Πέμπτη 26 Μαΐου 2011

Ο δρόμος προς την συμφιλίωση






Στην ιστορία των λαών κατά καιρούς δημιουργούνται παρενθέσεις. Περίοδοι παρατεταμένου πολέμου και ειρήνης διασπώνται από φαινομενικά ήρεμα μεσοδιαστήματα, που όμως θυμίζουν παλμογράφους δευτερόλεπτα πριν από τον σεισμό. Σ’ αυτό το μεσοδιάστημα, συνήθως αλλάζουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του παρόντος χρόνου. Η συμφιλίωση των δύο λυσσαλέων αντιπάλων στους κόλπους των Παλαιστινίων, της Φατάχ και της Χαμάς, ο θάνατος του Μπιν Λάντεν, η εξεγερτική εικόνα του αραβικού κόσμου, αλλά και ο φόβος του Ισραήλ να εμπλακεί, διαφορετικά πια, στην παλίρροια των αισθήσεων και των παραισθήσεων της Μέσης Ανατολής σηματοδοτούν το δικό της επίμαχο μεσοδιάστημα. Το Ισραήλ δικαίως ασφυκτιά. Ασφυκτιά και ο παλαιστινιακός λαός. Στον παρόντα χρόνο οι λύσεις, αν προκύψουν, θα θυμίζουν σεισμό. Είναι γνωστό άλλωστε ότι ο ΟΗΕ σχεδιάζει να ανακοινώσει την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους τον Σεπτέμβριο, αλλά ας σκεφτούμε ότι η Ιστορία γράφεται πάντοτε μέσα από απρόβλεπτα γεγονότα.

Η διαδικασία συμφιλίωσης δεν είναι απλή. Οι χάρτες αποτυπώνουν τους βηματισμούς των ανθρώπων, όχι όμως και τις πληγές. Αυτές επουλώνονται και πυορροούν εναλλάξ. Οι χάρτες, όμως, μαρτυρούν και τις απουσίες. Εκατοντάδες παλαιστινιακά χωριά κατεστραμμένα, χιλιάδες Παλαιστίνιοι πρόσφυγες, σβησμένα ονόματα χωριών και δρόμων, σιωπή στα ισραηλινά σχολικά βιβλία. Κενό χρόνου; Στο Μουσείο της Ιερουσαλήμ έχει σβηστεί κάθε ίχνος της παλαιστινιακής οικογένειας Μπαράμκι, των πρώτων ιδιοκτητών του σπιτιού που έγινε μουσείο. Ο καθηγητής Γκάμπι Μπαράμκι (φωτ.), πρόεδρος του Πανεπιστήμιου BirZeit, δεν έχει δικαίωμα να μπει στην Ιερουσαλήμ για να δει το σπίτι όπου μεγάλωσε (μικρό, συναισθηματικό παράδειγμα). Η συμφιλίωση προϋποθέτει εσωτερική δύναμη των λαών, προϋποθέτει βεβαίως και πολιτική βούληση των ηγεσιών. Πολλοί φοβούνται ότι ένα ηλιόλουστο πρωινό, χιλιάδες Παλαιστίνιοι θα σηκωθούν από το κρεββάτι τους και δίχως πέτρες, δίχως όπλα θα πορευτούν βουβοί προς τα ισραηλινά σύνορα. Και θα ’ναι μιλιούνια. Ποιος θα τους σταματήσει και ποιος θα σηκώσει όπλο να τους σκοτώσει; Και ποιο θα ’ναι το μέγεθος της διεθνούς πίεσης που θα δεχθεί η ισραηλινή ηγεσία;

Την περασμένη εβδομάδα αγόρασα το βιβλίο του διάσημου Ισραηλινού συγγραφέα Ντάβιντ Γκρόσμαν (φωτ.) «Στο τέλος της Γης», κάτι σαν αντιπολεμικό έπος. Ο Γκρόσμαν είδε τον μικρό του γιο Ούρι να σκοτώνεται στο όνομα ενός παρορμητικού πολέμου, στον Λίβανο, το 2006. Στον επίλογο του βιβλίου του, που ο Γκρόσμαν ξεκίνησε να γράφει το 2003, αναφέρεται στον Ούρι: «Ο Ούρι γνώριζε πολύ καλά την υπόθεση του βιβλίου και τους ήρωές του. Κάθε φορά που μιλούσαμε στο τηλέφωνο και ειδικά όταν ερχόταν σπίτι με άδεια, ρωτούσε τα νέα του βιβλίου και των ηρώων του. Το μεγαλύτερο μέρος της θητείας του στα τεθωρακισμένα το πέρασε στα Κατεχόμενα, σε περιπολίες, σκοπιές, ενέδρες και μπλόκα και αρκετές φορές μοιραζόταν τις εμπειρίες του μαζί μου. Κι είχα την αίσθηση ή μάλλον την ψευδαίσθηση ότι το βιβλίο μου θα τον προστάτευε. Στις 12 Αυγούστου 2006, τις τελευταίες ώρες του δεύτερου πολέμου στον Λίβανο, ο Ούρι σκοτώθηκε στον νότιο Λίβανο. Με τη λήξη του επταήμερου πένθους στο σπίτι, επέστρεψα στο βιβλίο. Το μεγαλύτερο μέρος του είχε γραφτεί. Αυτό που άλλαξε, πάνω απ’ όλα, ήταν ο απόηχος της πραγματικότητας μέσα στον οποίον γράφτηκε η τελική εκδοχή του». Ο ίδιος, πάντως, δεν πιστεύει στη συμφιλίωση!

Ενα χρόνο νωρίτερα από την ημέρα που ο Γκρόσμαν ξεκίνησε το τελευταίο του βιβλίο, ένας άλλος συγγραφέας και εθνικός ποιητής των Παλαιστινίων, ο Μαχμούντ Νταρουίς (φωτ.), απομονωμένος στη Ραμάλα σημείωνε σε σύντομα ποιήματα και μικρά πεζά τις εντυπώσεις ενός άγριου πολέμου. Επέλεξα τον ήσυχο διάλογο ανάμεσα σ’ αυτόν και Ισραηλινή στρατιωτίνα σε φυλάκιο της Ιερουσαλήμ. «Μια νεαρή στρατιωτίνα με σταμάτησε, ρωτούσε για το όπλο και την προσευχή μου. Απολογούμενος της είπα: Εγώ δεν πολεμώ, ούτε προσεύχομαι. Και με ρώτησε: Τότε, γιατί ήρθες στην Ιερουσαλήμ; Είπα: Για να περάσω ανάμεσα στο όπλο και την προσευχή. Στο δεξί μου χέρι έχω το σημάδι του πολέμου, στο αριστερό εκείνο του Θεού. Ομως εγώ δεν πολεμώ και δεν προσεύχομαι. Και ρώτησε: Τι είσαι; Απάντησα: Ενα λαχείο ανάμεσα στο όπλο και την προσευχή. Και είπε: Και τι θα κάνεις... τι θα κάνεις αν κερδίσεις; Μα θα αγοράσω χρώμα για τα μάτια της αγαπημένης μου. Σκέφτηκε η στρατιωτίνα “θα ’ναι ποιητής” και μ’ άφησε να φύγω. Ενώ εγώ αναρωτιόμουν: Γιατί λοιπόν ήρθα στην Ιερουσαλήμ;». Ενας άλλος απόηχος της πραγματικότητας που οι δύο λαοί οφείλουν οριστικά πια να συνειδητοποιήσουν.

Της Ρίτσας Μασούρα
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_22/05/2011_442639

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου