Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ (1884-1951)



Στις 15 Μαρτίου 1884 γεννήθηκε στη Λευκάδα ό Άγγελος Σικελιανός. Γνήσια λυρική φλέβα, άλλοτε διαυγής και λυρικός και άλλοτε βαθύς και απρόσιτος, ο Σικελιανός ήταν ποιητής από τα πρώτα γυμνασιακά χρόνια του: συ­χνά ξυπνούσε τη νύχτα για να σημειώσει στίχους πού άκουγε στον ύ­πνο του. Ο γάμος του δημιουργού της «Σίβυλλας» με την Εύα Πάλμερ υπήρξε ένα σημαντικό γεγονός της ζωής του, πού επέδρασε αποφα­σιστικά στην όλη του εξέλιξη. Του παραστάθηκε με συγκινητική αφοσίωση και, χρηματοδοτώντας τις Δελ­φικές εορτές, του έδωσε την ευκαι­ρία μιας τεραστίας ωθήσεως και προβολής.


Οι Δελφικές εορτές εγκαινιάσθη­καν τον Μάιο του 1927 και περιελάμβαναν παράσταση του «Προμη­θέα Δεσμώτη» του Αισχύλου, επιμε­λημένη από την Εύα Σικελιανού, έκθεση λαϊκής χειροτεχνίας, αρχαϊκούς αγώνες και ομιλία του Σικελιανού, πού εξήγησε ότι διάλεξε ως κέντρο της Ιδέας του, τους Δελφούς «γιατί απολύτως λυτρωμένοι από τον χρό­νο, από κάθε αίτια διχογνωμίας και αρρυθμίας και κρατώντας μοναχά το αντίφεγγο μιας κεντρικής πνευ­ματικής κληρονομίας, προσφέρονται στην καθολικότητα και την σαφή­νεια του σκοπού: την ριζική αναδιοργάνωση της πνευματικής ζωής».

Πέθανε στην Αθήνα το 1951.



Άγγελος Σικελιανός:

Ποιητής λυρικός και οραματιστής


Ο Άγγελος Σικελιανός τιμάται από όλους ως εμπνευστής της Δελφικής ιδέας που την υλοποίησε πριν από 81 χρόνια. Η Εύα Σικελιανού, «συνεργός» του στην πραγμάτωση αυτή μαρτυρεί πώς από την αρχής της γνωριμίας τους, από την εποχή του «Αλαφροΐσκιωτου» ακόμη (γράφτηκε το 1905), τον απασχολούσε η πραγμάτωση της Δελφικής ιδέας.

Όπως έγραψε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου κ. Γιάννης Δάλλας «Η ιδέα αυτή που η υλοποίησή της, προς τα μέσα της ζωής και της δημιουργίας του, υπήρξε ένας απ' τους πρώτους στόχους του πνευματικού προσανατολισμού του, δεν αποτελούσε ούτε θεωρία ενός υπέρμαχου, ούτε νοσταλγία ενός προσκυνητή του αρχαίου πνεύματος, αλλά έμπνευση ενός ποιητή που μέσα από τη θητεία του στη γη και στην παράδοσή του οραματίζεται το μέλλον της φυλής του και της ανθρωπότητας».

Για τον Άγγελο Σικελιανό το τρίπτυχο «Φύση-Λαός-Φυλή» και μαζί και η «Ιστορία» είναι ο δεύτερος, ο δηλωμένος από τον ίδιο πιο πλατύς προσανατολισμός της ποίησής του. Ενώ ο τρίτος και ωριμότερος από όλους, που θα ακολουθήσει αργότερα είναι αυτός που ξεκινά από την Αθήνα και έχει σημάδι του ιερό, την Ελευσίνα.


Ο Σικελιανός ενώ υπηρέτησε και αυτός το κίνημα της ελληνολατρείας, αποστράφηκε άλλες νόθες εκδοχές του, όπως υπήρξε λ.χ. η εθνικοσοσιαλιστική θέση του Ίωνα Δραγούμη, ή η εκλεκτικιστική του Περικλή Γιαννόπουλου. Και έτσι ο Αγγελος Σικελιανός δέσποσε του νεοελληνικού μεσοπολέμου. Πέρασε μέσα από δύο παγκόσμιους πολέμους, και συμπορεύτηκε με τους αγώνες του λαού του στη διάρκεια της Κατοχής και του μεσοπολέμου.

Διαβάζοντας τις συλλογές του, με τους τίτλους: Αλαφροΐσκιωτος, Ραψωδίες του Ιονίου, Πρόλογος στη ζωή, με τις «Πέντε Συνειδήσεις», Μήτηρ Θεού, Πάσχα των Ελλήνων, Δελφικός Λόγος, κ.λπ. αναγνωρίζουμε ότι για τον ποιητή η μυθολογία του αρχαίου, του χριστιανικού και του ανατολικού, εντέλει, κόσμου τού προσφέρει άλλοτε αυτούσια τα σχήματα και άλλοτε τα προσχήματα του θεματικού και ιδεολογικού ιστού των ποιημάτων του.

Από μια άποψη, όπως αναφέρει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου κ. Γιάννης Δάλλας ο ποιητής ανήκει γενικότερα στο ρεύμα που πηγάζει από το αίσθημα του ευρωπαϊκού ρομαντισμού. Ενός εκστασιακού ρομαντισμού που στην περίπτωσή του Σικελιανού μοιάζει να ευθυγραμμίζεται, όσο ωριμάζει, προς τη δεύτερη στιγμή και εκδοχή της αγγλικής σχολής που κλασικίζει, ιδιαίτερα προς αυτόν του Σέλλεϋ και του Κήτς.

Ενώ λοιπόν από τη γαλλική σχολή, π.χ. του Λαμαρτίνου και του Ουγκώ, φαίνεται να επηρεάζεται άμεσα ο ποιητής μας Αριστοτέλης Βαλαωρίτης και εμμεσότερα ο Κωστής Παλαμάς ο Αγγελος Σικελιανός φέρεται να επηρεάζεται από τον ιταλικό και αγγλικό ρομαντισμό, αλλά με μια ιδιοσυγκρασία και ευφράδεια ελληνική. Ο ελληνισμός του Σικελιανού πρόσφερε τα θέματα και η μεσογειακότητα πρόσφερε αφειδώς τα συναισθήματα, με αποτέλεσμα τα θέματα να μετατρέπονται σε οράματα: σε οράματα όχι απλώς με μυθική περιβολή, αλλά και με μυθική πνοή και αναπνοή.

Σύμφωνα με τα όσα έγραψε στις 20.12.1999 στην εφημερίδα τα Νέα ο κ. Δάλλας τρεις είναι οι περίοδοι του έργου του και της ποιητικής του:

Η Πρώτη Περίοδος: Αλαφροΐσκιωτος, Ραψωδίες του Ιονίου , Λυρικά (Σειρά Πρώτη). Η περίοδος αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί, από την άποψη του θεματολογίου και του στόχου των εμπνεύσεών του, ως περίοδος ελληνοκεντρική. Και από την άποψη του υποκειμένου διακρίνεται εδώ η οργανική έφεση του αφηγητή για αυτογνωσία. Γύρω από τον άξονα του «εγώ» δεν αναγνωρίζεται απλώς, αλλά εγγράφεται, σκιρτά και περιφέρεται ο γενέθλιος χώρος, ο λαός, η φύση, η παράδοση. Έννοιες μεστές και περιληπτικές ακόμη και στους επιμερισμούς τους: ο χωριάτης, η μοιρολογήτρα, ο γιαλός με τα γελάδια, ο αετός, ο ασφοδελώνας· ο Κεραμεικός, η Γλαύκη, η Λυγιά, η Αναδυομένη, η Αφροδίτη Ουρανία, ο Σπαρτιάτης ο Παντάρκης, η Παρηγορήτισσα, ο Μαβίλης, ο Μιστράλ.

Και ανάλογα εκτυλίσσεται το ποίημα. Με ανοιχτούς και παλμικούς κυματισμούς επάλληλων εικόνων και περιγραφών. Όπου προεξάρχει η συσσώρευση και η επίταση του λόγου. Με πληθώρα επιθέτων και απαστράπτουσες μεταφορές, με τις οποίες και δημιουργείται μια εντύπωση καλειδοσκοπική. Γενικά παρευρισκόμαστε σε μια έμπνευση που εξακτινώνεται προς όλες τις πλευρές, πολυπρισματική.

Η Δεύτερη περίοδος: Πρόλογος στη ζωή, Μήτηρ Θεού, το Πάσχα των Ελλήνων, Δελφικός λόγος. Η σκοπιά του ποιητή μετατοπίζεται από τη βάση στο εποικοδόμημα και από το «εγώ» του στις αξίες του πολιτισμού. Με μια αλληλοσυμπληρωματική δυναμική των πολιτισμικών της αντιθέτων: Η Μητέρα Θεού και τα επεισόδια του Πέμπτου Ευαγγελίου, η Ελένη αλλά και η Παναγία, η Βηθλεέμ και οι Δελφοί, οι αρχαίοι Καθαρμοί και η Ανάσταση, σε αυτές τις σταθερές υψώνεται και προσηλώνεται εφεξής η έμπνευσή του. Και η ποίησή του γίνεται σε αυτήν τη φάση ιδεοκεντρική.

Η Τρίτη περίοδος: Ακριτικά, Λυρικά (Σειρά Δεύτερη). Είναι η τελευταία ώριμη περίοδος της ποίησής του: μία περίοδος με τη βαθύτερη και επίκαιρη συνάμα σημασία ανθρωποκεντρική. Με την παρουσία και με την αξία του ανθρωποκεντρισμού της να ενισχύεται από τη σοφία και τα δόγματα παλαιότερων πολιτισμών. Και έτσι, μεταφέροντας με ένα παράδειγμα το κύρος μιας αλλοτινής σοφίας, ως τη σύγχρονη εποχή, ο ποιητής ανταποκρίνεται στην κλήση των καιρών. Μάλιστα, χρισμένη με την αυθεντία της αρχαίας της πηγής και με όλη την πνευματικότητα του βάθους της, μπόρεσε να λειτουργήσει μες στην εποχή του και ως ποίηση αγωνιστική: ως ποίηση ηθικοπολιτικής προσόδου.

Κάτω από τη συμβολική αυτή εικονοποιία και την τελετουργική παράστασή της αναδύεται το ιδεολόγημά του. Αναδύεται όχι ως κοσμοθεωρία, αλλά ως σύστημα προσωπικής μυθολογίας.

Σε ένα από τα τελευταία σικελιανικά ποιήματα που επιγράφεται χαρακτηριστικά «Μέγιστον μάθημα», ο γερο-Ιεροφάντης, επικεφαλής του ιερού χορού του, ερμηνεύει και ιερουργεί. Ερμηνεύει στους πιστούς του τη μεγάλη Μέθη που συντάραξε την πλάση. Και συνάμα ιερουργεί επάνω σε μια θεία ερωτική Μορφή που αναπαύεται στα όρια της ζωής και του θανάτου. Όπου και ακούγονται ξανά τα διακριτικά της μύησης: πρώτα η «γενετήσια ρίζα» και η «Έκσταση» και ύστερα επιμεριστικά ο «φαλλός», το «μάτι της θεωρίας» και το «κλήμα».

Η Μεγάλη Μέθη και η Έκσταση είναι η μέθη η διονυσιακή των Ορφικών. Αλλά η τελετουργία εκτυλίσσεται εδώ σε μια σκηνογραφία και σκηνοθεσία, στην οποία συνυπάρχει και το «κλήμα» του Διονύσου και το «Όρος» μιας χριστιανικής ολονυχτίας. Και ο χορός του Ιεροφάντη αποτελείται από Σειληνούς και από Οσίους. Και η μυστηριακή αυτή ατμόσφαιρα δείχνει την τελετουργία, διαχρονική και επίκαιρη μαζί, να αγκαλιάζει πίσω από την ιδέα την αιμόφυρτη εποχή του.(Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Εμφύλιος σπαραγμός). Έτσι τελετουργικά ο ποιητής θα παραστήσει και το δράμα του βασανιστή και του βασανιζόμενου ανθρώπου, όταν αλληγορικά διερωτάται παραπέμποντας με υπαινιγμούς στο δράμα του λαού του:

«Θα 'ρτει τάχα ποτέ, θε να 'ρτει η ώρα

που η ψυχή της αρκούδας και του Γύφτου,

κ' η ψυχή μου, που Μυημένη τηνε κράζω,

θα γιορτάσουν μαζί;»

Και αυτός είναι ο λόγος, πέρα από τις υπερβάσεις της ποιητικής του και του τόνου της, για την τύχη που του επιφύλαξε, ύστερα από την Κατοχή και την Απελευθέρωση, η Πολιτεία.

Ο Αγγελος Σικελιανός υπήρξε ένας ποιητής αποδιοπομπαίος από τη μετεμφυλιακή Ελλάδα, από την Ακαδημία που δεν του άνοιξε τις θύρες, και από την Κυβέρνηση που αρνήθηκε να τον συστήσει για το Νόμπελ.

Τραγικό αποτέλεσμα; Η Ελλάδα επιβεβαίωσε για μια ακόμη φορά ότι τρώει τα σπλάχνα της και τα άξια τέκνα της. Γιατί από την ιστορία αυτή η Ελλάδα απέκλεισε εαυτήν και τους θεσμούς της από το κύρος που θα τους προσέδιδε η ενδεχόμενη εξ ιστορίας αναγνώριση ενός ΑΞΙΟΥ τέκνου της που υπήρξε ένα από τα ισχυρότερα λυρικά και ιστορικά πρόσωπα της εποχής του. Ο Άγγελος Σικελιανός!




Δύο σονέτα του

ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ


ΓΛΑΥΚΑ

Ώ πού στά ρείπια πάντα φωλιασμένη,

όπου κάστρο παλιό κι όπου κουφάλα

μαρμάρου, με τά πούπουλα ντυμένη

βουβή πετάς σά Σκέψη, άπ' άλλα σ άλλα


συντρίμμια, στων λαμπρών ναών τή σκάλα,

πού ή νύχτα λάμπει απέραντα απλωμένη

κι απ τά πλάτια τ αετώματα προσμένει

τά μάτια νά στυλώσεις τά μεγάλα!..


Από τό Βράχο σέ είδα, σέ κολόνα

σάν ίσκιος νά πετάς, στον Παρθενώνα

- βαθιά, τά μάταια φώτα έτρεμοσβήνα -


καί νά σταθείς απάνω της κορόνα

ασάλευτη, ώς ή Μοίρα στον Αιώνα,

ολονυχτίς θρηνώντας τήν Αθήνα.



ΜΑΝΤΕΜΑ


Γιά τήν Ελλάδα πάλεψεν ή Ελλάδα

- του Βυζάντιου χλωμό της δίνουν αιώνα,

καί μηδέ πόχει πεθαμένου άχνάδα!..

Στά πετράδια αν έπνίγηκε ή κορόνα


που γιά μιά μέρα φάνηκε κολόνα,

πού γιά μιαν ώρα έφλόγισε σά δάδα,

στό ματοκυλισμένο τόν αγώνα

γιά τήν Ελλάδα πάλεψεν ή Ελλάδα!


Φτάσε, φωνή μου, όπου δέ φτάνει βόλι!

Κύκνου λαχτάρα μάταια δέν προσμένει

νά τραγουδήσει μιαν αυγή στην Πόλη!


Μά αλί, παλιάτσοι, τρέμετε τή μέρα

πού θά ρυαστεί σά λέαινα, στον αέρα,

ή Ελλάδα ή αιματοκυλισμένη

Πηγές:

http://vlioras.gr/Philologia/Literature/Poetry/Sikelianos/1999_12_20_Nea_Sikelianos.htm

"ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ 2000"


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου