Η τυπογραφία στην Επανάσταση του 1821
Από τα χρόνια του '21 το «δώρο του Πάσχα»
Γράφει ο Τάκης Κατσιμάρδος
Οι «δημόσιοι υπάλληλοι» στο Εθνικό Τυπογραφείο το διεκδικούσαν δυναμικά, την ώρα που προσέφεραν και τη ζωή τους για την ελευθερία
Καθώς γιορτάζεται τα 200 χρόνια της 25ης Μαρτίου είναι ευκαιρία να τινάξουμε λίγο τη σκόνη της ιστορίας, που αρκετά σκεπάζει. Ιδιαίτερα τους καθημερινούς αγώνες για ανθρώπους του μόχθου. Να θυμηθούμε, λόγου χάρη, ότι οι αγώνες για την επιβίωση δεν σταματούν ποτέ. Ότι γίνονταν ακόμη και στα χρόνια της Επανάστασης. Έφταναν, μάλιστα, μέχρι ξεσηκωμούς και πολύμορφες εκδηλώσεις δυσαρέσκειας. Ακόμη και απεργίες!
Για τις οικονομικές διεκδικήσεις των ναυτικών, των ένοπλων του Αγώνα και άλλων επαναστατημένων υπάρχουν πολλές μαρτυρίες, λίγο-πολύ γνωστές και έξω από τον κύκλους των ειδικών.
Υπάρχουν, όμως, και πτυχές ελάχιστα γνωστές. Όπως για παράδειγμα ότι ενώ είχε αρχίσει η Επανάσταση και μάλιστα σε περίοδο που κινδύνευε να καταπνιγεί στα σπάργανα, Έλληνες πατριώτες, προσφέροντας τη ζωή τους στον εθνικό αγώνα, ζητούσαν «δώρο του Πάσχα»!
Μπορεί να... σηκώνεται η τρίχα μερικών, που «ανακαλύπτουν» κατά καιρούς τον χαριστικό, δήθεν, 14ο μισθό, αλλά τόσο μακριά μας μεταφέρει ο θεσμός.
Έχει διασωθεί στα Γενικά Αρχεία του Κράτους ένα μοναδικό ντοκουμέντο. Πρόκειται για αίτηση με ημερομηνία 1 Απριλίου 1822, που απευθύνεται «Προς το Μινιστέριον (υπουργείο) της Οικονομίας». Εκεί διαβάζουμε:
Ολίγα γρόσια... «Επειδή και κατ' αυτάς (αυτές τις μέρες) έφτασαν αι του Πάσχα εορτάσιμοι ημέραι και θέλομεν ν' αγοράσωμεν άλλος παπούτσια, άλλος τζουράπια και άλλος άλλο τι, διά τούτο παρακαλούμεν το Μινιστέριον να μας δώση ολίγα γρόσια διά ν' απεράσωμεν ταύτας τας εορτασίμους ημέρας, αναπληρούντες τας χρείας μας.»
Την αίτηση υπογράφει από μέρους των εργατών του Τυπογραφείου της Διοικήσεως (Εφημερίδα της Κυβέρνησης θα λέγαμε σήμερα), ο αρχιτυπογράφος Κωνσταντίνος Τόμπρος.
Το έγγραφο είδε το φως για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1950 από τον ιστορικό Θ. Βαγενά. Μνεία και σχολιασμός του γίνεται την ίδια περίοδο από τον Γ. Κορδάτο στην «Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος». Ο Βαγενάς συνοδεύει τη δημοσίευση του εγγράφου με μια διαφωτιστική παρατήρηση:
«Κατά τη γνώμη μας η παροχή του δώρου για τις γιορτές στους εργάτες τυπογράφους αποτελούσε παράδοση και μέσα στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Και το δώρο αυτό λεγόταν χαρετλίκι (από την τουρκική λέξη χάϊρέτ=χάρισμα). Κα στην περίληψη του εγγράφου εκείνου σημειώνονται τ' ακόλουθα: Κωνσταντίνος Τόμπρας, τυπογράφος διά να του δώσουμε χαρετλίκι...»
Την εποχή εκείνη η «προσωρινή κατοικία της Διοικήσεως» είχε προσωρινή έδρα την Κόρινθο, ύστερα από απόφαση της Α' Εθνικής Συνελεύσεως της Επιδαύρου (Ιανουάριος 1822). Ο Τόμπρας και οι τυπογράφοι διατάχθηκαν από τη Διοίκηση (πρόεδρος ο Αλ. Μαυροκορδάτος και αρχιγραμματέας ο Θ. Νέγρης) να μεταφέρουν τον εξοπλισμό από το Άργος, όπου βρισκόταν αδρανοποιημένος.
Στην προσωρινή έδρα το τυπογραφείο εγκαταστάθηκε στο σπίτι του Θεοχαράκη, όπου και άρχισε αμέσως να λειτουργεί, παρά τα τεχνικά εμπόδια. Εμπλουτισμένο, μάλιστα, μ' ένα δεύτερο πιεστήριο, που μόλις είχε παραληφθεί έπειτα από παραγγελία στο εξωτερικό.
Η πολιτική ηγεσία βιαζόταν να εκτυπώσει το Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος. Όπως και έγινε, τις μέρες που οι τυπογράφοι διεκδικούσαν «δώρο» του Πάσχα. Αν το πήραν ή όχι δεν το ξέρουμε. Αυτό που έχει σημασία είναι πόσο βαθιές είναι οι ρίζες του θεσμού, που διατηρήθηκε τα κατοπινά χρόνια με διάφορες μορφές...
Έμεινε έρημος η τυπογραφία...
Οι ΤΥΠΟΓΡΑΦΟΙ της Επανάστασης κι άλλες φορές αναγκάστηκαν να διεκδικήσουν δυναμικά τους μισθούς τους. Είναι γνωστή και παροιμιώδης η ατασθαλία στη διαχείριση των εσόδων της Επανάστασης. Διασώζεται στα Αρχεία του Αγώνα της Παλιγγενεσίας η κήρυξη και η πραγματοποίηση απεργίας τους στις 14 Μαρτίου 1826. Πρόκειται για την πρώτη νεοελληνική απεργιακή κινητοποίηση, όπως σημειώνουν οι ιστορικοί του εργατικού κινήματος.
Με τα δεδομένα της εποχής οι «δουλευταί της Εθνικής Τυπογραφίας», όπως ονομάζονταν, ήταν δημόσιοι υπάλληλοι και αμείβονταν με ημερομίσθιο από τα ταμεία της Προσωρινής Ελληνικής Διοίκησης. Δούλευαν στην «Τυπογραφία της Διοικήσεως» (είχε ιδρυθεί από τις αρχές του 1825 στο Ναύπλιο με «εφημεριδογράφο» τον λόγιο αρχιμανδρίτη Θεόκλητο Φαρμακίδη και τυπογράφο τον Κ. Τόμπρα) και εξέδιδαν τη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος».
Πεινούσαν, όπως γράφει ο Θ. Βαγενάς, «περισσότερο από τους άλλους. Διότι όπως είναι γνωστόν, η Διοίκησις δεν είχε πάντοτε χρήματα να τους πληρώνη και οι τυπογράφοι έμειναν πολλές φορές νηστικοί και εγόγγυζαν εναντίον των υπευθύνων...»
Επειδή και οι θυσίες έχουν όρια, στις αρχές Μαρτίου 1826 διαμαρτυρήθηκαν στο υπουργείο Εσωτερικών. «Δέκα μήνες, γράφανε, όλους δουλεύομεν ενταύθα είς το Τυπογραφείον της Σεβαστής Διοικήσεως, και των πρώτων μηνών τους δεδουλευμένους ημών μισθούς ελάβομεν, και αφού ηλπίζαμεν μεγάλως να λάβωμεν και των άλλων πέντε, αφού μάλιστα εδιωρίσθη Συντάκτης ο κ. Θ. Φαρμακίδης κατά την οποίαν υπόσχεσιν μας έδωκε. Ιδωμεν όμως το εναντίον και μόνον τον εν τρίτον εκ διαλειμμάτων του μισθού μας ελάβομεν παρ' αυτού, ζητούντες δε το υπόλοιπον εξυβρίσθημεν παρά της σοφολογιότητός του, αλλά διά να μας καταπείση και λάβωμεν εθνικάς ομολογίας εμεταχειρίσθη την βίαν και λέγει "όποιος δεν λάβει αυτός θα φύγη και ούτε καν αποδεικπκόν του δίδω και ας υπάγει όπου θέλει". Με τοιούτους λοιπόν λόγους μας κατέπεισεν και μας έδωκε εθνικάς ομολογίας αντί μετρητών...»
Τα ομόλογα, όμως, δύσκολα εξαργυρώνονταν ή αγοράζονταν από κερδοσκόπους σ' εξευτελιστικές τιμές. Το υπουργείο ζήτησε εξηγήσεις από τον Φαρμακίδη. Εκείνος απάντησε αμέσως μετά την απεργία (15 Μαρτίου) κατηγορώντας τον Τόμπρα και άλλους διαμαρτυρόμενους ότι «εκίνησαν είς συνωμοσίαν και αποστασίαν όλους τους ανθρώπους της Εθνικής Τυπογραφίας» και «είς μίαν ημέραν έμεινεν έρημος η τυπογραφία». Κι όλα αυτά επειδή «έμελλαν να ζημιωθώσι και αυτοί ολίγον τι διά της ξεπεσμένης πωλήσεως των αποδεικτικών (ομολογιών)».
Φαίνεται όμως, ότι δεν περιορίστηκε σ' αυτή την απολογία. Κατήγγειλε παραλλήλως τον Τόμπρα ότι του χρωστούσε χρήματα, αλλά και για κλοπή τυπογραφικών στοιχείων (υποτίθεται τα υπέκλεψε «διά να χύση εξ αυτών άλλα στοιχεία»). Ζητούσε να τον «φυλακώση» η αστυνομία, όπως και έγινε! Δεν διασώζονται πληροφορίες για τη συνέχεια της υπόθεσης. Από άλλο έγγραφο, όμως, της Διοικήσεως, προκύπτει ότι στις 14 Μαρτίου ο Φαρμακίδης είχε εισπράξει 1.000 γρόσια. Ίσως για να πληρώσει τους απεργούς τυπογράφους είτε άλλους «απεργοσπάστες» όπως σημειώνει ο Γ. Κορδάτος, αναφέροντας απόσπασμα από τη μελέτη του Βαγενά.
«ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ» ΣΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ
Μια άλλη ανάγνωση των απεργιακών κινητοποιήσεων στα εθνικά τυπογραφεία επιχειρεί η Αικατερίνη Κουμάριανού στο κλασικό έργο «Ο Τύπος στον Αγώνα». Γράφοντας για τον Θ. Φαρμακίδη και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε στην έκδοση της εφημερίδας σημειώνει: «Υπενθυμίζω ακόμη δυσχέρειες οφειλόμενες στην έλλειψη τυπογράφων ή σπανιότητα των ειδικευμένων τεχνιτών, επόμενο ήταν να έκανε τους ολίγους υπάρχοντες απαιτητικούς, με αποτέλεσμα να επιβραδύνεται ή και να εμποδίζεται κάποτε η απρόσκοπτη συνέχιση της εφημερίδας Υπάρχουν μαρτυρίες ότι οι τυπογράφοι της "Γενικής Εφημερίδος" προβάλλοντας απαιτήσεις προκάλεσαν διακοπή της».
Οι πρώτες επίσημες εφημερίδες της Διοίκησης
ΣΑΛΠΙΓΞ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
Η «ΣΑΛΠΙΓΞ ΕΛΛΗΝΙΚΗ» ήταν η πρώτη έντυπη εφημερίδα στον ελλαδικό χώρο. Κυκλοφορούσε ως επίσημο όργανο των επαναστατικών αρχών, με συντάκτη τον Θ. Φαρμακίδη και τυπογράφο τον Κ. Τόμπρα. Υπήρξε βραχύβια και είδαν το φως στην Καλαμάτα μόνο τρία φύλλα (1, 5 και 30 Αυγούστου 1821).
ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Ο «ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ» εκδιδόταν από το 1824 ως «εφημερίς της Υδρας» από τους Κουντουριώτες και για ένα διάστημα -ελλείψει άλλου επίσημου κυβερνητικού οργάνου - ήταν και «εφημερίς της Διοικήσεως». «Εφημεριδογράφος» ήταν ο Ιταλός επαναστάτης Ι. Κιάππε, τυπογράφοι ο Τόμπρας και η ομάδα του.
ΓΕΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΣ
Η «ΓΕΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΣ», το επίσημο φύλλο της Διοικήσεως, εκδιδόταν επί επτά χρόνια (1825 -1832). Αντιμετώπιζε μονίμως οικονομικό πρόβλημα. Κυκλοφορούσε αναλόγως της πόλης, όπου βρισκόταν κατά καιρούς η έδρα της κυβέρνησης. Αντικαταστάθηκε από την «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΜΕ ΣΥΝΔΡΟΜΕΣ
Η «ΓΕΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» κυκλοφορούσε δύο φορές την εβδομάδα. Η πώληση γινόταν με συνδρομές και όσοι επιθυμούσαν μπορούσαν να εγγραφούν στα γραφεία της ή τα ταχυδρομεία που υπήρχαν, προπληρώνοντας ένα εξάμηνο (έξι ισπανικά δίστηλα τάλιρα). «Χωρίς της παρά του συνδρομητού προπληρωμής και της παρά του συντάκτου της εφημερίδος παραλαβής των χρημάτων δεν δίδεται εφημερίς εις ουδέναν» προειδοποιούσε στο πρώτο φύλλο της. Για να επαρκούν κατά το δυνατόν τα έσοδα, το Εκτελεστικό (κυβέρνηση) υποχρέωσε τους δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους να εγγραφούν συνδρομητές. Αλλά ούτε αυτό το έσοδο επαρκούσε.
Ο τυπογράφος του Αγώνα
Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΟΜΠΡΑΣ, πρωταγωνιστής στη διεκδίκηση του «δώρου του Πάσχα», αλλά και της πρώτης νεοελληνικής απεργίας, υπήρξε ο κατεξοχήν Έλληνας τυπογράφοςτου '21. Από τα χέρια του πέρασαν τα περισσότερα επίσημα επαναστατικά κείμενα των πρώτων χρόνων. Κατοπινά δημιούργησε «τυπογραφική σχολή» και μετά την επικράτηση της Επανάστασης ίδρυσε το πρώτο ιδιωτικό τυπογραφείο στο Ναύπλιο, ενώ αργότερα άσκησε το επάγγελμα του στην Αθήνα.
Είχε γεννηθεί στις Κυδωνίες (Αϊβαλί της Μι-κράδ Ασίας) και έμαθε στο Παρίσι την τέχνη της τυπογραφίας, με δάσκαλο τον περίφημο Αμβρόσιο Διδότο (Didot). Το 1819 επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου και λειτούργησε το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο. Επί δύο χρόνια, μέχρι την καταστροφή του από τους Οθωμανούδ (Ιούνιος 1821), είχε στοιχειοθετήσει και εκτυπώσει αρκετά βιβλία. Ο νεαρός Τόμπρος αναγνωριζόταν από τότε ως εξαιρετικός τυπογράφος.
Κατόρθωσε να διαφύγει από τις Κυδωνίεςε, μαζί με τους βοηθούς του, στα Ψαρά. Από 'κεί τον κάλεσε ο Δ. Υψηλάντης για να αναλάβει την εγκατάσταση του τυπογραφείου, που είχε φέρει μαζί του από την Τεργέστη στην Ελλάδα.
Με τον Υψηλάντη συναντήθηκαν στα Βέρβαινα, απ' όπου ο εξοπλισμός μεταφέρθηκε στην Καλαμάτα. Σε τζαμί της πόλης, κοντά στην είσοδο του Κάστρου, εγκατέστησε ο Τομπρας το πρώτο τυπογραφείο στην ελεύθερη Ελλάδα. Εγκαινιάστηκε με την εκτύπωση της διακήρυξης του Δ. Υψηλάντη «Προς τους Έλληνας» (μέσα Ιουλίου 1821). Απ' αυτό βγήκε και η πρώτη έντυπη εφημερίδα του Αγώνα «Σάλπιγξ Ελληνική».
Μετά την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς (Σεπτέμβριος) αποφασίστηκε να μεταφερθεί εκεί το τυπογραφείο. Εξαιτίας της ανώμαλης κατάστασης έγινε, όμως, νέα μετακίνηση. Αυτή τη φορά στο Αργος. Αλλά ούτε τότε έγινε κατορθωτό να λειτουργήσει το τυπογραφείο. Ίσως λόγω και βαριάς ασθένειας του Τόμπρου. Αυτό θα γίνει τελικά στην Κόρινθο. Εκεί θα εκδίδονται έντυπα των επαναστατικών αρχών μέχρι την εισβολή του Δράμαλη, όταν το τυπογραφείο εγκαταλείφθηκε, μαζί με την πόλη, και καταστράφηκε (Ιούλιος 1822).
Ο Τόμπρος έχει πλέον καθιερωθεί ως ο τυπογράφος της Διοίκησης και το επόμενο διάστημα θα είναι ο υπεύθυνος της στοιχειοθεσίας και εκτύπωσης του «Φίλου του Νόμου» στην Ύδρα και σε συνέχεια της «Γενικής Εφημερίδος».
ΕΘΝΟΣ 21.3.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου