Ο
διεθνής Μάνος Χατζιδάκις
Της Γιώτας Σύκκα
Από την Μπρέντα Λη μέχρι
την Τερέζα Σαλγκέιρο των Μαντρεντέους και τους ανάλαφρους Pink Martini, από τις
μούσες της μπόσα νόβα της δεκαετίας του '60 ως τους σκληροπυρηνικούς ράπερ
Blackmoon, οι πιο διαφορετικοί καλλιτέχνες έχουν κάνει τις πιο αναπάντεχες διασκευές
τραγουδιών του Μάνου Χατδιδάκι. Του οικουμενικότερου Έλληνα συνθέτη που οι
μελωδίες του έφτασαν στα πέρατα της γης και τραγουδήθηκαν από τα σκανδιναβικά
και τα κορεάτικα ως τις νοτιοαφρικανικές διαλέκτους: τα σούτου και τα ζουλού.
Δημοφιλέστερο τραγούδι
όλων αλλά και το πιο απαξιωμένο από τον ίδιο τον δημιουργό του, «Τα παιδιά του
Πειραιά», έχουν ξεπεράσει τις 150 εκτελέσεις σε όλο τον κόσμο, ενώ ακόμη και
σήμερα συνεχίζουν να δίνουν έμπνευση σε παιδιά των αμερικανικών αλλά και σε
καλοσπουδαγμένα παιδιά των μουσικών πανεπιστημίων. Και είναι μόλις ένα από τα
πολλά τραγούδια του Χατζιδάκι που εξακολουθούν να διασκευάζονται.
Η «Πορνογραφία», π.χ., με
καινούργιους στίχους και το ύφος της Στέλα Κουμάλο, με την κατάλληλη
ενορχήστρωση του Βόουτερ Βανταναμπίλ, μιλάει για τα παιδιά-στρατιώτες στην
Αφρική. Η ίδια μαζί με την Φέιθ Κεκάνα τραγούδησε πριν από έξι χρόνια το «Μην
τον ρωτάς τον ουρανό» στη γλώσσα των Ζουλού. Το «Νako tsohle ke le mong» ήχησε
στο θέατρο του Βύρωνα στο πλαίσιο του αφιερώματος που οργάνωσε ο Γιώργος
Χατζιδάκις με τη βοήθεια του Νίκου Κυπουργού για την Πολιτιστική Ολυμπιάδα.
Στην πατρίδα της την Αφρική, έλεγε τότε η Κουμάλο, οι πληγές του απαρχάιντ
είναι ακόμη ανοιχτές και η ευαισθησία της μουσικής του Μ. Χατζιδάκι ταιριάζει
με τα συναισθήματα του κόσμου.
Τότε ακούσαμε τους
πειραματισμούς και πολλών άλλων νέων ξένων καλλιτεχνών πάνω στα τραγούδια του Έλληνα
συνθέτη. Ανάμεσά τους ο Ιρακινός Οσάμα Αμπντουρασόλ, ο Κινέζος Γούο Γούε, ο
Ιάπωνας Γιόιτζι Χιρότα και ο Αυστραλός Μάθιου Ντόιλ. Διαλεχτοί σολίστες και
τραγουδιστές, όπως η Γαλλίδα Κατρίν Ντελασάλ, η Φλαμανδή Εύα ντε Ρουβέρ κ.ά.
Δεκαετίες τώρα οι ξένοι
καλλιτέχνες διασκευάζουν τα τραγούδια του Χατζιδάκι. Και αν ξεφύγουμε από τον
μικρόκοσμό μας, όπου κυριαρχούν κάθε σεζόν σε πολλά προγράμματα συναυλιών και
κέντρων, και ταξιδέψουμε αλλού, θα συναντήσουμε πολλούς διαδόχους της Μπρέντα
Λη που έκανε επιτυχία το «All alone am I», και του Λες Ελγκαρντ, που του έδωσε
τζαζ χαρακτήρα.
Τα
Παιδιά του Πειραιά
Ο Χατζιδάκις απαξίωνε τα
«Παιδιά του Πειραιά», επειδή θεωρούσε ότι το τραγούδι είχε συμβάλει στην
τουριστικοποίηση και είχε ενοχληθεί από τις αμέτρητες επανεκτελέσεις του, που
δεν του ταίριαζαν αισθητικά. Είχε πουλήσει μάλιστα και τα δικαιώματά του -
εφάπαξ. Το έπαθλο γι' αυτό το τραγούδι, το περίφημο Οσκαρ από το «Ποτέ την
Κυριακή», ο συνθέτης το πέταξε κάποτε στα σκουπίδια του σπιτιού του, απ' όπου
το διέσωσε κατά τύχη η αδελφή του Μιράντα.
Όμως δεν είναι δυνατόν να
μην ευχαριστηθεί κανείς ακούγοντας τη λατινοαμερικάνικη γλύκα που δίνει στο
τραγούδι η ορχήστρα του Χοσέ Γκαρντιόλα παίζοντας σε ρυθμό τσα τσα τσα. Όπως
και με την πιο ήρεμη διάθεση των «Billy' s Sax». Πόσω μάλλον με την τζαζίστικη
προσωπικότητα που του είχε εμφυσήσει ο Ντίζι Γκιλέσπι αυτοπροσώπως. Ανάμεσα σε
άλλες διάσημες φωνές που το τραγούδησαν, ήταν οι Αν Μάργκρετ, Τζούλι Λόντον,
Ερθα Κιτ, Λένα Χορν, Κατερίνα Βαλέντε, Δαλιδά και, φυσικά, η Νάνα Μούσχουρη που
άλλωστε, τραγούδησε Χατζιδάκι όχι μόνο στα ελληνικά αλλά και σε πλήθος γλωσσών
σε πέντε ηπείρους.
Από τις πιο ωραίες ιστορίες
είναι αυτή με τη Λάλε Αντερσεν που ο συνθέτης πάντα θαύμαζε και τελικά γνώρισε
τυχαία, το 1961 στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης. Τον γοήτευσε η γερμανική φωνή
της, ειδικά στην Κατοχή όταν άκουγε τη Λιλή Μαρλέν, την ιστορία ενός κοριτσιού
που κάθε βράδυ πήγαινε στους στρατιώτες. Είκοσι χρόνια αργότερα, όταν η Ευρώπη
τραγουδούσε τα δικά του «Παιδιά του Πειραιά» και τον κάλεσε η Φρανκφούρτη,
έγινε η συνάντηση. Έτσι τη διηγήθηκε ο συνθέτης: «Από την ώρα που κατέβηκα από
το αεροπλάνο, συνέχεια βρισκόταν πλάι μου μια κυρία με λευκή και γκρίζα γούνα,
που χαμογελούσε και της μιλούσαν όλοι με σεβασμό. Σε μια στιγμή ακούω να τη
ρωτάει ένας ρεπόρτερ: Και σεις κυρία Αντερσεν μετά τη «Λιλή Μαρλέν», κάνατε την
πιο μεγάλη επιτυχία σας με το «Ενα καράβι έρχεται»; (Έτσι έλεγαν το «Παιδιά του
Πειραιά» στη Γερμανία). Διακόπτω τη συζήτηση και τη ρωτάω μπρος στα μικρόφωνα
των ραδιοφωνικών σταθμών αν είναι η Λάλε Αντερσεν. «Μα φυσικά είμαι», μου
απάντησε γλυκά. Τότε αρχίζω να διηγούμαι όλη την ιστορία μου από την Κατοχή και
γίναμε φίλοι». Έτσι αργότερα η Γερμανίδα ερμηνεύτρια τραγούδησε και το «Ήρθε
βοριάς, ήρθε νοτιάς».
Αλλά και οι
πρωταγωνίστριες του σκανδιναβικού Βορρά λάτρεψαν τον Χατζιδάκι. Η Αννέκε
Γκρούνλοχ και η Βιένο Κεκκόνεν τον τραγούδησαν με αίσθημα, ο Vasso Marco τραγούδησε
το «la chanson des sept chanson», δηλαδή το γνωστό μας «Επτά τραγούδια θα σου
πω» α λα γαλλικά, ενώ ο Τίνο Ρόσσι προτίμησε τη ρομαντική εκδοχή του «Les voses
Blanches de corfou». Από την άλλη, οι ορχήστρες συναγωνίζονται μεταξύ τους στις
διασκευές. Ο «Ιλισός» είχε μεγάλη επιτυχία και ο «Υμηττός» ακόμη μεγαλύτερη,
κυρίως για τζαζ εκτελέσεις, όπως αυτή του Τζο Κάρλιερ που θυμίζει αμερικανική
μπιγκ μπαντ.
Η
Ν. Υόρκη και οι νέοι ορίζοντες
Για έξι χρόνια, ως το
1972, ο Χατζιδάκις ζει στη Νέα Υόρκη μελετώντας, γνωρίζοντας νέους ορίζοντες,
νέους ήχους και κόσμους. Η κινηματογραφική βιομηχανία τον ζητάει, οι διευθυντές
της Παραμάουντ του δείχνουν το καλό και το κακό τους πρόσωπο, ακόμη και τη
μαφιόζικη πλευρά τους, ενώ εκείνος τρέχει να δει τους «Μάμας εντ Πάπας»,
ακολουθεί το κοινό της Μέλανι σε μια συναυλία με κεριά, γνωρίζεται με την
Γκρέις Σλικ των Τζέφερσον Εϊρπλεϊν και μαζί για δυόμισι μήνες μένουν σε
κοινόβιο στο Σαν Φρανσίσκο, ακολουθεί πορείες, γράφει πολύχρωμες επιστολές
στους φίλους του στην Αθήνα, τους αποκαλύπτει τις συγκινήσεις της καινούργιας γνώσης.
Ο Κουίνσι Τζόουνς ήταν μία
ακόμη διάσημη παρέα πριν γίνει παραγωγός του περίφημου «Χαμόγελου της
Τζοκόντας». Ομως, ο πιο ροκ δίσκος του Χατζιδάκι είναι βέβαια το «Reflections»,
που ηχογράφησε με τους New York Rock & Roll Ensemble, επικεφαλής των οποίων
ήταν ο Μάικλ Κέιμεν, που έγινε μετά διάσημος κινηματογραφικός συνθέτης.
Μελωδικά, πέρα από τοπικές
δεσμεύσεις, τα τραγούδια του Έλληνα συνθέτη συνέχισαν να γνωρίζουν διασκευές
ερήμην του και στις επόμενες δεκαετίες. Από τις ωραιότερες, εκείνες της
Ντανιέλα Ντάβολι πάνω σε δυο τραγούδια για το «Sweeet Movie» του Ντούσαν
Μακαβέγιεφ («Βαλκάνιου Γιουγκοσλάβου, νεομαρξιστή, αναρχικού, περίτεχνου και
απλοϊκού» όπως τον σύστηνε ο Χατζιδάκις) σε στίχους μάλιστα του Πιέρ Πάολο
Παζολίνι. Πρόκειται για το «Is the life on the earth» και «Τα παιδιά κάτω στον
κάμπο».
Αλλά και η διασκευή της
Φιλαρμονικής της Πράγας στο «Top Kapi» αξίζει προσοχής. Το ίδιο και η πρόταση
της Λιόνα Μπόιντ με οδηγό στην ενορχήστρωση τον Κέιμεν. Οι Los Umbrellos που
«άκουσαν» στα «Παιδιά του Πειραιά» μια μείξη της ποπ με τη ρέγκε. Και οι
Blackmoon που στο cd τους «War zone» ραπάρουν βαρύθυμα πάνω σε μελωδία
Χατζιδάκι!
Παντού, από τη Νορβηγία,
την Κίνα, το Βέλγιο και την Αυστραλία, μέχρι την Αφρική, την Αμερική και τη
Ρωσία, στη μουσική του σπουδαίου συμπατριώτη μας συναντήθηκαν οι πιο
διαφορετικές ιδέες: ερμηνευτικές και ενορχηστρωτικές.
Στην Ελλάδα από τις 12
Σεπτεμβρίου 2010 και για 17 εβδομάδες, η «Καθημερινή» πρόσφερε στους αναγνώστες
της μια μοναδική συλλογή με επιλεγμένες ηχογραφήσεις από το έργο του Μάνου
Χατζιδάκι. Η σειρά περιλαμβάνει 17 δίσκους (τρία διπλά και 14 μονά CD) του
μεγάλου συνθέτη, που διατέθηκαν τότε δωρεάν μαζί με την κυριακάτικη
«Καθημερινή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου