Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

Αναζητώντας την ουτοπία της Ατλαντίδας




Αναζητώντας την ουτοπία της Ατλαντίδας
Του Χρ. Γ. Ντουμα*
Αν ο Πλάτων δεν είχε γράψει τους διαλόγους «Τίμαιος» και «Κριτίας», η ανθρωπότητα θα είχε στερηθεί τις πολλές δεκάδες χιλιάδες μονογραφιών, άρθρων, μυθιστορημάτων και έργων επιστημονικής φαντασίας που έχουν ως θέμα τους τη χαμένη Ατλαντίδα. Κανένας άλλος αρχαίος συγγραφέας δεν πραγματεύτηκε το θέμα, το οποίο ούτε ως θρύλος ούτε ως μύθος έχει καταγραφεί στις αρχαίες, ελληνικές ή μη πηγές. Η εντυπωσιακή αυτή αγνόηση του θέματος δεν μπορεί να είναι τυχαία. Γι' αυτό άλλωστε οι μελετητές των έργων του Πλάτωνος και γνώστες της φιλοσοφικής του μεθόδου συμφωνούν ότι η αφήγηση περί Ατλαντίδας δεν είναι παρά μια θεωρητική κατασκευή, με την οποία προτείνεται ένα υπόδειγμα καλά οργανωμένης και ευνομούμενης πολιτείας.
Ωστόσο, δεν είναι λίγοι και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι έχουν εντοπίσει τη γεωγραφική θέση της χαμένης ηπείρου. Είναι αλήθεια ότι οι «ατλαντιδολόγοι» αυτοί είναι εντελώς άσχετοι προς την πλατωνική φιλοσοφία ή έχουν λίγη ή καθόλου σχέση με την αρχαία ελληνική γραμματεία. Πρόκειται δηλαδή για ερασιτέχνες, οι οποίοι προσεγγίζοντας τα πλατωνικά κείμενα μέσα από συχνά αμφίβολης ακρίβειας και πιστότητας μεταφράσεις «διορθώνουν», αποσιωπούν ή και παραποιούν ακόμη κι αυτά τα λόγια του Πλάτωνος. «Διορθώνοντας», λοιπόν, τον Πλάτωνα άλλοτε ως προς το μέγεθος ή τη γεωγραφική θέση της Ατλαντίδας, κι άλλοτε ως προς την πολιτισμική της βαθμίδα ή τον χρόνο καταποντισμού της, βολεύουν μεν τη δική τους άποψη, ασυνείδητα όμως ενισχύουν εκείνους που υποστηρίζουν ότι η όλη ιστορία είναι μια θεωρητική κατασκευή πόρρω απέχουσα της πραγματικότητας. Ας δούμε μερικές περιπτώσεις.
Ηράκλειες Στήλες
Ο Πλάτων περιγράφει το νησί της Ατλαντίδας ως μεγαλύτερο από τη Λιβύη και την Μ. Ασία μαζί («η δε νήσος άμα Λιβύης και Ασίας μείζων», Τίμαιος 24e, ή «Λιβύης και Ασίας μείζω νήσον ούσαν», Κριτίας 108e). Ισως δε αυτές τις διαστάσεις ο φιλόσοφος τις έδωσε σκόπιμα προκειμένου να τοποθετήσει την ήπειρό του πέραν των Ηρακλείων Στηλών, στον αχανή και καλυμμένο ακόμη τότε με μυστήριο Ατλαντικό Ωκεανό. Οχι, λένε οι «ατλαντιδολόγοι». Το «μείζων» του Πλάτωνος είναι λάθος και πρέπει να διαβαστεί ως «μέσον», οπότε η χαμένη ήπειρος ευρισκόμενη «ανάμεσα» στη Λιβύη και την Μ. Ασία χάνει τις διαστάσεις που της δίνει ο φιλόσοφος και μπορεί να χωρέσει στη Μεσόγειο. Οσο για το επίρρημα «άμα» («άμα Λιβύης και Ασίας μείζων») που δεν αφήνει αμφιβολία για την πρόθεση του Πλάτωνος, ως μικρή λεξούλα, μπορεί να μη ληφθεί υπόψη. Από την άλλη μεριά, οι Ηράκλειες Στήλες, πέρα από τις οποίες σκόπιμα ο Πλάτων τοποθετεί την ήπειρό του, δεν δημιουργούν πρόβλημα, αν τις ταυτίσουμε με τα ακρωτήρια Ταίναρο στην Πελοπόννησο και Σούδας στην Κρήτη αντίστοιχα! Ωστόσο, η απόσταση που χωρίζει τα ακρωτήρια αυτά είναι τόσο μεγάλη, ώστε ο κινούμενος στη θάλασσα ανάμεσά τους να μη είναι σε θέση να τα διακρίνει. Θα πρέπει, λοιπόν, να προσάψουμε στον Πλάτωνα είτε άγνοια της γεωγραφίας είτε μεγάλη αφέλεια, ώστε να μπερδεύει τα αόρατα αυτά ακρωτήρια με τους απότομους βράχους του Γιβραλτάρ, οι οποίοι, σαν στήλες, διαμορφώνουν την πύλη μεταξύ Μεσογείου και Ατλαντικού ωκεανού.
Οι δακτύλιοι
Σύμφωνα με την πλατωνική αφήγηση, εναλλασσόμενοι δακτύλιοι στεριάς και θάλασσας αποτελούσαν τη χαμένη ήπειρο. Ως απομεινάρια του κεντρικού δακτυλίου, όπου βρισκόταν η μητρόπολη της Ατλαντίδας, σύγχρονοι «ατλαντιδολόγοι» θεωρούν τα σημερινά νησιά της Σαντορίνης, της Θηρασιάς και του Ασπρονησιού, ενώ στην Κρήτη αναγνωρίζουν τμήμα του εξωτερικού δακτυλίου. Υποστηρίζουν δε ότι η πολιτισμική βαθμίδα της χαμένης ηπείρου αντιστοιχεί προς αυτήν του λεγόμενου μινωικού πολιτισμού της Κρήτης. Αναγνωρίζοντας όμως τη Σαντορίνη ως μητρόπολη της Ατλαντίδας αυτόματα την αναδεικνύουμε ως κοιτίδα του μινωικού πολιτισμού. Ωστόσο, η αρχαιολογική έρευνα έχει δείξει ότι η Θήρα επί χιλιάδες χρόνια συμμετείχε ενεργά στον πολιτισμό των Κυκλάδων και οι αρχαιότερες υλικές μαρτυρίες για επαφές με την Κρήτη δεν πηγαίνουν πέρα από τις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ.
Εποχή Παγετώνων
Τον καταποντισμό της Ατλαντίδας ο Πλάτων τον τοποθετεί εννέα χιλιάδες χρόνια πριν από τον Σόλωνα, δηλαδή μέσα στη δέκατη χιλιετία π.Χ., εποχή αμέσως μετά τη λήξη της περιόδου των παγετώνων, οπότε η ανθρωπότητα έμπαινε σταδιακά στη Νεολιθική βαθμίδα του πολιτισμού της, εντελώς άσχετη με την πολιτισμική βαθμίδα της Ατλαντίδας. Οι σοφοί «ατλαντιδολόγοι» το πρόβλημα αυτό το ξεπέρασαν προσάπτοντας ακόμη ένα λάθος στον Πλάτωνα: ότι το «εννεάκις χίλια» οφείλεται σε εσφαλμένη ανάγνωση του σωστού «εννεάκις εκατό»! Με τη «διόρθωση» αυτή, ο καταποντισμός της Ατλαντίδας πρέπει να έγινε μόλις εννιακόσια χρόνια πριν από τον Σόλωνα, δηλαδή γύρω στα 1500 π.Χ., όταν ο πολιτισμός της Κρήτης βρισκόταν στην ακμή του. Και αφού τότε περίπου ή έναν αιώνα νωρίτερα συνέβη η μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας, το πάντρεμα αφ' ενός της Ατλαντίδας με την Κρήτη και τη Θήρα μαζί, και αφ' ετέρου του καταποντισμού της με την ηφαιστειακή έκρηξη γίνεται πολύ εύκολα.
Με στρεβλώσεις, παραποιήσεις ή αγνοήσεις στα κείμενα του Πλάτωνος, σαν αυτά που συνοπτικά παρουσιάστηκαν, η Ατλαντίδα έχει κατά καιρούς «ανακαλυφθεί» σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη, όπως, εκτός από το Αιγαίο, στα Βαλκάνια, στην έρημο Σαχάρα, στον Καύκασο, στη Γροιλανδία, στα Βρετανικά Νησιά, στις Κάτω Χώρες, στη Σρι Λάνκα, στη Νότια Αφρική, στη Βραζιλία. Με τον ίδιο τρόπο οι κάτοικοί της ταυτίστηκαν άλλοτε με τους Γαλάτες, τους Γότθους ή τους Δρυίδες και άλλοτε με τους Σκύθες ή τους Αιγύπτιους! Στο παραμύθι της Ατλαντίδας ακόμη και το ρατσιστικό κίνημα των Ναζί στη Γερμανία αναζήτησε ερείσματα τοποθετώντας τη χαμένη ήπειρο στη Βόρειο Θάλασσα και ταυτίζοντας τους κατοίκους της με την «ανώτερη» φυλή των Τευτόνων!
Αμφισβητίες
Ωστόσο, η ύπαρξη της Ατλαντίδας είχε αμφισβητηθεί από την αρχαιότητα. Ο γεωγράφος Στράβων (II, 3. 6), για παράδειγμα, ρητά αναφέρει ότι ο Πλάτων που επινόησε την Ατλαντίδα, προκειμένου να αποφύγει τις ιστορικές συνέπειες της αφήγησής του, φρόντισε να την καταποντίσει, όπως ακριβώς μερικούς αιώνες παλιότερα έκανε ο Ομηρος αναθέτοντας στον Ποσειδώνα και τον Απόλλωνα τον κατακλυσμό του τείχους που υποτίθεται ότι οι Αχαιοί είχαν ανεγείρει μπροστά από τα καράβια τους (Ιλιάδα Μ, 1-33). Την άποψη αυτή συμμερίζονται και όλοι οι νεότεροι σοβαροί μελετητές της ελληνικής αρχαιότητας. Από τους παλιότερους ο Βολταίρος έγραφε στα 1764 ότι προφανής σκοπός του Πλάτωνος ήταν «να επισημάνει τις μεταβολές που τόσες φορές άλλαξαν το πρόσωπο του κόσμου». Λίγο αργότερα, το 1779, ο G. Bartoli ερμήνευσε το πλατωνικό κείμενο ως έμμεση κριτική της αθηναϊκής πολιτικής, που οδήγησε στην καταστροφή του 403 π.Χ., ενώ στα 1841 ο Th. H. Martin τοποθετούσε την Ατλαντίδα στον κόσμο της σκέψης παρά της πραγματικότητας. Πιο πρόσφατα ο Pierre Vidal-Naquet επεσήμανε ότι ο Πλάτων με την αφήγηση περί Ατλαντίδας «ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία της δυτικής λογοτεχνίας έγραψε μια «ψευδοϊστορία», ένα ιστορικό μυθιστόρημα». Πάντως όλοι συμφωνούν πως η Ατλαντίδα είναι μια ουτοπία (ου τόπος), μια ιδανική πολιτεία, όπου καθένας μας θα επιθυμούσε να ζει. Ο Πλάτων την επινόησε προσφέροντας ένα ιδεατό πλαίσιο για τις πολιτικές απόψεις που είχε διατυπώσει στην «Πολιτεία». Αποδίδοντας το τραγικό τέλος της ηπείρου στην επέμβαση του θεού λόγω της ανάρμοστης συμπεριφοράς των κατοίκων της απλώς κατασκεύασε μια παραβολή σαν εκείνη των Σοδόμων και Γομόρρων της Βίβλου.
* Ο κ. Χρ. Γ. Ντούμας είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
http://www.kathimerini.gr/367465/article/politismos/arxeio-politismoy/anazhtwntas-thn-oytopia-ths-atlantidas



Πλάτων, Τίμαιος
ΠΛ Τιμ 24d–26c

Οι αρχαίοι Αθηναίοι νικούν τους εισβολείς από την Ατλαντίδα
    Στο έργο αυτό αναπτύσσονται οι κοσμολογικές απόψεις του Πλάτωνα και περιγράφεται η δημιουργία του σύμπαντος. Στην αρχή του διαλόγου ο Σωκράτης συνόψισε τις απόψεις του περί ιδανικής πολιτείας και εξέφρασε την επιθυμία του να αναπτυχθούν από τους συνομιλητές του, τον Τίμαιο, τον Κριτία και τον Ερμοκράτη, τα προσδοκώμενα κατορθώματά της στον πόλεμο. Πρώτος πήρε τον λόγο ο Κριτίας, που άρχισε να διηγείται όσα είχε ακούσει από τον παππού του σχετικά με την επιτυχημένη απόκρουση της εισβολής των κατοίκων της Ατλαντίδας από τους αρχαίους Αθηναίους, ιστορία που μετέφερε στην Αθήνα ο Σόλωνας μετά την επιστροφή του από την Αίγυπτο.


Το πρωτότυπο κείμενο στην αρχαία Ελληνική:
 
«ην γάρ δή ποτε, ώ Σόλων, υπέρ τήν μεγίστην φθοράν ύδασιν ή νύν Άθηναίων ούσα πόλις άριστη πρός τε τόν πόλεμον καί κατά πάντα εύνομωτάτη διαφερόντως ή κάλλιστα έργα καί πολιτείαι γενέσθαι λέγονται κάλλισται πασών όπόσων ύπό τόν ούρανόν ήμείς άκοήν παρεδεξάμεθα. Φθόνος ούδείς, ώ Σόλων, άλλά σού τε ένεκα έρώ καί τής πόλεως ύμών, μάλιστα δ’ε τής θεού χάριν, ή τήν τε ύμετέραν καί τήνδε έλαχεν καί έθρεψεν καί έπαίδευσεν, προτέραν μέν τήν παρ” ύμιν έτεσιν χιλίοις, έκ Γής τε καί Ήφαιστου τό σπέρμα παραλαβούσα ύμών, τήνδε ύστεραν. τής δέ ένθάδε διακοσμήσεως παρ” ήμίν έν τοίς ίεροίς γράμμασιν όκτακισχίλια έτών άριθμός γέγραπται. Περί δή τών ένακισχίλια γεγονότων έτη πολιτών σοι δηλώσω διά τών έργων αύτοίς ό κάλλιστον έπραχθη. Πολλά μέν ούν ύμών καί μεγάλα έργα τής πόλεως τήδε γεγραμμένα θαυμάζεται, πάντων μήν έν ύπερέχει μεγέθει καί άρετη έγει γάρ τά γεγραμμένα. Όσην ή πόλις ύμών έπαυσέν ποτε δύναμιν ύβρει πορευομένην άμα έπι πάσαν Ευρώπην καί Άσίαν, έξωθεν όρμηθείσαν έκ τού Άτλαντικού πελάγους. Τότε γάρ πορεύσιμον ήν τό έκεί πέλαγος νήσους γάρ πρό τού στόματος είχεν ό καλείτε, ώς φάτε, ύμείς Ήρακλέους στήλας, ή δέ νήσος άμα Λιβύης ήν καί Άσίας μείζων, έξ ής έπιβατόν έπί τήν καταντικού πάσαν ήπειρον τήν περί τόν άληθινόν έκείνον πόντον. Τάδε μέν γάρ, όσα έντός τού στόματος ού λέγομεν, φαίνεται λιμήν στενόν τίνα έχων είσπλουν έκείνο δέ πέλαγος όντως ή τε περιέχουσα αύτό γή παντελώς άληθώς όρθότατ’άν λέγοιτο ήπειρος. Έν δέ δή τή Άτλαντίδι νήσω ταύτη μεγάλη συνέστη καί θαυμαστή δύναμις βασιλέων, κρατούσα μέν άπασης τής νήσου, πολλών δέ άλλων νήσων καί μερών τής ήπείρου πρός δέ τούτοις έτι τών έντός τήδε Λιβύης μέν ήρχον μέχρι πρός Αίγυπτον, τής δέ Εύρώπης μέχρι Τυρρηνίας. Αύτη δή πάσα συναθροισθείσα είς έν ή δύναμις τόν τε παρ” ύμίν καί τόν παρ” ήμίν καί τόν έντός τού στόματος πάντα τόπον μιά ποτέ έπεχείρησεν όρμή δουλούσθαι. τότε ούν ύμων, ώ Σόλων, τής πόλεως ή δύναμις είς άπαντας άνθρώπους διαφανής άρετή τε καί ρώμη έγένετο πάντων γάρ προστάσα εύψυχία καί τέχναις όσαι κατά πόλεμον, τά μέν τών Έλλήνων ήγουμένη, τά δ” αύτή μονωθείσα έξ άναγκης τών άλλων άποστάντων, έπί τούς έσχάτους άφικομένη κινδύνους, κρατήσασα μέν τών έπιόντων τρόπαιον έστησεν, τούς δέ μήπω δεδουλωμένους διεκώλυσεν δουλωθήναι, τούς δ” άλλους, όσοι κατοικούμεν έντός όρων Ήρακλείων, άφθόνως άπαντας ήλευθέρωσεν. Ύστερω δέ χρόνω σεισμών έξαισίων καί κατακλυσμών γενομένων, μιάς ήμέρας καί νυκτός χαλεπής έπελθούσης, τό τε παρ” ύμίν μάχιμον πάν άθρόον έδυ κατά γής, ή τε Άτλαντίς νήσος ώσαύτως κατά βαθέος έμποδών όντος, όν ή νήσος ίζομένη παρέσχετο.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΑΤΛΑΝΤΙΔΑ

Τα επιτεύγματα της πόλης σας ήταν πολλά και μεγάλα• είναι γραμμένα εδώ κι εμείς συνεχίζουμε να τα θαυμάζουμε. Υπάρχει όμως ένα που τα ξεπερνά όλα σε μεγαλείο και αρετή. Τα αρχεία μας αναφέρουν ότι η πόλη σας αναχαίτισε κάποτε μια μεγάλη δύναμη που είχε επιτεθεί με αλαζονεία εναντίον όλης της Ευρώπης και της Ασίας ξεκινώντας απ' έξω, από τον Ατλαντικό ωκεανό. Οι άνθρωποι μπορούσαν να ταξιδεύουν εκείνη την εποχή στον ωκεανό, γιατί αμέσως μετά το στόμιό του ―που, όπως μαθαίνω, εσείς το ονομάζετε Ηράκλειες Στήλες― υπήρχε ένα νησί μεγαλύτερο από την Ασία και τη Λιβύη μαζί. Οι ταξιδιώτες της εποχής περνούσαν από αυτό στα άλλα νησιά και από εκεί σε όλη την απέναντι ήπειρο που περιβάλλει αυτήν την πραγματικά αχανή θάλασσα. Όλα τα μέρη που βρίσκονται μέσα από το στόμιο που λέγαμε φαίνονται σαν λιμάνι με στενή είσοδο• το πέλαγος όμως που εκτείνεται έξω από το στόμιο είναι πραγματικό πέλαγος• και η στεριά που το περικλείει θα έλεγε κανείς ότι αξίζει να ονομαστεί "ήπειρος", στην κυριολεξία του όρου. Σ' αυτό το νησί, την Ατλαντίδα, δημιουργήθηκε κάτω από βασιλική εξουσία μια μεγάλη και θαυμαστή δύναμη που κυριάρχησε σε όλο το νησί καθώς και σε πολλά άλλα νησιά και μέρη της απέναντι ηπείρου. Επιπλέον, προς την πλευρά μας, επικράτησε στη Λιβύη ως την Αίγυπτο και στην Ευρώπη ως την Τυρρηνία. Αυτή λοιπόν η μεγάλη δύναμη συγκέντρωσε κάποτε όλα της τα στρατεύματα και επιχείρησε, με μία μόνο επίθεση, να υποδουλώσει την πόλη σας και τη δική μας και όλες όσες βρίσκονται μέσα από τις Στήλες. Τότε ακριβώς, Σόλων, αποκαλύφθηκε σε όλη την ανθρωπότητα η αρετή και η δύναμη της πόλης σας, γιατί στάθηκε πρώτη στο φρόνημα και στην τεχνική του πολέμου. Επικεφαλής των Ελλήνων, και στη συνέχεια αναγκασμένη να πολεμήσει μόνη όταν οι άλλοι την εγκατέλειψαν, έφθασε στον έσχατο κίνδυνο αλλά τελικά απέκρουσε τους εισβολείς και θριάμβευσε. Δεν άφησε έτσι να γνωρίσουν τη σκλαβιά αυτοί που δεν είχαν υποδουλωθεί ποτέ και απελευθέρωσε με μεγαλοψυχία όλους εμάς τους άλλους που κατοικούσαμε μέσα από τις Ηράκλειες Στήλες. Πολύ αργότερα όμως ήρθαν τρομεροί σεισμοί και κατακλυσμοί και, μέσα σε μία μέρα και μία νύχτα φρίκης, όλο το γένος των πολεμιστών σας χάθηκε μέσα στη γη, και το νησί της Ατλαντίδας βυθίστηκε στη θάλασσα και αφανίστηκε. Ο ωκεανός σ' εκείνα τα μέρη έγινε απροσπέλαστος και ανεξερεύνητος από την πολύ βαθιά λάσπη που άφησε πίσω της η Ατλαντίδα καθώς καταποντιζόταν».

Μτφρ. Β. Κάλφας. 1995. Πλάτων. Τίμαιος. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Πόλις.

Ατλαντίδα





Φανταστική αναπαράσταση της Ατλαντίδας από το Mundus Subterraneus του Athanasius Kircher, Άμστερνταμ 1665.



Η Ατλαντίδα (στα Αρχαία Ελληνικά: Ατλαντίς νήσος) είναι μυθικό νησί που πρωτοαναφέρθηκε στους διαλόγους του Πλάτωνα «Τίμαιος» και «Κριτίας» .
Στην περιγραφή του Πλάτωνα, η Ατλαντίδα, που βρίσκεται «πέρα από τις Ηράκλειες στήλες», ήταν μια ναυτική δύναμη που είχε κατακτήσει πολλά μέρη της δυτικής Ευρώπης και της Λυβικής, περίπου 9.000 χρόνια πριν τον Σόλωνα (δηλαδή κατά το 9560 π.Χ.). Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια να εισβάλει στην Αθήνα, η Ατλαντίδα βυθίστηκε μυστηριωδώς στο πέλαγος «σε μια μόνο ημέρα και νύχτα ατυχίας».
Επειδή είναι μια ιστορία που ενσωματώνεται στους διαλόγους του Πλάτωνα, η Ατλαντίδα θεωρείται γενικά ως παραβολή που κατασκευάστηκε από τον Πλάτωνα για να εξηγήσει τις πολιτικές του θεωρίες. Αν και η ιστορία του Πλάτωνα φαίνεται σαφής στους περισσότερους μελετητές, μερικοί προτείνουν ότι η περιγραφή του είναι εμπνευσμένη από παλαιότερες παραδόσεις. Κάποιοι υποστηρίζουν πως ο Πλάτωνας βασίστηκε σε προηγούμενα γεγονότα, όπως την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης ή τον Τρωικό πόλεμο, ενώ άλλοι επιμένουν ότι έλαβε έμπνευση από πιο σύγχρονα γεγονότα όπως την καταστροφή της Ελίκης το 373 π.Χ. και την αποτυχημένη εισβολή της Σικελίας το 415-413 π.Χ.

Πλάτωνας
Οι διάλογοι Τίμαιος και Κριτίας, που γράφτηκαν το 360 π.Χ. είναι οι πρώτες γνωστές αναφορές στην Ατλαντίδα. Για άγνωστους λόγους ο Πλάτωνας ποτέ δεν ολοκλήρωσε τον Κριτία, εντούτοις ο μελετητής Benjamin Jowett, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει ότι αρχικά σκόπευε να γράψει και ένα τρίτο διάλογο με τον τίτλο «Ερμοκράτης». Ο John V. Luce υποθέτει ότι ο Πλάτωνας – αφού περιέγραψε την αρχή του κόσμου και της ανθρωπότητας στον Τίμαιο, καθώς επίσης και την αλληγορική τέλεια κοινωνία της αρχαίας Αθήνας και της επιτυχούς υπεράσπισης της ενάντια της εχθρικής Ατλαντίδας στον Κριτία - θα έκανε κύριο θέμα του Ερμοκράτη τη στρατηγική του Ελληνιστικού πολιτισμού κατά τη σύγκρουσή του με τους βάρβαρους. Ο Πλάτωνας έγραψε για την Ατλαντίδα στον Τίμαιο.
Τα τέσσερα πρόσωπα που λαμβάνουν μέρος στους δυο αυτούς διαλόγους είναι οι πολιτικοί Κριτίας και Ερμοκράτης και οι φιλόσοφοι Σωκράτης και Τίμαιος, όμως ο μόνος που αναφέρει την Ατλαντίδα είναι ο Κριτίας. Ενώ πιθανότατα όλοι αυτοί οι άνθρωποι έζησαν πραγματικά, οι διάλογοι όπως καταγράφηκαν μπορεί να ήταν εφεύρεση του Πλάτωνα. Στις γραπτές του δουλειές, ο Πλάτωνας κάνει εκτενή χρήση των Σωκρατικών διαλόγων προκειμένου να συζητηθούν οι αντίθετες θέσεις μέσα στα πλαίσια μιας υπόθεσης.
Ο Τίμαιος αρχίζει με μια εισαγωγή, που ακολουθείται από μια περιγραφή της δημιουργίας και της δομής του σύμπαντος και των αρχαίων πολιτισμών. Στην εισαγωγή, ο Σωκράτης διαλογίζεται πάνω στη τέλεια κοινωνία, όπως περιγράφεται στην Πολιτεία του Πλάτωνα, και διερωτάται αν αυτός και οι φιλοξενούμενοί του μπορούν να θυμηθούν μια ιστορία που μιλά για μια τέτοια ακριβώς κοινωνία. Ο Κριτίας αναφέρει μια πραγματική, όπως ισχυρίζεται, τέτοια ιστορία και συνεχίζει την αφήγηση. Στη ιστορία του, η Αθήνα φαίνεται να συμβολίζει την «τέλεια κοινωνία» και η Ατλαντίδα τον αντίπαλό της, που αντιπροσωπεύει την ίδια την αντίθεση των «τέλειων» γνωρισμάτων που περιγράφονται στην Πολιτεία. Ο Κριτίας υποστηρίζει ότι η ιστορία του προέρχεται από μια επίσκεψη του Αθηναίου νομοθέτη Σόλωνα στη Σαΐδα της Αιγύπτου, όπου γνώρισε ένα ιερέα που του μετάφρασε την ιστορία στα Ελληνικά από Αιγυπτιακά ιερογλυφικά γραμμένα πάνω σε παπύρους. Κατά τον Πλούταρχο, ο ιερέας ονομαζόταν Σόνχις, αλλά λόγω της μεγάλης χρονικής περιόδου μεταξύ Πλούταρχου και του υποτιθέμενου γεγονότος, αυτός ο προσδιορισμός είναι ανεπιβεβαίωτος.
Σύμφωνα με τον Κριτία, οι παλιοί Ελληνικοί θεοί διαίρεσαν τη Γη ώστε ο καθένας να έχει το μέρισμα του. Ο Ποσειδώνας πήρε το νησί της Ατλαντίδας. Το νησί ήταν μεγαλύτερο από τη Λιβύη και τη Μικρά Ασία μαζί, αλλά κατόπιν βυθίστηκε από ένα σεισμό και δεν έμεινε τίποτε άλλο παρά αδιάβατο λασπόνερο, που εμπόδιζε το ταξίδι σε οποιοδήποτε μέρος του ωκεανού.. Οι Αιγύπτιοι περιέγραψαν την Ατλαντίδα ως ένα νησί περίπου 700 χλμ. σε πλάτος, αποτελούμενο κυρίως από βουνά στο βόρειο μέρος και κατά μήκος της ακτής, και με μια μεγάλη στενόμακρη πεδιάδα στα νότια που «εκτείνεται σε μια κατεύθυνση 3,000 στάδια (600 χλμ.) και 2,000 στάδια (400 χλμ.) στην άλλη»
Πενήντα στάδια μέσα από την ακτή ήταν ένα «βουνό όχι πολύ υψηλό σε οποιαδήποτε πλευρά». Εδώ ζούσε μια ιθαγενής γυναίκα την οποία ερωτεύτηκε ο Ποσειδώνας και της έκανε πέντε ζευγάρια αρσενικών διδύμων. Ο Άτλαντας, που ήταν ο μεγαλύτερος τους, έγινε βασιλιάς ολόκληρου του νησιού και του ωκεανού (που ονομάστηκε Ατλαντικός σε τιμή του), και του δόθηκε το βουνό της γέννησής του και η περιβάλλουσα περιοχή. Επίσης μυθικός βασιλιάς της Ατλαντίδας αδελφός του Άτλαντα φέρεται ο Αζάης.
Ο Ποσειδώνας χάραξε το βουνό της αγαπημένης του σε παλάτι, και το εσώκλεισε με τρεις κυκλικές τάφρους αυξανόμενου πλάτους (1-3 στάδια) που είχαν δακτυλίους γης ανάλογους σε μέγεθος. Οι κάτοικοι του νησιού τότε έκτισαν γέφυρες προς τα βόρεια του βουνού για να το ενώσουν με το υπόλοιπο νησί. Τότε άνοιξαν ένα μεγάλο κανάλι προς τη θάλασσα, έσκαψαν τούνελ παράλληλα με τις γέφυρες για να περνούν τα πλοία και χάραξαν αποβάθρες πάνω στους πέτρινους τοίχους των τάφρων. Κάθε πέρασμα προς την πόλη φρουρούνταν με πύλες και πύργους, και τείχη περιτριγύριζαν κάθε δακτύλιο γης. Τα τείχη ήταν κατασκευασμένα από κόκκινη, λευκή και μαύρη πέτρα που έβγαλαν από τις τάφρους, και ήταν επικαλυμμένα με μπρούντζο, κασσίτερο και ορείχαλκο αντίστοιχα.
Κατά τον Κριτία, 9.000 χρόνια πριν τον Πλάτωνα, ένας πόλεμος ξέσπασε μεταξύ αυτών εντός και εκτός των Ηράκλειων Στηλών (πιθανότατα τα στενά του Γιβραλτάρ). Η Ατλαντίδα είχε κατακτήσει μέρη της Λιβύης μέχρι και την Αίγυπτο και της Ευρώπης μέχρι τη Τυρρηνία, και υπέβαλε τους ανθρώπους τους στη δουλεία. Οι Αθηναίοι οδήγησαν μια συμμαχία ενάντια στην αυτοκρατορία της Ατλαντίδας, και καθώς η συμμαχία αδυνατούσε, οι Αθηναίοι επικράτησαν μόνοι και ελευθέρωναν κατακτημένες περιοχές. «Όμως αργότερα έγιναν δυνατοί σεισμοί και πλημμύρες, και σε μια μόνο δεινή ημέρα και νύχτα όλοι οι πολεμιστές βυθίστηκαν μέσα στη γη, και ομοίως η νήσος της Ατλαντίδας χάθηκε στα βάθη της θάλασσας».
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου