Τρίτη 13 Αυγούστου 2019

Το λυχνάρι από την αρχαιότητα στο Βυζάντιο

Το περίτεχνο χάλκινο λυχνάρι, που βρέθηκε στο Ερεχθείο και σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο της Ακρόπολης, έχει τη μορφή πολεμικού πλοίου και φέρει την επιγραφή «ιερόν της Αθηνάς».



Το λυχνάρι από την αρχαιότητα στο Βυζάντιο

Αφιερώματα στην ιστορία του φωτισμού

Σε αντίθεση με τους, αρχαίους ναούς, οι βυζαντινές εκκλησίες δίνουν έμφαση στην άυλη διάσταση του χώρου και του φωτός.

Από τα αρχαία λυχνάρια ως τις σύγχρονες λάμπες εξοικονόμησης ενέργειας και από την ανακάλυψη της φωτιάς ως τη λατρεία του θεού Ηλιου, το φως πάντοτε διαδραμάτιζε εξαιρετικά σημαντικό ρόλο τόσο στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων ανά την υφήλιο όσο και στην τέχνη, τη φιλοσοφία και τη θρησκεία.

Η χρήση του φωταερίου στην Αθήνα και ο φωτισμός της ήταν ένα «γεγονός που άλλαξε ριζικά τη ζωή της πόλης», εξηγεί η Μαρία Φλώρου, αρχαιολόγος, μουσειολόγος. Πλέον, οι δημόσιοι δρόμοι φωτίζονταν το βράδυ, διευκολύνοντας την κυκλοφορία, και οι βιομηχανίες είχαν τη δυνατότητα να λειτουργούν με διπλές βάρδιες, αυξάνοντας την παραγωγή.

Βυζαντινή περίοδος

Όμως πέρα από τις αναφορές στην «επανάσταση» που έφερε ο ηλεκτροφωτισμός και η αξιοποίηση των ορυκτών καυσίμων κατά τον 19ο αιώνα, αξίζει να αναφερθεί κανείς στη βυζαντινή περίοδο.
Αυτό γιατί οι τεχνολογίες τεχνητού φωτισμού δεν διαφοροποιήθηκαν σημαντικά με το πέρασμα από τους αρχαίους στους βυζαντινούς χρόνους. Η χρήση των λυχναριών παρέμεινε ιδιαίτερα διαδεδομένη, ενώ η σημαντικότερη καινοτομία της εποχής ήταν «οι γυάλινες καντήλες, η κατασκευή των οποίων κατέστη δυνατή με την τοποθέτηση του φιτιλιού στο κέντρο του σκεύους».
Διαδεδομένη ήταν πλέον και η χρήση του κεριού, το οποίο είχε αναγνωριστεί ως καύσιμη ύλη ήδη από τη μινωική περίοδο, αλλά δεν χρησιμοποιήθηκε ευρέως πριν από την ύστερη αρχαιότητα. Υπάρχουν, ωστόσο, και άλλοι λόγοι που καθιστούν το Βυζάντιο σημείο-σταθμό για όσους ασχολούνται σε βάθος με την ιστορία του φωτισμού, υποστηρίζει ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής Ιάκωβος Ποταμιάνος. Μολονότι «λάτρευαν το φως», οι καλλιτέχνες και οι αρχιτέκτονες στην Ελλάδα των κλασικών χρόνων γνώριζαν ότι το «σκληρό» μεσογειακό φως «κατέστρεφε τις μορφές των κτιρίων κάνοντας τις να φαίνονται επίπεδες». Έτσι, «ανακάλυψαν τρόπους να φέρνουν το φως στη σκιά» - χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι ραβδώσεις στους δωρικούς κίονες.
Κατά τους βυζαντινούς χρόνους η ενασχόληση με το φως πέρασε σε άλλο επίπεδο εξέλιξης, καθώς ο «ενθουσιασμός με τη μορφή» έδωσε σταδιακά τη θέση του «στον ενθουσιασμό για τον χώρο ως κάτι εφάμιλλο με την έννοια του Θείου». Σε αντίθεση με τους αρχαίους ναούς, οι βυζαντινές εκκλησιές δίνουν έμφαση στην άυλη διάσταση του χώρου και του φωτός.

Το φως των ναών

Με πλήθος επιστημονικών δημοσιεύσεων και ανακοινώσεων σχετικά με το φως και τις χρήσεις του στο βιογραφικό του, ο κ. Ποταμιάνος σήμερα είναι διευθυντής ενός νέου μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών για τον φωτισμό στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Έχοντας ενδιαφερθεί για το φως και τις χρήσεις του από τα φοιτητικά του χρόνια στις ΗΠΑ, άρχισε να μελετά κείμενα αρχαίων συγγραφέων, όπως του μεγάλου Αλεξανδρινού μηχανικού Ήρωνα και του νεοπλατωνιστή φιλόσοφου Πλωτίνου, όπου υπάρχουν αναφορές τόσο για την κατασκευή συστημάτων φωτισμού -συχνά εξαιρετικά προηγμένων, με τη χρήση κατόπτρων- όσο και για τη συμβολική αξία του φωτός στη φιλοσοφία.
Μεταξύ άλλων, διδάσκει φωτισμό ιστορικών κτιρίων στο ΑΠΘ, όπου κατέχει τον τίτλο του αναπληρωτή καθηγητή της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής και της Ψυχολογίας της Αντίληψης, ενώ το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει ένα βιβλίο για το φως στη βυζαντινή εκκλησία. Πεπεισμένος ότι, ακόμα και στις μέρες μας, η αρχιτεκτονική δεν έχει φτάσει στο επίπεδο των βυζαντινών μαστόρων, διερευνά πως οι τεχνικές για τη δημιουργία της κατανυκτικής ατμόσφαιρας στους βυζαντινούς ναούς θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε σύγχρονα κτίρια.
«Με ένα πνευματικό άλμα, ο άνθρωπος συλλαμβάνει κάτι το ασύλληπτο, την άυλη διάσταση του χώρου. Αυτό για μένα είναι μια εξαιρετική κατάσταση του ανθρώπινου νου», υπογραμμίζει. Αργότερα, καθώς η δύναμη του Βυζαντίου εξασθενεί, η αισθητική αλλάζει και οι υποφωτισμένες μεσοβυζαντινές εκκλησίες δεν διαφέρουν πολύ από τις σύγχρονες. Πλέον, «το φως σταλάζει, δεν πλημμυρίζει τον ναό», καταλήγει.

Από άρθρο της Χριστίνας Σανούδου στην Καθημερινή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου