Σάββατο 2 Μαΐου 2020

Η γλώσσα στο γυαλί



Η γλώσσα στο γυαλί

Πληθαίνουν τα παράπονα των τηλεθεατών για τις ελληνικούρες αλλά και τις ακατάσχετες αγγλικούρες πολλών εκπομπών.

Μια χαρούμενη παρέα, σε μια ραδιοφωνική εκπομπή, συζητά για τη συναυλία του Ρότζερ Γουότερδ των Ρink Floyd στην Αθήνα το 2011. Μια κοπέλα, που προφανώς διαβάζει από κάποια ιστοσελίδα, παραθέτει τα ποσοτικά στοιχεία του σόου: τόσα μέτρα η ψηφιακή οθόνη (η διάμετρος, το μήκος της), τόσοι τόνοι τα σκηνικά, τόσες νταλίκες χρειάζονται για τη μεταφορά τους, τόσοι άνθρωποι για το στήσιμο και το ξεστήσιμό τους, τόσοι βοηθοί και... 20.000 μίλια καλώδια. Εδώ η παρουσιάστρια τα βρήκε σκούρα. «Μίλια, δηλαδή πόσα χιλιόμετρα; Χα χα, δεν ξέρω, όμως ξέρω ότι Αθήνα - Θεσσαλονίκη είναι 504 χιλιόμετρα, αχ, όμορφη Θεσσαλονίκη...»
ΤΥΠΙΚΑ, κανείς δημοσιογράφος δεν είναι υποχρεωμένος να ξέρει πώς μετατρέπονται τα μίλια σε χιλιόμετρα, είναι όμως υποχρεωμένος, προτού παρουσιάσει ένα θέμα, να προετοιμάζεται λιγάκι, να μη στηρίζεται αποκλειστικά στο προφορικό copy-paste. Αυτό που με εντυπωσίασε δεν ήταν η άγνοια, αλλά η ανεμελιά. Και τι έγινε, βρε παιδί μου; Όποιος ακροατής θέλει να μάθει πόσα χιλιόμετρα καλώδια χρησιμοποιήθηκαν στη συναυλία ας ψάξει στο Διαδίκτυο.
Αρκετοί αναγνώστες της «Κ» διαμαρτύρονται για την «ευτέλεια» του λόγου που ακούγεται στα πρωινάδικα και σε διάφορες εκπομπές ελαφράς ψυχαγωγίας. Αγανακτούν για τις ελληντκούρες, αλλά και για τις ακατάσχετες αγγλικούρες. Μα η γλώσσα δεν είναι άσχετη με το περιεχόμενο και, όταν το περιεχόμενο είναι ασήμαντο, τετριμμένο και ηλίθιο, είναι φυσικό η γλώσσα να του μοιάζει. Και ο Όμηρος να ζωντάνευε και να του ζητούσαμε να σχολιάσει ποιητικά, π.χ., το γιατί χώρισαν η Έλενα Παπαρίζου και ο καλός της, τα χέρια ψηλά θα σήκωνε ο άνθρωπος.
Τα μεμονωμένα λάθη, στον προφορικό αλλά και στον γραπτό λόγο, είναι ανθρώπινα και αναπόφευκτα, όμως το θέμα δεν είναι μόνο τα λάθη, αλλά και η φτώχεια, η ακυριολεξία, η μονοτονία και ο στόμφος του τηλεοπτικού (και όχι μόνο) λόγου. Π.χ., «έρχονται οι πολυπόθητες και περιβόητες διακοπές» ή «έγινε μεγάλη αναφορά και ασκήθηκε μεγάλη κριτική», «έρχονται μάνατζερς στα πανεπιστήμια», «γκέιμς και φόρουμς». (Και το λίγο παλιό, αλλά αλησμόνητο: «Όλο το τζετ σετ έφτασε στο νησί με τζετς».)
Άλλοι πάλι καταφεύγουν σε γλωσσικές περικοκλάδες ώστε να μας πείσουν για το βάθος των στοχασμών τους: «αν υπάρχει κάτι που έχει την αίσθηση του προβοκατόρικου, θα αποδειχτεί», λέει ένα στέλεχος της αστυνομίας, αναφερόμενος στο πολυσυζητημένο βίντεο που δείχνει τη φιλική συνύπαρξη μαγκουροφόρων και αντρών των ΜΑΤ την ημέρα ψήφισης του Μεσοπρόθεσμου στη Βουλή το 2011. «Θα είμαι πολύ κάθετος με όποιον καθυστερεί και τα "μασάει"» (υπουργός για τα νωθρά στελέχη του δημόσιου τομέα που δεν, εφαρμόζουν με προθυμία το Μεσοπρόθεσμο). «Δεν νομίζετε ότι αυτή η μορφή διαμαρτυρίας (δηλαδή οι διακοπές ρεύματος) σας κάνει να χάνετε όποιο δίκιο ή άδικο έχετε;» (Ερώτηση δημοσιογράφου προς συνδικαλιστή της ΔΕΗ.) Μα, αν έχουν άδικο, γιατί να μην το χάσουν;
Πολλές είναι οι αιτίες γι' αυτό το γλωσσικό ξεχαρβάλωμα, όμως άλλο το να «γράφει» κανείς στο γυαλί και άλλο το να ξέρει ή μάλλον διαρκώς να μαθαίνει γραφή και ανάγνωση. Εδώ και χρόνια, η λογοτεχνία, η ποίηση, το θέατρο -οι πραγματικοί δάσκαλοι της γλώσσας- είναι φτωχοί συγγενείς στον κόσμο του τηλεοπτικού (και του διαδικτυακού) θεάματος, έχουν μετατραπεί σε είδος πολυτελείας, που υποτίθεται ότι αφορά μόνο τους λίγους, τους σχολαστικούς, τους «ξινούς», ενώ οι πολλοί συνηθίζουν στην ιδέα ότι το ημίφως είναι προτιμότερο από το σκοτάδι.

Από άρθρο της Μαριάννα Τζιαντζή στις 17/7/2011 στο ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ της Κυριακής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου