Δευτέρα 23 Αυγούστου 2010

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΡΙΣΚΑ

Πολυδιάστατη διπλωματία και ρίσκα

Η Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλους εταίρους και συμμάχους της, αναγνώρισε de jure το Ισραήλ μόλις το 1990. Μέχρι τότε είχε επιμελώς τηρήσει την πολιτική τής de facto αναγνώρισης για να μη διαταράξει τις σχέσεις της με τον αραβικό κόσμο με τον οποίο είχε πλέγμα προνομιακών επαφών.

Όσο κι αν η πολιτική αυτή δεν απέδωσε τότε τα προσδοκώμενα οφέλη, συνετέλεσε καθοριστικά στην αναβάθμιση της Αθήνας σε ισότιμο και αξιόπιστο συνομιλητή όλων των σημαντικών παικτών της μεσανατολικής σκηνής. Οι επαφές τότε του Ανδρέα Παπανδρέου με τους άραβες ηγέτες είναι γνωστές και είχαν προκαλέσει ποικίλα σχόλια στα διεθνή μέσα ενημέρωσης.

Ο ρόλος δυστυχώς αυτός της Ελλάδας εξέλιπε τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα η Άγκυρα, εκμεταλλευόμενη το κενό, να υπεισέλθει στον χώρο και να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο, δημιουργώντας δίαυλους επικοινωνίας ακόμη και με κράτη με τα οποία κατά το πρόσφατο παρελθόν διατηρούσε κάθε άλλο παρά φιλικές σχέσεις. Όπως π.χ. με τη Συρία. Τον ρόλο αυτό η Τουρκία τον έπαιξε συγκροτημένα, διατηρώντας στενές επαφές με τους Άραβες αλλά ακόμη και με το Ισραήλ.

Κι όλα έβαιναν καλώς, μέχρι τη στιγμή που σειρά γεγονότων προκάλεσαν ψυχρότητα στις ισραηλινοτουρκικές αλλά και στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Αποκορύφωμα η στάση που τήρησε η Τουρκία ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, όταν πρόσφατα καταψήφισε τις κυρώσεις κατά του Ιράν.

Σ’ αυτήν τη συγκυρία και σε λιγότερο από έναν μήνα από την επίσκεψη στο Ισραήλ του έλληνα πρωθυπουργού, ο ισραηλινός ομόλογός του έφτασε στην Αθήνα. Πρώτη επίσκεψη και των δύο πρωθυπουργών αντίστοιχα από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Επίσκεψη που πέραν της πολιτικής της διάστασης ενέχει και συμβολικό χαρακτήρα.

Οι γνώμες διίστανται. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η επίσκεψη αυτή επέφερε πλήγμα στις σχέσεις της Ελλάδας με τον αραβικό κόσμο. Άλλοι ότι σηματοδοτεί την έναρξη δημιουργίας στενότερου διαύλου επικοινωνίας που μοιραία θα καταλήξει σε δημιουργία οιονεί άξονα που θα συνδέει στρατηγικά τις δύο χώρες, θα προκαλέσει τις ευλογίες της Ουάσινγκτον και θα αναβαθμίσει τον ρόλο της χώρας στην ευρύτερη περιοχή.

Αλλά ας δούμε ψύχραιμα τα πράγματα, χωρίς παρορμητισμούς και άκαιρες φορτίσεις! Η χώρα μας ευρίσκεται σε μια άκρως ευαίσθητη περιοχή και δεν τη συμφέρει να εμπλακεί σε άσκοπα γεωπολιτικά παιχνίδια των μεγάλων. Κάθε απόπειρα ανατροπής του συσχετισμού δυνάμεων στη Μέση Ανατολή θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, αν όχι αδύνατο. Πολύ περισσότερο μάλιστα αν η Αθήνα αναλάμβανε μια τέτοια προσπάθεια. Κάθε παρόμοια απόπειρα μόνο απώλειες και ζημίες θα μπορούσε να προκαλέσει στη χώρα.

Μια προσεκτική και συγκροτημένη ανάλυση των ιστορικών δεδομένων αναπόδραστα μας οδηγεί σε δύο συμπεράσματα:

Πρώτον, ότι όσο κι αν σπεύδουν ορισμένοι να προσδώσουν στρατηγικό χαρακτήρα στις σχέσεις Ελλάδας - Ισραήλ, τούτο δύσκολα θα μπορούσε να επιτευχθεί και
δεύτερον, η ενδυνάμωση των σχέσεών μας με το Ισραήλ, όσο επωφελής σε ορισμένους τομείς κι αν είναι, δεν θα πρέπει να γίνει σε βάρος των σχέσεών μας με τον αραβικό κόσμο.

Η ελληνοϊσραηλινή αυτή προσέγγιση πρέπει να είναι προσεκτική, συντονισμένη και καλά προετοιμασμένη. Μακριά από κάθε είδους ανταγωνιστικών με άλλες χώρες πλαισίων και όχι υπό το κράτος πρόσκαιρων ενθουσιασμών και επικοινωνιακών σκοπιμοτήτων. Οι πανηγυρικοί τόνοι που ορισμένοι προσπάθησαν να υιοθετήσουν δεν συμβαδίζουν με τα συμφέροντα του τόπου. Δεν πρέπει να παρασυρθούμε σε άκριτες θέσεις του τύπου ότι η Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτεί το παρόν momentum που δημιουργεί η πρόσφατη ψυχρότητα στις σχέσεις Ουάσινγκτον - Άγκυρας. Και στο σημείο αυτό πρέπει να προσέξουμε. Τίποτε δεν μας πείθει ότι η παρούσα φάση των σχέσεων Τουρκίας και ΗΠΑ θα ανατρέψει ριζικά το γενικότερο ισοζύγιο των σχέσεών τους. Το 2003 είναι ακόμη νωπό στη μνήμη μας. Με αφορμή τότε επιχείρηση κατά του Ιράκ, σοβαρότατη κρίση έπληξε τις σχέσεις Άγκυρας - Ουάσινγκτον, όταν η τουρκική εθνοσυνέλευση έκλεισε τις βάσεις του Ιντσιρλίκ στα αμερικανικά στρατεύματα. Και παρά την εκδηλωθείσα τότε αμερικανική δυσαρέσκεια, οι σχέσεις των δύο χωρών δεν άργησαν να επανέλθουν σε αρμονική τροχιά. Η ιδιάζουσα και βαρύνουσα γεωπολιτικά θέση της Τουρκίας ουδέποτε άφησε ασυγκίνητη την Ουάσινγκτον. Τον Απρίλιο του 2009, επισκεπτόμενος την Άγκυρα ο κ. Ομπάμα, χαρακτήρισε την Τουρκία βασική περιφερειακή συνεργάτιδα των ΗΠΑ... Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Σίγουρα τα παραπάνω αποτελούν πρόγευση των όσων θα ακολουθήσουν. Ακόμη περισσότερο όταν ο Λευκός Οίκος διαψεύδει τα περί τελεσίγραφου Ομπάμα προς Ερντογάν, ότι αν η Τουρκία δεν αμβλύνει τη στάση της έναντι του Ισραήλ, τα αιτήματά της για προμήθεια στρατηγικού υλικού δεν θα ικανοποιηθούν. Ο ίδιος εξάλλου κ. Ερντογάν έσπευσε να δηλώσει ότι οι σχέσεις Τουρκίας και ΗΠΑ βαίνουν άριστα. Και όσο υπερβολικό κι αν φαίνεται το τελευταίο, είναι ηλίου φαεινότερον ότι οι δύο πλευρές προσπαθούν να χαμηλώσουν τους τόνους, με ό,τι συνεπάγεται και σημαίνει.

Οποιαδήποτε λοιπόν ενδυνάμωση των σχέσεών μας με το Ισραήλ δεν θα πρέπει να γίνει σε βάρος των παραδοσιακών φίλων της Ελλάδας στον μεσανατολικό χώρο.


Καλή και επιβαλλόμενη η πολυδιάστατη διπλωματία, αλλά με συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις που δεν θα αντιστρατεύονται τα εθνικά μας συμφέροντα.

Γιατί καταγράφουμε μεν τις ημέρες αυτές την ιδιαίτερη κινητικότητα των ελληνοϊσραηλινών σχέσεων, δεν βλέπουμε όμως κάποια επίσημη αντίδραση στις προ ημερών δηλώσεις του αρχηγού του ρωσικού ναυτικού, ναυάρχου Βλαντιμίρ Βισότσκι, όπου εξέφραζε την επιθυμία της Μόσχας να αποκτήσει βάση για τον στόλο της στη Μαύρη Θάλασσα και στη Μεσόγειο. Πρόταση που, εφόσον αντικατοπτρίζει την επίσημη θέση της Μόσχας, αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τη χώρα μας.

Πρόταση που η κυβέρνηση οφείλει να μελετήσει προσεκτικά και να χειριστεί ανάλογα. Από τον τρόπο δε των χειρισμών θα αποδείξουμε αν μπορούμε να ασκήσουμε πολυδιάστατη διπλωματία. Σε μια εποχή μάλιστα που επιβάλλεται όσο ποτέ άλλοτε η αναβάθμιση και ενίσχυση του διεθνούς ρόλου της χώρας μας.

Πηγή:

http://www.paron.gr/v3/new.php?id=58056&colid=&catid=42&dt=2010-08-22%200:0:0



Ρεαλιστής ή ευένδοτος;
του Γιάννη Τριάντη



Τι συνιστούν οι θεαματικές εξελίξεις στις σχέσεις Ελλάδος - Ισραήλ; Ένδειξη ρεαλιστικών επιλογών, επωφελών για τη χώρα, και άσκηση πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής ή άμεση υλοποίηση επιταγών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ από τον έλληνα πρωθυπουργό, με απρόβλεπτες συνέπειες για τα εθνικά μας συμφέροντα;

Τα περί πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής ας τα αφήσουμε καλύτερα στην άκρη. Τα τηλεφωνήματα στον παλαιστίνιο Πρόεδρο Μαχμούτ Αμπάς και η επίσκεψη στη Λιβύη δεν αρκούν ούτε ως άλλοθι. Ο Καντάφι έχει παύσει εδώ και χρόνια να θεωρείται «κόκκινο πανί». Όσο για τα τηλεφωνήματα στον Αμπάς και τη ρητορική υποστήριξη στην ίδρυση βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους, δεν έχουν ιδιαίτερη αξία. Τέτοιες δηλώσεις κάνει ακόμη και ο ίδιος ο Νετανιάχου... Το είδος και το εύρος των σχέσεων Ελλάδος - Ισραήλ, όπως καθορίστηκαν από τις συζητήσεις των δύο πρωθυπουργών στην Αθήνα, καθώς και η χρονική στιγμή των επαφών (το Ισραήλ στριμωγμένο μετά την γκανγκστερική επιδρομή εναντίον τού στολίσκου για τη Γάζα και με τον πιστό της σύμμαχο, την Τουρκία, να «κάνει νερά»), θα μπορούσαν να ισοσταθμιστούν από μια ανάλογη κίνηση του κ. Παπανδρέου: την επίσκεψή του στην Τεχεράνη, τις συνομιλίες με τον Αχμαντινετζάντ και την ανταπόδοση της επίσκεψης με την έλευση του ιρανού Προέδρου στην Αθήνα. Τότε όντως θα είχε νόημα ο όρος πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, καθώς και η διεκδίκηση ρόλου για την Ελλάδα στην ευρύτερη περιοχή...

Οι υποστηρικτές του θεαματικού «ανοίγματος» προς το Ισραήλ ισχυρίστηκαν ότι η κίνηση του κ. Παπανδρέου είναι ευφάνταστη και γόνιμη, διότι εκμεταλλεύτηκε την άκρως αρνητική συγκυρία στις σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ και της ΗΠΑ. Όμως επί του παρόντος, η κίνηση αυτή ευνοεί μονάχα το Ισραήλ, το οποίο καίγεται για στενή στρατιωτική συνεργασία -μετά την πρόσκαιρη ρήξη με την Τουρκία- και για κοινές ασκήσεις, που θεωρούνται πρόβα τζενεράλε για ενδεχόμενη επίθεση κατά του Ιράν...

Απαράδεκτη και βλαπτική για τα εθνικά συμφέροντα, χαρακτήρισε τη στρατιωτική συνεργασία με το Ισραήλ ο πανεπιστημιακός Νίκος Μουζέλης («Βήμα» 18/8/2010). Και δεν ήταν ο μόνος. «Η Αυγή» μίλησε για «american delivery» και για «τυχοδιωκτισμούς made in USA», ενώ πλείστοι όσοι αρθρογράφοι και αναλυτές επισήμαναν τον κίνδυνο να διαρραγούν οι παραδοσιακά καλές σχέσεις της χώρας μας με τον αραβικό κόσμο και να καταστεί η Ελλάδα «κόκκινο πανί»...

Δύο επιχειρήματα τα οποία προεβλήθησαν κατά κόρον για να στηρίξουν την επιλογή Παπανδρέου, αφορούν στις σχέσεις μας με την Τουρκία και στα οικονομικά ωφελήματα... Η κυβερνητική προπαγάνδα έφτασε στο σημείο να μιλήσει για «ισραηλινό χρυσωρυχείο», διοχετεύοντας πληροφορίες για «σημαντικά οφέλη» που προσδοκά η Αθήνα μετά την επίσκεψη Νετανιάχου («Νέα» 18/8/2010)... Ουδόλως αποκλείεται, βέβαια, να προσποριστεί κάποια οφέλη η Ελλάδα, όπως είναι η αύξηση τουριστών από το Ισραήλ. Αλλά αυτό, όπως και άλλα συναφή, πόρρω απέχουν από το... χρυσωρυχείο. Και πέραν αυτού, ουδείς μέχρι στιγμής αναφέρθηκε σε πιθανές επιπτώσεις, που αφορούν την τύχη αραβικών επενδύσεων στην Ελλάδα - εν εξελίξει και μελλοντικών...

Σχετικά με την Τουρκία: Η υπαρκτή κρίση των σχέσεών της με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, ουδόλως προϊδεάζει για τετελεσμένα. Η γείτων έχει αποδείξει ότι εκμεταλλεύεται άριστα την προνομιακή γεωγραφική της θέση και δύναται -ειδικά σήμερα που προβάλλει πανίσχυρη και ενισχυμένη στο διεθνές προσκήνιο- να συμπορεύεται με τις ΗΠΑ, επομένως και με το Ισραήλ, αλλά και να αυτονομείται αγνοώντας απειλές και πιθανές συνέπειες. Δεν θα αποτελέσει λοιπόν έκπληξη αν συντόμως αποκατασταθούν οι σχέσεις αυτές. Τότε η Ελλάδα θα μείνει ξεκρέμαστη και θα πληρώσει βαρύ τίμημα...

Εδώ αξίζει να σημειωθεί το εξής: Στα «Νέα» της 17/8/2010 καταχωρίζονται πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες, κατά τις συζητήσεις Παπανδρέου - Νετανιάχου, συζητήθηκε και «η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα». Όπως γράφει η Αριστοτελία Πελώνη, «η κυβέρνηση δεν κρύβει ότι επιθυμεί να επανέλθει γρήγορα στις αγορές για την αναχρηματοδότηση του χρέους και το αμερικανοεβραϊκό λόμπι θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια αυτή»... Καταπληκτικό ειδησάριο πολύπτυχης σημασίας, που δημιουργεί αφεύκτως ορισμένους συνειρμούς και συναφή ερωτήματα: Αν αύριο εξομαλυνθούν οι σχέσεις Τουρκίας - Ισραήλ, ποια στάση θα τηρήσει π.χ. στα ελληνοτουρκικά το πανίσχυρο αμερικανοεβραϊκό λόμπι, ειδικά αν απαιτήσει πίεση προς την Ελλάδα η Τουρκία; Τι πάει να πει ότι θα βοηθήσει το λόμπι στην αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους; Αν είναι έτσι, τότε δικαιώνονται οι χειρότεροι φόβοι ότι κάποιοι πανίσχυροι, αθέατοι μηχανισμοί καθορίζουν τις τύχες των χωρών και όχι η πραγματική κατάσταση των οικονομιών.

Με φόντο τα προαναφερθέντα: Δεν αποκλείεται όντως να διευκολυνθεί κάπως η Ελλάδα όταν βγει στις αγορές για δανεικά. Όμως κανένας δεν χαρίζει λεφτά - και ειδικά οι ασύστολες και αδηφάγες αγορές. Εκείνο που σχεδόν μετά βεβαιότητας θα πρέπει να αναμένεται είναι ένα προσωπικό «μπόνους» προς τον κ. Γ. Παπανδρέου από ελεγχόμενα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης, με ύμνους για το ηγετικό του προφίλ και τις «μεγάλες ικανότητές» του...

Πάντως, το επιχείρημα που κυριάρχησε υπέρ της προσέγγισης με το Ισραήλ, είναι ο ρεαλισμός. Προεβλήθη και από ένα κύριο άρθρο της «Καθημερινής» (18/8/2010) με την επισήμανση ότι «εκείνοι που συνεχίζουν να βλέπουν την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής μέσα από το πρίσμα της ''ηθικής'', καλά θα ήταν να θυμούνται πως στη διπλωματία αυτό που προέχει πάντοτε και φέρνει αποτελέσματα είναι ο ρεαλισμός»...

Πέραν του ωμού κυνισμού και την παράκαμψη της ηθικής, παρουσιάζει ενδιαφέρον η επίκληση του περιώνυμου ρεαλισμού. Αλήθεια, σε τι ωφελήθηκε η χώρα μας από τη ρεαλιστική επιλογή της να παραμένει στενή σύμμαχος και φίλη των ΗΠΑ; Σε ποιον τομέα υπήρξαν απτά οφέλη; Στα ελληνοτουρκικά; Στο Κυπριακό; Στο «Μακεδονικό»; Μήπως στον οικονομικό τομέα; Κάποια βοήθεια, προφανούς σκοπιμότητας, υπήρξε μετεμφυλιακά, όταν η Αμερική διαδέχθηκε την Αγγλία σε ρόλο δυνάστη και επιτηρητή των ελληνικών πραγμάτων. Κι αν υπάρχουν ωφελήματα, αυτά αφορούν τις ΗΠΑ: η Ελλάδα προμηθεύεται μόνιμα και με συνέπεια αμερικανικούς στρατιωτικούς εξοπλισμούς, δυσβάσταχτους για την αναιμική οικονομία μας, χωρίς κανένα κέρδος ή αντάλλαγμα - πολιτικό ή άλλο...

Ο ιστορικός του μέλλοντος θα κρίνει αν οι ανατρεπτικές επιλογές του Γ. Παπανδρέου θα τον καταχωρίσουν στον κατάλογο των μεγάλων ηγετών ή θα τον καταγράψουν ισοϋψή του πολιτικώς χθαμαλού Σοφοκλή Βενιζέλου, για τον οποίο ο εν Αθήναις πρεσβευτής της Μ. Βρετανίας είχε πει (τηλεγράφημα προς τον Τσώρτσιλ): Το μεγάλο όνομα είναι το μοναδικό προσόν γι' αυτόν τον μικρό άνδρα... Μέχρι στιγμής πάντως οι συνολικές επιλογές, ο προσανατολισμός και η εν γένει συμπεριφορά του κ. Παπανδρέου τον διατηρούν επί ξυρού ακμής. Όπως και τη χώρα... Διότι η πραγματικότητα είναι ξεροκέφαλη. Σε πείσμα της κατακλυσμιαίας προπαγάνδας και των πανίσχυρων λόμπι...

ΥΓ. 1: Μια σοβαρή, επεξεργασμένη εξωτερική πολιτική -πραγματικά πολυδιάστατη- δεν περιφρονεί την ανάπτυξη καλών σχέσεων με το Ισραήλ. Οι τελευταίες εξελίξεις δεν έχουν καμία σχέση με τέτοια πολιτική.
ΥΓ. 2: Ευένδοτος είναι εκείνος που ενδίδει εύκολα.

Πηγή:
http://www.paron.gr/v3/new.php?id=57842&colid=69&dt=2010-08-22

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου