Παρασκευή 22 Μαΐου 2020

Η μάχη στο Γρανικό ποταμό

Charles Le Brun, Le Passage du Granique,1665


Η μάχη στο Γρανικό ποταμό

(Μάιος 334 π.Χ.)

Ο μακεδονικός στρατός του Μεγάλου Αλεξάνδρου νικά τον Δαρείο Γ’ της Περσίας στη Μάχη του Γρανικού.

Αν οι Πέρσες έστελναν έγκαιρα τον στόλο τους στον Ελλήσποντο, θα μπορούσαν πιθανώς εξαρχής να αποτρέψουν τον επερχόμενο κίνδυνο. Ωστόσο, φαίνεται πως στα πρώτα βήματα της μακεδονικής εκστρατείας οι Πέρσες έκαναν κάποια σφάλματα στρατηγικής. Όταν ο Αλέξανδρος αποβιβάστηκε στην Ασία, υπήρχε ήδη εκεί συγκεντρωμένη αξιόλογη περσική δύναμη.
Με 40.000 περίπου πεζούς και 5.000 ιππείς ο Αλέξανδρος πέρασε τον Ελλήσποντο. Τον πυρήνα του στρατού αποτελούσε η μακεδόνικη φάλαγγα. Η Κορινθιακή Συμμαχία είχε θέσει στη διάθεση του 160 τριήρεις. Τη σπουδαιότερη, όμως, δύναμη απάρτιζε το ιππικό από Μακεδόνες ευγενείς, τους Εταίρους, που έφεραν κράνος, θώρακα, ξίφος και σάρισσα. Τη δύναμη των πεζών -οργανωμένη σε φάλαγγες- συγκροτούσαν μισθοφόροι και συμμαχικά στρατεύματα, οι «σύμμαχοι» από την υπόλοιπη Ελλάδα.
Οι Πέρσες έχασαν τότε την ευκαιρία να εμποδίσουν τη διέλευση. Δεν είχαν πάρει στα σοβαρά το νεαρό Έλληνα στρατηλάτη, αν και ήξεραν ότι ετοίμαζε εκστρατεία κατά της χώρας τους. Ο βασιλιάς Δαρείος Γ', που ανέβηκε στο θρόνο των Αχαιμενιδών το 366 π.Χ., γνώριζε τα μακεδόνικα σχέδια για εισβολή στην Ασία. Οι Έλληνες είχαν στείλει νωρίτερα (337 π.Χ.) εκστρατευτικά σώματα, τα οποία αναχαίτισε ο στρατηγός Μέμνονας από τη Ρόδο. Οι προηγούμενες ανεπιτυχείς εκστρατείες των Ελλήνων είχαν δώσει στον Δαρείο υπερβολική σιγουριά για τη δύναμη του.
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι οι Πέρσες σατράπες και στρατηγοί έφτασαν πολύ αργά για να εμποδίσουν τη διάβαση των Μακεδόνων, αν και ο περσικός στόλος που είχε συγκεντρωθεί διέθετε 300 πλοία και οι Έλληνες μόνο 160.
Συναντήθηκαν, λοιπόν, οι σατράπες στη Ζέλεια (το σημερινό Sarikoy, στο δρόμο Μπούρ-σα-Τσανακάλε, νότια από τη θάλασσα του Μαρμαρά), στα βόρεια της Μικράς Ασίας, για να αποφασίσουν. Έπρεπε να δώσουν ένα άμεσο τέλος στην εισβολή. Ο Μέμνονας είχε ζήσει στην Πέλλα του Φιλίππου (η σύζυγος του η Βαρσίνη λέγεται ότι είχε βασιλικό αίμα και ότι αργότερα συνδέθηκε με τον Αλέξανδρο), είχε γνωρίσει τον Αλέξανδρο μικρό, ήξερε πώς σκέπτονταν οι Έλληνες και γνώριζε τις αδυναμίες τους. Συνέστησε την «τακτική της καμένης γης». Ο Αλέξανδρος είχε μαζί του τρόφιμα για τριάντα μόνο ημέρες. Η πρόταση του Μέμνονα δεν εισακούστηκε για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας[ και οι Πέρσες αποφάσισαν να περιμένουν τον Αλέξανδρο κοντά στις όχθες του Γρανικού ποταμού.
Οι σατράπες αγαπούσαν πολύ τη χώρα τους για να την πυρπολήσουν και δεν είχαν βέβαια εμπιστοσύνη στο Ρόδιο. Αυτό ήταν και το μεγάλο λάθος τους.

 Το πέρασμα του Γρανικού. 
Χαλκογραφία του Girard Audran, 1672. Τίτλος: «Η αρετή ξεπερνά κάθε εμπόδιο»

Οι Πέρσες ετοιμάστηκαν να αντιδράσουν.
Η πρώτη μεγάλη αναμέτρηση θα γινόταν στην κοιλάδα του Γρανικού. Ήταν μέρα Μαγιού, απόγευμα, όταν ο Αλέξανδρος πλησίασε το Γρανικό ποταμό (σημερινό Kocabas cay), στα βορειοανατολικά της Τροίας. Οι Πέρσες είχαν τοποθετήσει από την άλλη πλευρά του ποταμού 20.000 περίπου επίλεκτους ιππείς, κυρίως από τη Βακτρία, και περίπου 20.000 πεζούς μαζί με τους Έλληνες μισθοφόρους. Με το να τοποθετήσουν, όμως, το ιππικό κοντά στις όχθες του ποταμού εξουδετέρωσαν τη δυνατότητα για ελιγμούς.
Ήταν ήδη αργά το απόγευμα. Ο στρατηγός Παρμενίωνας, πάντα προνοητικός και συντηρητικός, προβάλλοντας τις δυσκολίες της διάβασης του ποταμού, συνέστησε την καθυστέρηση της εφόδου. Ο Αλέξανδρος, όμως, δεν συνήθιζε να περιμένει.
Η απάντηση του, όπως την παραθέτει ο Αρριανός: «Ντρέπομαι που πέρασα τον Ελλήσποντο και τώρα με σταματάει ένα ρεματάκι. Δεν το θεωρώ αντάξιο της φήμης των Μακεδόνων ούτε του δικού μου θάρρους». Επικράτησε φυσικά η γνώμη του Αλέξανδρου.
Για κάμποση ώρα, σύμφωνα με την αφήγηση του Αρριανούτα αντίπαλα στρατεύματα στέκονταν σιωπηλά και αντιμέτωπα στις όχθες του ποταμού, γεμάτα αγωνία για το μέλλον. Οι Πέρσες περίμεναν να μπουν οι Μακεδόνες στο νερό, για να τους επιτεθούν καθώς θα προσπαθούσαν. Ο Αλέξανδρος πήδησε πάνω στ’ άλογο, κάλεσε τους άνδρες του να τον ακολουθήσουν και να δείξουν την παλικαριά τους και διέταξε να μπουν πρώτοι στο ποτάμι οι πρόδρομοι ιππείς, οι Παίονες υπό την ηγεσία του Αμύντα, του γιου του Αρραβαίου, ένα τάγμα πεζικού και πριν απ’ όλους η ίλη του Σωκράτη, που κατά τύχη οδηγούσε εκείνη την ημέρα ολόκληρο το ιππικό, υπό την ηγεσία του Πτολεμαίου, του γιου του Φίλιππου.
Οι Πέρσες άρχισαν να ρίχνουν ακόντια στο σημείο όπου βγήκαν οι πρώτοι στρατιώτες του Αμύντα και του Σωκράτη. Εκείνοι που βρίσκονταν στο ψηλό σημείο της όχθης έριχναν μέσα στο ποτάμι κι όσοι βρίσκονταν χαμηλότερα κατέβαιναν μέσα στο νερό. Οι ιππείς συγκρούονταν, καθώς οι Μακεδόνες έβγαιναν από το ποτάμι και οι Πέρσες τους εμπόδιζαν. Οι πρώτοι πολεμούσαν με τα δόρατα και οι δεύτεροι έριχναν ακόντια. Οι Μακεδόνες σε τούτη την πρώτη επίθεση έχαναν χρόνο και είχαν αρκετές απώλειες, καθώς αμύνονταν από αβέβαιο σημείο στο ποτάμι και οι Πέρσες βρίσκονταν ψηλότερα. Σε αυτό το σημείο είχε παραταχθεί άλλωστε και το πλέον αξιόμαχο τμήμα του περσικού ιππικού. Μαζί του πολεμούσαν ο Μέμνων και τα παιδιά του. Οι πρώτοι Μακεδόνες που συγκρούστηκαν με τους Πέρσες πολέμησαν θαρραλέα, σώζοντας και τους υπόλοιπους που στράφηκαν προς τον επερχόμενο Αλέξανδρο που με 1.000 ιππείς και 500 πεζούς όρμησε μπροστά, μέσα στο βαθύ ποτάμι. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Αλέξανδρος, έτσι όπως παρασυρόταν από το ρεύμα του ποταμού, έδινε την εντύπωση ότι ενεργούσε περισσότερο με μανία παρά με κάποιο πολεμικό σχέδιο.
Οι Πέρσες στόχευσαν με μανία τον Έλληνα βασιλιά, που ξεχώριζε με το λευκό φτερό στο κράνος. Πάνω στην ορμή της μάχης το δόρυ του βασιλιά έσπασε. Πήρε ένα άλλο, όρμησε στον Μιθριδάτη, γαμπρό του Δαρείου, και τον σκότωσε. Όταν ο Πέρσης Σπιθριδάτης πλησίασε τον Αλέξανδρο πισώπλατα, έτοιμος να του καταφέρει θανατηφόρο χτύπημα, ο Κλείτος, που διοικούσε τη βασιλική ίλη του ιππικού των Εταίρων, αστραπιαία έκοψε το χέρι του Πέρση, σώζοντας τη ζωή του βασιλιά. Το γεγονός αναφέρουν και ο Πλούταρχος και ο Αρριανός. Το περσικό ιππικό κάμφθηκε γρήγορα και τράπηκε σε φυγή. Στη μάχη του πεζικού, σώμα με σώμα, που ακολούθησε, ο Αλέξανδρος και οι άντρες του κατάφεραν να σπάσουν τις εχθρικές γραμμές και να περικυκλώσουν τους στρατιώτες του Πέρση βασιλιά, ανάμεσα τους και Έλληνες μισθοφόρους. Εφάρμοσε με επιτυχία το σχέδιο της λοξής παράταξης.
Η νίκη του Αλέξανδρου ήταν συντριπτική και η πανωλεθρία των Περσών μεγάλη. Ο Αριστόβουλος γράφει ότι από την πλευρά των Ελλήνων οι νεκροί ήταν μόνο τριάντα τέσσερις. Ο Αλέξανδρος διέταξε να γίνουν χάλκινα τα αγάλματα των νεκρών της μάχης. Τα αγάλματα αυτά τα έφτιαξε ο Λύσιππος, και ο Αλέξανδρος τα έστειλε στο Δίον, στη γη της Μακεδονίας.
Επιπλέον οι γονείς και τα παιδιά του κάθε Μακεδόνα που σκοτώθηκε στο Γρανικό απαλλάχθηκαν διά βίου από κάθε φόρο ιδιοκτησίας. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει το πόσο σημαντικό θεωρούσε ο Αλέξανδρος αυτό το είδος της τιμητικής προσφοράς προς τους πολεμιστές του, καθώς δημιουργούσε ακόμη μεγαλύτερο ενθουσιασμό για να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους της μάχης.
Επίσης έστειλε τριακόσιες ασπίδες των αιχμαλώτων στον Παρθενώνα, στην Αθήνα, με τη γνωστή επιγραφή «Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων, από των βαρβάρων των την Ασία κατοικούντων» (Αρριανός). Ήθελε να δείξει τον πανελλήνιο χαρακτήρα της νίκης. Ακόμα και σήμερα διακρίνονται τα ίχνη από τη στερέωση των λαφύρων στο επιστύλιο του ναού. Στη μητέρα του, την Ολυμπιάδα, όπως μας λέει ο Πλούταρχος, έστειλε δοχεία κρασιού και πορφύρες.
Σήμερα ο ποταμός κυλά με ασθενικό ρεύμα. Δίπλα του εργοστάσια κλέβουν από το τοπίο τη δόξα του παρελθόντος...

Πηγές :

Σιμόνη Ζαφειρόπουλου : Η πορεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου
https://el.wikipedia.org/wiki/Μάχη_του_Γρανικού

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου