Κυριακή 22 Αυγούστου 2010

Η λάθος Μεταπολίτευση





Στο «σύντομο καλοκαίρι της αναρχίας», στην Ελλάδα του 1974, η επιστροφή στον ομαλό κοινοβουλευτικό βίο χαρακτηρίστηκε ως Μεταπολίτευση. Η έλευση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν το κυρίως, «κρύο πιάτο» στην αποκατάσταση της Δημοκρατίας, που περίμενε σαδιστικά – υπομονετικά να σερβιριστεί έντεκα χρόνια, από τότε που ο «Εθνάρχης» εγκατέλειπε τη χώρα ως Τριανταφυλλίδης (μια «φυγή προς τα εμπρός», που επαναλήφθηκε το 1968 από τον Ντε Γκωλ) και, ταυτόχρονα, η εγγύηση, ότι η Ελλάδα θα έμπαινε στην ευρωπαϊκή τροχιά, από την οποία την είχε εκτρέψει η στρατιωτική δικτατορία.

Το ίδιο περίπου διάστημα, η Πορτογαλία και η Ισπανία -η πρώτη, μέσα από τη βοναπαρτίστικη αναλαμπή του Κινήματος των Ενόπλων Δυνάμεων, η δεύτερη με βασιλική ουδετερότητα και ελάχιστες τριβές- επέστρεφαν στην κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Μέσα σε λίγο διάστημα η Νοτιοανατολική Ευρώπη ξεπερνούσε σχετικά ανώδυνα την «κρίση των δικτατοριών» (Ν. Πουλαντζάς) και έβαζε τα θεμέλια για μια ευρωπαϊκή ένταξη, την οποία προώθησε η (τότε) ΕΟΚ, με πολιτικά, κυρίως, κριτήρια και κίνητρα.

Εκτοτε, επικράτησε ο όρος «Μεταπολίτευση» εις βάρος της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, καθώς υποδήλωνε, ως wishful thinking παρά «κοινωνικό συμβόλαιο», το τέλος του μετεμφυλιακού κράτους και την απεξάρτηση της κοινωνίας και της οικονομίας από τις «όψεις υπανάπτυξης» (Ν. Μουζέλης). Για περισσότερο από τριάντα χρόνια, κυρίως από το 1981 και μετά, η χώρα (αυτο) παγιδεύτηκε ουσιαστικά στις ίδιες πολιτικές συνθήκες που οδήγησαν από τη «φαυλοκρατία στη χούντα», με δύο όμως -σημαντικές- διαφορές: πρώτον, η εκτόπιση του πολιτικού αντιπάλου αντικαταστάθηκε από τον εκτοπισμό του οικονομικού ανταγωνιστή (εξ ου και το φαινόμενο της διαφθοράς), και δεύτερον, η νεφελώδης αντιχουντική ιδεολογία υποκατέστησε το δημοκρατικό φρόνημα, νομιμοποιώντας πρακτικές, επιχειρήματα και επιχειρηματίες.

Με τη «Μεταπολίτευση» εκτοπίστηκε κάθε γόνιμος διάλογος για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας: αντιπροσωπευτικότητα, άσκηση πολιτικής, κομματικές δομές, κοινοβουλευτικές πρακτικές, χρηματοδότηση κομμάτων, ομάδες πίεσης, συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Το μεταπολιτευτικό μοντέλο διακυβέρνησης κατασπατάλησε το δημόσιο χρήμα και ταυτόχρονα αποσυνέθεσε οτιδήποτε είχε δημόσιο χαρακτήρα (σφαίρα, εκπαίδευση, χώρος, διαφέρον).

Με την «ευφορία της Αλλαγής» νομιμοποιήθηκε βαθμιαία η «εφορία της συναλλαγής», με το Δημόσιο να μετατρέπεται σταδιακά, μέσω του πελατειακού συστήματος, σε μείζονα εργοδότη και κινητήριο μοχλό της οικονομίας, χάρις στις δημόσιες επενδύσεις και τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Η «νέα μικροαστική τάξη στις πόλεις», που συνέβαλε στην πτώση (και όχι στην ανατροπή) της Χούντας, νομιμοποιήθηκε «προνομιακά» και δέσποσε ιδεολογικά, με δεδομένη την (οικονομική και κοινωνική) αποσύνθεση της εσωτερικής αστικής τάξης και την ταχεία άνοδο των «νέων τζακιών».

Ο, τι αποκλήθηκε ως «μεταπολίτευση», της οποίας το τέλος προφητεύεται επί εικοσαετία σχεδόν, συμπύκνωνε την παθογένεια ενός πολιτικού συστήματος, το οποίο στηρίχτηκε στον ετεροκαθορισμό του: αντιστικτικά με τη Χούντα, αλλά με ανύπαρκτες πολιτικές προκείμενες της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, σε ένα καθεστώς διαρκούς πόλωσης και ρητορικής της σύγκρουσης, που σχετιζόταν άμεσα με την ιδεολογική ηγεμονία μιας παρωχημένης Αριστεράς και μιας διανόησης γενικών καθηκόντων.

Διαβάζοντας κανείς την (ενδιαφέρουσα, αλλά αντιφατική) «Μεταδημοκρατία», του Κόλιν Κράουτς, νοσταλγεί την (αδικημένη στα χρόνια της και ξεχασμένη σήμερα) «Κρίση των δικτατοριών», του Νίκου Πουλαντζά.

Του Κώστα Θ. Καλφόπουλου

Δημοσιεύθηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 01/08/2010

http://mesaellada.wordpress.com/2010/08/07/η-λάθος-μεταπολίτευση/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου