Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

Το εαρινό θαύμα της φύσης που αναγεννά τη ζωή



Το εαρινό θαύμα της φύσης που αναγεννά τη ζωή

ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΜΥΘΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ ΚΑΙ Ο ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΣ ΠΑ ΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ (ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ) ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΡΗ ΤΗΣ


Του ΝΙΚΟΥ ΠΑΠΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ

Λεπτή μόνο επίστρωση της απαστράπτουσας οικονομικής επιφάνειας των προηγούμενων ετών της ευμάρειας και της σπατάλης έχει πια απομείνει. Τα απειλητικά προμηνύματα και οι κακοί οιωνοί για το μέλλον πληθαίνουν, συνθέτοντας ασφυκτική ατμόσφαιρα απελπισίας, αφού όσα εφήμερα αγαθά χάθηκαν δεν πρόκειται να επανακτηθούν, καθώς οι ημέρες, γεμάτες θλίψη και θυμό, που περνούν ποτέ δεν επιστρέφουν. «Όσο ζεις να λάμπεις, καθόλου μη λυπάσαι. Η ζωή για λίγο διαρκεί, ο χρόνος καθορίζει το τέλος» υπενθυμίζεται στο επίγραμμα που χαράχτηκε στην επιτύμβια κυλινδρική στήλη του Σείκιλου. Ο Μίμνερμος παρομοιάζει τους θνητούς με τα φύλλα της άνοιξης που «όπως θεριεύουν αυτά με του ήλιου το φως, έτσι και μείς για χρόνο λίγο τα άνθη της νιότης χαιρόμαστε, κι απ' τους θεούς καλό ή κακό δεν γνωρίζουμε». Ο ελεγειακός ποιητής υποστηρίζει ότι το τέλος της νεότητας είναι το όριο της ζωής, επειδή συμφορές και δεινά σχεδόν πάντα συνοδεύουν το γήρας. Την τραγικότητα της ανθρώπινης μοίρας αναιρεί η προσεκτική παρατήρηση του θαύματος της αναγέννησης της φύσης.
Παντού μέσα σ' αυτήν οι αρχαίοι Έλληνες έβλεπαν το στοιχείο της ζωής, της αναγέννησης, και, καθώς η Δήμητρα συναντά κάθε άνοιξη τη θυγατέρα της, αναζωπυρώνεται ο ενθουσιασμός και ενισχύεται η ελπίδα και η διάθεση για τη ζωή. Οι αρχαίοι μύθοι των Ελλήνων παρέχουν τη δυνατότητα της απόδρασης από τη βαριά ατμόσφαιρα κατάθλιψης και συναισθηματικής εξουθένωσης που δημιουργούν οι συνθήκες της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας, αφού είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τη συνέχιση της μακράς παράδοσης, η οποία καθορίζει ακριβώς εκείνα που βρίσκονται μέσα στα μέτρα του ανθρώπου. Ακόμη και «τα πιο τολμηρά έργα επιστημονικής φαντασίας είναι ακόμα προσκολλημένα στα πιο αρχαία μυθικά πρότυπα του παραμυθιού της αναζήτησης και της πάλης, επειδή μέσα από την ελληνική εκδοχή διακρίνουμε τις προηγούμενες δυναμικές μορφές των εμπειριών που έχουν διαμορφώσει την ανθρώπινη μορφή και έχουν διαπλάσει την ανθρώπινη ψυχή στο ευρύτατο παρελθόν. Στη σύγχρονη εποχή η ανθρωπότητα έχει εισέλθει σε ένα στάδιο γρήγορης και ολικής αλλαγής, κινούμενη προς άγνωστα σύνορα» γράφει ο Walter Burket («Ελληνική μυθολογία και τελετουργία»).
Η εξωτερίκευση της προσωποποιημένης επιθυμίας είναι ο θεός: νέα ζωή, αφθονία, ευημερία και πλούτος. O θρησκευτικός χαρακτήρας της μιμητικής τελετουργίας διαγράφεται σαφέστερα όταν η πράξη εκτελείται εκ των προτέρων και συνδέεται άμεσα με τη μαγεία ή το θαύμα. Η θρησκεία, άλλωστε, έχει ιδιαίτερη σημασία για την επιβίωση της κοινότητας και τη διατήρηση της παράδοσης. Αρχαίες εκδηλώσεις λατρείας, ως αυθόρμητη προσέγγιση του ανθρώπου στις άγνωστες περιοχές του ακατάληπτου, τις οποίες προσέγγιζε με δέος και σεβασμό, είχαν μυστηριακό χαρακτήρα, καθώς και ο τύπος των θυσιών που τελούσαν οι ιερείς του Διονύσου στον βωμό, στο κέντρο της ορχήστρας του θεάτρου, γύρω από τον οποίο αναπτυσσόταν χορός μυστών. Σε παράσταση αγγείου, στεφανωμένη ιέρεια μοιράζει κρασί, ενώ δύο σειρές ορχηστρίδων σε έκσταση πλησιάζουν τον βωμό από τις δύο πλευρές, κρατώντας στα χέρια θύρσο και τύμπανα, διαύλους και δαυλούς, δηλώνοντας την ώρα της τελετουργίας: εκστατικοί χοροί, καθώς και τελετές μύησης, συνήθως αποτελούσαν μέρος παννυχίδων. «Σ' ολονύχτιους κατάλευκο πόδι θα πατώ χορούς, τον αυχένα αναβακχεύοντας στον δροσερό αγέρα, σαν το ελάφι, στις γλυκές π' ορμά χαρές του λειβαδιού» («εν παννυχίοις χοροίς / θήσω ποτέ λευκόν / ποδ' αναβακχεύουσα, δέραν / εις αιθέρα δροσερόν ρΐπτουσ' / ως νεβρός χλοεραίς εμπαίζουσα λείμακος ηδοναίς») άδει ο χορός των «Βάκχων» του Ευριπίδη.
ΤΟ ΥΠΑΙΘΡΙΟ ΕΘΙΜΟ
O μύθος της Κόρης «εξηγεί τον χειμερινό ενταφιασμό της θηλυκής σιταρόκουκλας, που την ξέθαβαν στις αρχές της άνοιξης και την έβρισκαν να έχει βλαστήσει. Το προελληνικό αυτό έθιμο επέζησε στην ύπαιθρο κατά τους κλασικούς χρόνους και εικονίζεται σε αγγειογραφίες με ανθρώπους που απελευθερώνουν την Κόρη από ένα σωρό χώμα» (Ρ. Γκρέιβς, «Οι Ελληνικοί Μύθοι»).
Την εποχή που η Περσεφόνη ανέβαινε από τον Άδη στη Μητέρα (Ανθεστηρίων ή Φεβρουάριος - Μάρτιος), η Αθήνα διοργάνωνε εορτές, τα Μικρά Ελευσίνια ή Ελευσίνια της Αγρας, που αποτελούσαν ουσιαστικά την προετοιμασία και τον εξαγνισμό των Μεγάλων Ελευσίνιων. Έναν μήνα πριν, στη διάρκεια του Γαμηλιώνος, προηγείτο εορτασμός ενθουσιαστικού χαρακτήρα, τα Λήναια, προς τιμήν του Διονύσου, με χορούς Μαινάδων (Λήναι), ανταλλαγές σκωμμάτων και πομπή προς το Λήναιο Ιερό στα νότια του διονυσιακού θεάτρου. Οι νικητές των θεατρικών αγώνων, που αποτελούσαν μέρος της εορτής, απολάμβαναν ως βραβείο ποσότητα από το πρώτο κρασί της χρονιάς, ενώ η θριαμβευτική πομπή έκλεινε με θυσία τράγου και ενθουσιαστικό άσμα, με την προσφώνηση «Ιακχε Πλυτοδότά».
Ο διθύραμβος, το αυτοσχέδιο, ενθουσιαστικό χορικό άσμα προς τιμήν του Διονύσου, προήλθε από τη συγκινησιακή φόρτιση, τον χορό και το άσμα μιας ομάδας, καθώς αυτή αποτύπωνε εκφραστικά με ιαχές και χειρονομίες κοινή επιθυμία. Οι χορευτές, επιδιώκοντας να ενισχύσουν το αποτέλεσμα με κάθε τρόπο, «καταπνίγουν την προσωπικότητα τους και φορώντας προσωπεία και μεταμφιέσεις χορεύουν με έναν κοινό ρυθμό και, πρωτίστως, βιώνοντας το ίδιο ενθουσιασμό ενοποιούνται συγκινησιακά, συγκροτούν μια πραγματική συνάθροιση, όχι μια συγκέντρωση ατόμων» [J. E. Harrison).
Στη δωρική Σπάρτη η χορική λυρική ποίηση αποτελούσε τη γνήσια μολπή, το άσμα που συνόδευε πάντα χορευτική κίνηση. Ακολουθώντας το σύστημα του Λυκούργου, οι κόρες και οι γυναίκες της Σπάρτης εμφανίζονταν γυμνές, κατά το «δωριάζειν», όχι μόνο στους αθλητικούς αγώνες, αλλά και σε δημόσιες ή θρησκευτικές-εκδηλώσεις. Ο Πλάτων δεν αρνείται το θέαμα γυμνού νέου που αγωνίζεται, επηρεασμένος όμως από την αισθητική της αθηναϊκής κοινωνίας και τα ήθη της ισχυρίζεται ότι προκαλεί ιλαρότητα η άθληση γυμνών γυναικών ή ηλικιωμένων.
Ο κυκλικός χορός με την ερμηνεία άσματος αποτελούσε κύριο μέρος της αγωγής των Σπαρτιατών, προκειμένου οι νέοι να ενταχθούν αρμονικά στην κοινωνία των ενηλίκων. Στις Γυμνοπαιδίες, την επισημότερη εορτή της Σπάρτης «διά μουσικών, ορχηστικών και γυμναστικών ορχήσεων τελούμενη», η προσέλευση και συμμετοχή όλων των ηλικιών καταδεικνύει τον παιδευτικό χαρακτήρα της χορείας. Στις γιορτές της Αρτέμιδος, γυναικείες ομάδες συμμετείχαν σε χορικές τελετές που συχνά περιείχαν στοιχεία οργιαστικά. Οι τελετουργίες με στοιχεία «αντιστροφής», κατά τις διαδικασίες μύησης των νέων, απαντώνται αργότερα στο αττικό δράμα. Η χορική ποίηση και το δράμα έχουν θεμέλιο τη λατρευτική όρχηση, όπου είναι εμφανής η μίμηση ηθών, πράξεων και παθών, όσων δεν έσβησε ο χρόνος ή η συνεχής ανάκληση της αρχαίας μνήμης, «ορχείσθαι την του Κρόνου τεκνοφαγίαν».

Η ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ
Στις λατρείες της γονιμότητας ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη η τολμηρή βωμολοχία, που συνοδευόταν από άσεμνες επιδείξεις και αποσκοπούσε στην αποτροπή του κακού, αλλά και οι γνωστοί «γεφυρισμοί», τα αστεία, δηλαδή, επάνω στη γέφυρα κατά την πομπή προς την Ελευσίνα. Τα αποτροπαϊκά αστεία σύντομα παραχώρησαν τη θέση τους στη σκληρή κριτική απέναντι στην εποχή και τα προβλήματά της. Τη θέση των σκωπτικών λόγων στη λατρεία της θεάς θυμίζει η χωλή Ιάμβη, η οποία με τους αστεϊσμούς της είχε προσπαθήσει να διασκεδάσει τη Δήμητρα.
Τα δόγματα της ιερότερης θρησκείας, αυτής της Μητέρας και του Παιδιού, ομολογούν στις κραυγές τους οι ημιπαράφρονες και εκστασιασμένες Βάκχες: «Με τον ερχομό τους έχουν τη μαγική δύναμη να κάνουν ολόκληρη τη γη να ανθίσει, χτυπάνε στους βράχους με τους θύρσους και αναβλύζει κρασί και νερό, γάλα και μέλι. Οι Μαινάδες είναι οι Μητέρες και συνεπώς και οι τροφοί του Ιερού Παιδιού. Μόνον ένας παρακμάζων πολιτισμός διαχωρίζει τη μητέρα από την τροφό» (J. Ε. Harrison, «Τελετουργικά δρώμενα στην Αρχαία Ελλάδα»).
Οι Βάκχες εικονίζονται κρατώντας θύρσο, συχνά στεφανωμένες με φύλλα κισσού: ποιητές και καλλιτέχνες αγαπούσαν το φυτό εξαιτίας των μυστικών του δυνάμεων. «Τον Μάρτιο», σημειώνει Ρόμπερτ Γκρέιβς, «όταν ανεβαίνουν οι χυμοί, αν τρυπήσει κανείς μ' ένα σουβλί τα κοτσάνια του κισσού σε μερικές μεριές, βγαίνει ένα κολλώδες υγρό, το οποίο αν ανακατευτεί με ούρα και αφού βράσει γίνεται χρώμα κόκκινο σαν αίμα, που λέγεται λάκα, χρήσιμο στη ζωγραφική και στη διακόσμηση χειρογράφων. Άλλωστε κόκκινο χρώμα χρησιμοποιούσαν για να βάφουν τα πρόσωπα των αρσενικών ξόανων της γονιμότητας και των ιερών βασιλιάδων στη Ρώμη. Το έθιμο αυτό επέζησε στο κοκκίνισμα του προσώπου του θριαμβευτή στρατηγού: ο στρατηγός αντιπροσώπευε τον θεό Άρη (Mars), που πριν τιμηθεί ως θεός του πολέμου ήταν ο ανοιξιάτικος Διόνυσος, αυτός που χάρισε το όνομά του στον μήνα Μάρτιο».


Πώς οι τελετουργίες ενίσχυαν το κοινό πνεύμα
ΟΙ ΚΟΙΝΕΣ τελετουργικές πράξεις που επιτελούνται έχουν επικοινωνιακή λειτουργία, συνιστούν την ταυτότητα της ομάδας και τα μηνύματα που μεταδίδονται στοχεύουν κυρίως στην αλληλεγγύη των μελών της και στον αποκλεισμό άλλων.
Η Θρησκεία ενισχύει και τροφοδοτεί την επιβίωση της κοινότητας που σέβεται και τηρεί θεσμούς και παραδόσεις: συνήθως ένα μεμονωμένο τρομακτικό γεγονός είναι δυνατόν να προκαλέσει συγκεκριμένες συμπεριφορές αποτροπής, οι οποίες εξελίσσονται σε τελετουργίες που μεταδίδονται σε άλλα πρόσωπα ή παραδίδονται σης επόμενες γενιές, οι οποίες αν και δεν απέκτησαν τις ίδιες εμπειρίες, ωστόσο η έντονη επιδεικτική δράση προσκαλεί στη μίμηση και την αναπαράσταση. Κάθε παράλειψη ή αλλοίωση μιας τελετουργίας προκαλεί αναπόφευκτα έντονη αγωνία.
Οι θρησκευτικές τελετές ελέγχουν την αγωνία, ως έναν βαθμό, με τη σκόπιμη και τεχνητή ατμόσφαιρα δέους, χρησιμοποιώντας κάθε βοηθητικό μέσο, ώστε το συναίσθημα να μετακινηθεί σε ένα συμβολικό πεδίο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου