Παρασκευή 7 Μαΐου 2021

Μάγκες, Νταήδες, Τραμπούκοι, Κουτσαβάκηδες και ο Μπαϊρακτάρης

 

 


 

Μάγκες, Νταήδες, Τραμπούκοι, Κουτσαβάκηδες και ο Μπαϊρακτάρης

 

Την επόμενη φορά που κάποιος θα σας ρωτήσει προκλητικά “Είσαι μάγκας ρε;”, μην βιαστείτε να απαντήσετε καταφατικά γιατί θα πείτε ψέματα καθώς Μάγκες ή μαγκίες ήταν τα τάγματα των αρματολών και κλεφτών, πριν την επανάσταση και Μαγκιώρος καλείτο ο “κάπος” (αρχηγός) ενός τέτοιου τάγματος.

Μάγκα λοιπόν σήμαινε ομάδα ενόπλων. Για την ακρίβεια, μάγκα ήταν μικρή ομάδα ατάκτων αλβανών, που δεν είχαν μεταξύ τους συγγένεια (όταν είχαν συγγένεια λέγονταν φάρα). Το 1821 οι έλληνες έλεγαν μάγκα την μετέπειτα δεκανεία. Δυό-τρεις μάγκες αποτελούσαν ένα μπουλούκι (εικοσιπενταρχία).

Μετά την Επανάσταση, οι “μαγκίες” ήταν οι μικρές συμμορίες που ζούσαν στην ημιπαρανομία. Την λέξη μάγκες αναφέρει και ο Μακρυγιάννης, καθώς επίσης και ο Παπαδιαμάντης, στο διήγημα του Σταχομαζώχτρα. Ο ίδιος, στο «Μοιρολόι της φώκιας», αναφέρει τη λέξη μαγκόπαιδα και κάπου αλλού τη λέξη τελπεντέρης. Επίσης από τα παλιά ρεμπέτικα είναι γνωστοί οι μάγκες (χόπλα, μάγκα, δε σε θέλω πιά, να μην ξαναπεράσεις από τη γειτονιά). Τώρα, αν μετά από αυτά, επιμένετε να θεωρείτε εαυτόν “μάγκα”, προφανώς πλανάστε.

 


 

Επίσης, μην κορδώνεστε αν κάποιος σας αποκαλέσει “Μόρτη“, εκτός φυσικά κι αν είστε νεκροθάφτης. Και να πως έχει η ιστορία :

Την εποχή του Κριμαϊκού πολέμου (1854-1857) ξέσπασε επιδημία χολέρας στην Αθήνα. Κάποιοι από τους περιθωριακούς τύπους της εποχής έγιναν -εκ των περιστάσεων- νεκροθάφτες, καθώς ο αριθμός των νεκρών είχε αυξηθεί δραματικά (πέθαναν στην επιδημία περίπου 3000 άτομα από τους 30000 κατοίκους που είχε τότε η Αθήνα). Αυτούς λοιπόν τους περιθωριακούς ο λαός τους αποκάλεσε “μόρτηδες” από τη γαλλική λέξη mort, που σημαίνει νεκρός.

Αν τώρα, ο μικρός ανιψιός σας, τύχει να σας αποκαλέσει “Νταή“, μην τον παρεξηγήσετε. Δίκιο θα έχει : Η λέξη «Dayi» (το ψηφίο “y” δεν προφέρεται) σημαίνει στην τουρκική γλώσσα «θείος», μπάρμπας. Διασταλτικά βέβαια, η έννοια περιλάβει και τον «προστάτη», τον «υπερασπιστή» του ανυπεράσπιστου -στις ανδροκρατούμενες κοινωνίες- θηλυκού. Από αυτή την έννοια, ξεκίνησε και η λέξη kabadayi, που κατ’ αρχήν σημαίνει «μεγάλος αδελφός» (μόνη η λέξη “kaba” σημαίνει αγενής, άξεστος, τραχύς).

Καπανταήδες ονομάζονται και οι «αρχηγοί» τοπικών συμμοριών που ελέγχουν μία συνοικία αλλά και φροντίζουν για την απονομή «του δίκιου» κατά την δική τους φυσικά άποψη.

Τώρα οι απανταχού τραμπούκοι (το είδος ευδοκιμεί και στα κοινωνικά δίκτυα και φόρουμ), θα πρέπει να γνωρίζουν και τα εξής : Το “ευγενές” είδος των εμφανίστηκε κατά το έτος 1862. Επρόκειτο περί μπράβων των πολιτικάντηδων. Περιθωριακοί τύποι που χρησιμοποιούνταν κατά τον προεκλογικό αγώνα διαφόρων υποψηφίων, ασκώντας εκβιασμούς, απειλές και τρομοκρατία σε βάρος των πολιτικών αντιπάλων. Επειδή τα καφενεία στου Ψυρρή έσφυζαν από αυτούς τους περιθωριακούς τύπους, οι πολιτικοί άρχοντες αναζητούσαν ανάμεσά τους, εκείνους που θα τους στήριζαν πιο ικανοποιητικά στις δημόσιες συγκεντρώσεις.

Όσοι προσλαμβάνονταν, εκτός από την χρηματική αμοιβή που εισέπρατταν, απολάμβαναν κερασμένους τους καφέδες τους, αλλά και τα κουβανέζικα πούρα τύπου “Trabucos”, που μοίραζαν οι πολιτικοί άρχοντες προκειμένου να κερδίσουν την υποστήριξη όσων αποβρασμάτων είχαν βροντερή φωνή. Από κεί πήραν και τ’ όνομά τους. Τα υπόλοιπα ρεμάλια, παρέμεναν άνεργα, αφού “δεν έκαναν ούτε για ζήτω” (από εκεί προέρχεται η σχετική ρήση). 

 


 

Για το τέλος αφήσαμε τους Κουτσαβάκηδες : Αυτοί ήσαν ταραχοποιά στοιχεία, που σύχναζαν στα καφενεία του Ψυρρή. Ήταν τύποι με μακριές μουστάκες, αφόρετο το ένα μανίκι του σακακιού τους και μυτερά παπούτσια και σε διαρκή επιζήτηση της παρεξήγησης και του καβγά.

Οι κουτσαβάκηδες του Ψυρρή έδρασαν στην περίοδο 1862-1897. Φαίνεται ότι οι πρώτοι κουτσαβάκηδες ήταν Aϊβαλιώτες, εγκατεστημένοι στην Σύρο. Αργότερα, όταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα, πολλοί Aϊβαλιώτες και Sυριανοί μάγκες εγκαταστάθηκαν στη συνοικία του Ψυρρή. Μετά την εκδίωξη του βασιλιά Όθωνα οι κουτσαβάκηδες γνώρισαν μεγάλες δόξες, γιατί τα κόμματα τους χρησιμοποιούσαν  και σαν τραμπούκους

Σύμφωνα με μία εκδοχή, ο λόγος που είχαν αφόρετο το μανίκι του σακακιού τους ήταν για να προλάβουν, σε περίπτωση επίθεσης από μέλος άλλης συμμορίας, να τυλίξουν το χέρι τους και να το προτάξουν για να προστατευτούν από το μαχαίρωμα, αφού τα αλληλομαχαιρώματα ήταν σύνηθες φαινόμενο. Η “Ακρόπολις” αναφέρει πως ονομάστηκαν “κουτσαβάκηδες” επειδή υποδύονταν ότι κούτσαιναν, εξ αιτίας δήθεν τραύματος που υπέστησαν σε συμπλοκή με την αστυνομία.

Άλλη εκδοχή, σύμφωνα με το “Σκρίπ”, είναι πως το όνομα το πήραν από έναν Πειραιώτη, τον Δημήτρη Κουτσαβάκη, έναν εριστικό δεκανέα του ιππικού.  

 


 

Αξίζει εδώ να ανοίξουμε μια παρένθεση για να πούμε δυο λόγια για τον Κουτσαβάκη και την παρέα του.

Από τους πιο ονομαστούς  μάγκες του Πειραιά ήταν ο Δημήτρης Κουτσαβάκης. Γεννήθηκε από πατέρα μάγκα και αργότερα έγινε βαρκάρης. Ό Κουτσαβάκης ήταν πασίγνωστος στον Πειραιά και τον έτρεμαν όλα τα λιμάνια της περιοχής.

Τον Απρίλιο του 1864  κατετάγη στο  Ιππικό, με τον Διονύση Διονυσιάδη αργότερα ιδρυτή του ομώνυμο Θεάτρου,  τον επιλεγόμενο «το παιδί της χήρας».

Έτσι, ο Κουτσαβάκης, ιππέας τώρα του Στρατού, έγινε αρχηγός παρέας αποτελούμενης από τον Διονυσιάδη, τον Μπεκάτσα, τον Αϊβαλιώτη. τον Γκράβιζα και τον Ψαρώνη, που κατέβαιναν κάθε τόσο στην Αγορά και στις συνοικίες κι' έσπαζαν στο ξύλο τους πρώην... συναδέλφους τους!

Η αστυνομία τους υποβοηθούσε ή μάλλον  έκανε τα στραβά μάτια. Κατά τα άλλα, ήταν καλοί στρατιώτες, ντυμένοι πάντα καθαρά και κομψά, πειθαρχικότατοι στους ανωτέρους τους κι' όταν δεν είχαν υπηρεσία, πήγαιναν στις διάφορες μικροταβέρνες, έπιναν τη ρετσίνα τους κι' έλεγαν τα τραγουδάκια τους.

 Ό Κουτσαβάκης είχε περίφημη φωνή κι' έπαιζε θαυμάσια κιθάρα. Όταν τραγουδούσε, σώπαιναν όλοι για ν' ακούσουν την «κελαϊδίστρα» του. Στις γειτονιές μισάνοιγαν τα «γρυλιά» των παραθύρων κι' οι κοπέλες αναστέναζαν.

Όταν απολύθηκε από το Στρατό, ο Κουτσαβάκης, έγινε βαρκάρης, παντρεύτηκε κι' έκανε παιδιά, που τα σπούδασε. Πέθανε γέρος και φτωχός στον Πειραιά. Οι συνάδελφοί του, βαρκάρηδες, τον έθαψαν με συνεισφορά. Άφησε, όμως, κληρονομιά περίβλεπτη... Το όνομά του σε όλους τους ψευτοπαλληκαράδες του μέλλοντος ενώ αυτός, τουλάχιστον, είχε καρδιά...

 


 

Απέναντι στους Κουτσαβάκηδες και τους λοιπούς νταήδες και μόρτες βρέθηκε  ένας γνωστός στην εποχή του αξιωματικός του στρατού ο Δημήτρης Μπαϊρακτάρης. Όταν διορίστηκε από τον Χαρίλαο Τρικούπη και ανέλαβε τα καθήκοντα του, ως αστυνομικός διευθυντής στου Ψυρρή, ο Δημήτριος Μπαϊρακτάρης έκανε σημαντικές εκκαθαρίσεις στην περιοχή με αποτέλεσμα να απαλλάξει την Αθήνα από τους κουτσαβάκηδες. Εκτός από τη φυλάκιση και το κούρεμα με την ψιλή, έδωσε εντολή να τους κόβουν το μισό μουστάκι (υποχρεώνοντάς τους να ξυρίσουν και το άλλο μισό – θανάσιμη προσβολή για τους μάγκες της εποχής). Τους έκοβε επίσης τις μύτες απ’ τα παπούτσια και το μανίκι που κρεμόταν, δηλαδή τα σύμβολα της ιδιότητάς τους.

Κατά τους Oλυμπιακούς Αγώνες του 1896 έφερε τους κλέφτες πορτοφολάδες στο φιλότιμο και δεν έγινε καμιά κλοπή για να μην ρεζιλευτεί η Ελλάδα. Τους έκανε αστυνόμους και κυνηγούσαν τους ξένους πορτοφολάδες!

O Mπαϊρακτάρης ήταν τολμηρός, δίκαιος και σκληρός, άνθρωπος του καθήκοντος. Χαστούκισε μάλιστα έναν κομματάρχη του Tρικούπη όταν του ζήτησε να βγάλει από το κρατητήριο κάποιον εγκληματία που ήταν του κόμματος.

Στα «Παρκερικά» ξυλοκόπησε δυο Άγγλους ναύτες και τους πέταξε στη θάλασσα γιατί πείραξαν μια Ελληνίδα. Εκείνος έπεισε τον Τρικούπη να ψηφίσει το νόμο για τα πνευματικά δικαιώματα των συγγραφέων.

Εξιχνίασε επίσης με πρωτότυπο τρόπο πολλά  εγκλήματα που διαπράχτηκαν στην Αθήνα, και  συνέβαλε  στην αντιμετώπιση των γυμνιστών στο Φάληρο.

kg

Πηγές:

https://kataggeilte.blogspot.com/2020/02/blog-post_516.html

https://www.xanianews.gr/2017/06/blog-post_33.html

https://rempetikogeo69.blogspot.com/2019/01/mortes-magkes-kai-o-mpairaktaris.html

http://boraeinai.blogspot.com/2021/03/1890.html

https://slpress.gr/politismos/ta-koytsavakia-sta-rempetika-tragoydia-koytsavaki-imoyna-me-pistolia-epaiza/

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου