Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

Ο κλασικός Δον Κιχώτης : Ένας διαχρονικά επίκαιρος ιππότης



Ο κλασικός Δον Κιχώτης : Ένας διαχρονικά επίκαιρος ιππότης

Στον Δον Κιχώτη, λέει ο Ντοστογιέφσκι, η αλήθεια διασώζεται από ένα ψέμα. Υπάρχει ο λόγιος Αλόνσο Κιχάνα και η εμμονή του με την ιπποσύνη. Η βούληση του να την αναβιώσει και να πολεμήσει για το Καλό. Αναδιπλασιάζεται. Γίνεται ιδαλγός, ιππότης, προστάτης των αδυνάτων και ερωτευμένος με μια δέσποινα που δεν έχει ποτέ δει. Μια δέσποινα που δεν υπάρχει, παρά μόνο στο νου του, όπως και όλα άλλωστε. Εκτός από τον πιστό Σάντσο. Πού βρίσκεται όμως η αλήθεια «μητέρα της οποίας είναι η ιστορία, μιμητική του χρόνου, αποθήκη των πράξεων, μάρτυς για το παρελθόν, παράδειγμα και νουθεσία για το παρόν, και προειδοποίηση για το μέλλον», όπως λέει ο Θερβάντες;
«Η μυθοπλασία επινοεί αυτό που λείπει από τον κόσμο, αυτό που ο κόσμος έχει ξεχάσει, αυτό που λαχταράει να καταφέρει κι ίσως ποτέ δεν το πετύχει. Η μυθοπλασία είναι λοιπόν ένας τρόπος να κατακτά κανείς τον κόσμο», λέει ο Κάρλος Φουέντες. Εξηγώντας την επιτυχία του Δον Κιχώτη στην εποχή του και σε όλες τις εποχές. Το ότι είναι ένα έργο κλασικό. Με όλα τα καλά και τα κακά που αυτό συνεπάγεται. Αφού συχνά τα κλασικά έργα τα σκεπάζει η σκόνη και μια παράξενη λησμονιά: οι ήρωές τους ζουν ερήμην των βιβλίων που τους γέννησαν. Ο Γιάννης Αγιάννης. Η μαντάμ Μποβαρύ. Ο Όλιβερ Τουίστ. Κι ο Δον Κιχώτης. Ο ιππότης της «θλιβερής μορφής», που υπέμεινε τα πάνδεινα, τη λοιδορία, τη διαπόμπευση, το σωματικό πόνο. Που πάλεψε με κάθε λογής εχθρούς, στον απογοητευτικό σύγχρονο κόσμο του. Ανεμόμυλους, ασκιά με κρασί, ζωντανά, διαβάτες, ξενοδόχους. Περιπλανήθηκε. Ταλαιπωρήθηκε. Γύρισε στο σπίτι του διαψευσμένος. Και πέθανε. Ή μάλλον, καθώς ο Δον είναι διπλός, πλάσμα απροσδιόριστο, γεννημένο από απροσδιόριστο συγγραφέα, μαζί αυτός και άλλος, Κιχάνο και Κιχώτης, σημαίνον και σημαινόμενο, ο ένας εκ των δύο πέθανε, ο Κιχάνο· και ο άλλος πέρασε από τη μυθοπλασία στην πραγματικότητα, ο Δον Κιχώτης.
Βγήκε από τις σελίδες του βιβλίου του, που το είχε δει να τυπώνεται σε ένα τυπογραφείο της Βαρκελώνης: λίγο μετά την έκδοση του α' τόμου ήταν ήδη πρόσωπο, τύπος, κυκλοφορούσε στους δρόμους στο καρναβάλι, ήταν σύμβολο της τρέλας και του ακατόρθωτου, αλλά και του ασυμβίβαστου· από τους δρόμους πέρασε στη γλώσσα και στη συλλογική μνήμη, έγινε στάση, κοσμοαντίληψη. «Όλη του η ύπαρξη είναι γλώσσα, κείμενο, φυλλάδια τυπωμένα, μεταγραμμένη ήδη ιστορία. Είναι φτιαγμένος από λέξεις διασταυρούμενες· είναι η γραφή που περιπλανάται στον κόσμο μες στην ομοιότητα των πραγμάτων», λέει ο Μισέλ Φουκώ.
Αλλά πήρε σάρκα και οστά. Έγινε τόπος κοινός, όχι με την έννοια της κοινοτοπίας, αλλά του οικουμενικού, τόπος συνάντησης των λογοτεχνικών ειδών, τόπος διερώτησης για τη σχέση του υποκειμένου με τον κόσμο και τον εαυτό, της ταυτότητας με την ετερότητα, ευμετάβλητος, ανοιχτός σε διαφορετικές ερμηνείες και μεταγραφές. Γέννησε το μυθιστόρημα ως τόπο αυτής της απροσδιοριστίας, της ανοιχτής σχέσης των λέξεων με τα πράγματα, ως ένα νέο είδος για μια νέα εποχή. Κήρυξε την αυτονόμηση της λογοτεχνίας από την πραγματικότητα. Και άφησε πίσω του το κείμενο του Θερβάντες, που δεν διαβάζεται πια, εδώ και καιρό, παρά από πολύ λίγους.
Η Ισπανία αποχαιρετά οριστικά το Μεσαίωνα, τις αναπαραστάσεις και τα κείμενα του. Η λογοτεχνία εγκαταλείπει τον διαχωρισμό υψηλό-ταπεινό: ο Δον Κιχώτης είναι το υψηλό λαϊκό που παρωδεί τα είδη την ώρα που τα ενσωματώνει. Κυρίως όμως είναι ένα παραμύθι, όπως λέει ο Θερβάντες στον πρόλογο του, μια αστεία ιστορία, που απευθύνεται στους πολλούς, να τον ακούσουν αν δεν μπορούν να τον διαβάσουν - καθώς ο αναλφαβητισμος παραμένει υψηλότατος και η προφορικότητα δεσπόζει στην κοινωνία, αλλά και στο κείμενο, στην αφήγηση και στην πολυφωνία του. Και να γελάσουν. Βεβαιώς είναι ένα σκληρό παραμύθι, που όπως όλα τα παραμύθια κρύβει πολύ καλά την πολλαπλή του ουσία: την μπαρόκ αντίληψη ότι η ζωή είναι ένα όνειρο, όπως λέει ο άλλος μεγάλος Ισπανός συγγραφέας, ο Καλντερόν, τριάντα χρόνια μετά τη θέση ότι στον φοβερό καινούργιο κόσμο της Αναγέννησης μόνο η τρέλα μπορεί να εξισορροπήσει την κατάχρηση τόσο της πίστης, όσο και του λόγου. Μωρίας εγκώμιον λοιπόν, διάλογος ιδεών μέσα από το παραμύθι. Η δύναμη της τρέλας να υπονομεύει το ίδιο το πραγματικό εξίσου με τις αναπαραστήσει και τις ερμηνείες του, μαζί και τον ίδιο της τον εαυτό. Με το γέλιο που είναι τόσο πιο ανατρεπτικό όσο μοιάζει να προέρχεται από τον πιο ακραίο ρεαλισμό.
Ο Τόμας Μαν κράταγε τον Δον Κιχώτη φυλαχτό όταν πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ταξίδεψε στην Αμερική, μέσα στον ζόφο. Ο Μπόρχες στον Πιερ Μενάρ μάς διαβεβαιώνει ότι ο Δον Κιχώτης ξαναγράφεται σε κάθε εποχή, με τις ίδιες ακριβώς λέξεις. Κι ο κόσμος μας είναι ένας απογοητευτικός σύγχρονος κόσμος. Μήπως ήρθε η ώρα να τον διαβάσουμε; 
       
Απόσπασμα από άρθρο της ΤΙΤΙΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΙΑ στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ/ΒΙΒΛΙΟ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου