Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

Η συνάντηση Καζαντζάκη - Καβάφη




Ο Μεγάλος στοχαστής συναντά τον Μέγα Αλεξανδρινό Ποιητή

ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ Ταξιδεύοντας Ιταλία-Αίγυπτος-Σινά-Ιερουσαλήμ-Κύπρος-Μοριάς, ο Καζαντζάκης κατόρθωσε να περιγράψει την οδοιπορική ποιητική γραμμή που ενώνει την Ιταλία και τον Μοριά, με τρόπο έντεχνα ρεαλιστικό και συνάμα φανταστικό, αναδεικνύοντας  ιδιαίτερα σημεία που προκαλούν τον νου και την καρδιά κάθε ταξιδευτή. Από τη σκοπιά της λογοτεχνίας, ο Κρητικός  συγγραφέας  άφοβα δηλώνει ότι «τρεις είναι οι πιο συχναζόμενοι σχολάρχες  όπως έχει καταντήσει ο τόπος μας -ο Παλαμάς, ο Καρυωτάκης, ο Καβάφης». Τον τελευταίο τον γνώρισε για πρώτη φορά στο ταξίδι του περί το 1927 στην Αίγυπτο και τον χαρακτηρίζει καλόβουλα ως «Αλεξαντρινό γηραλέο Νάρκισσο».
Αλεξάνδρεια 1927.
 Σε ένα από τα πολλά ταξίδια του επισκέπτεται την πνευματική πρωτεύουσα της Αιγύπτου: την Αλεξάνδρεια. Εκεί ο Νίκος Καζαντζάκης συναντά τον Κωνσταντίνο Καβάφη: σε ηλικία εξήντα τεσσάρων χρονών ο Αλεξανδρινός Μύστης  «συν-δια-λογίζεται» με τον σαραντατετράχρονο Κρητικό Στοχαστή.
Ο  Ν. Μ. Καζαντζάκης περιγράφει με γλυκιά γλαφυρότητα και ανθρώπινη ρεαλιστικότατη τον ποιητή Κ. Π. Καβάφη: «Η πιο εξαιρετική πνευματική φυσιογνωμία της Αιγύπτου είναι χωρίς άλλο ο ποιητής Καβάφης. Στο μεσόφωτο του αρχοντικού σπιτιού του προσπαθούσα να διακρίνω τη μορφή του. Ανάμεσα μας είναι ένα μικρό τραπεζάκι, γιομάτο ποτήρια με χιώτικη μαστίχα κι ουίσκι -και πίνουμε. Μιλούμε για πλήθος πρόσωπα κι ιδέες, γελούμε, σωπαίνουμε, και πάλι αρχίζει, με κάποια προσπάθεια, η κουβέντα. Εγώ πολεμώ να κρύψω στο γέλιο τη συγκίνηση και τη χαρά μου. Να ένας άνθρωπος μπροστά μου, άρτιος, που τελεί τον άθλο της τέχνης με υπερηφάνεια και σιωπή, αρχηγός ερημίτης, κι υποτάσσει την περιέργεια, τη φιλοδοξία και τη φιληδονία στον αυστηρό ρυθμό μιας επικούρειας ασκητικής». Και συνεχίζει ο Κρητικός συγγραφέας να μοιράζεται τις σκέψεις του -ακόμα και τις πιο απόκρυφες: «Έπρεπε να είχε γεννηθεί στο 15ο αιώνα στη Φλωρεντία, καρδινάλιος, μυστικοσύμβουλος του Πάπα, έκτακτος απεσταλμένος στο Παλάτι του Δόγη, στη Βενετία, και επί πολλά χρόνια, - πίνοντας, αγαπώντας, χαζεύοντας στα κανάλια, γράφοντας, σωπαίνοντας- να διαπραγματεύεται τις πιο σατανικές και πολύπλοκες και σκανδαλώδεις υπόθεσες της Καθολικής Εκκλησίας».
Στη συνέχεια, ο Μεγάλος Στοχαστής αναλογίζεται την ποιητική δύναμη του Αλεξανδρινού Ποιητή: «για πρώτη φορά τον βλέπω απόψε και τον ακούω, νιώθω πόσο σοφά μια τέτοια πολύπλοκη, βαρυφορτωμένη ψυχή της άγιας παρακμής κατόρθωσε να βρει τη φόρμα της-την τέλεια που της ταιριάζει στην τέχνη και να σωθεί»· ενώ ταυτόχρονα μπαίνει στον πειρασμό να σχολιάσει τους καβαφικούς στίχους: «Ο εξωτερικά πρόχειρος μα σοφά μελετημένος στίχος του Καβάφη, η θεληματικά αλλοπρόσαλλη γλώσσα του, η απλοϊκή ρίμα του, είναι το μόνο σώμα που μπορούσε πιστά να περικαλύψει και να φανερώσει την ψυχή του. Σώμα και ψυχή σια τραγούδια του είναι ένα. Σπάνια στην ιστορία της φιλολογίας μας μια τέτοια ενότητα υπήρξε τόσο οργανικά τέλεια. Ο Καβάφης είναι από τα τελευταία άνθη ενός πολιτισμού. Με διπλά, ξεθωριασμένα φύλλα, με μακρό ασθενικό κοτσάνι, δίχως σπόρο».



Ο Καζαντζάκης και ο Καβάφης αποτελούν τους δύο πιο φημισμένους Έλληνες λογοτέχνες -άποψη που τεκμηριώνεται από το πλήθος των μεταφράσεων των έργων τους-, αφήνοντας στην ευσεβή αφάνεια τους δύο Νομπελίστες λογοτέχνες της χώρας μας.
Ο Κρητικός Ποιητής και ο Αλεξανδρινός Ποιητής διαφέρουν ουσιαστικά στην αποτύπωση της λογοτεχνικής τους έμπνευσης: ο Ένας μάχεται να εκφράσει την ψυχική του Κραυγή, ενώ ο Άλλος παλεύει να εκφράσει την πνευματική του Σιωπή. Αντίθετα με τον Καβάφη, για τον Καζαντζάκη «η τέχνη είναι τεχνική, η ποίηση είναι αδιάκοπο δούλεμα της γλώσσας, του στίχου, του ρυθμού. Είναι καθημερινή, σκληρή, χωρίς ρομαντική έξαρση πράξη». Παρά τις διαφορετικότητες  της Τέχνης και της Τεχνικής τους, ο Καζαντζάκης  ένας  πιστός τεχνίτης της  γλώσσας της Ποίησης δεν διστάζει να συλλογάται κρυφά με στίχους Άλλων ποιητών και να παραδέχεται πως σαν προσευχή θαυμάζει και ψάλλει εσωτερικά τα λόγια του θαυμαστού καβαφικού τραγουδιού «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον».
Παραφράζοντας τη μαγική ετούτη στιγμή, ένα τρίτο μάτι θα χάριζε στους δύο Ποιητές τους παρακάτω  παραλλαγμένους  στίχους: «Ήλιε, μεγάλε» Καζαντζάκη «ανατολίτη μου, χρυσό σκουφί του νου μου- αρέσει μου στραβά να σε φορώ, πεθύμησα να παίξω- όσο να ζεις, όσο να ζω κι εγώ, για να χαρεί η καρδιά μας» κι όπως «σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος» Καβάφη «αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει. - Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν-ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου - μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς» αλλά δέξου «ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους- τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου - κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις».

"ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου