Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΤΩΝ ΠΛΑΝΟΒΙΩΝ

 


ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΤΩΝ ΠΛΑΝΟΒΙΩΝ

 

 «Χαρά σ΄ εκείνον που ξέρει να τον γυρίζει,  τον κόσμο αυτόν»

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «Ο ξεπεσμένος δερβίσης»

 

Γράφει ο Αλέξανδρος Μαυρικάκης

Η ιστορία μάλλον θα τους αγνοήσει. Δεν έκαναν κάποια ηρωική πράξη, δεν προήγαγαν την επιστήμη και τις τέχνες, δεν διέπρεψαν ως επιχειρηματίες ή ως πολιτικοί παράγοντες. Ήταν όμως ήρωες της βιοπάλης, προήγαγαν την ευπρέπεια και το ήθος και δίδαξαν αλληλεγγύη  βοηθώντας από το υστέρημά τους όσους είχαν ανάγκη. Η σημαντικότητα του ασήμαντου για την ιστορία βίου τους, δίδαξε αξιοπρέπεια και άφησε μια γλυκιά ανάμνηση για τα χρόνια που «η ζωή ήταν αλλιώς».

 

Αδελίνα Γκιτάρ

 


 

Η Αδελίνα Γκιτάρ, γνωστότερη ως μαντάμ Ορτάνς (Ορτανσία) (1863 – 2 Μαΐου 1938) ήταν Γαλλίδα ιερόδουλη, η οποία μάς έγινε  γνωστή όταν, στις αρχές του εικοστού αιώνα, εγκαταστάθηκε στην Κρήτη (1898) μαζί με άλλες κοπέλες για να προσφέρει τις υπηρεσίες της στους άνδρες των Μεγάλων Δυνάμεων. Μάς έγινε επίσης γνωστή στη μυθιστορηματική της εκδοχή μέσα από το μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη  «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά».

Ήταν η εποχή  που κυοφορούταν, με πολλή βία και αίμα, η απελευθέρωση της  Κρήτης.  Το 1897 ανατέθηκε στον Φελίτσε Ναπολεόνε Κανεβάρο από τις Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία και Ιταλία) η αρχηγία του ενωμένου στόλου προκειμένου να δοθεί αυτονομία  στο νησί. Τον Μάρτιο του 1997 οι Μεγάλες Δυνάμεις κατέλαβαν το νησί και το διαίρεσαν σε ζώνες κατοχής. Οι μάχες μεταξύ Κρητών και Τούρκων συνεχίστηκαν με αγριότητα. Στις 2 Νοεμβρίου 1898  οι τούρκοι στρατιώτες εγκατέλειψαν  οριστικά τη Κρήτη και το Δεκέμβριο του 1898  αποβιβάστηκε  στη Σούδα ο πρίγκιπας Γεώργιος ως ύπατος αρμοστής. Μετά την επανάσταση  του Θερίσου το 1905,  η  Ορτάνς   έφυγε για το Ηράκλειο και μετά  για την  Σητεία όπου άνοιξε καφωδείο αλλά, λίγο καιρό αργότερα, μετακόμισε στον Άγιο Νικόλαο ανοίγοντας και πάλι ένα καφωδείο στην προκυμαία της πόλης. Αργότερα το 1916 μετακόμισε στην Ιεράπετρα με τον σύζυγό της (παντρεύτηκε στη Σητεία ή στον Άγιο Νικόλαο) και  άνοιξαν  μαγαζί στη Μεσοκαστελιά. Μετά τον χωρισμό της και με τον τίτλο της άμισθης  υποπρόξενου της Γαλλίας, η Ορτάνς άνοιξε εστιατόριο. Η Αδελίνα Γκιτάρ, η μαντάμ Ορτάνς που έζησε την απελευθέρωση της Κρήτης,  άφησε το μάταιο κόσμο το 1938, λίγο πριν τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο.

 «Ήταν μια αγία η μαντάμ Ορτάνς, είχε πει ο παπά Μανώλης Τζοβαλάκης.   Δεν ξέρω αν αμάρτησε στα νιάτα της, εξάλλου ποιός είναι ο αναμάρτητος, αλλά ορκίζομαι στο σταυρό που κρατώ και στη λειτουργία που κάνω ότι έζησε στα στερνά της σαν αγία και πέθανε σαν αγία κάνοντας χιλιάδες καλοσύνες και βοηθώντας από το υστέρημά της τους συνανθρώπους της…»

( Για την Μανταμ Ορτάνς διαβάστε περισσότερα εδώ :  

http://boraeinai.blogspot.com/2019/05/blog-post.html )

 

Σαλή Χελιδονάκης

 


Ο Σαλή Χελιδονάκης, αν δεν γνώρισε την Ορτάνς στα Χανιά, σίγουρα θα άκουσε να μιλάνε γι αυτήν.  Ο Σαλή, ο μαύρος βαρκάρης των Χανίων, ήταν απόγονος μαύρων εργατών, γνωστών ως «χαλικούτηδων», από την εποχή της Αιγυπτιοκρατίας στην Κρήτη (1830-1840). Το «χαλικούτης» προέρχεται από το αφρικανικό «Χαλ Ιλ Κούτι», δηλαδή «άφησε κάτω το κιβώτιο», φράση συνηθισμένη ανάμεσα στους αφρικανούς αχθοφόρους. Υπάρχει και η άποψη πως δεν ήταν «χαλικούτης» αλλά  απόγονος μαύρων δούλων που είχαν φέρει οι Άραβες δουλέμποροι στο νησί.  Σήμερα θα τους λέγαμε οικονομικούς μετανάστες.

Ο Σαλή δε θέλησε να εγκαταλείψει τα Χανιά κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922. Έγινε γνωστός στην χανιώτικη κοινωνία από το επάγγελμα του βαρκάρη και τη μεταφορά επιβατών και αποσκευών από τα πλοία της γραμμής στην αποβάθρα. Κυρίως έγινε γνωστός  για την εργατικότητα, την εγκαρδιότητα και την καλοψυχία του, το χαμόγελό του, την γενναιοδωρία του και την αλληλεγγύη που έδειχνε, φτωχός ό ίδιος, στους  φτωχούς και ανήμπορους. Λέγεται πως κάποτε που κέρδισε τον πρώτο λαχνό του λαχείου  προίκισε 2 ορφανές κοπέλες.

Πέθανε στις 29 Φεβρουαρίου 1967. 

( Για το Σαλή διαβάστε περισσότερα εδώ :  

http://boraeinai.blogspot.com/2018/04/blog-post_11.html  )

 

Άβελ Σεστάκ

 


Ο Άβελ Σεστάκ ήρθε στο Ηράκλειο από την μακρινή  Αμερική.  Γεννήθηκε στην Αργεντινή από Γάλλους μετανάστες, στις 25 Αυγούστου του 1918, το ίδιο έτος που τελείωσε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος με ήττα της Γερμανίας και των συμμάχων της. Ο Άβελ ήταν ένας γίγαντας με χρυσή καρδιά που η γνωριμία του με την κυρία Κατερίνα, την μέλλουσα γυναίκα του, τον έφερε στο Ηράκλειο της Κρήτης.

Ήταν ο ήρωας όλων των παιδιών της πόλης, ό ήρωας που νικούσε όλους τους αντιπάλους του στους λαϊκούς αγώνες πάλης, που διεξαγόταν στο γήπεδο του ΟΦΗ, στην Όαση και στο Μαρτινέγκο. Αντιπάλους  είχε τον Λαμπράκη, τον Παπαλαζάρου, τον Πρίμο Καρνέρα, τον Ζιγκουλίνωφ, τον Ινδό μασκοφόρο, τον Καρπόζηλο  αλλά και τον  Γιώργο Τρομάρα, με διαιτητή συνήθως τον Κώστα Ρουμελιώτη (που διατηρούσε κατάστημα  στην  Πλατιά Στράτα).

Οι χώροι που πάλευε τη δεκαετία του ΄60 ο πολύφημος αυτός γίγαντας, γέμιζαν  κόσμο, ιδίως παιδιά, που μετά τη λήξη του αγώνα και με νικητή βέβαια πάντα τον Άβελ, έκαναν αναλύσεις  με ύφους ειδικού, σχολίαζαν εκστασιασμένα τα «αεροπλανικά» κόλπα και ενίοτε τα εφάρμοζαν στις αλάνες και στις γειτονιές. Ο γίγαντας αυτός  βοηθούσε όποιο φίλο είχε ανάγκη, πήγαινε με φίλους του στην αγροτική του περιουσία, χαιρετούσε όποιον περνούσε έξω από το σπίτι του και έβγαινε με τα δυο μικρά του παιδιά βόλτα στις Τρείς Καμάρες. Η αγάπη του για την χώρα  που ζούσε και θεωρούσε πατρίδα του φάνηκε όταν το 1974 ζήτησε να επιστρατευτεί αλλά το αίτημά του απορρίφτηκε.

Την Κυριακή στις 15 Ιανουαρίου 1995 η καρδιά του γίγαντα Άβελ σταμάτησε να χτυπάει. Μαζί της σταμάτησε και η καρδιά μιας άλλης εποχής.  

 

Μανώλης Μ. ή Μανώλας

 


 

Στους αγώνες πάλης του Άβελ σύχναζε ενίοτε και ο Μανώλης,  πιο γνωστός, λόγω του σωματικού όγκου, της μεγάλης δύναμης και της βροντερής  φωνής ως Μανώλας. Ο Μανώλης Μ.  ή Μανώλας,  καταγόταν από την Κίσσαμο Χανίων και κάποιο ατυχές γεγονός, όπως λέγανε, τον ανάγκασε να φύγει  και να έρθει στο Ηράκλειο  κάνοντας τον αχθοφόρο.

Περνοδιάβαινε την Πλατιά Στράτα, τον μεγάλο τότε εμπορικό δρόμο του Ηρακλείου,  κουβαλούσε με το καρότσι του εμπορεύματα, μετέφερε δέματα στα πρακτορεία και ξεκουραζόταν καθισμένος στο καρότσι στην πλατεία Κορνάρου. Ο εμβληματικός αυτός  βιοπαλαιστής ήταν φανατικός κινηματογραφόφιλος, σύχναζε στη «μικρή βουλή» (εστιατόριο Κνωσός), μάζευε χρήματα και ταξίδευε (όπως λέγανε) στο εξωτερικό και ήταν αιμοδότης. Κάποτε εκνευρίστηκε  όταν  αχθοφόρος του Πειραιά δεν γνώριζε ποιος ήταν ο πρόεδρος του σωματείου του, δείχνοντας έτσι πως  είχε συνείδηση εργάτη.

 Έφυγε στα τέλη της δεκαετίας του ΄80, ήσυχα όπως έζησε και πήγε στον Παράδεισο.

( Για τον Μανώλα διαβάστε περισσότερα εδώ :  

http://boraeinai.blogspot.com/2021/04/blog-post_66.html   )

 

Επιμύθιον

 


Σε εκείνο τον Παράδεισο που δεν γίνονται διακρίσεις σε θρησκείες, σε οικονομικούς μετανάστες, σε πρόσφυγες, σε μαύρους και σε λευκούς, σε πόρνες και σε νοικοκυρές. Στον Παράδεισο των βιοπαλαιστών, των αμαρτωλών αγίων, των φτωχών διαβόλων, των πλανόδιων και πλανόβιων του κόσμου. Εκεί βρήκε ο Μανώλας τον  Σαλή, την Ορτάνς και τον Άβελ να συζητάνε και να μιλάνε για τη ζωή τους.

Ο Άβελ  εξιστορούσε  την πορεία του ως πυγμάχου  στην Αμερική.  «Λέγανε πως ήμουνα πολύ δυνατός ... πάλεψα και δεν με νίκησε κανένας… όμως πιο δυνατός κι από εμένα υπήρξε ο έρωτας που με πήρε από την Αμερική και με έφερε στη Κρήτη… έπαιξα και σε μια ταινία που με ήθελαν για τη δύναμή μου…».

«Την είδα»,  είπε  ο  Μανώλας  με την βροντερή φωνή του.  «Ξέρεις πως μου άρεσε ο κινηματογράφος… ταξίδευα βλέποντας τις ταινίες … ζούσα μια άλλη ζωή μέσα στην σκοτεινή αίθουσα…». 

Ο Σαλή, με το γλυκό του χαμόγελο, εξηγούσε γιατί δεν θέλησε να φύγει από τα Χανιά το 1922 με την ανταλλαγή των πληθυσμών. «Αισθανόμουν  τα  Χανιά ως  πατρίδα μου… εξάλλου όπου και να πήγαινα βαρκάρης θα ήμουνα… ας μείνω λοιπόν εδώ, είπα, με ανθρώπους που αγαπάω και με αγαπούν….».

Η μαντάμ Ορτάνς καλοχτενισμένη και στολισμένη,  κοίταξε τον Σαλή και χαμογέλασε.

«Τα Χανιά λοιπόν…»,  είπε πολύ σιγά.

Δεν είπε τίποτα άλλο. Κοίταξε κάπου μακριά σα να περίμενε κάτι. Περίμενε τον Ιταλό Ναύαρχο Κανεβάρο. Όλοι  ήξεραν πως αν και γνώρισε πολλούς άντρες, αυτός παρέμεινε ο μεγάλος έρωτας της ζωής της.    

 


 

“Play it again, Sam”.

Του Αλέξανδρου Μαυρικάκη

Ο Αλέξανδρος Μαυρικάκης είναι οικονομολόγος MSc

Το διαβάσαμε στο: rogmeshra.blogspot.com

https://www.pancreta.gr/voices.php?p=15731

 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

 


ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

 

Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η σοβαρότερη και πιο ιερή Μέρα του ορθόδοξου εορτολογίου.

Τα βασικά εκκλησιαστικά τελετουργικά της στοιχεία είναι : η Ακολουθία «των Ωρών» το πρωί, με τα Ευαγγέλια και την Αποκαθήλωση, κι ο Επιτάφιος (θρήνος), το απόγευμα ή το βράδυ, (κάποτε και προς το χάραμα του Σαββάτου).

Τα βασικά λαογραφικά της στοιχεία είναι : η αυστηρότατη νηστεία (μερικοί μάλιστα δροσίζουν μόνο με ξίδι τα χείλη τους, σαν το Χριστό), η επίσκεψη στα νεκροταφεία, (όπου και οι ψυχές συμπενθούν), τα άφθονα άνθη για τον Επιτάφιο με τον ανταγωνισμό του στολισμού, και ή γραφική περιφορά των Επιταφίων, το βράδυ.

Ο αείμνηστος καθηγητής Δημ. Σ. Λουκάτος στο βιβλίο του «Πασχαλινά και της Άνοιξης» (εκδόσεις Φιλιππότη) μας προσφέρει μια σπουδαία περιγραφή της «Αποκαθήλωσης» αλλά και όσων προαναφέραμε και έχουν σχέση με την ημέρα αυτή.

 

Η ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΗ

 


Η «Αποκαθήλωση» μέσα στην κατάμεστη πάντα εκκλησιά, προς το μεσημέρι, είναι μια από τις πιο αναπαραστατικές σκηνές της ορθόδοξης τελετουργίας. Ο ιερέας παριστάνει τον Ιωσήφ (από Αριμαθαίας), ανεβαίνει με μικρή σκάλα στον στημένο Σταυρό, αποκαθηλώνει τον «Εσταυρωμένο» και τον πηγαίνει σεβαστικά στο "Άγιο Βήμα, απ' όπου θα ξαναβγεί κρατώντας το ξαπλωτό νεκρό σώμα του Χριστού (τον Αμνό), για τον Επιτάφιο. Με πομπή θα το αποθέσει στο ανθοστολισμένο κουβούκλιο. Στο διάστημα αυτό ψάλλετε συνοδευτικά ένα αφηγηματικό και ποιητικότατο Δοξαστικό των Αποστίχων («Σέ τόν αναβαλλόμενον τό φως ώσπερ ιμάτιον...»), σε ήχο πλάγιο πρώτου, πού, όταν ό ψάλτης είναι ικανός, αποτελεί ένα από τα αρχαιοπρεπέστερα και συγκινητικά μουσικά μελωδήματα των Παθών. Κι ό ιερέας προσαρμόζει θεαματικά τις κινήσεις του, με τα αντίστοιχα λόγια: — «Πώς σέ κηδεύσω, Θεέ μου;...» κτλ. Λεμονανθοί και ραντίσματα, την ώρα εκείνη, δίνουν στο πρώτο προσκύνημα του νεκρού Ιησού ανθρώπινο νόημα...

 

Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΘΡΗΝΟΣ

 


 

Η βραδινή ακολουθία του Επιταφίου ψάλλεται με λιγότερο πένθος. Ο διάκοσμος, τα λουλούδια και τα φώτα της εκκλησίας, μαζί με την παριστάμενη νεότητα και την περιβάλλουσα άνοιξη, δημιουργούν μιαν αισιόδοξη ατμόσφαιρα, πού προοιμιάζει την Ανάσταση. Τα άμφια των ιερέων είναι πανηγυρικά, κι η όλη Υμνολογία (ο κανόνας και τα εγκώμια) ψάλλεται με ρυθμό ζωηρό και εναρμόνιο. Το «Αί γενεαί πάσαι» γίνεται για όλο το εκκλησίασμα ένα πολυφωνικό άσμα, πού το χαίρονται κι οι πιο αυστηροί ρινόφωνοι ψαλμωδοί.

 

Η ΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ

 


 

Η περιφορά του Επιταφίου έπειτα, έξω στις συνοικίες και στο ύπαιθρο, είναι ένα ελληνικό, τελετουργικό, αλλά και ανταγωνιστικό για τις ενορίες και τα χωριά γεγονός, πού θέλουν να επιδείξουν το ωραιότερο στόλισμα και την επιβλητικότερη πομπή. (Αποκορύφωμα της ψυχολογίας αυτής είναι ό υπερβολικά επίσημος χαρακτήρας του Επιταφίου της πρωτεύουσας, πού μοιάζει με στρατιωτική και κρατική πομπή). Στα παλιότερα χρόνια γίνονταν και συγκρούσεις ανάμεσα σε Επιταφίους, πού διεκδικούσαν ένα διάβα, ή δεν δέχονταν προσβλητικά λόγια για το στόλισμα και τη σημασία τους. Ήταν έντονο τότε και το θρησκευτικό «φιλότιμο» των παραμικρών συνοικιών. ('Αλλά και το ανοιξιάτικο συμβολικό πάλαιμα υποφαίνεται επίσης).

Γραφικοί όμως απομένουν πάντα οι Επιτάφιοι των ενοριών, στις πόλεις και στα χωριά, με το καλλιτεχνικό ανθοστόλισμα και τους πιστούς πού ακολουθούν με αναμμένα (κίτρινα) κεριά. Τώρα συνηθίζουν να συγκεντρώνονται όλοι μαζί οι Επιτάφιοι (ειρηνικά) σε κεντρικό χώρο, όπου αναπέμπουν και κοινή δέηση, ιδιαίτερα με την παρουσία του Επισκόπου. Γραφικότεροι όμως γίνονται στα Νησιά μας, όπου περνούν πλάι από τη θάλασσα (και σκέφτονται τους ναυτικούς και τους ξενιτεμένους), ή στα ορεινά κι απομονωμένα χωριά, όπου βγαίνουν στα ξάγναντα και πέμπουν τη θρησκευτική συγκίνηση κι ευλογία τους στους άλλους ανθρώπους και χώρους.

Η βαθύτερη και πιο λαϊκή σημασία της περιφοράς του Επιταφίου είναι ό εξαγιασμός του όλου χώρου των σπιτιών και των κτημάτων του χωριού και η ντόπια αναπαράσταση της «κηδείας» του Χρίστου, πού θα κατοχυρώσει το χωριό από κοινούς θανάτους. Οι κάτοικοι συμμετέχουν με θρη­σκευτικές τιμές και λιβανίσματα στην εκφορά αυτή, και δεν ξεφεύγει από τη σκέψη τους η διδασκαλία της Εκκλησίας, ότι ό Χριστός, κατεβαίνοντας στον Άδη, θα συναντήσει και τους δικούς των νεκρούς. Γι' αυτό κι οι πονεμένοι θυμιάζουν και θρηνούν την ίδια ώρα τους νεκρούς των, γι' αυτό και σε μερικά νησιά βγάζουν στην πόρτα τις φορεσιές των ναυτικών πού χάθηκαν, να περάσει από κοντά τους ο Επιτάφιος. Νεκρολατρικό είναι και το έθιμο, στη Β. Ελλάδα (Σέρρες), να βγάζουν στην πόρτα των σπιτιών εφήμερη πρασινάδα από φακές ή στάρι (Αδωνίδος κήποι), συμβολική ενέργεια για τους νεκρούς και την ανάσταση τους.

Οι Επιτάφιοι συγκεντρώνουν όλη τη δύναμη της Μεγαλοβδομαδιάτικης ευλογίας. Είναι το αποκορύφωμα του μεγάλου γεγονότος του θανάτου του Χρίστου, πριν από την Ανάσταση. Γι' αυτό και όταν είναι να μπει στην εκκλησιά ό Επιτάφιος, περνούν από κάτω του οι αδύναμοι κι οι άρρωστοι, για να γερέψουν. Και στο τέλος τρέχουν «ν' αρπάξουν» από τα λουλούδια κι από τα κεριά του, να κρατήσουν όλοι κάτι στα σπίτια τους φυλετικό, για τον κεραυνό, για τις θύελλες και για τις αρρώστιες.

 

Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

 


 

Την αυστηρή νηστεία της Μ. Παρασκευής επιβάλλουν παλιές εκκλησιαστικές διατάξεις, πού, όπως γράφονται στο Τριώδιο:

«ουδέ τράπεζαν ιστώμεν ούτε έσθίομεν... Ει δέ τυχόν εστί τις ασθενής και ύπέργηρως και αδυνάτως έχων... δίδοται αυτώ άρτος και ύδωρ, μετά τήν δύσιν ηλίου».

Είχαν πάρει τόσο στα σοβαρά την ασκητική αυτή απαγόρευση οι παλιότερες γενεές, πού αναφέρεται (σαν ανεκδοτική υπερβολή) από τους Έλληνες του Πόντου, ότι τη Μεγάλη Παρασκευή «εφτά χρονών παιδί εφτά φορές λιγώθηκε, και νερό δεν του δώκαν να πιει».

Στους καιρούς μας ή νηστεία περιορίζεται το πολύ ως το λάδι. Πολλές όμως αυστηρά θεοσεβείς γυναίκες δεν τρώνε τίποτα όλη μέρα, μόνο προς το τέλος πίνουν λίγο ξίδι, ή ζωμό από βρασμένους κοχλιούς (Κρήτη), για να συμμερίζονται «το όξος και τη χολή» πού ήπιε ό Χριστός. Ελαφρότερο είναι να φάνε μόνο χαλβά και ψωμί και να περάσουν με τον καφέ της παρηγοριάς. Αλλά τό λογικότερο, γιά τις οικογένειες, είναι να μαγειρέψουν όσπριο χωρίς λάδι, με τα γνωστά νηστίσιμα της Καθαρής Δευτέρας.

 

ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΑ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΑ

 


Η απογευματινή επίσκεψη στα Νεκροταφεία (ιδιαίτερα των μεγαλουπόλεων) εξηγείται με τη γενική ατμόσφαιρα του πένθους. Η θύμηση των νεκρών (υποσυνείδητη πίστη μας στην αθανασία) είναι κάτι ανθρώπινο, πολύ περισσότερο σήμερα, με τον μεγάλο συμβολικό θάνατο του Χριστού. Η «εις Άδου κάθοδος» με τις γνωστές περιγραφές των Ευαγγε­λίων, της υμνογραφίας και των εικονογραφιών, εδημιούργησαν πλήθος δοξασίες για την άνοδο στη γη των νεκρών, πού βγαίνοντας με τον Χριστό θα παραμείνουν επάνω, ως την Ανάληψη ή την Πεντηκοστή. Η ίδια η ανθοφορία της γης οδηγεί τη σκέψη μας στο ανέβασμα αυτό, πού είναι χαρούμενο και ελπιδοφόρο.

Τα ανθοπωλεία έχουν σήμερα επισημάνει την εθιμική αυτή έξοδο των ανθρώπων στους τάφους κι έχουν στήσει πρατήρια με στεφάνια, φυσικά ή τεχνητά, στην είσοδο των νεκροταφείων, όπου επίσης συγκεντρώνονται και πλήθος ζητιάνοι, για το «ψυχικό» της ημέρας. Γραφική είναι το βράδυ κι ή περιφορά Επιταφίων στους τάφους, πού γίνεται από τις εκκλησίες των νεκροταφείων.

 

Πηγή:

Δημ. Σ. Λουκάτου «Πασχαλινά και της Άνοιξης» (εκδόσεις Φιλιππότη)

 

Πέμπτη 29 Απριλίου 2021

Ποιοι ευθύνονται για την καταδίκη του Θεανθρώπου;

 

ΓΚΟΥΣΤΑΒ ΝΤΟΡΕ (1823-1883), «Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΤΕΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΣΚΑΛΕΣ ΤΟΥ ΠΡΑΙΤΩΡΙΟΥ», ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΤΗΣ ΝΑΝΤΗ

 

Ποιοι ευθύνονται για την καταδίκη του Θεανθρώπου;

Θρησκευτικούς αλλά και πολιτικούς λόγους επικαλούνται οι ερευνητές της ιστορικής δίκης

Απ’ όλες τις δίκες στην ιστορία του ανθρώπου, καμιά δεν υπήρξε τόσο σημαντική όσο η δίκη του Χριστού. Στην Ιερουσαλήμ, τον Απρίλιο του έτους  30 ή 33 μ.Χ., ο Ιησούς ο Ναζωραίος συνελήφθη, προσήχθη σε θρησκευτικό δικαστήριο, δικάστηκε από ένα Ρωμαίο κυβερνήτη, καταδικάστηκε σε θάνατο και σταυρώθηκε. Ποια σημασία είχε αυτό το γεγονός; Σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο, «ο Θεός εκδήλωσε την αγάπη του προς εμάς, παρ' όλο που ήμασταν αμαρτωλοί. Ο Χριστός πέθανε για μας... έχυσε το αίμα του για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες μας». Ετσι άρχισαν όλα.

Όμως, όλα τα οράματα για τη σωτηρία του ανθρώπου αμαυρώθηκαν από την αναζήτηση του ποιος έχει την ευθύνη για το θάνατο του Σωτήρα. Σύμφωνα με το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ο όχλος φώναζε «το αίμα του πάνω μας και πάνω στα παιδιά μας», ενώ ζητούσε το θάνατο του Ιησού. Έτσι επί αιώνες, οι Χριστιανοί τιμωρούσαν τους Εβραίους με σφαγές και διωγμούς, πογκρόμ και αποπομπές, κατηγορώντας τους ως δολοφόνους του Χριστού», στρώνοντας το έδαφος για τις ακατονόμαστες φρικαλεότητες του Ολοκαυτώματος. Το αντιεβραϊκό μένος δεν προερχόταν μόνο από εκείνους που είχαν παρερμήνευση τη διδασκαλία του Χριστού, αλλά από τους ίδιους τους θρησκευτικούς ηγέτες, από τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο και τον Θωμά τον Ακινάτη, όπως επίσης και από τον Μαρτίνο Λούθηρο, ο οποίος εστράφη εναντίον των Εβραίων αφού αυτοί απέρριψαν μετά βδελυγμίας τις μεταρρυθμισείς του.

Δίτομη μελέτη

Τον προπερασμένο αιώνα, ο πολιτικά ορθός τρόπος απόδοσης ευθύνης για το θάνατο του Ιησού ήταν να την επιρρίψει σε μια εκλιπούσα αυτοκρατορία -τη Ρώμη των Καισάρων και του εκπροσώπου τους στην Ιουδαία, Πόντιου Πιλάτου. Όμως μια νέα, δίτομη μελέτη, ενός επιφανούς μελετητού των Ευαγγελίων, απορρίπτει αυτή την προσέγγιση. «Δεν μπορεί απλώς να πει κανείς ότι δεν υπήρξε εβραϊκή ανάμιξη στο θάνατο του Ιησού», λέει ο πατήρ Ρέιμοντ Μπράουν, συγγραφεύς της μελέτης ο «Θάνατος του Μεσσία», η οποία επανεξετάζει πολλά θέματα σχετικά με τη σταύρωση. «Ο Ιησούς ήταν Εβραίος και είχε ν' αντιμετωπίσει Εβραίους ιθύνοντες. Έτσι η εύκολη λύση, ότι επρόκειτο για μια καθαρά ρωμαϊκή υπόθεση, δεν ευσταθεί».

Πάντως, υποστηρίζει ότι μια προσεκτική μελέτη των Ευαγγελίων διευκολύνει την κατανόηση και διαφωτίζει. «Οι Χριστιανοί κακώς χρησιμοποίησαν τη σταύρωση, για να κατηγορήσουν και να καταδιώξουν τους Εβραίους. Γι' αυτό το λόγο, για πολλούς Εβραίους η σταύρωση είναι μια αποτρόπαια πράξη, επειδή τους θεωρούν υπεύθυνους. Από τη στιγμή που πρέπει να συμβιώσουμε σ' αυτό τον κόσμο, πιστεύω ότι θα βοηθήσει και τις δυο πλευρές να δουν πώς διαμορφώθηκε η ιστορία, ανάλογα με τον τρόπο που αντιμετωπίζεται το θέμα της σταύρωσης.

Ο ρόλος των Εβραίων

Ο Μπράουν αρχίζει προσδιορίζοντας με μεγάλη προσοχή τον εβραϊκό ρόλο στο θάνατο του Ιησού και τονίζει ότι πολλοί Εβραίοι αισθάνονταν συμπόνια για τον Ιησού και ότι μόνο οι ιθύνοντες ήταν υπεύθυνοι για την καταδίκη του σε θάνατο. «Δεν μιλάω για ενοχή, απλώς για ευθύνη», λέει. «Εκείνοι που συνέβαλαν στην εκτέλεση του κατηγορουμένου, είναι υπεύθυνοι για το θάνατο του. Είναι ένοχοι, μόνο αν γνώριζαν ότι ο κατηγορούμενος ήταν αθώος». Ο Μπράουν πιστεύει ότι πίσω από την απόφαση της καταδίκης του Ιησού κρύβονταν θρησκευτικά και πολιτικά αίτια.

Παρ' όλ' αυτά, πολλοί ιστορικοί έχουν αναπτύξει θεωρίες που ελαχιστοποιούν την ανάμιξη των Εβραίων, ακόμη και των θρησκευτικών ηγετών τους.

Ο Ελις Ρίβκιν, του Κολεγίου Εβραϊκής Ένωσης στο Σινσινάτι του Οχάιο, ισχυρίζεται ότι τα πραγματικά θρησκευτικά δικαστήρια ήταν ανεξάρτητα από το Σανχεντρίν, το συνέδριο Εβραίων αρχιερέων και πρεσβυτέρων, με το οποίο βρέθηκε αντιμέτωπος ο Ιησούς μετά τη σύλληψη του. Περιγράφει το Σανχεντρίν ως ένα πολιτικό σώμα, το οποίο συνεργαζόταν με τις ρωμαϊκές δυνάμεις κατοχής και δεν είχε καμιά θρησκευτική νομιμότητα. «Οι θρησκευτικές διδασκαλίες και οι πεποιθήσεις του Ιησού δεν θα περνούσαν ποτέ από δίκη. Το μόνο που ενδιέφερε τους κριτές ήταν οι πολιτικές τους συνέπειες», λέει ο Ρίβκιν.

Στο βιβλίο του, ο Μπράουν εξετάζει εξονυχιστικά τα αρχαία κείμενα -εβραϊκά και χριστιανικά- και υποστηρίζει ότι το Σανχεντρίν ήταν το μοναδικό αναγνωρισμένο εβραϊκό συνέδριο, το οποίο χειριζόταν θρησκευτικές και πολιτικές υποθέσεις, αν και υποχείριο των Ρωμαίων και γι' αυτό το λόγο μεταγενέστερα θεωρήθηκε από τους Εβραίους διεφθαρμένο.

Άλλοι Εβραίοι συγγραφείς αμφισβητούν ότι έγινε πραγματικά η δίκη του Ιησού. Η βραδυνή ακρόαση και η βιαστική ετυμηγορία, λόγου χάρη, όπως περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη, θεωρούνται παραβίαση του θρησκευτικού νόμου. Όμως, ο Μπράουν λέει ότι δεν υπάρχει λόγος να υποθέσει κανείς ότι οι Εβραίοι του 30 μ.Χ. θα είχαν τηρήσει αυστηρά τις τυπικές διαδικασίες, οι οποίες δεν καταγράφηκαν παρά μόνο δύο αιώνες αργότερα στο Μισνάχ, τη ραβινική ταξινόμηση του προφορικού νόμου που ερμηνεύει τη Βίβλο.

Όσο για εκείνους που πιστεύουν ότι οι Ρωμαίοι δεν θα σχεδίαζαν μια εκτέλεση, αιτία της οποίας θα ήταν οι θρησκευτικές έριδες των Εβραίων, ο Μπράουν τονίζει ότι 30 χρόνια αργότερα, Εβραίοι ιθύνοντες καταδίκασαν σε θάνατο τον Ιησού, υιό του Ανανία, επειδή προφήτευσε ότι ο Θεός θα κατέστρεφε το Ναό. Πάντως, οι Ρωμαίοι έκριναν ότι ο κατηγορούμενος ήταν τρελός και δεν τον εκτέλεσαν ποτέ.

Άλλες σύγχρονες μελέτες σχετικά με το θάνατο του Χριστού περιγράφουν τον Ναζωραίο ως ένα επαναστάτη μάρτυρα, τύπου Τσε Γκεβάρα, αλλά ο Μπράουν λέει ότι οι λεπτομέρειες δεν ταιριάζουν σ' αυτό το σενάριο και, εκτός αυτού, οι εβραϊκές εξεγέρσεις εμφανίστηκαν μια γενιά αργότερα.

Ποιος, τελικά, αποφάσισε ότι ο Ιησούς πρέπει να πεθάνει και ποιες ήταν οι αιτίες; Κατά τα γραφόμενα του Μπράουν, οι δικαστές του Ιησού ήταν μια ομάδα Εβραίων αριστοκρατών, με επικεφαλής τον αρχιερέα Καϊάφα, ο οποίος κατείχε αυτή τη θέση επί 18 χρόνια. Τα μέλη του Σανχεντρίν αντιδρούσαν σ' αυτό που εξελάμβαναν ως απειλή για την πίστη τους και προσπαθούσαν ν' αποφύγουν τις φασαρίες με τους οπαδούς τους και τους Ρωμαίους. «Υπήρχε ένα μίγμα ανειλικρίνειας, αυτοπροστασίας, ειλικρινούς θρησκευτικής πίστης και φανατισμού», καταλήγει ο Μπράουν. Ένα από τα λιγότερο ευγενή κίνητρα ήταν ότι ο Ιησούς είχε εκστομίσει προφητείες εναντίον του Ναού, από τον οποίο σύμφωνα με μια εκτίμηση ζούσε το 20% του πληθυσμού της Ιερουσαλήμ.

Οι αιτίες της καταδίκης

Ο Μπράουν συμμερίζεται την άποψη εκείνων που πιστεύουν ότι οι προφητείες του Ιησού περί καταστροφής του Ναού ήταν ένας σημαντικός παράγοντας που προκάλεσε τη θανατική του καταδίκη.

Ο Μπράουν θεωρεί τη βλασφημία ως βασική κατηγορία, από το γεγονός ότι ο Ιησούς επικαλέστηκε ιδιότητες, οι οποίες ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στο Δημιουργό. Ο Μπράουν δεν πιστεύει ότι ο Ιησούς ή οι οπαδοί του χρησιμοποιούσαν τον τίτλο «Υιός του Θεού» κατά τη διάρκεια της ζωής του. Αλλά θεωρεί πιθανόν ο Ιησούς να έλεγε ότι είχε τη δικαιοδοσία να συγχωρεί τις αμαρτίες, ότι θα φέρει τη βασιλεία των ουρανών και ότι ο Θεός θα έκρινε τους ανθρώπους ανάλογα με τη συμπεριφορά τους απέναντι στον Ιησού. Όλα αυτά είναι σίγουρο ότι αποτέλεσαν τις αιτίες της καταδίκης του.

TIME-ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 1.5.1994