Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2019

Η Απελευθέρωση της Χειμάρρας 22.12.1940


 
Η Μάχη της Χειμάρρας (13-22 Δεκεμβρίου 1940) ήταν μια στρατιωτική σύγκρουση που έλαβε χώρα κατά την διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου τον Δεκέμβριο του 1940, κατά τη διάρκεια της αντεπίθεσης του Ελληνικού Στρατού που ακολούθησε την αποτυχημένη ιταλική εισβολή στην Ελλάδα.  Δέκα ημέρες και δέκα νύχτες κράτησε η μάχη της Χειμάρρας. Οι Ιταλοί την είχαν οχυρώσει και χρησιμοποίησαν για την άμυνα της τανκς, αεροπορία, πυροβολικό και πεζικό. Στην παραλία οι Ιταλοί είχαν φράξει το στενό της Παπαθιάς με αλλεπάλληλες αμυντικές γραμμές. Οι Έλληνες αποκρούστηκαν στις 15 του μήνα. Έκαναν τρεις μέρες κι έχασαν 370 άνδρες ώσπου να πάρουν ένα λόφο. Όταν, στις 19, πάρθηκε στο εσωτερικό το διάσελο του Κούτσι, οι Ιταλοί της Παπαθιάς κυκλώθηκαν. Στις 20 υποχώρησαν στην παραλία. Στις 21 παραδόθηκαν. Κούτσι και Παπαθιά τους στοίχισαν 900 αιχμάλωτους, 300 νεκρούς, πυροβόλα, όλμους και τεράστιες ποσότητες πυρομαχικών που «εξόπλισαν» τον ελληνικό στρατό. Στις 22 του Δεκέμβρη, «πεζοπορούντες επί δεκάωρον», όπως ανέφερε ο σημαιοφόρος του ναυτικού Πυρρός Σπυρομήλιος, οι Έλληνες μπήκαν στην πόλη «γενόμενοι δεκτοί υπό των κατοίκων με έξαλλον  ενθουσιασμόν». Ο σημαιοφόρος ύψωσε την ελληνική σημαία και ξεκίνησε  νέα πορεία, βορειότερα. Ο βαρύς χειμώνας σταμάτησε την προέλαση. Οι Ιταλοί οχυρώθηκαν στον Αυλώνα. Μετά τη νίκη των Ελλήνων στη Χειμάρρα, ο Ιταλός δικτάτορας Μπενίτο Μουσολίνι, παραδέχθηκε ότι ένα από τα αίτια της ιταλικής ήττας ήταν το υψηλό φρόνημα των ελληνικών στρατευμάτων.




Η Απελευθέρωση της Χειμάρρας 22.12.1940

Στις 4 Δεκεμβρίου ο Ελληνικός στρατός κατέλαβε το Πογραδέτς. Την ίδια μέρα μια ελληνική μεραρχία ανέτρεψε τον εχθρό στην κοιλάδα του Σουχα ποταμού και κατέλαβε την Πρεμετή. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μεραρχία είχε κινηθεί με πορεία από την Καλαμπάκα μέχρι το μέτωπο, είχε δηλαδή διανύσει 200 χιλιόμετρα, και είχε εμπλακεί αμέσως στον αγώνα χωρίς ανάπαυση!!

Την 7ην κατέλαβε το Δέλβινο, την 8ην κατέλαβε το Αργυρόκαστρο. Δύο ημέρας πριν, στις 6 Δεκεμβρίου οι Ελληνικές δυνάμεις είχαν καταλάβει τον λιμένα των Αγίων Σαράντα, τον όποιον οι Ιταλοί είχαν μετονομάσει σε Πόρτο Εντα, εκ τού ονόματος της κόρης του Μουσσολίνι Εντας που ήταν σύζυγος του υπουργού του εξωτερικών Τσιάνο. Από τις 8 μέχρι της 28 Δεκεμβρίου συνεχίστηκαν οι επιθετικοί επιχειρήσεις. Στις 8 του μήνα η 3η Μεραρχία του Ελληνικού Στρατού κινήθηκε βόρεια και στις 13 Δεκεμβρίου είχε φθάσει δυτικά και βορειοδυτικά του Μπόρσι, στην άριστα οχυρωμένη γραμμή, ύψωμα 613 – Μάλι ε Κηπαρόιτ – Μάλι ε Τζόρετ – αυχένας Κούτσι – Μάλι Ιτέρας που υπεράσπιζε η ιταλική μεραρχία Σιένα.

Στις 13 Δεκεμβρίου, ο Πάνορμος (Πόρτο Παλέρμο), ένα παραθαλάσσιο χωριό νότια της Χειμάρρας, τέθηκε υπό τον έλεγχο των ελληνικών δυνάμεων. Δύο ημέρες αργότερα, η 3η Μεραρχία Πεζικού του Ελληνικού Στρατού επιτέθηκε εναντίον των ιταλικών στρατευμάτων στη Χειμάρρα. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις επιβραδύνθηκαν λόγω της σθεναρής αντίστασης του εχθρού, που υποστηριζόταν από πολεμικά αεροσκάφη που έπλητταν τα ελληνικά πεζοπόρα τμήματα, αλλά και εξαιτίας των δύσκολων καιρικών συνθηκών.

Στις 15 Δεκεμβρίου οι πρώτες επιθέσεις του 12ου Συντάγματος Πεζικού (Σ.Π.) κατά των υψωμάτων του Κηπαρού απέτυχαν.

Στις 19 Δεκεμβρίου, οι ελληνικές δυνάμεις μετά από μια σκληρή μάχη, κατέλαβαν το ύψωμα Γκιάμι, βόρεια του Πανόρμου. Εν τω μεταξύ, την αυγή της ίδιας ημέρας, το 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων υπό τον συνταγματάρχη Θρασύβουλο Τσακαλώτο ξεκίνησε αιφνιδιαστική επίθεση, χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού, εναντίον των ιταλικών θέσεων στο όρος Μάλι ι Τζόρετ (Αλβανικά: Mali i Xhorët), γνωστό και ως όρος Πίλιουρι, ένα στρατηγικό σημείο ανατολικά της Χειμάρρας. Οι Εύζωνοι του συντάγματος, αφού ενημερώθηκαν για την τοπογραφία της περιοχής από τους ντόπιους κατοίκους, επιτέθηκαν με αργή προώθηση και ύστερα εκτέλεσαν έφοδο εφ' όπλου λόγχη, από διαφορετικές θέσεις ταυτόχρονα, κατά των ιταλικών αμυντικών παρατάξεων. Παρόλο που το χιόνι ήταν κοντά στο ένα μέτρο, οι καιρικές συνθήκες βοήθησαν να προωθηθούν άμεσα τα ελληνικά στρατεύματα και να υπερπηδήσουν τα συρματοπλέγματα, αιχμαλωτίζοντας μια ορεινή ιταλική πυροβολαρχία, μαζί με τον διοικητή της. Έπειτα από τρεις μέρες έντονων πολεμικών συγκρούσεων, οι άνδρες της 3ης Μεραρχίας Πεζικού κατάφεραν να αποκτήσουν τον έλεγχο του υψώματος, όπως και το διάσελο του Κούτσι (Kuç).

Η κατάληψη αυτών των θέσεων, απέκτησε πολύ μεγάλη σημασία αφού έδινε πρόσβαση στην κοιλάδα του ποταμού Σιούσιτσα (Shushicë), που κατέληγε στα περίχωρα της Αυλώνας. Επιπρόσθετα κατασχέθηκαν από τα ιταλικά στρατεύματα έξι πυροβόλα πυροβολικού, μια μονάδα πυροβολικού και μεγάλη ποσότητα προμηθειών πολέμου. Οι ελληνικές απώλειες δεν είχαν ξεπεράσει του 100 νεκρούς και αγνοούμενους, ενώ οι Ιταλοί είχαν χάσει περίπου 400 οπλίτες και πάνω από 900 αιχμαλώτους.

Μετά τη διάνοιξη της κοιλάδας Σουσίτσα και του υψώματος Τσιπίστας (πλησίον της Χιμάρας) στις 21 Δεκεμβρίου, οι Ιταλοί αναγκάστηκαν να εκκενώσουν την πόλη της Χιμάρας προκειμένου  να αποφύγουν την πιθανότητα περικύκλωσης. Το ίδιο βράδυ λίγο μακρύτερα απελευθερώνονταν το Πύλιουρι.

Το Σαββάτο 22 Δεκεμβρίου 1940, ελληνικά τμήματα εισέρχονταν στο κάστρο του Ελληνισμού της Ηπείρου, στην αδούλωτη Χειμάρρα και προχωρούν προς το Σκουταρά όπου οι Ιταλοί θα προβάλουν σθεναρή αντίσταση.

Τα ελληνικά στρατεύματα έγιναν δεκτά στην Χειμάρρα από τους ντόπιους με ενθουσιασμό. Πλήθος αιχμαλώτων (ανάμεσα τους δύο αντισυνταγματάρχες) και άφθονο υλικό περιήλθαν στα ελληνικά χέρια αν και οι Ιταλοί είχαν λεηλατήσει και καταστρέψει φεύγοντας ότι μπορούσαν.

Ο Ελληνικός Στρατός εισήλθε στη Χειμάρρα με οδηγούς πολλούς ντόπιους Έλληνες: Θανάσης Κούστας, Αντώνης Κοκκαβέσης, Σάββας Πρίφτης, Πολυμέρης Κολιάκης, Π. Μπολάνος, Ν. Μπελέρης, Γ. Δημογιάννης, Σ. Λυκόκας, Γ. Μπρίγκος, Γ. Δήμας, Δ. Ζώτος, Ν. Ντούκος, Γρ. Πρίφτης, Π. Γκόρος κ.α.

Παράλληλα Χειμαρριώτες πήραν τα όπλα και ενίσχυσαν δυναμικά τον Ελληνικό Στρατό στις επιχειρήσεις.

Την Κυριακή το πρωί, μετά την πρώτη δοξολογία στην παλιά μονή του Αγίου Κοσμά, λαός και στρατός έψαλαν το «Χριστός Ανέστη» στους Άγιους Πάντες και ας ήταν παραμονές Χριστουγέννων. Ένας μεγάλος χορός αγκάλιασε ντόπιους και ελευθερωτές.

Η κατάληψη της Χειμάρρας εορτάστηκε με λαμπρότητα στην Ελλάδα και απέδειξε ότι ο ελληνικός στρατός ήταν σε θέση να συνεχίσει την προέλαση του βορειότερα, αναγκάζοντας τον ιταλικό στρατό σε συνεχή οπισθοχώρηση. Από την άλλη πλευρά, οι Ιταλοί επικεφαλής είχαν θορυβηθεί από την ελληνική νίκη, τόσο που στις 24 Δεκεμβρίου, ο Μπενίτο Μουσολίνι, εξέφρασε γραπτώς τις ανησυχίες του στον Ιταλό στρατιωτικό διοικητή Ούγκο Καβαλλέρο. Στην επιστολή του, ο Μουσολίνι, επισημαίνει ότι πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι μία από τις αιτίες της ιταλικής ήττας, ήταν το υψηλό ηθικό των ελληνικών δυνάμεων, που οδήγησε εν τέλει και στην κατάληψη της Χειμάρρας. Η κατάληψη της πόλης οδήγησε στην ανύψωση του φρονήματος των ελληνικών στρατευμάτων αλλά και του ελληνικού λαού. Με απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης λόγω της σημαντικής νίκης, ορίστηκε τριήμερος σημαιοστολισμός όλων των δημοσίων κτηρίων.





Δύο μέρες μετά (24.12.1940) ο αντιστράτηγος ε.α. ΚΩΝΣΤ. ΜΑΖΑΡΑΚΗΣ ΑΙΝΙΑΝ έγραφε στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ:

Ποια ευγνωμοσύνη οφείλει, πρέπει να οφείλει, ο Ελληνισμός ολόκληρος εις τον δόλιο αλλά και κωμικό ψευδοκαίσαρα της Ρώμης, διότι με την άτιμη ενάντια στην πατρίδα μας επίθεση του, του έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσει χθές την άφθαστη χαρά της αναγγελίας της εισόδου του απελευθερωτικού Ελληνικού στρατού στην Ιστορική και προσφιλή σε κάθε Ελληνική καρδιά Χειμάρρα.

Μέσα εις την όλην ιστορίαν της Ηπείρου, η οποία, διά μέσου μακρών αιώνων και χιλιετιών , είναι μια ιστορία υπερήφανου ακραιφνούς Ελληνισμού, περιπετειών, δοκιμασιών, αγώνων και θυσιών, η Ελληνικώτατη Χειμάρρα κατέχει εντελώς εξέχουσα θέση. Δέν έδωσε η Ήπειρος αυτή εις την Ελληνική Ιστορία μόνο υπέροχους πολεμιστές, των οποίων η γενναιότητα και η αυταπάρνηση μένουν ως μεγάλα παραδείγματα για όλες τις επιούσιες Ελληνικές γενιές έδωσε και τόσους μεγάλους ευεργέτες, όσους ίσως καμία άλλη Ελληνική περιοχή, και μεγάλους του γένους διδασκάλους και επιστήμονες, τιμήσαντας την Ελληνική επιστήμη. Τα ονόματα των Ζαππών και του Αρσάκη, του Τόσιτσα και του Μπάγκα , του Σίνα και του Αβέρωφ, του Ζωσιμά και του Στουρνάρα, τα ονόματα των μεγάλων διδασκάλων Πηγά και Μπαλάνου, Γορδίου και Κοσμά, δεν θα τα λησμονήσει ποτέ η Ελληνική Ιστορία. Μέσα εις τα θαυμάσια εκπαιδευτήρια, τα οποία εις όλες τας πόλεις και τας πολίχνας της Ηπείρου έκτιζαν οι μεγάλοι αυτοί, ευεργέται, εδίδασκον ακόμη και κατά τους σκοτεινούς της δουλείας αιώνες οι μεγάλοι αυτοί διδάσκαλοι και συντηρούν και κρατούν τον εθνικό φρόνημα του πληθυσμού δια της Ελληνικής Παιδείας.

Μέσα εις το εθνικό αυτό σύνολο της Ηπείρου, η Χειμάρρα αποτέλεσε πάντοτε ακραίο πύργο εθνικού φρονήματος και εθνικών αγώνων. Στενόμακρος, εκτεινομένη κατά μήκος των παραλιών της Αδριατικής και εις την έκταση 60-70 χιλιομέτρων, με πλάτος 10-15 μόνο χιλιομέτρων, χωρίζεται από την λοιπή Ήπειρο δι' αποκρήμνου οροσειράς η οποία συχνά την προστάτευσε κατά των επιδρομέων και διεφύλαξε το υπερήφανο και ακλόνητο φρόνημα των κατοίκων της. Τα δέκα χωριά της εξέθρεψαν πάντοτε αληθείς ήρωες, για τους οποίους η Ελληνική συνείδηση υπήρξε ιερή και οι οποίοι, προσφέροντες τις υπηρεσίες τους στους ξένους εκείνους, για τους οποίους ήλπιζαν ότι θα εξυπηρετήσουν τον εθνικό τους αγώνα, θαυμάστηκαν πάντοτε για τις εξαιρετικές στρατιωτικές αρετές τους τους. Εις τα συγγράμματα των Μεσαιωνοδιφών, Χόπφ, Σάθα και άλλων, βρίσκει κανείς πλείστα όσες μαρτυρίες συγχρόνων , για τα κατορθώματά που επετέλεσαν εις την υπηρεσία της Ενετικής Δημοκρατίας ή άλλων Ιταλικών κρατών της Αναγεννήσεως οι Χειμαρριώτες , οι Ηπειρώτες πολεμιστές, οι αποτελούντες τα τάγματα των Stradioti ή το λεγόμενο Ελληνικό ή Μακεδονικό ιππικό. Το όνομα ιδίως ενός των επί κεφαλής αυτών αρχηγών, του Μπούα, ο οποίος κέρδισε 20 περίλαμπρες νίκες, του οποίου ο τάφος βρίσκεται στην Φλωρεντία και τα θρυλικά κατορθώματα αφηγείται ολόκληρο έπος, έμεινε αλησμόνητος.

Χάρις εις το άβατον του εδάφους της και το άκαμπτο Ελληνικό φρόνημα των κατοίκων της, η επαρχία της Χιμάρας αποτέλεσε και κατά τους χρόνους της δουλείας μια αυτόνομη πολιτεία με δικαιώματα ανάλογα, εάν όχι μεγαλύτερα των της Μάνης, του Σουλίου και των Αγράφων. Κατά τον αγώνα της Παλιγγενεσίας, σώμα ηρωικών Χειμαρριωτών, υπο τον Σπύρομήλιο, ο οποίος είχε σπουδάσει την στρατιωτική τέχνη εις την Ιταλία, και τους άλλους ηγέτες από την μεγάλη αυτή οικογένεια, κατήλθε και έλαβε μέρος ένδοξο εις τους θρυλικούς του 1821 αγώνες, ιδίως εις την Αιτωλοακαρνανία και το Μεσολόγγι. Οι ηρωικοί αυτοί αγώνες ανταμείφθηκαν αργότερα από το απελευθερωθέν Ελληνικό Κράτος, όπου ο Σπυρομήλιος έγινε επανειλημμένος υπουργός του Όθωνα, λόγω της εξαιρετικής του μορφώσεως, ο δε Ζάχος Μήλιος ανακηρύχθηκε, λόγω της αξίας του πολεμάρχης. Έτσι προήλθε και το λαϊκό τραγούδι:

Σπύρο-Μήλιο με το πέννα

Ζάχο-Μήλιο με το πάλα.

Ένα σχεδόν αιώνα αργότερα συνέχισε τις ηρωικές αυτές παραδόσεις της οικογενείας ο αξιωματικός της Χωροφυλακής Σπυρομήλιος, πρωτοστάτης εις τους αφανής αλλά επικούς αγώνες των Μακεδονομάχων, απο το 1904 μέχρι το 1908. Τραυματίστηκε δε τότε σοβαρά και νοσηλεύθηκε κρυφά εις την οικία του νυν δήμαρχου Κορυτσάς κ. Χαρισιάδη.

Πολέμησε έπειτα εις τον εθνικό πόλεμο, διακριθείς παντού για την γενναιότητά του. Όταν όμως πλησίαζε η ελευθερία στην πατρίδα του, πέρασε εκεί, ετέθη επικεφαλής των συμπατριωτών του και την 5η Νοεμβρίου 1912 κήρυξε την ανεξαρτησία της Χειμάρρας την οποία και διατήρησε μέχρι τις 21 Φεβρουαρίου του 1913. Έπειτα συμμετέχει στον Βορειοηπειρωτικό αγώνα, μαζί με τον επίσης γενναίο Χειμαρριώτη Δούλη, υπουργό της Ελέυθερης Ηπειρωτικής κυβερνήσεως. Την 12η Αυγούστου του 1916, κατά την διάρκεια του παγκοσμίου πολέμου οι Ιταλοί κατέλαβαν την Χειμάρρα και για πρώτη τότε φορά, στην ιστορία της Χειμάρρας, κατατυράννησαν τους κατοίκους της. Αργότερα, το 1921, οι Αλβανοί, δημιουργώντας το κράτος τους, έδιωξαν τους Ιταλούς αλλά και πάλι οι Χειμαρριώτες ανακήρυξαν την ανεξαρτησία τους, την οποία διατήρησαν περίπου μέχρι τον Ιούνιο του 1922. Πέρασαν έκτοτε χρόνια σκληρά για τους γενναίους αυτούς Έλληνες, χρόνια πραγματική δυστυχίας, την οποία αποκορύφωσε η επάνοδος των Ιταλών τυράννων την άνοιξη του 1939.

Προχθές δύο άλλοι Σπυρομήλιοι συνεχίζοντας την αιώνια παράδοση της Χειμάρρας, εισήλθαν με τα πρώτα τμήματα του απελευθερωτικού Ελληνικού στρατού εις την ιστορική κωμόπολη, όπου οι κάτοικοι κλαίγοντας από χαρά, ασπάζονταν αλλήλους χαιρετιζόντουσαν με το «Χριστός Ανέστη ». Ο Μίλτος Σπυρομήλιος, ανιψιός του αειμνήστου, και ο Πύρρος Σπυρομήλιος, αξιωματικός του Ελληνικού ναυτικού, γονάτισαν μαζί με όλο τον λαό μέσα στον ναό των Αγίων Πάντων όπου ψάλανε την πάνδημη δοξολογία εις τον Ύψιστο.

Την χαρά όλων μείωνε κάπως η απουσία δεκαπέντε καλών πατριωτών, που απήγαγαν οι Ιταλοί, φεύγοντας και αφού κατέστρεψαν ότι πρόλαβαν ότι πρόφθασαν οι λαμπροί του Μουσολίνι στρατιώτες. Μεταξύ τον αγνοουμένων ήταν και ο Νικόλαος Σπυρομήλιος, παλαιός γενναίος πολεμιστής των Μακεδωνικών αγώνων και πατέρας του σημαιοφόρου του Β. Ναυτικού Πύρρου Σπυρομήλιου.

Ο θεός και η Παναγία ας τους προστατεύσει στον δύσκολο δρόμο τους, του οποίου τα βασανιστήρια και τις πικρίες θα γλυκαίνει η χαρά και ο ενθουσιασμός για την απελευθέρωση της πατρίδας τους.

ΚΩΝΣΤ. ΜΑΖΑΡΑΚΗΣ ΑΙΝΙΑΝ

Αντιστράτηγος ε.α





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου