Κυριακή 16 Αυγούστου 2020

Γ.Α. ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗ : Πώς φθάσαμε στη συμφωνία της Ζυρίχης

Πώς φθάσαμε στη συμφωνία της Ζυρίχης

Ο Αβέρωφ φοβόταν ότι ο Γρίβας θ' ανέτρεπε την κυβέρνηση Καραμανλή. Η παρακολούθηση των Άγγλων. Αποκαλύψεις Μακαρίου στον Γ. Παπανδρέου. Μακ Μίλαν (πρωθυπουργός Μεγ. Βρετανίας): «Οι Έλληνες είναι χαρούμενοι παρ’ όλον ότι αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι οι κυρίως ωφελημένοι…»

Του Γ.Α. ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗ

Η σημερινή επέτειος της επίσημης ανακήρυξης της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960 φέρνει στη μνήμη μας τις επαφές που οδήγησαν στις συμφωνίες της Ζυρίχης, για τις οποίες γίνεται ευρύτατη αναφορά στα αρχεία Καραμανλή.

Οι βάσεις για τη συμφωνία της Ζυρίχης που θα οδηγούσε στη δημιουργία ανεξάρτητου κυπριακού κράτους, ετέθησαν στις αρχές Δεκεμβρίου του 1958 κατά τη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδος - Τουρκίας, Ε. Αβέρωφ και Φ. Ζορλού, στα παρασκήνια του ΟΗΕ. Το δεύτερο βήμα έγινε σε άλλη συνάντηση τους στο Παρίσι, τον Ιανουάριο του 1959, για να προετοιμάσουν τη διάσκεψη Καραμανλή - Μεντερές που πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 1959 στη Ζυρίχη. Στις 28 Ιανουαρίου 1959, οι «Τάιμς της Ν. Υόρκης» δημοσίευσαν ανταπόκριση του Σ. Σουλτσμπέργκερ, ο οποίος έγραφε ότι βρισκόμασταν «στα πρόθυρα λύσεως του Κυπριακού». Όπως αποκάλυψε αργότερα ο Αμερικανός δημοσιογράφος, ο Ε. Αβέρωφ του είχε πει ότι ήταν έτοιμη λύση για το Κυπριακό, την οποία θα ενσωμάτωναν σε μια γενική ελληνοτουρκική διευθέτηση, η οποία θα επιβεβαίωνε τη συμμαχία μεταξύ των δύο χωρών, θα αποκαθιστούσε το Βαλκανικό Σύμφωνο και θα' έλυε ορισμένα βασικά προβλήματα, όπως του Ορθοδόξου Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη. Ο Αβέρωφ εκμυστηρεύτηκε στον Σουλτσμπέργκερ ότι φοβόταν τον αρχηγό της ΕΟΚΑ συνταγματάρχη Γρίβα, διότι εάν δεν συμφωνούσε με τη λύση του Κυπριακού, μπορούσε ακόμη και να ανατρέψει την ελληνική κυβέρνηση.

Μέχρι την 20ή Ιανουαρίου είχε επέλθει συμφωνία μεταξύ του Αβέρωφ και του Ζορλού στα βασικά σημεία των όρων, για τη δημιουργία του ανεξάρτητου κυπριακού κράτους. Μόλις ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών γύρισε από το Παρίσι, ενημέρωσε τα αρμόδια στελέχη του υπουργείου για την κατ' αρχήν συμφωνία και τα ίδια στελέχη ανέλαβαν να επεξεργαστούν τις βασικές διατάξεις του νέου Συντάγματος της Κύπρου. Τι είχαν συμφωνήσει μέχρι τότε οι δύο υπουργοί Εξωτερικών; α) Να διατηρήσουν οι Βρετανοί τις βάσεις τους στην Κύπρο, β) Να αποτελέσει το υπόλοιπο έδαφος της Κύπρου ένα ανεξάρτητο κράτος, γ) Να αποκλεισθούν η Ένωση και η Διχοτόμηση. δ) Να δημιουργηθεί μία ενιαία Βουλή, καθώς και δύο Κοινοτικές, ε) Να κατοχυρωθεί το «βέτο» του αντιπροέδρου, που θα ήταν Τούρκος, στ) Να υπογραφεί χωριστή «Συνθήκη Εγγυήσεων» για το νέο κράτος και συνθήκη Συμμαχίας μεταξύ Αγγλίας, Ελλάδος, Τουρκίας και του νέου Κυπριακού Κράτους. Την ίδια ώρα, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος δήλωνε, στο ξενοδοχείο «Σαν Μόριτς» της Ν. Υόρκης, προς τους δημοσιογράφους: «Η Ανεξαρτησία θα είναι το πρώτο βήμα, διότι οι Κύπριοι δεν έχουν παραιτηθεί της επιθυμίας να ενωθούν αργότερα με την Ελλάδα...»

Για τις μυστικές συνομιλίες Αβέρωφ-Ζορλού, ο Μακάριος ενημερώθηκε στο ξενοδοχείο του στη Ν. Υόρκη, από τον μόνιμο αντιπρόσωπο της Ελλάδος στον ΟΗΕ, Ξανθόπουλο-Παλαμά.

Επιστολή στον Γρίβα

 

Την 1η Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα σύσκεψη, υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή, στην οποία εξετάσθηκαν όλα όσα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ Αβέρωφ-Ζορλού και αποφασίστηκε η στάση που θα τηρούσε η Ελλάδα κατά τη διάρκεια της τελικής διαπραγμάτευσης. Τρεις μέρες αργότερα, στις 4 Φεβρουαρίου 1959, οι Καραμανλής και Αβέρωφ αναχωρούσαν από την Αθήνα για τη Ζυρίχη. Λίγο προτού επιβιβαστούν στο αεροσκάφος της «Ολυμπιακής» που θα τους μετέφερε στην όμορφη πόλη της Ελβετίας, οι δημοσιογράφοι ρώτησαν τον πρωθυπουργό:

— Κύριε πρόεδρε, θα είναι σημαντικές οι συνομιλίες σας;

Ο Καραμανλής ήταν προσεκτικός στην απάντηση του:

  Διεπιστώθη ήδη, κάποια καλή θέληση...

Κι ο Ε. Αβέρωφ συμπλήρωσε:

— Δεν είμαι απαισιόδοξος ούτε αισιόδοξος...

Οι πρωθυπουργοί και οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδος-Τουρκίας είχαν συμφωνήσει να συναντηθούν και να συζητήσουν αυτή τη φορά διεξοδικά το Κυπριακό. Από τη συνάντηση απουσίαζαν οι «άλλοι ενδιαφερόμενοι»: οι Άγγλοι. Σίγουρα όμως, είχαν τον τρόπο ώστε το μάτι τους να παρακολουθεί τις δύο πλευρές. Πολλές φορές είχε διατυπωθεί το ερώτημα: Πόσα γνώριζε ο Μακάριος από τις διαπραγματεύσεις των δύο χωρών;

Φαίνεται ότι η ελληνική κυβέρνηση ενημέρωνε τον Αρχιεπίσκοπο. Ο Μακάριος σε επιστολή που έστειλε στον Διγενή (Γρίβα) αρχές Φεβρουαρίου (γραμμένη σαν να τη στέλνει «τρίτο πρόσωπο» για λόγους ασφαλείας) ανέφερε μεταξύ άλλων: «Γεννάται το ερώτημα κατά πόσον η Ελλάς έπρεπε να δεχθεί συνομιλίας, έστω παρασκηνιακώς, μετά της Τουρκίας. Ο Αρχιεπίσκοπος φρονεί ότι τοιαύται ανεπίσημοι διπλωματικοί επαφαί, ανιχνευτικής φύσεως, δεν θα ήσαν επιζήμιοι. Απαιτείται όμως προσοχή διά να μην εμφανισθεί τελικώς το Κυπριακό ως μια καθαρώς ελληνοτουρκική διαφορά. Δι' αυτό, δεν πρέπει να συνεχιστούν αι συνομιλίαι, προτού οι Τούρκοι εγκαταλείψουν την κατά πάντα απαράδεκτον αξίωσιν περί παραχωρήσεως βάσεως. Επρότεινον συνάντησιν Καραμανλή - Μεντερές, απερρίφθη όμως η πρότασίς των...»

«Η ευτυχεστέρα ημέρα...»

Μέχρις ότου όμως φθάσει η επιστολή του Μακαρίου στο λιμέρι του Γρίβα, οι δυο πρωθυπουργοί είχαν συναντηθεί στη Ζυρίχη...

Στην «ειδυλλιακή ατμόσφαιρα» του «Ντόνλτερ Γκραντ οτέλ» της Ζυρίχης πραγματοποιήθηκε η συνάντηση και διεξήχθησαν οι συνομιλίες που θα κατέληγαν στη δημιουργία του νέου κράτους. Την ελληνική αντιπροσωπεία αποτελούσαν: ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής, ο υπουργός Εξωτερικών Ε. Αβέρωφ, ο αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ Ξανθόπουλος-Παλαμάς και οι Δημ. Μπίτσιος και Αγγ. Βλάχος. Την τουρκική πλευρά αποτελούσαν: ο πρωθυπουργός Αν. Μεντερές, ο υπουργός Εξωτερικών Φ. Ζορλού, ο γεν. γραμματέας του υπ. Εξωτερικών Εζένμπελ, ο βοηθός του Ζεκί Κιουνερλάπ, ο συνταγματολόγος Νιχάτ Ερίμ και άλλοι υπηρεσιακοί παράγοντες.

Στις 11 Φεβρουαρίου 1959, Καραμανλής και Μεντερές έσφιξαν τα χέρια, μονόγραφαν τη Συμφωνία και την επισφράγισαν μ' ένα ποτήρι σαμπάνια. Ήταν 2.45' το απόγευμα... Ο Κ. Καραμανλής επέστρεψε αμέσως στην Αθήνα. Στο αεροδρόμιο τον ανέμεναν δεκάδες δημοσιογράφοι, προς τους οποίους είπε:

- Η ημέρα αυτή είναι η ευτυχεστέρα της ζωής μου και θα αποτελέσει σταθμόν εις την Ιστορίαν της Κύπρου...

Στις 12 Φεβρουαρίου 1959, ο Καραμανλής ενημέρωσε τον Μακάριο για ό,τι είχε συμφωνηθεί με τον Μεντερές. Ο Αρχιεπίσκοπος διάβασε τα κείμενα των συμφωνιών και εξέφρασε την επιδοκιμασία του, με δήλωση του προς τους δημοσιογράφους:

- Η επιτευχθείσα συμφωνία έθεσε την βάσιν αμέσου και τελικής λύσεως του κυπριακού προβλήματος, καθισταμένης της Κύπρου ανεξαρτήτου και κυριάρχου πολιτείας.

Όμως, από την επομένη εκδήλωσε τάσεις υπαναχώρησης από την αρχική του θέση.

Ο πρέσβης ε.τ. Αγγελος Βλάχος σε μια επιστολή του στο «Βήμα» ανέφερε μεταξύ άλλων για τη στάση του Αρχιεπισκόπου πως: «Όταν ο αρχιεπίσκοπος έθεσε θέμα Ζυρίχης, αυτό που του ζητήθηκε, δεν ήταν ν' αποδεχθεί τη Συμφωνία -πράγμα που είχε ήδη κάνει- αλλά να σεβασθεί τις υποσχέσεις που ο ίδιος είχε δώσει, οι οποίες αποτελούσαν την προϋπόθεση υπό την οποία είχε συγκληθεί η διάσκεψη του Λονδίνου...»

Για το εάν ήταν ενημερωμένος ή όχι ο Μακάριος για ό,τι συνέβη στη Ζυρίχη, έδωσε την απάντηση ο Κ. Καραμανλής στη Βουλή, κατά την αγόρευση του, στις 27 Φεβρουαρίου, όπου ανέφερε μεταξύ άλλων:

«Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ετηρήθη ενήμερος καθ' όλας τας φάσεις των διαπραγματεύσεων. Και δύο ημέρας πριν αναχωρήσω διά τη Ζυρίχη, είχον συνεργασία μαζί του και με τον Μητροπολίτη Άνθιμον, ο οποίος ήλθε επί τούτω εκ Κύπρου. Είχε καθορισθεί η γραμμή η οποία θα ηκολουθείτο...»

Ο τελευταίος κυβερνήτης της Κύπρου, Σερ Χίου Φουτ, σε μια διάλεξη που έδωσε πολύ αργότερα στο Λονδίνο, είχε πει: «Όταν υπογράψαμε τα έγγραφα, διά των οποίων εδημιουργήθη η ελευθέρα και ανεξάρτητος Κυπριακή Δημοκρατία, αφήσαμε πίσω μας τις σημαίες της Μεγ. Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας».

Ο Μακάριος ανέλαβε την ευθύνη της υπογραφής των Συμφωνιών αλλά στην πραγματικότητα δεν πίστεψε ποτέ σ' αυτές. Σ' επιστολή που απέστειλε αργότερα (1η Μαρτίου 1964) στον Γεώργ. Παπανδρέου, έγραφε για τη στάση του έναντι των Συμφωνιών: «...Είμαι ο υπογράψας τας συμφωνίας αυτάς εκ μέρους των Ελλήνων της Κύπρου. Κατά την προσωπική μου γνώμη, υπό τας επικρατούσας τότε συνθήκας, "ουκ άλλως γενέσθαι". Ουδέ επί στιγμήν όμως επίστευσα ότι αι συμφωνίαι θα αποτελούσαν μόνιμο καθεστώς. Ήτο καθεστώς σκληράς ανάγκης και, κατά την άποψίν μου, η μη χειρών τότε λύσις του κυπριακού δράματος...»

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου