Κυριακή 12 Απριλίου 2015

π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ : Ανάσταση, η εκμηδένιση της εξουσίας του θανάτου

Η Ανάσταση τον Χριστού δικαιώνει τη μοναδικότητα και αποκλειστικότητα του ως Σωτήρα.




Ανάσταση, η εκμηδένιση της εξουσίας του θανάτου
Ο αναμάρτητος Χριστός κατήλθε ως «πανθαμαρτωλός» στον Άδη και τον «ενέπαιξε»

Του πρωτοπρεσβυτέρου ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ
Καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών
Το γεγονός της Αναστάσεως του Χρίστου είναι το αμετακίνητο θεμέλιο της Χριστιανοσύνης. «Ει Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις ημών» (Α' Κορ. 15,17). Υπάρχει υπέρβαση της αμαρτίας και σωτηρία, διότι «Χριστός εκ νεκρών εγήγερται, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο» (στ. 20). Η ανάσταση του Χριστού έγινε το κλειδί ερμηνείας της παγκοσμίου ιστορίας, το κριτήριο κατανοήσεως της ζωής και του κόσμου. Η Ανάσταση δίνει νόημα σ' όλη την «ύπαρξη του ανθρώπου, προσδιορίζοντας την έννοια της υπάρξεως. Ενώ η ιστορία οδεύει ευθύγραμμα προς ένα τέλος, ο άνθρωπος στο φως της Αναστάσεως αποδεικνύεται χωρίς τέλος. Διότι στο μεταίχμιο ιστορίας και μεταϊστορίας βρίσκεται ο Νικητής του θανάτου και της φθοράς, ο Θεάνθρωπος Χριστός, που αφθαρτίζει τον άνθρωπο και θανατώνει κάθε θάνατο του ανθρώπου.
Η Ανάσταση του Χριστού σημαίνει, τελικά, νίκη πάνω στο θάνατο. Το μόνο πρόσωπο στην ιστορία, που νίκησε το θάνατο και δεν «κατεπόθη υπό του θανάτου» είναι ο Χριστός. Ο θάνατος είναι καρπός της αμαρτίας και νικά τους αμαρτωλούς. Ο αναμάρτητος Χριστός, όμως, δεν πέθανε για δικές του αμαρτίες, αλλά φορτωμένος την αμαρτία όλου του κόσμου. Κατήλθε ως «πανθαμαρτωλός» στον Άδη, αλλά κατά τον Ι. Χρυσόστομο «ο Αδης ενεπαίχθη». Είδε τον Χριστό σαν το φοβερότερο αμαρτωλό, αλλά δεν μπόρεσε να τον κρατήσει. Διότι «θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» (Ρωμ. 6,9). Οπού, λοιπόν, βασιλεύει ο Χριστός, εκεί εκμηδενίζεται η εξουσία του θανάτου. Είναι απλό συμβεβηκός, ασήμαντο επεισόδιο στη ζωή μας. «Ο τον λόγον μου ακούων -είπε ο Χριστός- και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον, και (...) μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (!ωάνν. 5,24). Έξω από την προσωπική σχέση με τον Χριστό ο θάνατος γίνεται φοβερός και αδυσώπητος. Διότι η παγερή σκιά του κυριαρχεί στη ζωή μας. Με τον αναστάντα Χριστόν όχι μόνο απομυθοποιείται και αποδυναμώνεται ο θάνατος, αλλά κυριολεκτικά εκμηδενίζεται, διότι νεκρώνεται. «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, άδου την καθαίρεσιν». Κατελύθη η παντοδυναμία του, το «κράτος του θανάτου» (Εβρ. 2,14).
Ο Χριστός αναίρεσε το φόβητρο του θανάτου, σε σημείο που χριστιανικά να νοείται ο θάνατος ως ύπνος, που αναμένει την «κοινήν ανάστασιν» το «νεκροταφείο» να μεταβάλλεται σε «κοιμητήριο» και να μη γίνεται πια λόγος για «θάνατο» ή «νέκρωση», αλλά για «κοίμηση». Και είναι σ' αυτό το πλαίσιο, που βρίσκει απάντηση το ακόλουθο παράδοξο, ενώ ο «κόσμος» γιορτάζει γενέθλια, ως είσοδο στη γήινη πραγματικότητα, εμείς οι ορθόδοξοι Χριστιανοί πανηγυρίζουμε τη «μνήμη» των Αγίων μας, διότι η στιγμή του θανάτου είναι η αληθινή γέννηση μας, ως γέννηση στην αληθινή ζωή.
Η Ανάσταση του Χριστού δικαιώνει τη μοναδικότητα και αποκλειστικότητα Του ως Σωτήρα, ικανού να ζωοποιήσει αληθινά, να μεταγγίσει την καταλύτρια του θανάτου ζωή Του στη φθαρτή ζωή μας. Ένας ο Χριστός, μια η Ανάσταση, μια -και μοναδική- και η δυνατότητα σωτηρίας - θεώσεως. Γι' αυτό και προσανατολίζεται στον Χριστό η προσδοκία για την υπέρβαση των αδιεξόδων που συμπνίγουν τη ζωή μας. Στον ένα όμως Χριστό, τον Χριστό των Αγίων, τον Χριστό της Ορθοδοξίας. Ο αλλοιωμένος «Χριστός» των αιρέσεων ή ο σχετικοποιημένος «Χριστός» του θρησκειακού συγκρητισμού της νεοεποχικής  Πανθρησκείας συνιστά απόρριψη του αληθινού Χριστού και της προσφερόμενης από Αυτόν δυνατότητας σωτηρίας. Ο Χριστός της Πίστεως των Αγίων μας είναι ο Χριστός της ιστορίας και αποκλείει κάθε σύγχυση Του με οποιαδήποτε λυτρωτικά υποκατάστατα, που επινοούνται για την παραπλάνηση του κόσμου. Διότι μόνο έτσι μπορεί η πλάνη να συντηρεί την απάτη, διευκολύνοντας την κυριαρχία αντίχριστων δυνάμεων, που μολονότι σκορπίζουν το θάνατο, εμφανίζονται ως «άγγελοι φωτός» και «διάκονοι δικαιοσύνης» (Β' Κορ. 11,14-15). Δεν ξέρω, γιατί στο λόγο αυτό του Απ. Παύλου τρέχει η σκέψη μου, όταν γίνεται λόγος για «ανθρωπιστική βοήθεια» ή «ειρηνευτική δύναμη» στους καιρούς μας...
Μέσα από την εμπειρία των Αγίων μας συνειδητοποιούμε πως δεν υπάρχουν τραγικότερες υπάρξεις από τους «μη έχοντες ελπίδα» (Α' Θεσσα. 4,13) - ελπίδα δηλαδή αναστάσεως. Διότι βλέπουν το βιολογικό θάνατο ως τέλος και καταστροφή τους. Σ' αυτή την τραγικότητα υποκύπτει, δυστυχώς, και η επιστήμη, αναζητώντας απεγνωσμένα μεθόδους για παράταση της ζωής, μεταγγίζοντας την ψευδαίσθηση υπερνίκησης του φυσικού θανάτου. Εξ ίσου, όμως, τραγικοί είναι και όσοι -ακόμη και χριστιανοί παγιδεύονται στα στεγανά χιλιαστικών οραμάτων καθολικής ευημερίας και ενδοκοσμικής εσχατολογίας, χάνοντας το αληθινό νόημα της Αναστάσεως και θυσιάζοντας το υπέρκόσμιο στο ενδοκοσμικό και το αιώνιο στο καιρικό.
Η Ανάσταση του Χριστού ως ανάσταση του ανθρώπου και σύνολης της κτίσεως αποκτά νόημα μόνο στο πλαίσιο της αγιοπατερικής σωτηριολογίας. Στη συσταύρωση δηλαδή και συνανάσταση με τον Χριστό. Έτσι ζει την αντίσταση και ο Ελληνισμός στην ιστορική του πορεία. Πιστή στην Ανάσταση του Χριστού, η Ορθοδοξία έχει χαρακτηρισθεί από μη ορθοδόξους «Εκκλησία της Αναστάσεως», διότι στην Ανάσταση οικοδομεί όλη την ιστορική της παρουσία, εμβολιάζοντας στη συνείδηση των λαών της την αναστάσιμη ελπίδα, κάτι που φαίνεται στην ιστορική τους συνέχεια. Ένας από τους ορθοδόξους λαούς και ο ελληνικός έμαθε να διαλύει στο φως της Αναστάσεως τα σκοτάδια της δουλείας του, όπως στην Τουρκοκρατία, που στο «Χριστός Ανέστη» δεν κουραζόταν να προσθέτει: «Και η Ελλάς ανέστη»! Και, πράγματι, ανέστη... Σ' αυτό το νοηματικό πλαίσιο κινείται η ελπιδοφόρα εκείνη πρόσκληση: «Δεύτε λάβετε φως»! Είναι πρόσκληση στο αναστάσιμο άκτιστο φως, στο φως της Θεότητος, που το δέχονται μόνον εκείνοι που έχουν καθαρίσει την καρδιά τους. «Καθαρθώμεν τας αισθήσεις, και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της αναστάσεως Χριστόν εξαστράπτοντα...».
Χωρίς μετάνοια δεν μπορεί να κοινωνήσει κανείς το αναστάσιμο φως. Μετάνοια είναι υπέρβαση της αμαρτίας, της αιτίας κάθε θανάτου. Η ορθοδοξία διασώζει στα πρόσωπα των Αγίων της τον τρόπο της αληθινής μετάνοιας, που οδηγεί στο θάνατο του «παλαιού ανθρώπου» και στην προσωπική ανάσταση του. Αυτό μας υπενθυμίζει διαρκώς ο περίεργος στα ώτα των αμύητων μοναστηριακός εκείνος λόγος: «Εάν πεθάνεις, πριν πεθάνεις, δεν θα πεθάνεις, όταν πεθάνεις»! ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου