Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2019

Άγιος Αντώνιος



Άγιος Αντώνιος
 (17 Ιανουαρίου)

Η Άπειρη Σοφία του Θεού βρήκε την πιο ταπεινή και φωταυγή της Ουσία στο πρόσωπο του Αγίου Αντωνίου.

Αντώνιος ο Όσιος και θεοφόρος Μέγας (17 Ιανουαρίου)

Ο Αντώνιος, τον οποίον οι Άγιοι Πατέρες ανακήρυξαν Μέγα, γεννήθηκε επί εποχής Δεκίου, το έτος 251 μ.Χ. στο χωριό Κομά της Κάτω Αιγύπτου, κοντά στην Ηρακλεόπολη την Μεγάλη, από πλούσιους και ευσεβείς χριστιανούς γονείς. Ο Μέγας Αντώνιος είναι Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ο πρώτος ασκητής του Χριστιανισμού, που θεμελίωσε τον υγιή Μοναχισμό. Έζησε στα χρόνια των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού μέχρι και την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου και των παιδιών του. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το έζησε ως ασκητής στην έρημο και πέθανε στις 17 Ιανουαρίου του 356, οπότε και εορτάζεται η μνήμη του από τις Λουθηρανικές, τις Αγγλικανικές, τις Καθολικές και τις Ορθόδοξες εκκλησίες, όπου θεωρείται άγιος.
Φύση ευγενική. Καρδιά άγρυπνη στις υψηλές σκοπιές και στους θρησκευτικούς ορίζοντες της θείας πανσοφίας. Δεν του άρεσε να παίζει με τα άλλα παιδιά. Έτρεχε στις θρησκευτικές συνάξεις και στις εκκλησίες μαζί με τους δικούς του. Του άρεσε να μιλούν για θρησκευτικά ζητήματα. Δεν ήθελε να πηγαίνει ούτε στο σχολείο του. Τις γνώσεις τις έπαιρνε από την Εκκλησία και η ψυχή του γέμιζε αγαλλίαση με τις προσευχές.
Σε ηλικία 18-20 χρόνων έχασε τους γονείς του. Βρέθηκε να διαχειρίζεται μια τεράστια περιουσία και να έχει τη φροντίδα της πολύ μικρής αδελφής του. Η γνησιότητα της παρθενικής ψυχής του τον κράτησε σταθερό στα χριστιανικά πεπρωμένα.
Έξι μήνες μετά το θάνατο των γονιών του ο Αντώνιος άκουσε στην εκκλησία την Ευαγγελική περικοπή της πρόσκλησης του πλουσίου νέου, στην οποία αναφέρεται ότι ο Χριστός είπε: «πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι» (Ευαγγέλιο του Ματθαίου ιθ΄ 21). Συγκινημένος από την ευαγγελική αυτή περικοπή, διένειμε την περιουσία 300 εύφορων κτημάτων του στους φτωχούς. Επίσης, εμπιστεύτηκε την αδερφή του σ' έναν παρθενώνα ανατροφής (δεδομένου ότι μοναστήρια δεν υπήρχαν ακόμα), ενώ ο ίδιος αφού χάρισε προηγουμένως και το σπίτι του, αποσύρθηκε σ' ένα κελί που έκτισε ο ίδιος σε απομονωμένο μέρος πλησίον του χωριού του μιμούμενος κάποιον γέροντα ασκητή που έτυχε να γνωρίσει και να θαυμάζει για την αρετή του. Όπως λέγεται αναχώρησε για ερημικές περιοχές «του επισκέψασθαι εμαυτόν». Για να βρει την ψυχή του και το θεό. Για να μείνει μόνος μαζί Του.
Στο δρόμο του συνάντησε κι άλλους αναχωρητές και χαιρόταν να τους ακούει να αφηγούνται το μεγαλείο της Δόξας του Κυρίου με διάφορα παραδείγματα. Ένιωθε, να μεταγγίζουν μέσα του, το πνευματικό τους αίμα και ως «σοφή μέλισσα» επέλεγε τα άνθη της συλλέγοντας το «πνευματικό νέκταρ» της ηθικής και της αρετής Ο ίδιος, αν και δεν ήξερε γράμματα, απάγγελνε ολόκληρα αποσπάσματα από τις Γραφές.
Λάτρευε τη φύση. Μιλούσε με τα πουλιά, με τα ζώα, με τα αστέρια. Το ύψος του εσωτερικού ανθρώπινου πόνου που συναισθάνεται τη μηδαμινότητά του μπροστά στο άπειρο, χωρίς να έχει την πλάνη των γνώσεων, αλλά τη δύναμη της Γνώσης, τον γέμιζε ταπεινότητα. Με την απλότητα του, αιχμαλώτιζε κάθε καρδιά που πήγαινε στο ερημητήριο των αναχωρητών για να τον συναντήσει.

 Ο άγιος Αντώνιος και ο προφήτης Ηλίας. Εικόνα δια χειρός Φίκου

Ασκούμενος έτσι στην αγρυπνία και την προσευχή και εξ ανάγκης στη νηστεία, τρώγοντας μία φορά την ημέρα περί τη δύση του Ηλίου, ή κάθε δύο μέρες ή και τέσσερις, μόνο άρτο και αλάτι και νερό. Παράλληλα ασχολιόταν με εργόχειρο που αντάλλασσε με τα απαραίτητα επιβίωσης, τρώγοντας ελάχιστα κάθε μέρα, ενώ τα επίλοιπα συνέχιζε να τα χαρίζει σε πτωχούς. Έτσι σ' αυτό το διάστημα ασχολούμενος με την ανάγνωση ιερών κειμένων παρέμεινε σ' όλους αγαπητός, πράος, και θαυμαστός. Ποτέ δεν υπερηφανεύθη αλλά ούτε και φιλονίκησε ή λύπησε κανέναν.
Υπό το καθεστώς αυτό δεν άργησε να δέχεται τους πρώτους πειρασμούς του πονηρού πνεύματος είτε σαρκικούς, λόγω της νεότητάς του, είτε σε πονηρούς λογισμούς και ιδέες που του επέβαλε προκειμένου να διακόψει την ασκητική του ζωή. Οι πειρασμοί αυτοί αφορούσαν άλλοτε τις βιολογικές σαρκικές ορμές και απολαύσεις με οπτασίες νεαρής κοπέλας, άλλοτε με εμβόλιμες ιδέες για τη φροντίδα της αδελφής του που κινδύνευε να γίνει πόρνη και άλλοτε την φιλαργυρία, φιλοδοξία κ.ά. που όμως σ' όλες τις περιπτώσεις απέτυχαν. Ακολούθησαν ασθένειες όπου ο Αντώνιος με τις συνεχείς προσευχές του κατάφερε να μη τον πτοήσουν. Την πάλη αυτή είχαν αντιληφθεί ακόμα και οι επισκέπτες του οι οποίοι και τον θαύμαζαν αποκαλύπτοντάς τους ότι «Εγώ δεν ενίκησα, αλλ΄ η χάρις του Θεού, ήτις με ενίσχυσε».
Ο Όσιος Αντώνιος συνεχίζοντας την ασκητική ζωή κοιμόταν σε μια ψάθα στο ύπαιθρο διδάσκοντας πως «όταν οι ηδονές του σώματος ασθενούν τότε ενδυναμώνει η ψυχή», επαναλαμβάνοντας καθημερινά τη ρήση του Αποστόλου Παύλου «Των όπισθεν επιλανθανόμενοι, τοις δε έμπροσθεν επεκτεινόμενοι».
Τακτικά ο Όσιος Αντώνιος, προκειμένου να αποφύγει σκανδαλισμούς, κατέφευγε σε μνήματα λίγο μακράν της πόλης όπου εντός αυτών συνέχιζε την άθληση επί μέρες, εκεί γνωστός του υπηρέτης του έφερνε φαγητό. Κάποια νύκτα δέχθηκε άγρια επίθεση από πλήθος δαιμόνων αφήνοντάς τον ημιθανή. Την επομένη «Θεία Πρόνοια» όταν τον επισκέφθηκε ο δούλος του τον εξέλαβε ως νεκρό και τον μετέφερε στην πόλη στο Κυριακό. Όταν όμως συνήλθε επέστρεψε στον πρότερο τάφο.
Εκεί επαναλήφθηκε νέα επίθεση των δαιμόνων υπό μορφή άγριων ζώων και ερπετών, λέων να βρυχάται, σκορπιός προσπαθώντας να τον κεντρίζει, ταύρος να τον κερατίζει κ.ά. παραμένοντας όμως ο Όσιος ατάραχος τους είπε: «Εάν είχατε δύναμη ένας και μόνο έφθανε», «Εάν ελάβετε κατ΄ εμού εξουσίαν άνωθεν, μη αμελήτε, ει δε και δεν ελάβετε τι μάτην ταράσσεσθε;»
Τελικά, σύμφωνα πάντα με την βιογραφία, βλέποντας το πονηρό πνεύμα ότι αδυνατούσε με τους λογισμούς να πλανήσει τον Αντώνιο εμφανίσθηκε μπροστά του ως «μέλαν παιδίον» λέγοντάς του: «Πολλούς επλάνησα, και πολλούς κατέβαλον και ενίκησα, αλλά σε πολεμών ησθένησα». Στην ερώτηση του Οσίου ποιος είσαι εσύ, εκείνο απάντησε: «Εγώ είμαι το πνεύμα της πορνείας και γαργαλίζω τους νέους εις ταύτην την πύρωσιν. Πολλούς σώφρονας ηπάτησα και πολλάκις ετάραξα και σε, αλλά συ με ενίκησες». Ο Όσιος ευχαριστώντας στη συνέχεια τον Θεό εκδίωξε στη συνέχεια το πνεύμα λέγοντάς του «Δεν σε φοβούμαι πλέον ούτε σε υπολογίζω ποσώς επειδή είσαι μαύρος στον νουν και παιδίον αδύνατος και ευκαταφρόνητος.» Μετά απ' αυτά το πονηρό πνεύμα έφυγε και δεν τόλμησε πλέον να τον πλησιάσει. Ο δε Όσιος συνέχισε με προσευχές και αγρυπνία να ενισχύεται σε αρετή έτοιμος ν' αντιμετωπίσει νέους πειρασμούς.
Έπειτα από χρόνια σκληρής ασκήσεως πνευματικού αγώνα, ακατάπαυστης προσευχής και φοβερών πειρασμών, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε ανθρώπους. Η αποδοχή που είχε ήταν ευρύτατη και μάλιστα έρχονταν σε αυτόν για να τους θεραπεύσει ακόμα. Θεράπευε τους ασθενείς ου προστάζων, αλλά ευχόμενος και τον Χριστόν ονομάζων. Νυχθημερόν έκανε ασκητικούς αγώνες με τους οποίους νέκρωσε τα σκιρτήματα των παθών, έφτασε στο βαθμό της απάθειας, υπερβαίνοντας τα όρια της ανθρώπινης φύσης.
Στα 35 του χρονιά, η φήμη της ευσέβειας και της αρετής του τον είχαν κάνει διάσημο. Δεκάδες έτρεχαν κοντά του για να ζητήσουν τη συμβουλή και την ευλογία του. Αυτός, όμως, για τον Αντώνιο, ήταν ένας μεγάλος πειρασμός. Δεν άντεχε τις υπερβολές των ανθρώπινων εκδηλώσεων.

 Ο Αντώνιος ησυχάζων εκτός πόλης

Αποφάσισε και απομακρύνθηκε από το ερημητήριό του και εγκαταστάθηκε σ' ένα αρχαίο αιγυπτιακό τάφο όπου του πήγαιναν τη λιτή τροφή του. Αλλά και εκεί δεν τον άφηναν μόνο. Αρχικά τον επισκέπτονταν ερημίτες που έβρισκαν γαλήνη στα απλά, αλλά αναστάσιμα λόγια του. Ύστερα τον ανακάλυψαν και ομάδες λαού και του ζητούσαν να τους δώσει μετάνοια και φώτιση.
Ο αγώνας του για να κερδίσει τη μοναξιά του ήταν τεράστιος. Έμπαινε καθημερινά όλο και πιο βαθιά στην έρημο. Αλλά κι εκεί τον έβρισκαν.
Ανάμεσα στους επισκέπτες του ήταν κι ο Μέγας Βασίλειος και ο Μέγας Αθανάσιος. Του έφερναν μηνύματα για τα εκκλησιαστικά θέματα της Ορθοδοξίας και τις αιρέσεις.
Μόνο, τότε, ο προσωπικός του μηδενισμός διασκόρπιζε την εσωτερική του ηρεμία και με τόλμη κατέβαινε στους τόπους που είχαν πρόβλημα. Το 331 μ.Χ. εμφανίστηκε στην Αλεξάνδρεια και ενθάρρυνε τους Χριστιανούς μάρτυρες που καταδιώκονταν από τον αυτοκράτορα Μαξιμίνο. Το 335 μ.Χ. επίσης, πήγε στην ίδια πόλη για να υποστηρίξει τον αγώνα του Μεγάλου Αθανασίου για την Ορθοδοξία, σε μια σκληρή μάχη κατά του Αρειανισμού. Η παρουσία του συνετέλεσε, ώστε να γίνει πυρκαγιά, η σπίθα του ακαταμάχητου φρονήματος των Ορθοδόξων έναντι των συνηγόρων της απιστίας και της ειδωλολατρίας. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Μέγας Κωνσταντίνος του ζήτησε την ευλογία του και τις ευχές του.
Ο Μέγας Αντώνιος πέθανε το 356 μ.Χ. Πρόβλεψε με θαυμαστή ακρίβεια το θάνατό του ο οποίος συνέβηκε σε ηλικία «εγγύς ετών πέντε και εκατόν». Η μνήμη του γιορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 17 Ιανουαρίου. Μία από τις τελευταίες επιθυμίες του Οσίου ήταν να μη φανερωθεί ο τόπος της ταφής του. Ωστόσο, οι μοναχοί που ασκήτευαν κοντά του έλεγαν ότι κατείχαν το ιερό λείψανό του, το οποίο επί Ιουστινιανού (το 561 μ.Χ.), κατατέθηκε στην Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Αλεξάνδρεια και από εκεί αργότερα, το 635 μ.Χ., μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Άγιος Αντώνιος δώρισε στους Χριστιανούς - μέσα από τον περίφημο λόγο που έγραψε για τη ζωή του και τους αγώνες του ο Μέγας Αθανάσιος- τις διαιώνιες αξίες της ταπεινοφροσύνης και της αρετής. Ας σημειωθεί ότι ο Μέγας Αθανάσιος ζήτησε το τριμμένο και σχισμένο ένδυμα του Αγίου Αντωνίου και το φόρεσε ο ίδιος γιατί το θεωρούσε ασύγκριτα τιμιότερο και λαμπρότερο και από βασιλική πορφύρα.
Την βιογραφία του Αγίου Αντωνίου λοιπόν που έγραψε στην ελληνική ο Μέγας Αθανάσιος επίσκοπος Αλεξανδρείας την έστειλε αρχικά σε μοναχούς της Αιγύπτου αρχίζοντας με τη φράση «Αγαθήν άμιλλαν ενωτίσασθε». Αυτήν αντέγραψε στη συνέχεια ο Συμεών ο Μεταφραστής από τον οποίον και παρέλαβε ο Αγάπιος ο Κρης που μετέφρασε εκ του ελληνικού και καταχώρησε στον εκδοθέντα υπ' αυτού «Παράδεισον». Ιδιαίτερο εγκωμιαστικό λόγο στον Μέγα Αντώνιο συνέθεσε ο Ιεροδιδάσκαλος Μακάριος ο Πάτμιος.

Ορθόδοξη υμνολογία Αγίου



                    Απολυτίκιο (χος δ')
            Τν ζηλωτν λίαν τος τρόποις μιμούμενος,
            τ Βαπτιστ εθείαις τας τρίβοις πόμενος,
            Πάτερ ντώνιε, τς ρήμου γέγονας οκιστής,
            κα τν οκουμένην στήριξας εχας σου·
            Δι πρέσβευε Χριστ τ Θε,
            σωθναι τς ψυχς μν.

            Κοντάκιο (χος β')
            Τους βιοτικούς θορύβους απωσάμενος
            ησυχαστικώς τον βίον εξετέλεσας,
            τον Βαπτιστήν μιμούμενος,
            κατά πάντα τρόπον, Οσιώτατε.
            Συν αυτώ, ουν σε γεραίρομεν,
            Αντώνιε Πάτερ, των Πατέρων κρηπίς

Μεγαλυνάρια
                        Τον των μοναζόντων υπογραμμόν
                        και τον της ερήμου πολιούχον και οικιστήν,
                        στήλην σωφροσύνης, Οσίων τε το κλέος,
                        Αντώνιον τον Μέγα, ανευφημήσωμεν.
            Χαίροις των Οσίων ο αρχηγός
            και της ισαγγέλλου, πολιτείας καθηγητής
            Χαίροις της ερήμου, στυλοειδής νεφέλη,
            Αντώνιε παμμάκαρ, Πατέρων καύχημα.


Πηγές:
Αγγελικής Δαμίγου : ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

Αφιερώνεται στην μνήμη του Πατέρα μου Αντώνη Γραικιώτη  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου