη των ΗΠΑ σε πολλούς τομείς της εξωτερικής και αμυντικής της πολιτικής. Τραυματικές εμπειρίες στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις αποτελούν η στάση των ΗΠΑ έναντι της χούντας των συνταγματαρχών, όπως και η παθητική στάση κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Τα δύο αυτά γεγονότα καταγράφονται στα αρνητικά της ελληνικής κοινής γνώμης έναντι των ΗΠΑ και δεν μπορούν να ξεπερασθούν. Η επόμενη χώρα που αναμφισβήτητα κατατάσσεται στις Μεγάλες Δυνάμεις είναι η Ρωσία. Το πρόσφατο κομμουνιστικό της παρελθόν ελάχιστα έχει επηρεάσει ως προς τη συμπεριφορά της ως διεθνούς δύναμης. Αυτό καταφαίνεται και από την εμπλοκή της στο Μεσανατολικό (Συρία), σε Ουκρανία-Βαλτική και στην περιοχή του Καυκάσου.
Οι σχέσεις Ελλάδας – Ρωσίας επηρεάζονται σημαντικά από τη συμμετοχή της Ελλάδος στους ευρωατλαντικούς θεσμούς και κυρίως στο ΝΑΤΟ, οι επιλογές του οποίου σε πολλά θέματα είναι αντίθετες προς τα ρωσικά συμφέροντα. Απόδειξη η Συμφωνία των Πρεσπών, αφού η προοπτική ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ δεν φαίνεται να είναι αρεστή στη Μόσχα. Ελπίζεται ότι η ένταση που δημιουργήθηκε μεταξύ Αθήνας – Μόσχας, με την απέλαση διπλωματών και την απαγόρευση εισόδου πολιτών εκατέρωθεν, θα ξεπερασθεί γρήγορα. Και αυτό το επιβάλλουν τα διμερή συμφέροντα, που είναι σημαντικά, ο ρόλος της Ρωσίας στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και ιδιαίτερα στην περιοχή μας, όσο και το ιστορικό – πολιτιστικό υπόβαθρο των σχέσεων μεταξύ των δύο λαών.
Η Κίνα, σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες δυνάμεις, δεν διεκδικεί στρατιωτικά και πολιτικά πρωτεία και αποφεύγει επιμελώς να εμπλακεί σε περιφερειακές συγκρούσεις και σε μονομερείς επεμβάσεις. Η ισχύς και η επιρροή της Κίνας εκφράζεται κυρίως σε οικονομικούς όρους και τείνει να καταλάβει την πρώτη θέση στον κόσμο. Οι ελληνοκινεζικές σχέσεις βρίσκονται σε ανοδική πορεία και ενισχύθηκαν έτι περαιτέρω μετά την προ ημερών επίσημη επίσκεψη που πραγματοποίησε ο υπουργός των Εξωτερικών κ. Νίκος Κοτζιάς σε Πεκίνο και Σαγκάη. Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο, μόνιμα μέλη του ΣΑ του ΟΗΕ, εξακολουθούν να παίζουν σημαντικό ρόλο στις διεθνείς σχέσεις. Σίγουρα έπονται σε επιρροή των τριών υπερδυνάμεων, αλλά έχουν ενεργό ρόλο σε περιφερειακά θέματα.
Ρόλο επίσης διεκδικούν και ουσιαστικά έχουν και άλλες χώρες, όπως η Ινδία, η Ιαπωνία, η Βραζιλία, το Μεξικό, ο Καναδάς, ενώ περιφερειακό ρόλο διεκδικεί και η Τουρκία όπως και το Ιράν. Θα ήταν παράλειψη και λάθος αν στις χώρες με διεθνή επιρροή δεν συμπεριλαμβανόταν και η Γερμανία, η οποία, απαλλαγμένη από τις ενοχές του παρελθόντος, έχει ισχυρή οικονομία και σε ευρωπαϊκό τουλάχιστον επίπεδο ασκεί ηγετικό ρόλο. Η βιομηχανική της επιρροή, με ποιοτικά προϊόντα, η χρηστή διοίκηση και η γνωστή πειθαρχία του γερμανικού λαού έχουν προσδώσει στη Γερμανία εξέχοντα διεθνή ρόλο και της παρέχουν τη δυνατότητα να αντέχει τις πιέσεις που δέχεται από ΗΠΑ και Ρωσία.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις και υπερδυνάμεις αποτελούν μια πραγματικότητα και στο διάβα της Ιστορίας εναλλάσσονται με μεγαλύτερους ή μικρότερους ρόλους. Επιδίωξή τους είναι η ηγεμονική θέση, ο έλεγχος των μικρότερων χωρών, η παγκόσμια ή περιφερειακή εξουσία, με όπλα τη στρατιωτική, οικονομική, τεχνολογική ή και πολιτιστική τους υπεροχή.
Πώς μπορούν να αντισταθούν οι μικρές χώρες απέναντι στη βουλιμία, την αλαζονεία ή την υπεροψία των μεγάλων χωρών; Βασικά αποφεύγοντας τη μονομέρεια των σχέσεων και την απόλυτη εξάρτηση σε οποιονδήποτε τομέα. Με συμμετοχή σε συμμαχίες γενικότερου ή περιφερειακού χαρακτήρα και άσκηση δημοκρατικής και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής. Αυτό επιβάλλεται ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Ελλάδα, που αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις, που οφείλονται είτε στη γεωπολιτική της θέση είτε σε ιστορικές περιφερειακές αντιπαλότητες και εθνολογικές συμμείξεις.
Απαραίτητη, ασφαλώς, η διατήρηση μίας άκρως επαγγελματικής και αποτελεσματικής διπλωματικής υπηρεσίας, χωρίς υποβαθμίσεις και αυτοσχεδιασμούς.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου