Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014

Νίκος Αμμανίτης : Μίας και το ’Φερε η Κουβέντα



Μίας και το ’Φερε η Κουβέντα
Του ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ


Μεταξύ των υπολειμμάτων της παλιάς εκείνης καλής εποχής περί εκλογών, στο μικρό μουσειακό καφενείο της γειτονιάς, που ανθίσταται με πείσμα στη μοντερνοποίηση των πάντων, κουβέντα μάλλον περιπαικτική και που ουδεμία «συγγένεια ή σχέση» είχε με τις αλλοτινές πολιτικές συζητήσεις στα καφενεία.  Τότε που παρά τη χειρόγραφη και ανορθόγραφη ειδοποίηση που υπήρχε πάνω από τον μπεζαχτά: «Απαγορεύοντε η πολιτικέ σηζιτήσις», οι θαμώνες ανταλλάσσανε απόψεις με φωνασκίες, που φούντωναν και κόρωναν οι καυγάδες και τρέμανε στο ΕΚΑΒ πως θα έτρεχαν να περιμαζεύουν εγκεφαλικά και ανακοπές…

Και τώρα, λίγο πριν από «την ώρα μηδέν», επικρατεί ησυχία τάφου, και το μόνο που ταράζει κάπως την απόλυτη σιγή, είναι οι συνήθεις εκ βαθέων αναστεναγμοί του καφετζή και το ρούφηγμα του καφέ με τις… ζαχαρίνες από το χοντρό παλαιικό φλιτζάνι. Τη σιωπή τη διέκοψε ο κύριος Θανάσης, πολυλογάς και άλλοτε τοπικός πολιτικός παράγων, που σχολίασε τα νέα ήθη που επικρατούνε πια στην προεκλογική περίοδο. Και μιας και το 'φερε η κουβέντα, βρήκε την ευκαιρία ο κύριος Γιάννης, εκ φύσεως τζαναμπέτης, να ξιφουλκήσει:

– Πάει, τελείωσε. Τίποτα τελικά δεν επιβιώνει σ' αυτή τη χώρα, αφού και οι εκλογές ακόμα ξευτιλίστηκαν και φτάσαμε στο έσχατο σημείο καταπτώσεως, μέχρι και οι εφημερίδες, που αποτελούσαν ανέκαθεν το άλφα και το ωμέγα της εκλογικής διαδικασίας, να εκδίδονται το Σάββατο και όχι την Κυριακή των εκλογών. Διότι μόνο την Κυριακή που διενεργείται η ψηφοφορία μπορεί να πιάσει τόπο το μπόλικο λάδι που θα ρίξουν στη φωτιά του φανατισμού. Τι σόι εκλογές μπορεί να είναι χωρίς να έχει διαβάσει ο ψηφοφόρος μισή σελίδα κύριο άρθρο, που -ενεργώντας σαν ορεκτικό- θα τον κουρντίσει καταλλήλως για να φτάσει «σωστά» ντρεσαρισμένος πίσω από το παραβάν; Και πώς μπορεί να σχηματίσει κανείς δίκαιη κρίση χωρίς να διαβάσει τα σχόλια που «κάνουν με τα κρεμμυδάκια» τους πολιτικούς μας αντιπάλους, γαρνιρισμένα με το σκίτσο της εφημερίδος που θα χλευάζει τον κυρίως εχθρικό συνδυασμό; Και πώς θα ενημερωθεί ο εκλογέας (που συνήθως έχει ασθενή μνήμη) όταν στερηθεί την Κυριακή της κάλπης την εφημερίδα του, όπου στις μέσα της σελίδες θα στάζει… λίπος από τα «ΘΑ» με τα μπερικέτια που υπόσχεται με τις δηλώσεις του ο αρχηγός; Μπερικέτια που θα μετατρέψουν την άνυδρη χώρα μας σε Γη Χαναάν και τους πολίτες της σε Κροίσους; Όλα αυτά -και πολλά άλλα ακόμη- αποτελούσαν ένα καθιερωμένο ανά τους αιώνες sine qua non, που καταργώντας το σήμερα, μεταβάλανε την Κυριακή εορτή της Δημοκρατίας, σε Κυριακή των Νηστειών… Για να πούμε τη μαύρη αλήθεια και στις αμέσως προηγούμενες, στις προ διετίας βουλευτικές εκλογές, πάλι Σάββατο εκδόθηκαν οι κυριακάτικες εφημερίδες, γεγονός που μάλλον κανένας δεν πρόσεξε. Τότε όμως ήταν «ειδική περίπτωσις». Με τα Μνημόνια η κατάσταση ήταν τεταμένη. Υπήρχαν οι «αγανακτισμένοι» που συγκεντρώνονταν και φωνασκούσαν εκδηλώνοντας την κοχλάζουσα «κατά διανοία έχειν...» -που λέει και ο Ευαγγελιστής- αγανάκτησή τους. Αυγά ρίχνονταν στους βουλευτές από πολίτες. Με ύβρεις υποδέχονταν τα πολιτικά πρόσωπα στις δημόσιες εμφανίσεις τους, μέχρι που υπουργός δάρθηκε σε πολυσύχναστο σημείο του κέντρου της Αθήνας. Δυστυχώς, ποτέ δεν διευκρινίστηκε πειστικά εάν έφαγε το ξύλο επειδή ήταν πολιτικός ή άρπαξε προκαταβολικά το μπερντάχι για όσα θα έπραττε μελλοντικά ως υπουργός, κατά την πρακτική του σοφού Νασραντίν Χότζα που έδερνε τα παιδιά του πριν κάνουν τη σκανταλιά. 


Έτσι, με τον αναβρασμό που τότε επικρατούσε, οι εφημερίδες κυκλοφόρησαν, κατ' εξαίρεση, Σάββατο και οι υπέρμαχοι των εθίμων φτύσανε τρεις φορές τον κόρφο τους λέγοντας: «Φτου-φτου, τέτοιο κακό να μη μας βρει ξανά!». Αλλά φευ, μας ξαναβρήκε αδιαμαρτύρητα διότι φαίνεται άλλαξε το DNA του Έλληνα και από ασυγκράτητος οπαδός, που «έθραυε αρειμανίως τους φανούς της πρωτευούσης», έχοντας πάντα απλωμένο το ζωνάρι του για καυγά, μεταλλάχθηκε σε… Μορμόνο, σε άτομο δηλαδή ανεκτικό προς όλους, ευεπίφορο στα ταξίματα και ειδικά πως του ετοιμάζουν την αναγέννηση της γης, όπου θα υπάρχει δουλειά για όλους. (Οίκοθεν νοείται με ελάχιστη αμοιβή.) Και ενώ ο κ. Γιάννης συνέχιζε την αγόρευσή του που την παρακολουθούσε με μεγάλη προσοχή ο καφετζής, ο κύριος Κωστάκης ρομαντικός μέχρι τα μπούνια άρχισε να μονολογεί εξαϋλωμένος σαν να βρισκόταν σε ενόραση: «Σωστά. Εκλογές χωρίς διαδηλώσεις, χωρίς πανό, χωρίς τη «μαγκούρα», που αποτελούσε ανέκαθεν το πιο ισχυρό επιχείρημα για να αλλαξοπιστήσεις, δεν είναι εκλογές. Ούτε χωρίς σπασμένα αγύριστα κεφάλια είναι. Είναι ανάλατη σουπίτσα που συστήνει διαιτολόγος σε εγχειρισμένο στομαχικό ασθενή θεραπευτηρίου. Εμείς οι παλαιότεροι τις ξέραμε αλλιώς. Σηκωνόταν μουρτζούφλης πρωί πρωί την Κυριακή ο πάτερ φαμίλιας, έπινε αμίλητος τον καφέ του, ύστερα ξυριζότανε, πασαλειβόταν πατσουλί, φόραγε τα «καλά του» και σαν αποφασισμένος μαχητής που εφορμά με εφ’ όπλου λόγχη κραυγάζοντας «Αέρα», ξεκινούσε για το εκλογικό του τμήμα περνώντας από το περίπτερο της γειτονιάς του να αγοράσει την εφημερίδα του και να ρίξει μια ματιά «στις κρεμασμένες» να δει τι λένε οι «άλλοι», τα… σκυλιά. Προηγουμένως, η γυναίκα του στο σπίτι, που μαγείρευε το κυριακάτικο «μοσχαράκι ροσμπίφ ή το κοτόπουλο με σάλτσα μιλανέζα», τον κατευόδωνε στην εξώπορτα λέγοντας του τρυφερά:

– «Ψήφισε ό,τι θέλεις. Μα μην ξεχνάς πως έχεις γυναίκα και παιδιά…» 

http://www.paron.gr/v3/new.php?id=87412&colid=64&dt=2014-05-18%200:0:0

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου