Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2015

Οταν ο Καζαντζάκης «συνάντησε» τον Αισχύλο

 
Ο Νίκος Καζαντζάκης με τη σύζυγό του Ελένη στο σπίτι τους στην Αίγινα, εκεί όπου ξεκίνησε να γράφει τα θεατρικά του με βάση αρχαίες τραγωδίες.
 ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ ΜΕ ΑΡΧΑΙΕΣ ΤΡΑΓΩΔΙΕΣ

Οταν ο Καζαντζάκης «συνάντησε» τον Αισχύλο


«Βίγλα αψηλή στα φρένα μας η μνήμη» [Προμηθέας] 
«Να βλέπεις με ατάραχο μάτι 
τη Μοίρα που χιμάει
 με φωτιές και τσεκούρια 
να σε τρομάξει, να τη 
βλέπεις και να χαμογελάς, 
αυτή 'ναι η πιο αψηλή 
κορφή, όπου μπορεί να φτάσει 
η δύναμη του ανθρώπου». [Κούρος]


Στα βήματα του Αισχύλου και των αρχαίων μύθων, ο Νίκος Καζαντζάκης υμνεί τον αγώνα του ανθρώπου να ξεπεράσει τη μοίρα του και ξαναζωντανεύει Θησέα και Προμηθέα Δεσμώτη για να τον αξιώσει λυόμενο. Ξαναβρίσκει τον μίτο και απελευθερώνει ακόμα και τον Μινώταυρο από τον προσωπικό του Λαβύρινθο.

Ο καζαντζακικός Προμηθέας κι ο Κούρος επανεφεύρουν το Φως και τη Φωτιά και δραπετεύουν από τον Λαβύρινθο. Στ' αχνάρια του Αισχύλου ο μεγάλος στοχαστής και τραγικός ξαναγράφει την τραγωδία του ανθρώπου.

Η τραγική τριλογία «Προμηθέας Πυρφόρος», «Δεσμώτης», «Λυόμενος» γράφτηκε από τον Καζαντζάκη στην Αίγινα το καλοκαίρι του 1943. Δημοσιεύεται στο περιοδικό «Καλλιτεχνική Ελλάδα» του Μυριβήλη, το 1948 μεταφράζεται από τον συγγραφέα στα Γαλλικά και εκδίδεται το 1955 από τον «Δίφρο» στην Αθήνα με επιμέλεια Ε. Χ. Κάσδαγλη. Ο πρώτος τόμος με τα Θεατρικά Καζαντζάκη περιλαμβάνει τραγωδίες με αρχαία θέματα: «Προμηθέας», «Κούρος», «Οδυσσέας» και «Μέλισσα».

O Αλέξης Σολομός για τον συγγραφέα

«Απ' όλους τους νεοέλληνες δραματουργούς», υποστηρίζει ο Αλέξης Σολομός, «ο Καζαντζάκης είναι ο πιο αισχυλικός. Τιτάνας στ' αγκάλιασμα της ύλης, γίγαντας στ' άπλωμα της δράσης, αδιαφορεί για τους κοινούς τόπους και τρόπους, πλάθει, ονειρεύεται, προφητεύει. Αν στις τρεις δεκαετίες που δούλευε τα θεατρικά του έργα, το θέατρό μας δεν ήταν προσηλωμένο στην ηθογραφία και στη φαρσοκωμωδία, ο Καζαντζάκης θα 'χε σταθεί -όπως παλιά ο Αισχύλος- ο πραγματικός πατέρας της δραματουργίας μας, ή, πιο σωστά, η πρωτόγονη δημιουργική της θεότητα». Και όσον αφορά τον «Προμηθέα», «ο συγγραφέας δανείζεται τον γνωστό μύθο για να εκφράσει τις ιδέες του, τη μεταφυσική αγωνία του.

Ξεκινώντας μετά την Τιτανομαχία, όπου ο Δίας απαιτεί την υποταγή του Προμηθέα στην εξουσία του, με τον Προμηθέα να πλάθει έναν άντρα και μια γυναίκα με πηλό και να τους δίνει ψυχή, με ένα κλαδί που έχει ανάψει από τον κεραυνό του Δία, στον «Προμηθέα Πυρφόρο». Στον «Προμηθέα Δεσμώτη», ο ασπρομάλλης Προμηθέας εξακολουθεί να διδάσκει τους ανθρώπους, αλλά αισθάνεται ότι ο χρόνος του τελειώνει, παρ' όλα αυτά αρνείται την πρόταση της Αθηνάς ν' ανέβει μαζί της στον Oλυμπο. Εκείνη σε όραμα τού δείχνει την ακμή και την παρακμή του ανθρώπινου πολιτισμού και λέει αινιγματικά ότι η ίδια, όπως και ο Δίας, είναι δέσμιοι μιας ακόμη μεγαλύτερης δύναμης, την οποία όμως δεν ονομάζει. Στον «Προμηθέα Λυόμενο», ο Προμηθέας ακόμη πιο γερασμένος, εξακολουθεί να βρίσκεται καρφωμένος στον Καύκασο και περιμένει τις Ωκεανίδες να του φέρουν τα νέα για την έλευση του Λυτρωτή γιου του.

Οταν εκείνες έρχονται, βλέπουν με έκπληξη πως έχει ανθίσει το ακάνθινο στεφάνι που φορεί στο κεφάλι του. Ο Ηρακλής -ο «Λυτρωτής γιος»-, θ' απελευθερώσει, τελικά, τον Προμηθέα. Η Αθηνά θα καλέσει και πάλι τον Ηρακλή αυτή τη φορά να ανέβει στον Ολυμπο, αλλά ο Προμηθέας, προσπαθώντας να τον εμποδίσει, τον αγκαλιάζει και χάνεται μέσα του. Ετσι ο αντάρτης Τιτάνας ζει «σα στοχασμός» στο σώμα του Ηρακλή και αποφασίζει να μείνει στη γη και να βοηθήσει στον αγώνα της.

Ο «Κούρος» γράφτηκε τον Απρίλη του 1949 με τον πρωτότυπο τίτλο «Θησέας». Η πρώτη γραφή της τραγωδίας γίνεται στην Αντίμπ και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς ο Καζαντζάκης τη μεταφράζει στα Γαλλικά. «Πρόκειται για το γνωστό μύθο του Θησέα και του Μινώταυρου, δοσμένο μέσα από μια ψυχαναλυτική ερμηνεία. Ο Καζαντζάκης είχε έντονα επηρεαστεί από την ανάπτυξη της ψυχανάλυσης, που γνώρισε από κοντά στη Βιέννη το 1922, αφού άλλωστε χάρη σ' αυτήν μπορούσε να φωτίσει τις απόκρυφες πτυχές της ύπαρξής του και να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του.

Η υπόθεση

Σ' αυτό το έργο -σύμφωνα μ' αυτά που ομολογεί ο ίδιος σε γράμμα του στον Borje Knos- ο Μινώταυρος εκφράζει το υποσυνείδητο του ανθρώπου, ενώ ο Θησέας τον λόγο που απελευθερώνει τον Μινώταυρο και οδηγεί στο συνειδητό το ασυνείδητό του ή, κατά την αγαπημένη του έκφραση, «μετουσιώνει την ύλη σε πνεύμα».

Η υπόθεση ξεκινά έξω από την πόρτα του Λαβύρινθου όπου ο Θησέας περιμένει να αναμετρηθεί με τον θρυλικό Μινώταυρο. Η Αριάδνη του στέλνει μήνυμα, ομολογώντας του τον έρωτά της, του υπόσχεται ότι θα τον βοηθήσει να κατακτήσει την Κρήτη και θα τον ακολουθήσει στην Αθήνα και του ομολογεί ότι την έστειλε ο Μίνωας για να τον αποπλανήσει. Ο Μίνωας, όμως, αντιμετωπίζει τον Θησέα φιλικά, τον συμβουλεύει για τη συνάντησή του με τον Μινώταυρο και του δίνει την ευχή του. Σύντομα, η γη σείεται από την πάλη· λίγο αργότερα, ο Θησέας βγαίνει μαζί με την Αριάδνη και δίνει το σύνθημα της αναχώρησης.

Η βασιλοπούλα πιστεύει ότι ο Θησέας νίκησε, όμως εκείνος αποκρούει ξανά τις ερωτικές της προσφορές και της λέει ότι ήρθε η ώρα να χωρίσουν. Ο Μίνωας επιστρέφει αυτή τη φορά χωρίς τα διακριτικά της βασιλικής του εξουσίας, αποκαλεί τον Θησέα «βασιλόπουλο της Κρήτης», και του ζητά να πάρει μαζί του την Αριάδνη, χωρίς αποτέλεσμα. Η Αριάδνη παρακινεί τον πατέρα της να σκοτώσει τον ξένο, όταν όμως ο Μίνωας καλεί τους φρουρούς, γκρεμίζεται η πόρτα του Λαβύρινθου και προβάλλει ο Μινώταυρος με τη μορφή Κούρου. Ο Μίνωας τον αναγνωρίζει ως τον Λυτρωτή που λυτρώθηκε από τη μορφή του Ταύρου, αποχαιρετά την κόρη του και πεθαίνει, ενώ ο Θησέας φεύγει μαζί με τον Κούρο.

Ελένη Γκίκα

http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22784&subid=2&pubid=64144696

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου