Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2020

Οι χαΐνηδες της Κρήτης

 


Οι χαΐνηδες της Κρήτης

Αντάρτες και Καπετανάτα.

Η Κρήτη δεν γνώρισε την ανακούφιση των προνομίων και της σχετικής αυτοδιοικήσεως διά των δημογεροντιών, πού είχαν δοθεί στις περισσότερες ελληνικές περιοχές. Τέτοια προνόμια στην νήσο έδωσαν οι Τούρκοι μόνον στα Σφακιά, πού είχαν άλλωστε την αυτοδιοίκησή τους και κάτω από τους Ενετούς, και αυτό έξ ανάγκης. Ήθελαν ν' απαλλαγούν από την ενόχληση των Σφακιανών, πού ήταν οι πολεμικότεροι από όλους τους Κρητικούς και των οποίων τα καταφύγια, ορεινά και οχυρά, ήταν δύσκολο να προσβληθούν.

Ολόκληρο το άλλο νησί έμεινε κάτω από την χειρότερη δουλεία. Αλλ' αν έλειψαν από την Κρήτη και τα μικρότερα διοικητικά προνόμια, πού ελάφρωναν άλλου το βάρος της δουλείας, δεν έλειψε όμως και το αίσθημα της ελευθερίας. Εκείνοι πού δεν υπέφεραν τον βάρβαρο ζυγό ήταν πολλοί και αφού άλλη διέξοδος δεν υπήρχε γι’ αυτούς, ούτε τρόπος να βρουν τα δίκαια τους, πήραν τα βουνά. Αντάρτες αδιάλλακτοι απέναντι των Τούρκων μέχρι τέλους της ζωής τους, αφού δεν υπήρχαν αρματολίκια στα οποία να καταταχθούν κατόπιν συνδιαλλαγής, όπως συνέβαινε στίς άλλες τουρκοκρατούμενες περιοχές. Από τους αυθόρμητους αυτούς επαναστάτες προήλθαν οι λεγόμενοι από τους ομογενείς τους αδελφοποιτοί, και χαΐνηδες από τους Τούρκους, οι όποιοι ήταν για την Κρήτη ότι οι κλέφτες για την άλλην Ελλάδα. Η λέξις χαΐνης σήμαινε κακοποιός, άλλα και γι’ αυτούς πρέπει να θυμηθεί κανείς εκείνο πού είπε ο Κολοκοτρώνης. «Το ,,κλέφτης" βγήκε από την εξουσία». Τα σώματα τους άρχισαν να σχηματίζονται στα βουνά της Κρήτης αμέσως μετά την τουρκική κατάκτηση, απαράλλακτα όπως συνέβη και με τους κλέφτες στην ηπειρωτική Ελλάδα. Ο Τουρνεφόρ ομιλεί γι’ αυτούς και τους χαρακτηρίζει όχι ως ληστές η αντάρτες απλώς, αλλ' ως «Έλληνες επαναστάτες» και λέγει ότι επέπιπταν κατά των Τούρκων, έκαιαν, διάρπαζαν, σκότωναν και μεταχειρίζονταν εκείνους πού συλλάμβαναν με τόση σκληρότητα, ώστε είχαν αποβεί ο τρόμος των Τούρκων. Βοηθοί κατ' αρχάς των Ενετών στις μέχρι το 1715 απόπειρες τους προς ανάκτηση της Κρήτης, συνέχισαν έπειτα την επαναστατική ζωή τους όχι με την ελπίδα ν' απελευθερώσουν την πατρίδα των, άλλα μόνον για να μην υποκύψουν στους Τούρκους και να τους τιμωρούν για τα εγκλήματα τους κατά των ομογενών τους. Η παραμονή τους στα βουνά και οι πράξεις τους ήταν μία αγρία διαμαρτυρία κατά της έλλειψης των στοιχειωδών παραγόντων της ομαλής ζωής, της διοικήσεως και της δικαιοσύνης. Είχαν την συνείδηση της επαναστατικής ανάγκης και της εθνικής και ανθρώπινης αποστολής τους.

 


Οι γενναίοι αυτοί άνδρες απέβησαν οι μοναδικοί προασπιστές του ελληνικού πληθυσμού σε ολόκληρο το νησί. Οι ξεκουκούλωτοι, οι τρομοκράτες της υπαίθρου, οι ασυγκράτητοι γενίτσαροι βρήκαν στους χαΐνηδες τους δασκάλους των. Και όπου υπήρχαν πολλοί από αυτούς τους αντάρτες οι εναντίον των ελληνικών χωριών επιθέσεις ήταν ολιγότερες. Κατ’ αυτόν τον τρόπον οι Αντάρτες της Κρήτης εξασκούσαν το έργο και των αρματολών και των κλεφτών συγχρόνως με τις άλλες ελληνικές περιοχές.

Αλλά για κανένα εκ των ηρωικών αυτών ανθρώπων δεν υπήρχε έλεος όταν συλλαμβάνονταν. Οι κλέφτες της άλλης Ελλάδος συμβιβάζονταν κάποιες φορές και γινόντουσαν αρματολοί και μερικοί τιμωρούνταν μόνον με φυλάκιση, από την οποίαν συχνά σώζονταν. Αλλ' οι χαΐνηδες της Κρήτης, όταν έπεφταν στα χέρια της εξουσίας, ήταν χαμένοι. Η μανία των Τούρκων εναντίον τους δεν εύρισκε άλλην ικανοποίηση παρά μόνο την μαρτυρική θανάτωση τους. Ένας από αυτούς πού είχε συλληφθεί κατά το 1699 προσέφερε δύο χιλιάδες χρυσά για να του χαρίσουν την ζωή, αλλά ο πασάς εξαγριωμένος εναντίον του διέταξε να του κρεμάσουν στον λαιμό τα χρυσά αυτά νομίσματα και να τον πνίξουν. Λειτουργούσε γι’ αυτούς στην Κρήτη ίδιον μηχάνημα προς θανάτωση δια του διαμελισμού. Και η εκτέλεση γινόταν δημοσία προς παραδειγματισμό. Αλλά αυτό δεν εμπόδισε το να πληθυνθούν οι χαΐνηδες και να σχηματισθούν ολόκληρα καπετανάτα, τα όποια απετέλεσαν τους μεγάλους πυρήνες των διαφόρων επαναστάσεων της Κρήτης.

Η ιστορία των ανθρωπαετών αυτών των Λευκών Ορέων, πού ήταν ανάλογοι προς εκείνους του Ολύμπου, της Πίνδου, του Παρνασσού, της Οίτης, του Ταϋγέτου και των αρκαδικών βουνών δεν είναι ιστορία προσώπων. Είναι η ιστορία της αντιδράσεως της ζωτικότητας του κρητικού λαού κατά της τουρκικής βίας, η ιστορία του πνεύματος της ελευθερίας, πού δεν έπαυσε εις καμιάν εποχή να πνέει στην Κρήτη.

 


Τα χωριά Κάμπος, Θέρισσον, Λάκκοι και Μεσσαρά έγιναν τα πρώτα καταφύγια των υπερήφανων Κρητών πού συμπολέμησαν με τους τελευταίους Ενετούς κατά των Τούρκων και διασκορπίσθηκαν μετά την αναχώρηση τους. Εκεί εξακολούθησαν να προσφεύγουν και όσοι είχαν ήδη υποστεί τις πρώτες επιθέσεις των ορδών του κατακτητή και δεν ανέχονταν την τυραννία. Τα φαράγγια και τα φοβερά, ανάμεσα σε τεράστιους απρόσιτους βράχους, οροπέδια των Λευκών Ορέων έγιναν τα φρούρια τους. Οι τόποι όπου δεν έφθαναν και δεν μπορούσαν να ζήσουν παρά μόνον τα γεράκια, τα τσακάλια και τα αγριοκάτσικα έγιναν δεύτερες πατρίδες των. Και οι κρημνώδεις χαράδρες των βουνών προς τις κοιλάδες έγιναν οι δρόμοι, από τους οποίους ξεχύνονταν ορμητικοί και μαινόμενοι κατά των εγκληματικών τεράτων, πού εξαπέλυσε η τουρκοκρατία κατά της Κρήτης. Η ζωή στα απρόσιτα εκείνα μέρη των ανθρώπων αυτών, των ελευθέρων διαμέσου της ανταρσίας των, η γεμάτη από στερήσεις και κινδύνους, υπήρξε η φοβερή εξάσκηση δυναμισμού τού λαού της Κρήτης, η οποία τον καθίστα ικανό για σκληρούς αγώνας. Οι Αντάρτες αυτοί προερχόντουσαν από όλες τις τάξεις. Υπήρχαν μεταξύ των ζωηροί άνθρωποι του λαού και απόγονοι επιφανών επί ενετοκρατίας οικογενειών, πού προτίμησαν, αντί να διατηρήσουν την περιουσία και την δύναμη τους εξισλαμιζόμενοι, να πάρουν ένα όπλο και ν' ανέβουν στα βουνά. Αυτοί, μαζί με τα Σφακιά, τα όποια χάρις στα προνόμια τους κατέστησαν μία πυκνή εστία πολεμιστών, δημιούργησαν και κράτησαν την φλόγα της κρητικής ανταρσίας κατά της τουρκοκρατίας, πού ήταν αδιάλειπτη και πού έλαβε πολλές φορές μέχρι την απελευθέρωση της νησιού την έκταση επαναστάσεως. Χάρις σε αυτούς κατορθώθηκε να υποκινηθεί σε επανάσταση και η Κρήτη κατά το κίνημα του Ορλόφ. Περισσότεροι από δύο χιλιάδες ένοπλοι είχαν συγκεντρωθεί τότε στα Σφακιά, υπό τον Ιωάννη Βλάχο ή Δασκαλογιάννη, και επεχείρησαν εκστρατείας προς την Ρέθυμνο και τα Χανιά. Η γενική αποτυχία του κινήματος στοίχισε και στην Κρήτη άφθονο ελληνικό αίμα και την κατάργηση των προαιώνιων προνομίων των Σφακιών. Αλλά' η σοβαρότερη ζημιά ήταν η εξάντληση των φυσικών δυνάμεων του λαού της επαρχίας εκείνης, πού διατηρούσε έως τότε μίαν γωνιά της κρητικής γης σεβαστή στους σκληρούς δυνάστες της νήσου. Μόλις το ένα τρίτο είχε απομείνει από τον προ της επανάστασης πληθυσμό της περιφέρειας των Σφακιών. Τρεις χιλιάδες εξακόσιοι ήταν οι αιχμάλωτοι, χίλιοι πεντακόσιοι εξαφανίστηκαν εκ διαφόρων λόγων και δύο χιλιάδες εκπατρίστηκαν και κατέφυγαν στα νησιά του Αιγαίου, στις μικρασιατικές ακτές και στην Ρωσία.

Αλλά επαναλήφθηκε μετ' ολίγον εκεί το θαυμαστό φαινόμενο του Ανταίου. Η δυνατή εκείνη φυλή ανέλαβε εκ των πληγών της. Οι εναπομείναντες Σφακιανοί αναδημιούργησαν την ζωή του τόπου των εκ των ερειπίων και κατόρθωσαν πάλιν να καταστήσουν σεβαστή την χώρα των στους Τούρκους, ώστε επιδρομές δεν γίνονταν πλέον εναντίον των Σφακιών.

Διασκευή στην καθομιλουμένη από την Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του Διον. Κόκκινου

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου