Παρασκευή 2 Ιουλίου 2021

Cyriacο de Pizzicolli ο πρώτος αρχαιολόγος

 


Cyriaco de Pizzicoli ο πρώτος αρχαιολόγος

Της ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΚΟΤΖΙΑ

Ο Κυριακός Αγκωνίτης (Ciriaco di Ancona), ή Κυριάκος Πιτσικόλι (Ciriaco de Pizzicolli, 1391 - 1452), όπως είναι το πραγματικό του όνομα, υπήρξε σημαντικός αρχαιοδίφης της εποχής της Αναγέννησης. Στον Cyriacο de Pizzicolli, αναφέρει ο κριτικογράφος του TLS Norman Hammond, ανήκει ο τίτλος του πρώτου κλασικού αρχαιολόγου καθώς από το 1420 ως το 1449, ο πλούσιος αυτός έμπορος ταξίδεψε στη Δαλματία, την Ήπειρο, την Αττική, την Πελοπόννησο, τη Χίο, τη Ρόδο και τη Βηρυτό όπου αποτύπωσε με αξιοθαύμαστη ακρίβεια μέσω των σχεδίων του και των λακωνικών του περιγραφών αρχαία αρχιτεκτονικά κτίσματα και γλυπτά που σήμερα έχουν για πάντα χαθεί.

Γεννημένος στην Ανκόνα το 1391, από πλούσια εμπορική οικογένεια, ο Κυριάκος ντε Πιτσίκολλι μαθήτευσε δίπλα στον Piero de Jacopo και αναδείχθηκε τόσο στο εμπόριο όσο και στην τοπική πολιτική σκηνή. Σε μεγάλο βαθμό αυτοδίδακτος, εμπνεύστηκε διαβάζοντας Δάντη, Πετράρχη και Βιργίλιο, Όμηρο, Αριστοτέλη και Πλούταρχο, και έμαθε πολλά στα ταξίδια του στη Βενετία, στη Ρώμη και μετά στην Αλεξάνδρεια όπου επισκέφτηκε τις Πυραμίδες. Έκτοτε, αναφέρει ο πρώτος βιογράφος του Francesco Scalamonti, απορροφήθηκε από το παρελθόν. Έτσι, ακόμα και στις διπλωματικές ή κατασκοπευτικές αποστολές που του ανέθεσε ο πάπας Ευγένιος Δ' ο οποίος θαύμαζε την οξυδέρκεια του, ο δαιμόνιος έμπορος της Ανκόνα σχεδίαζε και κατέγραψε πάντοτε τις αρχαιότητες που συναντούσε. Ένα επαγγελματικό ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη το 1418, του έδωσε την ευκαιρία να σχεδιάσει τον ναό της Αγίας Σοφίας. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του μπόρεσε έτσι να αντικρίσει το μνημείο της Αψίδας του Τραϊανού με εντελώς φρέσκια ματιά. Ο ίδιος ο Κυριάκος ντε Πιτσίκολλι, αναφέρει ο κριτικογράφος, υιοθέτησε τον προστάτη των οδοιπόρων Ερμή, ως φύλακα άγγελο του και αισθάνθηκε ότι οι αρχαίοι Θεοί του ανέθεσαν να αναστήσει τον αρχαίο κόσμο. Η απάντηση του σε ιερέα, ο οποίος τον ρώτησε τι έκανε ανάμεσα στα ρωμαϊκά ερείπια του Βέρτσελι, ήταν: «Θέλω να αναστήσω τους νεκρούς».


 

Ο Κυριάκος ντε Πιτσίκολλι, ο οποίος σύχναζε στην αυλή του Κόσιμο των Μεδίκων και του Σιγισμούνδου της Σιένα, ήταν επίσης ο πρώτος που υποστήριξε την ανωτερότητα των υλικών πολιτισμικών τεκμηρίων σε σχέση με τα κειμενικά τεκμήρια. Θεώρησε, με άλλα λόγια, ότι τα μνημεία και οι επιγραφές δίνουν πιο αξιόπιστες μαρτυρίες όσον αφορά την κλασική αρχαιότητα απ' ό, τι τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων. Εξιστόρησε τι είδε, στο εξάτομο «Σχόλιο πάνω στα αρχαία πράγματα». Υπήρξε όμως άτυχος γιατί από το ογκώδες έργο του δεν διασώζονται παρά τμήματα, καθώς οι περισσότερες από τις πρωτότυπες καταγραφές του καταστράφηκαν από τη φωτιά της βιβλιοθήκης του Αλεσάντρο Σφόρτζα στο Παλέρμο. Ευτυχώς, o ίδιος και πολυάριθμοι θαυμαστές του είχαν αντιγράψει αρκετά κομμάτια, ενώ απάνθισμα από τις καταγραφές των επιγραφών του χρησιμοποιείτο ευρέως. Στην Αθήνα σχεδίασε τον Παρθενώνα πριν γίνει τζαμί, και περιέγραψε το μεσαιωνικό παλάτι που στήθηκε μέσα και γύρω από τα Προπύλαια.

Εκτός από την ογκωδέστατη κλασική βιογραφία του Γάλλου Jean Colin, τη σημασία του ουμανιστή από την Ανκόνα, όσον αφορά την εικόνα που διαθέτουμε για την Αθήνα του 15ου αιώνα, υπογραμμίζει και η ιστορικός Αικατερίνη Κουμαριανού στο έργο της «Αθήνα. Η πόλη - Οι άνθρωποι, Αφηγήσεις και μαρτυρίες 12os-19os αιώνας», εκδόσεις Ποταμός, 2005. «"Αναγεννησιακός ταξιδιώτης", εμπορευόμενος, φιλοπερίεργος και στοχαστικός, γράφει, ο Κυριάκος Αγκωνίτης ξαναφέρνει στη μνήμη και την αντίληψη του δυτικού κόσμου την παλαιά δόξα και το μεγαλείο της αρχαίας Αθήνας. Την επισκέφτηκε δύο φορές τα έτη 1435 και το 1444, όταν η πόλη ήταν κάτω από την εξουσία των φλωρεντινών ηγεμόνων, λίγα χρόνια από την οθωμανική κατάκτηση το 1456. Και έδωσε την πιο αυθεντική επιστημονικά θεμελιωμένη εικόνα της πολιτείας και ιδίως των μνημείων της για πρώτη φορά έπειτα από αιώνες». 


 

Προς τα τέλη του βίου του, ο ακάματος περιηγητής που πρώτος εγκατέλειψε τιε αίθουσες των σκονισμένων μεσαιωνικών βιβλιοθηκών για να αντικρίσει τον κόσμο απ' ευθείας με τη δική του ματιά, αποσύρθηκε στην Κρεμόνα. Κι έζησε, όπως φαίνεται, τόσο ήρεμα ώστε δεν είναι με ακρίβεια γνωστή η χρονιά του θανάτου του (1453 ή 1455). Οι οξυδερκείς παρατηρήσεις του αποτελούν πολύτιμο υλικό για τους αρχαιολόγους και τους ιστορικούς μέχρι σήμερα. Η βιογραφία της Marina Belozerskaya, σημειώνει ο κριτικογράφος Norman Hammond, είναι συναρπαστική, αν και αποτελεί ενοχλητική για τον αναγνώστη παράλειψη η πλήρης απουσία χαρτών.

ekotzia@yahoo. gr

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου