Δευτέρα 25 Ιουλίου 2022

Αν παρήλθον οι χρόνοι εκείνοι

 


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΘΗΝΑΙΟΥ

Αν παρήλθον οι χρόνοι εκείνοι

Κάποτε συλλογίζομαι τα νέα παιδιά. Τι θα γίνουν αυτά τα πλάσματα, πού δεν περιμένουν να θαυμάσουν τίποτα πλέον εις τον κόσμον αυτόν ;

Όταν άνοιξαν ένα βράδυ τα μάτια των δια ν' αντικρύσουν την πλάσιν, ένας πελώριος γλόμπος ηλεκτρικού των εκατό κηρίων εφώτιζε την κούνια των. Και από εκείνην την στιγμήν εμπρός εις το μπιμπερόν τους είδαν να χορεύη τον τρελλόν χορόν της προόδου η Επιστήμη. Τα αεροπλάνα εκατέβαιναν εις το πεζοδρόμιον, τα υποβρύχια ώργωναν τας θάλασσας, ένας μυριόνεκρος πόλεμος εσκόρπιζε μ' εργαλεία καταχθόνια νεκρούς εις όλην την γην και το κουτί τα σπίρτα έφθανεν ένα δίφράγκο. Τί ειμπορεί πλέον να συμβη εις την σφαίραν, δια να δώση εις τας νέας αυτάς υπάρξεις την χαράν της καταπλήξεως; Η ιδική μας γενεά ελευκάνθη γουρλώνουσα   τους   οφθαλμούς ανά πάν εικοσιτετράωρον. Αντίκρυσε μίαν αυγήν τα αμάξια να τρέχουν δίχως άλογα.

Είδε τα δίποδα να πετούν και αγαθούς πολίτας να κάμουν τούμπες εις τον αέρα. Είδεν ανθρώπους να πίνουν καφέν εις το Βερολίνον και να φονεύουν άλλους ανθρώπους που έκαμναν τα ίδια εις το Παρίσι. Έστειλε την φωνήν της δια μέσου των ωκεανών και εις τας πλέον μακρυνάς Ηπείρους, έλαβε απάντησιν εις ολίγα δευτερόλεπτα, και τά έκαμε όλα αυτά άλλοτε με ολίγον σύρμα και άλλοτε χωρίς σύρμα, δια το οικονομικώτερον. Και όταν η γραία Γη την εστενοχώρει με τα χιονισμένα της Βουνά και τους ωραίους της κάμπους, η γενεά μας ετρυπούσε βιαστική τα βουνά και έκοβε τους κάμπους, διά να μη χάνη καιρόν πολύτιμον εις γύρους άσκοπους.

Και τώρα εκουράσθη. Κάποτε βλέπει κανείς δύο ανθρώπους με λευκά μαλλιά, να αργοπερνούν την οδόν Συγγρού με ένα πανάρχαιον λαντώ. Ο κύριος φορεί ακόμη το καπελλον που εφορούσαν οι κομψευόμενοι των αρχών του περασμένου αιώνος, η κυρία κρατεί το καπελλίνον της με τις βελούδινες κορδέλες που σχηματίζουν φιόγκον εμπρός εις τον λαιμόν, και κάποια τουρνούρα φαίνεται ότι κρύπτεται εις το βάθος της αμάξης. Τα αυτοκίνητα περνούν και χάνονται γεμάτα κόσμον, τα αεροπλάνα θορυβούν μέσα εις τα νέφη, και τα τηλεγραφικά σύρματα πάλλονται δεξιά   και αριστερά   τις οίδε   από   ποίας χαράς και από ποίους πόνους. Και το λαντώ αργοπερνά· σέρνει αδιάφορον πεια την γενεάν η οποία εκουράσθη να καταπλήσσεται, και νοσταλγεί τώρα τα πρώτα εκείνα μέσα με τα όποια εκινήθησαν ή έζησαν οι άνθρωποι του παλαιού καιρού. Τί σημαίνει ; Την ευτυχίαν ειμπορεί να την συνάντηση κανείς και με το μόνιππον, όταν ο άλλος την κυνήγα με ταχύτητα εκατό χιλιομέτρων.

Προχθές εις το Ζαππειον μία γραία νταντά εκρατούσεν ένα ξανθόν άνθρωπον  ηλικίας εφτά ή οχτώ ετών. Έξαφνα ένα άεροπλανον εφάνη εις τα σύννεφα, κατέβη, έστρνυψε, εγύρισε πάλιν, ηνώχληοε την κορυφήν ενός κυπαρισσιού και εκάρφωσε τήν ντανταν έκθαμβον εις το χώμα. Και ο μπεμπές έγυρισε και της είπε : —"Παμε, Νταντά,...αεροπλάνο είνε..."

Είνε η νέα γενεά, που   δεν  θα   καταπλαγή πλέον.

Ι. ΑΘΗΝΑΙΟΣ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου