Κυριακή 12 Μαρτίου 2023

Γιατί ο Θεός δεν είναι αρσενικού γένους


 

Γιατί ο Θεός δεν είναι αρσενικού γένους

Μια πρώην καθολική μοναχή η Κάρεν Αρμστρονγκ αναζητάει μέσα στον χρόνο και τις θρησκείες το φύλο του Υπέρτατου  Όντος

Θηλυκή μορφή είχε η θεότητα για τους πρωτόγονους, ενώ ο πολυθεϊσμός υπενθύμιζε ότι το θείο δεν μπορεί να περιοριστεί σε κάποια ανθρώπινη έκφραση.

Πολλοί πιστοί φαντάζονται το Θεό με τη μορφή ενός υπερκόσμιου όντος, αρσενικού γένους. Η Κάρεν Αρμστρονγκ, πρώην καθολική μοναχή και συγγραφέας του βιβλίου «Μια ιστορία του Θεού», εξηγεί γιατί αυτό δεν είναι σωστό.

Δεν είναι αδικαιολόγητοι όσοι φαντάζονται με ανδρική μορφή το Θεό της Χριστιανοσύνης.

Στη Βίβλο, η λέξη είναι αρσενικού γένους, το πρόσωπο του Υπέρτατου Όντος απεικονίζεται γενειοφόρο σε εικονίσματα και πίνακες ζωγραφικής, η πιο γνωστή προσευχή αρχίζει «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς», η Αγία Τριάδα προσδιορίζεται ως Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα. Και το δόγμα της ενσαρκώσεως, το οποίο διδάσκει ότι ο Λόγος του Θεού ενσαρκώθηκε στο πρόσωπο του Ναζωραίου, φαίνεται να υποδεικνύει ότι ο Θεός, κατά κάποιο τρόπο, «μοιάζει» με άνδρα.

Ο τρόπος αυτός θεώρησης του Θεού είναι βέβαια πολύ περιοριστικός. Ακόμα και οι πιο αδιάλλακτοι πολέμιοι της χειροτόνησης γυναικών ως ιερέων παραδέχονται, αν πιεστούν, ότι εφόσον ο Θεός είναι πνεύμα και ξεπερνά όλες τις ανθρώπινες κατηγορίες, δεν μπορεί να περιχαρακώνεται σε ένα συγκεκριμένο γένος.

Το πρώτο κεφάλαιο της Βίβλου λέει σαφώς ότι τόσο ο άνδρας όσο και η γυναίκα δημιουργήθηκαν κατ' εικόνα και ομοίωση του Θεού (Γένεσις 1:27)• και τα δύο φύλα επομένως είναι ικανά να εκφράσουν τη μυστηριώδη θεϊκή ουσία.

 


 

Οι Έλληνες Πατέρες

Στο ίδιο πνεύμα, οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι επεξεργάστηκαν (ή και προσδιόρισαν, δεδομένης της φειδωλής θεολογικής ανάπτυξης του θέματος στην Αγία Γραφή) το δόγμα της Ενσαρκώσεως στη Σύνοδο της Νίκαιας το 325, υπογράμμισαν τη διαφορά ανάμεσα στην ιδιότητα του άρρενος και την ευρύτερη έννοια του ανθρώπου. Ο Λόγος δεν έγινε Ανήρ αλλά Άνθρωπος (σ.τ.Μ., ελληνικά στο κείμενο) -όρος που αναφέρεται σε όλα τα ανθρώπινα όντα, άνδρες και γυναίκες.

Οι Ελληνορθόδοξοι θεολόγοι, ωστόσο, υποψιάζονταν ότι οι Χριστιανοί της Δυτικής Ευρώπης είχαν μια πιο περιορισμένη αντίληψη του Θεού, και συγκεκριμένα, ότι οι παραστάσεις τους όσον αφορά το Θείο αντανακλούσαν μια πραγματικότητα που μπορούσε να προσδιοριστεί όπως οποιαδήποτε άλλη φιλοσοφική κατηγορία.

Αυτό ήταν ανάθεμα για τους Έλληνες, που πίστευαν ότι οποιαδήποτε αναφορά στο Θεό δεν μπορούσε παρά να είναι συμβολική, ανακριβής και προσωρινή. Έτσι, το δόγμα της Αγίας Τριάδος (που ποτέ δεν εξηγείται σαφώς στην Καινή Διαθήκη) αναδιατυπώνεται κατά τον 4ο αιώνα, για να θυμίζει στους Χριστιανούς ότι δεν πρέπει να σκέπτονται τον Θεό ως μια απλή προσωπικότητα.

Στην αγνωστικιστική τους επιμονή σχετικά με τη φύση του Θεού οι Έλληνες Πατέρες ήσαν πολύ πιο κοντά στην εβραϊκή, μουσουλμανική, βουδιστική ή ινδουιστική σκέψη απ' όσο οι χριστιανοί της Δύσης, που ποτέ δεν αισθάνθηκαν άνετα με το τριαδικό δόγμα.

Η δυτική εμμονή στην κυριολεξία αυξήθηκε με την ανάπτυξη της επιστήμης. Πολλοί Ευρωπαίοι και Αμερικανοί θεώρησαν ότι πλέον η ύπαρξη του Θεού μπορούσε να αποδειχτεί και να συζητηθεί τόσο λογικά όσο τα φαινόμενα που ερευνούσαν στα εργαστήρια.

Και σήμερα υπάρχουν προτεστάντες «φονταμενταλιστές» που επιμένουν ότι όλες οι βιβλικές διατυπώσεις πρέπει να ερμηνεύονται κυριολεκτικά, και εφόσον η Βίβλος χρησιμοποιεί όνομα και αντωνυμίες αρσενικού γένους για το Θεό, αυτό σημαίνει ότι ο Θεός είναι αρσενικού γένους.

Αυτοί οι φονταμενταλιστές είναι βέβαια μειοψηφία, ωστόσο η θεολογική σκέψη είναι τόσο μπερδεμένη στη Δύση που πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι το να ερμηνεύεται συμβολικά η θρησκευτική γλώσσα είναι σύγχρονη μέθοδος, ένα είδος συμβιβασμού. Ξεχνούν ότι στον αρχαίο κόσμο ο συμβολισμός αποτελούσε μέρος της ουσίας των θρησκειών. Οι άνθρωποι θεωρούσαν δεδομένο ότι το θεϊκό δεν βιωνόταν ποτέ άμεσα αλλά πάντα σαν κάτι άλλο.

Οποιαδήποτε κοσμική πραγματικότητα μπορούσε να οδηγήσει σε «Θεοφάνια», αν προσεγγιζόταν με εμπνευσμένο σεβασμό: ένα τοπίο, μια πέτρα, ένα δέντρο, ένας άνδρας ή μια γυναίκα.

Μία από τις αρχαιότερες απεικονίσεις του θείου είχε σαφώς θηλυκή μορφή. Στην Ευρώπη, στην Ασία, στη Μέση Ανατολή, έχουν βρεθεί εκατοντάδες αγαλματίδια της πρώιμης νεολιθικής περιόδου που αναπαριστούν πιθανότατα τη Μεγάλη Θεά-Μητέρα, ενώ είναι ελάχιστα τα αρσενικά ειδώλια της ίδιας εποχής.

Οι πρωτόγονοι άνθρωποι έδιναν ενστικτωδώς στο δημιουργό γης και ουρανού τη μορφή μιας γυμνής, εγκύου γυναίκας. Την εποχή εκείνη, καθώς η γεωργία άρχιζε να αλλάζει τον τρόπο ζωής των ανθρώπων, η γονιμότητα της γης βιωνόταν σαν μια ιερή δύναμη -μια δύναμη θηλυκή. Αργότερα, όταν οι άνθρωποι επινόησαν το αλέτρι, που διεισδύει στη γη και κάνει ευκολότερη την καλλιέργεια της, και, ακόμα αργότερα, όταν άρχισαν να κτίζουν πόλεις, οι αρσενικές ιδιότητες εκτιμήθηκαν περισσότερο και άρχισαν να εμφανίζονται αρσενικές θεότητες.

Και τότε, όμως, η Θεά-Μητέρα δεν ξεχάστηκε. Εμφανιζόταν στο πλευρό των αρσενικών θεοτήτων στο πάνθεον όλων των λαών του αρχαίου κόσμου: Ινάννα στη Μεσοποταμία, Ιστάρ στη Βαβυλώνα, Ανάτ ή Ασεράχ στη Χαναάν, Ίσις στην Αίγυπτο, Αφροδίτη στην Ελλάδα. Λατρευόταν ως η πηγή της ζωής και, εφόσον ζωή δεν υπάρχει χωρίς θάνατο, ήταν επίσης η Κυρία του Κάτω Κόσμου. Στις τελετές που συμβόλιζαν αυτές τις πνευματικές αλήθειες, γυναίκες ιέρειες λειτουργούσαν ως εκπρόσωποι της Μεγάλης Μητέρας.

Ο πολυθεϊσμός συνεχώς υπενθύμιζε στους πιστούς ότι το θείο δεν μπορεί να περιοριστεί σε κάποια ανθρώπινη έκφραση. Το μυστήριο των αβεβαιοτήτων στη ζωή αντιπροσωπευόταν από θεούς και θεές που έμοιαζαν με τους ανθρώπους και που, όσες αρνητικές πλευρές και αν είχαν, παραστέκονταν κατά βάση με συμπάθεια στον ασταμάτητο αγώνα των ανθρώπων να επιβιώσουν σε έναν συχνά τρομακτικό κόσμο. Και, στις παρεμβάσεις τους αυτές, οι θεές ήταν το ίδιο μαχητικές με τους θεούς.

 


 

Ένας και μοναδικός θεός

Ο μονοθεϊσμός, ωστόσο, δεν μπορεί να επιτρέψει παρά ένα μόνο σύμβολο του θείου. Υπήρχε λοιπόν εξ αρχής ο κίνδυνος της περιοριστικής θεώρησης, τον οποίο οι δημιουργικοί μονοθεϊστές προσπαθούσαν πάντα να αντιμετωπίσουν. Η κυριότερη δυσκολία τους ήταν ότι ο θεός των εβραίων, των χριστιανών και των μουσουλμάνων εισέρχεται εξ αρχής στη συλλογική φαντασία ως αρσενική θεότητα.

Ο Θεός του Μωυσή ήταν ένας πολεμικός θεός. Ήταν ο «Ιαβέ Σαβαώθ» - ο θεός των στρατευμάτων. Μεροληπτικός, υποστήριξε τον λαό του, τους Ισραηλίτες, αλλά έπνιξε στη θάλασσα ολόκληρη τη στρατιά των Αιγυπτίων και διέταξε την εξόντωση του ντόπιου πληθυσμού στη Χαναάν, τη Γη της Επαγγελίας για τους Ισραηλίτες.

Η πολεμική αυτή θεότητα λατρεύτηκε αργότερα ως ο δημιουργός ουρανού και γης, η πηγή του νόμου και της δικαιοσύνης και ο ισχυρότερος όλων των θεών, ο οποίος απαιτούσε απόλυτη αφοσίωση από τους πιστούς του.

Ωστόσο, για μεγάλο διάστημα η θρησκεία των Ισραηλιτών δεν ήταν αποκλειστικά μονοθεϊστική. Είναι γνωστό ότι, παρόλο που αναφέρονταν ιδιαίτερα στον δικό τους Θεό, λάτρευαν και άλλους -τον Βάαλ και την Ανάτ, τον Ελ και την Ασεράχ, την Ιστάρ. Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και η εξορία των Ισραηλιτών στη Βαβυλώνα αποδόθηκαν στην οργή του Ιαβέ για τη λατρεία άλλων θεών. Στην εξορία, προφήτες και ιερείς διαμόρφωσαν τη νέα θρησκεία του ιουδαϊσμού, αυστηρά μονοθεϊστική. Ο πολεμόχαρος Ιαβέ έγινε σύμβολο της συμπόνιας, αλλά και της υπέρβασης των ανθρώπινων αντιλήψεων και κατηγοριών. Μια από αυτές τις κατηγορίες ήταν και το φύλο. Επειδή ο Θεός δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτός με όποια ανθρώπινη μορφή, η χρήση όλων των εικόνων και ειδώλων απαγορεύτηκε. Ήταν δύσκολο όμως να βγει από το μυαλό των ανθρώπων η αρσενική εικόνα του Θεού.

Οι Ισραηλίτες προσπάθησαν να ισορροπήσουν τις βιβλικές παραστάσεις του Θεού εισάγοντας, στο Βιβλίο των Παροιμιών (Β' αιώνας π.Χ.), την ιδέα της του Θεού Σοφίας. Η Σοφία, με την οποία ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, περιγράφεται ως θηλυκού γένους (8:20-31).

Αντιπαλότητα και αρμονία

Στις περισσότερες θρησκείες υπάρχει ως βασικό στοιχείο η αναζήτηση της αρμονίας που υποτίθεται ότι ήταν η αρχική και ιδεώδης κατάσταση της ανθρωπότητας, μιας χρυσής εποχής όπου άνδρες και γυναίκες ήταν ενωμένοι μεταξύ τους, με τη φύση και με τους θεούς.. Στη βιβλική ιστορία της Εδέμ, ο άνδρας και η γυναίκα στην αρχή δεν ένιωθαν ντροπή για τη σεξουαλική διαφορά τους. Μία από τις συνέπειες της πτώσης τους ήταν η ανισορροπία, η αντιπαλότητα μεταξύ των φύλων. Μια από τις πιο τολμηρές προσπάθειες επανόρθωσης της ανισορροπίας μεταξύ των φύλων συναντάται στην Καββάλα, την εβραϊκή μυστικιστική   παράδοση.   Από   την ταλμουδική εποχή, οι Εβραίοι αναφέρονται στην παρουσία επί γης του Θεού ως «Σεκινά» (που σημαίνει στήσιμο της σκηνής). Η Σεκινά είναι η λάμψη του Θεού, όχι ο ίδιος ο Θεός. Ήδη όμως από τον 12ο αιώνα μ.Χ. οι εβραίοι μυστικοί είχαν αρχίσει να θεωρούν τη Σεκινά, την κοντινή στους ανθρώπους θεϊκή παρουσία, ως θηλυκού γένους. Αργότερα τον 16ο αιώνα οι καββαλιστές ανέπτυξαν ένα μύθο που μιλούσε για μια πρωταρχική καταστροφή στη θεϊκή σφαίρα, όταν σπίθες θεϊκής ουσίας έπεσαν στον κόσμο και αιχμαλωτίστηκαν στην ύλη, παίρνοντας τη μορφή γυναίκας. Εξόριστη στη γη, η Σεκινά περιπλανιέται ποθώντας την επιστροφή στον θεϊκό κόσμο.

Οι καββαλιστές επινόησαν τελετές, τα βράδια της Παρασκευής, με κεντρικό θέμα την επανένωση της Σεκινά με το Υπέρτατο Ον. Οι αφηγήσεις περί θείας συνεύρεσης, που είχαν απορριφθεί από τους προφήτες ως βλάσφημες, ενσωματώθηκαν στη μονοθεϊστική εβραϊκή θρησκεία σαν εικόνες ίασης και ενότητας.

Τις εποχές που οι εβραίοι βίωσαν την εξορία από τη Γη της Επαγγελίας ως μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση, ιδίως στην Ευρώπη, βρήκαν παρηγοριά σε αυτά τα οράματα επανένωσης και αποκατάστασης της αρμονίας και πολλοί ήταν αυτοί που ενστερνίστηκαν τον τύπο αυτό της καββαλιστικής λατρείας.

 


 

Αντίβαρο η Παρθένος Μαρία

Οι χριστιανοί κληρονόμησαν τον Θεό της Παλαιάς Διαθήκης και επιπλέον πιστεύουν ότι ο Θεός ενσαρκώθηκε στο πρόσωπο ενός άνδρα, του Ιησού Χριστού. Και εδώ όμως η λατρεία του Θεανθρώπου απέκτησε ένα αντίβαρο, μέσα από τη λατρεία της Θεομήτορος. Οι θεολόγοι μπορεί να επιμένουν, επισήμως, ότι η Παρθένος Μαρία ήταν μια κοινή θνητή, όμως στη φαντασία πολλών απλών χριστιανών η Παναγία έχει αντικαταστήσει τη αρχέγονη Θεά-Μητέρα. Οι Ελληνορθόδοξοι έβλεπαν ανέκαθεν τη σωτηρία, τη λύτρωση, λιγότερο ως άφεση αμαρτιών και περισσότερο ως μια πορεία προς τη «θεοποίηση» (θέωσις), μέσω της οποίας οι άνθρωποι διαποτίζονται, όπως ο Χριστός, από το θείο. Η Μαρία, ως η πρώτη και τελειότερα λυτρωμένη Χριστιανή, γίνεται έτσι το πρότυπο του θεωμένου ανθρώπου.

Η λατρεία της Παναγίας έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής στην Ευρώπη κατά τον 12ο αιώνα, τον καιρό των Σταυροφοριών, ικανοποιώντας την ανάγκη για μια λιγότερο επιθετική Χριστιανοσύνη, για μια παρουσία γεμάτη γλυκύτητα και έλεος. Σε όλη την Ευρώπη, μεγάλοι καθεδρικοί ναοί αφιερωμένοι στην Παναγία εκφράζουν τη διάθεση αυτή. Αντί να κατακτήσουν την Ιερουσαλήμ με σφαγές και αιματοχυσία, οι χριστιανοί μπορούν να κτίσουν τους δικούς τους αγίους τόπους εκεί όπου ζουν.

Η Φατίμα των μουσουλμάνων

Το Κοράνι υπενθυμίζει πάντα στους μουσουλμάνους ότι οι άνθρωποι μπορούν να βιώσουν και να μιλήσουν για τον Θεό μόνο με σύμβολα. Κάθε τι στον κόσμο είναι σήμα (αγιά) του Θεού• έτσι και οι γυναίκες μπορούν επίσης να αποτελέσουν αποκάλυψη του θεϊκού. Οι σιίτες μουσουλμάνοι τιμούν τη Φατίμα, η οποία υπήρξε κόρη του Μωάμεθ και γενάρχης μιας σειράς εμπνευσμένων ιμάμηδων. Η Φατίμα σχετίζεται έτσι με τη θεϊκή Σοφία, που γεννά τη γνώση του θείου, και αποτελεί επίσης ένα ανάλογο της Θεάς-Μητέρας.  Αλλά  και οι σουνίτες άντλησαν έμπνευση από τη γυναίκα. Ο σοφός Ιμπν ελ Αραμπί πίστευε ότι οι γυναίκες είναι πιο ισχυρές εκφράσεις του ιερού, γιατί εμπνέουν στους άνδρες μια αγάπη, η οποία τελικά πρέπει να κατευθύνεται στον Θεό, το μόνο πραγματικό αντικείμενο αγάπης.

Ο Ζαν-Πολ Σαρτρ προσδιόρισε τη φαντασία ως την ικανότητα να σκέφτεται κανείς αυτό που δεν είναι παρόν. Η φαντασία είναι μια θρησκευτική ιδιότητα, εφόσον δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να οραματίζονται τον αενάως απόντα και ασύλληπτο Θεό. Οι δημιουργικοί μονοθεϊστές έχουν συνδέσει με το ιερό γυναικείες μορφές που αποπνέουν γαλήνη, γλυκύτητα και παρηγοριά. Ίσως αυτός ο τύπος πνευματικότητας μπορεί να αντισταθμίσει την απάνθρωπη σκληρότητα που ο μονοθεϊσμός τόσο συχνά έχει υιοθετήσει, κληροδοτημένη ίσως από τον πολεμοχαρή Θεό του Μωυσή. Αν είναι έτσι, ας δοξάσουμε τον Θεό και την Αγία του Θεού Σοφία!

The  Economist – Η Καθημερινή (5.1.1997)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου