Μια εκ βαθέων εξομολόγηση της Ζαν Μορώ
Ο κόσμος πιστεύει ότι σε
κάθε διαζύγιο είναι ανακατεμένη και μια μοιραία γυναίκα. Ο κόσμος την
φαντάζεται όμορφη, προκλητική, ακαταμάχητη. Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο και με
την Ζάν Μορώ. Η διάσημη ηθοποιός, πού παρ’ όλο πού δεν ήταν ούτε όμορφη, ούτε
προκλητική, είδε το όνομά της να αναμιγνύεται στην υπόθεση διαζυγίου της Βανέσα
Ρένγκραιηβ και του Τόνυ Ρίτσαρσον, και είχε διαφορετική γνώμη για τις σχέσεις, την
ομορφιά και την ηθοποιία. Στις γραμμές πού ακολουθούν, η μεγάλη αυτή Γαλλίδα
ηθοποιός, σκηνοθέτρια, σεναριογράφος που έφυγε το 2017 σε ηλικία 89 ετών εξομολογείται
όλες τίς πεποιθήσεις και τα πιστεύω της.
Είμαι
άσχημη άρα, είμαι σέξι!
Γράφει η Ζάν Μορώ
Όταν παίζω σε μια ταινία σέξι,
προσπαθώ να γίνω άσχημη. Άλλωστε αυτό δεν με ενοχλεί ποτέ, αντίθετα με
διασκεδάζει. Γιατί ποτέ δεν πίστεψα πώς είμαι όμορφη. Ωστόσο δοξάζω το θεό πού
μου στέρησε την ομορφιά. Γιατί μόνο χωρίς ομορφιά μπορεί να δημιουργήσει κανείς
τίς ... συγκλονιστικότερες σέξι συγκινήσεις.
Όταν φτάνω στο στούντιο και
πρόκειται να γυρίσω κάποια ταινία σέξι, ο παραγωγός με βρίσκει δυο φορές πιο
άσκημη απ' όσο πραγματικά είμαι. Ξαφνιάζεται, εκνευρίζεται και βάζει τίς φωνές.
«Τί χάλια είναι αυτά καημένη. Δεν ... διορθώνεσαι λίγο; Πώς τολμάς κι' έρχεσαι στο
στούντιο έτσι όταν πρόκειται να γυρίσεις. Και μάλιστα ταινία σεξ».
Αποτέλεσμα. Πεισμώνω και
βάζω τα δυνατά μου να γίνω... τρεις φορές πιο άσκημη απ’ όσο πραγματικά είμαι.
Σ' αυτές τίς περιπτώσεις η ταινία έχει τεράστια επιτυχία. Καταφέρνει να
μεταδώσει στο θεατή συγκλονιστική σεξουαλική συγκίνηση και ο παραγωγός τρίβει τα
μάτια του. «Την άτιμη λέει και... είχε τα χάλια της».
«Δοξάζω το θεό γιατί όταν
κοιτάζω στον καθρέφτη δεν νοιώθω κανένα θαυμασμό για τα χαρακτηριστικά μου και
έτσι με πιάνει λύσσα να δημιουργήσω ολομόναχη τη συγκίνηση».
Δοξάζω το θεό γιατί δεν με
έκανε επιβλητική σαν εκείνες τις Σουηδέζες σταρ -πού λες πώς πλάστηκαν σε
κάποιο εργαστήρι για ... θεές. Δοξάζω το θεό πού δεν με έκανε προκλητική, σαν εκείνες
τις Ιταλίδες σταρ πού λες πώς πλάστηκαν σε κάποιο εργαστήρι... για διαβόλισσες.
Δοξάζω το θεό γιατί, όταν κοιτάζω στον καθρέφτη δεν νοιώθω κανένα θαυμασμό για τα
χαρακτηριστικά μου και έτσι με πιάνει λύσσα να δημιουργήσω ολομόναχη τη
συγκίνηση. Δοξάζω το θεό πού δεν έχω να δείξω στον θεατή, ένα κομμάτι... από γοφό,
ένα κομμάτι... από μηρό, ένα κομμάτι... από στήθος έτσι όπως ... τα καμάρωσα πριν
από λίγο στον καθρέφτη. Έτσι όπως έμαθα να... τα αγαπάω. Γιατί έτσι αναγκάζομαι
να τους δείξω τη
συγκίνηση την ίδια. Τί άλλο λοιπόν είναι το σέξι έργο; Τί άλλο φιλοδοξεί
να είναι από μια συγκίνηση δυνατή σαν την τρικυμία, γυμνή σαν
την ποίηση;
Η εκθαμβωτική ομορφιά των
ωραίων ηθοποιών είναι η πιο επικίνδυνη αντίζηλος τους. Ο κόσμος ξεχνιέται σ'
αυτή. Ο κόσμος χαζεύει σ' αυτή και χάνει την επαφή με την ατμόσφαιρα του έργου.
Συχνά η ηθοποιός είναι μια μεγάλη καλλιτέχνης, άλλα οι θεατές περιορίζουν τις
συγκινήσεις της στους ... προκλητικούς γοφούς της.
Πολλές φορές η ομορφιά είναι
επικίνδυνη και για το ίδιο το ταλέντο των ηθοποιών. Πολλές φορές μια ωραία
ηθοποιός τεμπελιάζει και σταματάει να αντλεί δυνάμεις από το εσωτερικό της εγώ.
Δεν είναι πια συγκινητική. Όσο κι' αν έχει στιγμές ... εντυπωσιακές.
Η ίδια τεμπελιά απειλεί και την
όμορφη γυναίκα. Δεν είναι σέξι γιατί είναι όμορφη. Ξέρει οπωσδήποτε πως θα
αρέσει. Ξέρει οπωσδήποτε πως θα την θαυμάσουν. Δεν κάνει τίποτα. Απλώς περιμένει
να διαλέξει. Συχνά συνηθίζει τόσο πολύ στην τεμπελιά, πού βαριέται και να
διαλέξει ακόμα. Η αδράνεια καταστρέφει κάθε ικανότητα. Η ωραία περιμένοντας θα
γίνει ανιαρή.. Η άλλη όμως η μέτρια θα βάλει τα δυνατά της. Εκείνη αν δεν
αγωνιστεί ξέρει πως δεν θα την προσέξουν. Και ο αγώνας για το σεξ είναι αγώνας
επιβίωσης. Ψάχνει και επιστρατεύει τα όπλα πού διαθέτει. Αν δεν έχει τα
φτιάχνει μόνη της. Μια... αυτοδημιούργητη σέξι είναι γεμάτη ενδιαφέρον,
πικάντικη, ανεπανάληπτη σχεδόν ... καλλιτέχνης.
Αλλά και η ανδρική φαντασία
δουλεύει καλύτερα πλάι στην άσκημη παρά, πλάι στην όμορφη. Αλλά και στη φαντασία του
άνδρα η λιγότερο όμορφη είναι περισσότερο δική του. Όχι γιατί νοιώθει
μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση πλάι σε μια άσκημη που οι άνδρες δεν προσέχουν, παρά
στην όμορφη που οι άνδρες κυνηγούν. 'Αλλά γιατί η φαντασία του μπορεί καλύτερα να
δουλέψει πλάι σε μια άσκημη παρά σε μια όμορφη.
Η άσκημη είναι μόνο δική
του. Την ανακάλυψε αυτός. Την βρήκε όπως οι εξερευνητές τις άγνωστες χώρες. Στο
σημείο που σταματάει η ομορφιά της αγαπημένης του, ξεκινάει η φαντασία του για...
εξερευνήσεις συναρπαστικές, ενδιαφέρουσες και διασκεδαστικές που θα μετατρέψουν
την ανεξερεύνητη χώρα σε δικό του περιβάλλον.
Στην όμορφη όμως πάντα
περιορίζει τις κατακτήσεις του σε... οφθαλμοφανείς περιοχές. Και όταν τις χαρεί
βαριέται και φεύγει ή κουράζεται και αποξενώνεται. Η όμορφη δεν προσφέρεται
πολύ για... φαντασία. Την όμορφη γυναίκα με προσωπικότητα όπως και την
προκλητική καλλιτέχνιδα με το ταλέντο δεν τις ανακαλύπτουν γιατί... έκαναν
στάση στους γοφούς τους.
Ωστόσο τίποτα δεν είναι πιο
διεγερτικό στο σεξ, τίποτα δεν είναι πιο προκλητικό στον έρωτα, από τη
φαντασία. Χίλιες φορές πιο συναρπαστικό είναι να είσαι άσκημη, χίλιες φορές πιο
διασκεδαστικό. Ναι, το σεξ, αυτό καθ' αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον. Σύμφωνοι είναι
αρπαχτικό. Σύμφωνοι είναι πρωτόγονο και εγωιστικό. Ωστόσο είναι μεγάλο μέρος απ’
την ίδια την αγάπη.
Πολλές φορές είναι σκληρό να
χωρίζεις. Μερικές φορές νοιώθεις τον ίδιο πόνο που νοιώθεις όταν σκίζεσαι στα
δύο. Όχι, ό πόνος της γέννας δεν συγκρίνεται γιατί όσο και αν το κορμί σου
σκίζεται, εσύ δένεσαι με την αγάπη σου. Και ο δυνατότερος πόνος της γέννας
είναι γεμάτος προσμονή. Το σκίσιμο όμως του χωρισμού είναι απελπιστικό σαν το
θάνατο. Ωστόσο εγώ δεν χωρίζω. Ποτέ δεν λέω αντίο, Κρατάω την φιλία, κρατάω την
αγάπη. Διώχνω όμως το σεξ και τον έρωτα. Αγαπημένοι μου φίλοι είναι
όλοι οι παλιοί μου εραστές.
«Τα κατάφερες πάλι Ζάν»,
λένε οι παραγωγοί όταν το έργο τελειώνει. Τα κατάφερα γιατί πιστεύω στην αγάπη.
Γιατί νομίζω πως οι ερωτικές ιστορίες είναι τα ωραιότερα έργα που έφτιαξε ό
άνθρωπος. Γιατί αγαπώ τις ηρωίδες της αγάπης, είτε διαβολικές είναι είτε
θεϊκές, και μ' αρέσει να τις φτιάχνω εκθαμβωτικές από απρόσωπη σάρκα.
Jeanne Moreau
Γεννήθηκε στο Παρίσι από
Γάλλο πατέρα και Αγγλίδα μητέρα. Ξεκίνησε την καριέρα της το 1947 στο θέατρο,
έγινε βασικό στέλεχος της Κομεντί Φρανσαίζ την περίοδο 1947-1951 (τότε ήταν το
νεότερο σε ηλικία μέλος αυτού του οργανισμού), στη συνέχεια συνεργάστηκε με το
Theatre National Populaire και κατόπιν έκανε προσωπικούς θιάσους.
Ερμήνευσε πρωταγωνιστικούς
ρόλους σε έργα των Σαίξπηρ, Μολιέρου, Μαριβώ, Ζωρζ Φεντώ, Ιβάν Τουργκένιεφ,
Αντρέ Ζιντ, Ζαν Κοκτώ, Τζωρτζ Μπέρναρ Σω, Τένεσι Γουίλιαμς, Πέτερ Χάντκε,
Χάινερ Μύλερ και συνεργάστηκε με μεγάλους σκηνοθέτες όπως ο Πήτερ Μπρουκ, ο
Κλωντ Ρεζύ, ο Αντουάν Βιτέζ και ο Κλάους Μίκαελ Γκρύμπερ).
Θέατρο
Στις μεγάλες θεατρικές
επιτυχίες της συγκαταλέγονται ο ρόλος της Βέρα στο έργο του Ιβάν Τουργκένιεφ
Ένας μήνας στην εξοχή (1947, σε ηλικία μόλις 19 ετών), ο ρόλος της Ελίζα
Ντούλιτλ στο έργο του Τζωρτζ Μπέρναρ Σω Πυγμαλίων (1954), ο ρόλος της Μάγκι στο
έργο του Τένεσι Γουίλιαμς Η λυσσασμένη γάτα (1957), ο ρόλος της Λούλου στο έργο
του Φρανκ Βέντεκιντ Λούλου (1976), ο ρόλος της Τσερλίν στο έργο του Χέρμαν
Μπροχ Η διήγηση της υπηρέτριας Τσερλίν (1986-1988), για το οποίο τιμήθηκε με
βραβείο Μολιέρ Α' γυναικείου ρόλου το 1988, και ο ρόλος της Σελεστίνας στο έργο
του Φερνάρντο Ντε Ρόχας Η Σελεστίνα (1989).
Κινηματογράφος
Το 1949 έκανε το ντεμπούτο
της στον κινηματογράφο στο φιλμ Dernier amour. Πρωταγωνίστησε τόσο σε ταινίες
του παραδοσιακού εμπορικού κυκλώματος, όσο και σε ταινίες του Νέου Γαλλικού
Κύματος και συνεργάστηκε με σκηνοθέτες όπως ο Φρανσουά Τρυφώ, ο Λουί Μαλ, ο
Ζαν-Λυκ Γκοντάρ και ο Ζαν Ρενουάρ. Πρωταγωνίστησε σε πολύ σημαντικές
δημιουργίες του γαλλικού σινεμά, όπως οι ταινίες του Τρυφώ Ζυλ και Τζιμ (1962,
στον θρυλικό ρόλο της Κατρίν, της νεαρής χαρισματικής γυναίκας που εμπλέκεται
σε ένα επικίνδυνο ερωτικό τρίγωνο με δύο επιστήθιους φίλους) και Η νύφη φορούσε
μαύρα (1967, στον ρόλο της Ζυλί Κολέρ, μιας νεαρής γυναίκας που αποφασίζει να
εκδικηθεί τους πέντε άντρες που ευθύνονται για τη δολοφονία του συζύγου της),
οι ταινίες του Μαλ Ασανσέρ για δολοφόνους (1958, στον ρόλο της Φλοράνς Καραλά,
μιας γοητευτικής άπιστης συζύγου που περιπλανιέται στο νυχτερινό Παρίσι,
περιμένοντας μάταια τον εραστή της που έχει παγιδευτεί σε ένα ασανσέρ), Οι
εραστές (1958, στον ρόλο της Ζαν Τουρνιέ, μιας νεαρής γυναίκας που εγκαταλείπει
τον σύζυγό της και τη μικρή της κόρη για έναν φοιτητή που μόλις έχει γνωρίσει)
και Βίβα Μαρία (1965, όπου η Ζαν Μορό και η Μπριζίτ Μπαρντό υποδύονται δύο
χορεύτριες του μιούζικ-χωλ, που εμπλέκονται σε μια επανάσταση στο Μεξικό στις
αρχές του εικοστού αιώνα), η ταινία του Ζακ Ντεμύ Το λιμάνι των αγγέλων (1963,
στον ρόλο της Τζάκι, μιας μοιραίας γυναίκας παθιασμένης με τον τζόγο), η ταινία
του Ροζέ Βαντίμ Επικίνδυνες σχέσεις (1959, στον ρόλο της σατανικής Ζυλιέτ Ντε
Μερτέιγ), η ταινία του Φιλίπ Ντε Μπροκά Παράνομη ευτυχία (1972, στον ρόλο της
Λουίζ, μιας 40άρας δασκάλας που ερωτεύεται έναν πολύ νεότερό της άντρα) και η
ταινία του Μπερτράν Μπλιέ Ο χορός των διεφθαρμένων (1974, στον ρόλο της Ζαν,
μιας γυναίκας που βγαίνει από τη φυλακή και έχει μια ερωτική περιπέτεια με δύο
νεότερούς της άντρες).
Εκτός
συνόρων
Εκτός από ταινίες Γάλλων
σκηνοθετών, η Μορό πρωταγωνίστησε σε έργα του Λουίς Μπουνιουέλ, (Το ημερολόγιο
μιας καμαριέρας, 1964, στον ρόλο της Σελεστίν, μιας φιλόδοξης καμαριέρας που
προσπαθεί να ανέλθει κοινωνικά στην επαρχιακή Γαλλία του Μεσοπολέμου), του
Μικελάντζελο Αντονιόνι (Η νύχτα, 1961, στον ρόλο της Λίντια, της αποξενωμένης
συζύγου ενός διάσημου συγγραφέα), του Όρσον Γουέλς (Η δίκη, 1962, Οι καμπάνες
του μεσονυκτίου, 1966, Αθάνατη ιστορία, 1968, στον ρόλο της Βιρζινί, μιας
πόρνης που δέχεται να συμμετάσχει στην αναπαράσταση ενός θρύλου), του Ράινερ
Βέρνερ Φασμπίντερ (Ο καβγατζής, 1982, στον ρόλο της Μαντάμ Λυζιάν, μοναδικής
γυναικείας παρουσίας σε ένα ανδροκρατούμενο σύμπαν), του Θόδωρου Αγγελόπουλου
(Το μετέωρο βήμα του πελαργού, 1991, στον ρόλο της Γαλλίδας συζύγου ενός
εξαφανισμένου Έλληνα πολιτικού), του Τόνι Ρίτσαρντσον (Φλογισμένη σάρκα, 1966,
στον ρόλο μιας δαιμονικής δασκάλας, Ο ναύτης του Γιβραλτάρ, 1967, στον ρόλο της
Άννα, μιας γοητευτικής Γαλλίδας που αναζητεί τον νεανικό της έρωτα), του Πήτερ
Μπρουκ (Έξι μέρες, επτά νύχτες, 1960, στον ρόλο της Αν Ντεμπαρέντ, μιας
παντρεμένης αστής που ερωτεύεται έναν εργάτη), του Ηλία Καζάν (Ο τελευταίος των
μεγιστάνων, 1976, στον ρόλο μιας Γαλλίδας σταρ στο Χόλυγουντ της δεκαετίας του
1930), του Τζόζεφ Λόουζι (Εύα, 1962, στον εμβληματικό ρόλο της Εύα, μιας πόρνης
πολυτελείας που ταπεινώνει έναν νεαρό συγγραφέα σε μια Βενετία που
αργοπεθαίνει, Μίστερ Κλάιν, 1976, Η πέστροφα, 1982), του Μάρτιν Ριτ (Η Γιοβάνκα
και οι άλλες, 1960), του Βιμ Βέντερς (Μέχρι το τέλος του κόσμου, 1991) και του
Μανουέλ ντε Ολιβέιρα (Ο Γκέμπο και η σκιά του, 2012). Έπαιξε, επίσης, σε
αρκετές χολυγουντιανές παραγωγές, όπως Οι νικητές (1963) του Καρλ Φόρμαν, Η
κίτρινη Ρολς-Ρόυς (1964) του Άντονι Άσκουιθ, Το τραίνο (1964) του Τζον
Φρανκενχάιμερ, Η Μεγάλη Αικατερίνη (1968) του Γκόρντον Φλέμινγκ και Μόντυ
Γουώλς (1970) του Γουίλιαμ Φρέικερ.
Ερμήνευσε συχνά ρόλους
απελευθερωμένης μοιραίας γυναίκας, με έντονο πάθος και δυναμισμό, και
συμπρωταγωνίστησε με διάσημους ηθοποιούς όπως ο Ζαν Γκαμπέν, ο Ζεράρ Φιλίπ, ο
Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, ο Πήτερ Ο' Τουλ, ο Μπαρτ Λάνκαστερ, ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό,
ο Αλαίν Ντελόν, ο Ζαν-Λουί Τρεντινιάν, ο Λι Μάρβιν, ο Μισέλ Πικολί, ο Μαξ Φον
Σίντοφ, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ. Επιπρόσθετα, σκηνοθέτησε η
ίδια δύο ταινίες (Φως, 1976 και L'adolescente, 1979) και ασχολήθηκε και με το
τραγούδι.
Βραβεία
Έχει λάβει το βραβείο
καλύτερης ηθοποιού στο φεστιβάλ των Καννών (από κοινού με τη Μελίνα Μερκούρη)
για το Μοντεράτο Καντάμπιλε, το BAFTA καλύτερης ξένης ηθοποιού για το Βίβα
Μαρία και το Σεζάρ Α' γυναικείου ρόλου για το La vieille qui marchait dans la
mer.
Για τη συνολική της
προσφορά, έχει λάβει τον Τιμητικό Χρυσό Λέοντα του Φεστιβάλ Βενετίας, το
Τιμητικό BAFTA της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, την Τιμητική Χρυσή
Άρκτο του Φεστιβάλ Βερολίνου και το Τιμητικό Σεζάρ.
Διετέλεσε Πρόεδρος της
Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Καννών δύο φορές, το 1975 και το 1995, και
Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Βερολίνου το 1983.
Προσωπική
ζωή
Παντρεύτηκε δύο φορές: με
τον Γάλλο σκηνοθέτη και ηθοποιό Ζαν-Λουί Ρισάρ (1949-1956), με τον οποίο
απέκτησαν έναν γιο, τον Ζερόμ, και με τον Αμερικανό σκηνοθέτη Γουίλιαμ Φρήντκιν
(1977-1979).
Πέθανε στις 31 Ιουλίου 2017
στο Παρίσι.
Πηγές :
- Βικιπαιδεία
- Ταχυδρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου