Παρασκευή 3 Ιουλίου 2020

Από υπουργός του Χότζα - νυχτοφύλακας στο Αιγάλεω!

Με τον Χότζα. Με υψωμένη τη γροθιά (δεξιά) δίπλα στον δικτάτορα της Αλβανίας ο Κίτσο Μουστάκη, σε μια γιορτή του 1982 στη μνήμη των παρτιζάνων


Από υπουργός του Χότζα - νυχτοφύλακας στο Αιγάλεω!

Ο Κίτσο Μουστάκης, γεννημένος το 1939 ήταν Υπουργός Αμύνης της Αλβανίας, τα τελευταία χρόνια της κομουνιστικής δικτατορίας και την πρώτη χρονιά της μεταπολίτευσης (1991 -1992), αφού το δικτατορικό Κόμμα Εργασίας που μετονομάστηκε σε Σοσιαλιστικό, κέρδισε τις πρώτες πλουραλιστικές εκλογές στη χώρα το 1991.
Στη φωτογραφία τον βλέπουμε με υψωμένη τη γροθιά να περπατά δίπλα στον Εμβέρ Χότζα. Ήταν το 1982 σε μια γιορτή στη μνήμη των παρτιζάνων. Αρχηγός ΓΈΕΘΑ τότε ο ελληνικής καταγωγής Κίτσο Μουστάκη, με την καλή του τη στολή, χωρίς διακριτικά, κατά το κινέζικο πρότυπο, ανέβαινε συνεχώς στην εκτίμηση του ηγέτη της Αλβανίας και στην ιεραρχία του κόμματος. Έγινε μάλιστα μέλος του Πολιτικού Γραφείου και βουλευτής. Λίγο πριν την κατάρρευση του καθεστώτος έγινε ο τελευταίος του υπουργός Άμυνας.
Βλέποντας την εκρηκτική κατάσταση στην Αλβανία του 1997 έλεγε: «Την προηγούμενη φορά ήμουν αυτός που εμπόδισε τον λαό να μπει στα στρατόπεδα να πάρει τα όπλα. Το ίδιο θα είχε γίνει και τότε. Αλλά έπρεπε να τους σταματήσω». Τους σταμάτησε. Στη συνέχεια καταδικάστηκε από την κυβέρνηση Μπερίσα σε φυλάκιση πέντε χρόνων.
Το 1994 ήρθε στην Ελλάδα. Από τα μεγαλεία, βρέθηκε στην Ομόνοια, άγνωστος μεταξύ αγνώστων, να ψάχνει στα 56 του χρόνια να βρει δουλειά. Από τα πολλά κάποιος τον σύστησε κάπου και τότε άρχισε να εργάζεται ως νυχτοφύλακας στο Αιγάλεω...
Απόλυτος και αυστηρός ακόμη και εκείνες τις μέρες, καλοντυμένος, παρέμενε ένας από αυτούς που υποστηρίζουν το παλιό καθεστώς. Όταν του πήραν συνέντευξη από τα ΝΕΑ μιλούσε έντονα. Τώρα πια βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση: «Έτσι όπως έγινε σήμερα η Αλβανία...».
Ήταν όμως σαν να μονολογούσε. Πίσω από τα γυαλιά του τα μάτια του φαίνονταν υγρά. Στα χρόνια που υπηρετούσε το κομμουνιστικό καθεστώς ό,τι υπήρχε υπήρχε για όλους. Έπαιρνε μια - δυο χιλιάδες παραπάνω από τον απλό εργάτη ως υπουργός. Η πατρίδα όμως ευγνωμονούσα τού προσέφερε κάθε πρωί στις 11 ακριβώς δωρεάν ένα καφέ... 


Μα, καλά, και σήμερα όπου όλα είναι διαφορετικά, τον ρώτησε ο δημοσιογράφος; «Ο άνθρωπος πρέπει να τρώει τρεις φορές την ημέρα. Τη δημοκρατία εγώ τη βλέπω μόνο ως δουλειά. Άμα δουλεύεις και αμείβεσαι με βάση αυτά που προσφέρεις, ζεις σε δημοκρατία. Άμα δεν δουλεύεις και τα βλέπεις τα αγαθά και δεν μπορείς να τα αγγίξεις, δεν έχεις δικαιώματα. Μόνο δουλειά. Τίποτε άλλο».
Τι δουλειά μπορεί να κάνει ένας πρώην υπουργός τον ρωτούν; «Μα, τα πάντα. Η δουλειά δεν είναι ντροπή. Τι να κάνω που έχω τρία παιδιά και είναι άνεργα; Ευτυχώς πάει η γυναίκα σε ένα σπίτι και κάτι φέρνει και αυτή». Παρ' όλα αυτά υπήρχαν στιγμές που έλειπε και το φαγητό από το μικρό, αλλά περιποιημένο σπίτι της οικογένειας Μουστάκη στα Πατήσια.
Και βέβαια, η περίπτωση του Κίτσο Μουστάκη δεν ήταν η μοναδική. Στην Αθήνα και μάλιστα άνεργος ζούσε το 1997 και ο πρώην υπουργός Δημόσιας Τάξης της Αλβανίας. Επίσης και πάρα πολλοί ανώτατοι αξιωματικοί, καθηγητές πανεπιστημίου, βουλευτές, ανώτατα κομματικά στελέχη που βρέθηκαν από τη μια στιγμή στην άλλη σε ξένη χώρα να εκλιπαρούν για ένα μεροκάματο...
Πολλοί από αυτούς επισκέπτονταν πάρα πολύ συχνά τους δεκάδες συλλόγους Βορειοηπειρωτών που είχαν συσταθεί. Έψαχναν δουλειές, έτρεχαν για βίζες, προσπαθούσαν να βολέψουν τα παιδιά τους. Πανίσχυροι κάποτε. Αδύναμοι κι ανώνυμοι τώρα, σε μιαν Αθήνα όπου έβλεπαν τα πάντα αλλά δεν μπορούν να αποκτήσουν τίποτε. Ένα μεροκάματο στην οικοδομή, ένα σε διάφορα σπίτια, ένα σε κάποιον που ψάχνει για φθηνά εργατικά χέρια. Έτσι κυλούσε η ζωή γι' αυτούς. Με τις αναμνήσεις να τους κυνηγούν και τις φωτογραφίες να τους θυμίζουν την εποχή που ασκούσαν τη δική τους εξουσία σ' ένα καθεστώς που πέρασε στην Ιστορία. Τις τελευταίες μέρες του Μάρτη του 1997 ζούσαν όλοι την αγωνία για τη χώρα τους. «Άμα δεν βάζεις φρένο στο λαό, τότε όλα συμβαίνουν». Και όταν μιλούσαν για  φρένο, δεν εννοούσαν δικτατορία. «Νόμοι να υπάρχουν. Να ξέρει ο καθένας τι κάνει. Αλλά όχι με βία. Ο Χότζα έλεγε ότι ο Αλβανός δεν θέλει ξύλο. Δεν σηκώνει τέτοια συμπεριφορά» και ο κ. Μουστάκη το ασπάζεται. Και αν έγινε σήμερα (Μάρτης 1997) αυτό, όπως λέει ο πρώην υπουργός, «οφείλεται στο γεγονός ότι η κυβέρνηση Μπερίσα χρησιμοποίησε την αστυνομία για να εξοντώσει κάθε αντίπαλο. Έδερνε, εκβίαζε, έμπαινε σε σπίτια, έκανε ό,τι ήθελε. Και αυτό κανείς δεν το αντέχει». Ήταν απόλυτος και σε αυτό όπως και σε όλα. Δεν το έβαζε κάτω και ζούσε με την  ελπίδα «ότι σύντομα ο καπιταλισμός θα γεννήσει ένα πιο δίκαιο καθεστώς». Ίσως κιόλας ο κ. Μουστάκη να το είχε πλάσει στο μυαλό του. Άλλωστε, τόσες ώρες νυχτοφύλακας, όλο κάτι τέτοια θα σκεφτόταν...
Το 2012 επέστρεψε μόνιμα στα Τίρανα και εμφανιζόταν κατά καιρούς σε τηλεοπτικές εκπομπές με θέμα το κομουνιστικό παρελθόν της Αλβανίας.
Σε συνέντευξη του στην “Gazeta Shqiptare”, ο κ. Μουστάκης, υπερασπίστηκε με παρρησία την εντολή που είχε δώσει στις αρχές του 1991, για την βύθιση πολεμικού πλοίου που είχε καταλειφθεί από πολίτες για να δραπετεύσουν στην Ιταλία. Χρόνια μετά συνέχιζε να υπερασπίζεται αυτή του την απόφαση γιατί όπως έλεγε «το πλοίο ήταν στρατιωτικό, είχε αγοραστεί με το αίμα αυτού του λαού και δεν μπορεί να παραδοθεί στον εχθρό (Ιταλία). Οι αξιωματικοί δεν εφάρμοσαν την εντολή  και μου τη ζήτησαν γραπτώς. Αμέσως έστειλα εντολή με τηλεγράφημα για να βυθίσουν το πλοίο στα στενά της νήσου Σάσον αλλά και πάλι δεν υπάκουσαν… Όπως έμαθα μετά οι αξιωματικοί είχαν μέσα στο πλοίο και τις οικογένειες τους». Ο πρώην υπουργός μάλιστα εξέφραζε την ενόχληση του για το γεγονός ότι αυτοί οι αξιωματικοί, βραβεύτηκαν αργότερα από τη δεξιά κυβέρνηση, γιατί δεν υπάκουσαν στην εντολή του … «Ξέρω ότι θα υπήρχαν ανθρώπινα θύματα αλλά το χρέος για την πατρίδα ήταν ανώτερο από το πλοίο και αυτές τις ανθρώπινες ζωές… Ζητήσαμε από την Ιταλική Κυβέρνηση να μας επιστρέψουν το πλοίο και τους ανθρώπους που ήταν μέσα και δυστυχώς μας επέστρεψαν μόνο το πλοίο μετά από ένα χρόνο…»


Ενδεχομένως με αυτή την συνέντευξη η ανθελληνική εφημερίδα που δημοσίευσε την συνέντευξη να επιθυμούσε να ενισχύσει την λανθασμένη άποψη που ακούγεται συχνά στην Αλβανία, ότι οι μειονοτικοί ήταν τα χαϊδεμένα παιδιά του Χότζα. Ήταν αλήθεια ότι το καθεστώς είχε πολλά στελέχη από την ελληνική μειονότητα αλλά όλοι αυτοί για να αποδείξουν την αφοσίωση τους 1) οι πιο πολλοί είχαν απαρνηθεί την ελληνικότητα τους (άσχετα αν μετά εμφανίστηκαν ως οι μεγαλύτεροι πατριώτες) και 2) ήταν αμείλικτοι στην αντιμετώπιση των «εχθρών του λαού». Το ποσοστό των φυλακισθέντων και εξορισθέντων από την ελληνική μειονότητα, ήταν πολύ μεγαλύτερο σε σχέση με άλλες περιοχές της Αλβανίας. Μάλιστα ο Σαλί Μπερίσα ως πρωθυπουργός της Αλβανίας είχε παραδεχτεί δημόσια ότι τα μπουντρούμια της Αλβανίας στην περίοδο του κομουνισμού ήταν γεμάτα με Έλληνες και Σκοδράνους.
Ο Κίτσο Μουστάκης πέθανε το 2019 σε ηλικία 80 ετών.

Πηγές :
Εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» ρεπορτάζ του Πάνου Μπαλη /29.3.1997

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου