Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΙΝΟΥΣΕΣ





Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΙΝΟΥΣΕΣ

«Ουκ εν τω πολλώ το ευ, αλλ' εν τω ευ το πολύ». Το άκουγα και δεν του παραέδινα σημασία. Άλλο ένα ρητό, έλεγα, ψιλο-ζηλεύοντας τον Αριστοτέλη που το 'χε πρωτοπεί. Μέχρι που, 18χρονος δόκιμος, στο πρώτο μου μπάρκο, συνάντησα τον καπετάν Γιάννη από τις Οινούσες. Έναν καπετάνιο διαμάντι. Έναν πολύπειρο και φιλοσοφημένο άνθρωπο.
Είχε αδυναμία με τους δόκιμους ο καπετάν Γιάννης. Τους πρόσεχε. Ήθελε, όπως έλεγε, να τους μάθει τα πάντα γύρω από τη ναυτική τέχνη. «Παιδιά δεν έχω», ομολογούσε. «Παντρεύτηκα τη θάλασσα. Παιδιά μου είναι οι δόκιμοι, οι αυριανοί καπεταναίοι μας». Γι αυτό κι είχε δώσει εντολή στον υποπλοίαρχο, στο Γραμματικό που τον λέμε στα καράβια, να μου κάνει μαθήματα ναυτιλίας στην πράξη. Πάνω στη γέφυρα. Την ώρα της απογευματινής του βάρδιας. Με τον εξάντα και το χρονόμετρο στο χέρι. Με τη διόπτρα και το φάρο έτοιμο για παράλλαξη.
Ένα απόγευμα, που 'χε ανέβει κι εκείνος στη γέφυρα, με είδε που τον κρυφοκοίταζα με θαυμασμό. Κείνα τα χρόνια, τη δεκαετία του '60, το να είσαι καπετάνιος σ' ένα ολοκαίνουργιο, εξάμπαρο φορτηγό, 20.000 τόνων, ήταν μεγάλη δουλειά, μεγάλη καταξίωση.
«Τι με λοξοκοιτάς, μωρέ χαϊβάνι;», μου λέει, μ' εκείνη τη μπάσα τη φωνή του «Σου φαντάζω για σπουδαίος;».
«Ναι» του απαντάω, αυθόρμητα.
«Σκατά», μου αποκρίνεται. «Ποιος είναι βρε πιο ευτυχισμένος, τούτη δα την ώρα; εγώ ή ένα λουστράκι στην Ομόνοια;»
«Και φυσικά εσύ, καπετάνιε»
«Και πάλι σκατά στην κεφαλή σου, μωρέ δόκιμε. Έχω, ορέ, κάτω στην καμπίνα μου δυο-τρεις χιλιάδες δολάρια, σάλτα πάρτα κι αγόρασε μου ένα παγωτό ξυλάκι. Περνάμε τον ισημερινό και το ζητάει η όρεξη μου»
Με είδε που τον κοίταζα με γουρλωμένα μάτια και συνέχισε:
«Από πού να μου το πάρεις το παγωτό, βρε κακομοίρη; Από το τρίτο κύμα δεξιά; Το λουστράκι όμως, με ενάμισι φράγκο στην τσέπη, το παίρνει το παγωτό ξυλάκι. Να τα κατουρήσω λοιπόν, εγώ, τα δολάρια. Το λουστράκι ροκανίζει το παγωτό του ευτυχισμένο κι εγώ με τα χιλιάδες δολάρια μένω ανικανοποίητος».
...Ο καπετάν Γιάννης μου 'χε ερμηνεύσει, με τον καλύτερο τρόπο, τον Αριστοτέλη. «Ουκ εν τω πολλώ το ευ, αλλ' εν τω ευ το πολύ».

Φώτης Σιμάτος
"ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΦΤΕΡΑ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου