Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ





ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ

Είμαστε στο Οκτώβριο του 1973 και ζούμε το "σχέδιο φιλελευθεροποίησης" της χούντας του Παπαδόπουλου
Το σχέδιο αυτό ήταν μια πρωτοβουλία του δικτάτορα Γεωργίου Παπαδόπουλου από το 1970 έως το 1973 σύμφωνα με το οποίο θα διεξάγονταν εκλογές με την συμμετοχή των προδικτατορικών κομμάτων αλλά και νέων, ώστε ο ίδιος να "παραδώσει" την εξουσία εξασφαλίζοντας το πολιτικό του μέλλον ως πρόεδρος της «Δημοκρατίας». Το σχέδιο ανέλαβε να υλοποιήσει η κυβέρνηση Σπύρου Μαρκεζίνη.
Τα πρώτα σημάδια "φιλελευθεροποίησης" εμφανίστηκαν το 1970 με την συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ενός μικτού νομοθετικού οργάνου που είχε προκύψει αφενός από μέλη διορισμένα κατευθείαν από τον Παπαδόπουλο, αφετέρου από εκλεγμένους αντιπροσώπους επαγγελματικών οργανώσεων (ελεγχόμενων από την κυβέρνηση), μετά από επιλογή της κυβέρνησης.
Μετά το κίνημα του Ναυτικού το καθεστώς των Συνταγματαρχών θεώρησε εμπλεκόμενο στο κίνημα τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, και αμέσως μετά, την 1 Ιουνίου 1973 κατάργησε την Βασιλεία και ανακήρυξε Προεδρική Κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Στις 29 Ιουλίου 1973 προχώρησε σε νομιμοποίηση των πράξεών του με το νόθο δημοψήφισμα για την μορφή του πολιτεύματος: 78,4% ΝΑΙ στην Προεδρική Δημοκρατία, έναντι 21,5% ΟΧΙ (για τη διατήρηση δηλαδή της Βασιλείας). Επίσης αναθεώρησε το Σύνταγμα του 1968 με το Σύνταγμα του 1973. Αυτό προέβλεπε την αβασίλευτη μορφή του πολιτεύματος, υπερεξουσίες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, την εκλογή του από τον λαό, την ύπαρξη διά ανάπτυξη κομματικής ζωής Συνταγματικού δικαστηρίου και 200 βουλευτές. 


Στις 19 Αυγούστου 1973 ο Παπαδόπουλος ορκίζεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Οδυσσέας Αγγελής Αντιπρόεδρος Δημοκρατίας για θητεία 7 ετών (μέχρι το 1 Ιουνίου 1981). Την επόμενη ημέρα 20 Αυγούστου ο Παπαδόπουλος βάσει του σχεδίου φιλελευθεροποίησης, αίρει τον στρατιωτικό νόμο από την περιοχή της πρωτεύουσας, αμνηστεύει μεγάλο αριθμό πολιτικών κρατουμένων και δίνει ειδική χάρη στον Αλέκο Παναγούλη
Στις 19 Σεπτεμβρίου 1973 η Χούντα διορίζει τα 10 μέλη του Συνταγματικού Δικαστηρίου (που είχε φροντίσει να κατοχυρώσει συνταγματικά με το Σύνταγμα του 1973). Στις 8 Οκτωβρίου 1973 διορίζει πολιτική κυβέρνηση υπό τον Σπύρο Μαρκεζίνη με σκοπό να προπαρασκευάσει βουλευτικές εκλογές για τις 10 Φεβρουαρίου 1974. Ο Μαρκεζίνης θα έδινε συνέντευξη τύπου για τις προγραμματισμένες εκλογές στις 26 Νοεμβρίου 1973.
Ο πολιτικός κόσμος αντέδρασε έντονα στο "σχέδιο φιλελευθεροποίησης", το οποίο χαρακτηρίστηκε από αρκετούς ως «φιάσκο». Το ΚΚΕ αρνήθηκε να συμμετάσχει ενώ το ΚΚΕ Εσωτερικού δέχτηκε. Οι Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής, Γεώργιος Ράλλης και Παναγιώτης Κανελλόπουλος θεώρησαν παραπλανητικό το νέο καθεστώς.
Μέσα στο πνεύμα των ημερών και μετά την εγκατάσταση του Μαρκεζίνη στην πρωθυπουργία και την διάθεση του για φιλελευθεροποίηση, δειλά-δειλά άρχισε να επιτρέπεται το άκουσμα των τραγουδιών του Μίκη και φυσικά όλη η Πλάκα τραγουδούσε Θεοδωράκη ενώ οι δισκογραφικές εταιρείες βρισκόντουσαν σε αναμονή για την μεγάλη επιστροφή του δημοφιλούς συνθέτη.
Ας δούμε όμως πως περιγράφει τις μέρες αυτές του Οκτώβρη του 1973 ο Δημ. Ιατρόπουλος σε άρθρο του στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ εκείνου του μήνα (Σημείωση : διατηρούμε σε μονοτονικό την ορθογραφία του άρθρου)


ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ
Επιστρέφει τον Δεκέμβριο με σχέδιο να ιδρύση ελεύθερο μουσικό Πανεπιστήμιο στην  Αθήνα
«Στα παραθύρια τα πλατιά, χαμογελούσε μιά  μυρτιά...» τραγουδούσε μέσα στη νύχτα ο αστυφύλακας. Πλάι του πέρασε ένας νεαρός, κοντοστάθηκε, ο αστυφύλακας τον έπιασε από τον ώμο: «Πάμε μέσα· άκουγες Θεοδωράκη»!...
Αυτό το ανέκδοτο, ανήκει σ' αυτά πού εκ των πραγμάτων πρέπει τώρα να ξεχασθούν.  Έκανε τον γύρο των μπουάτ γύρω στα 1968. Τώρα πια, ο Θεοδωράκης επιτρέπεται. Μετά την ουσιαστική άρση της απαγορεύσεως, αφού σ' όλα τά μαγαζιά τραγουδάνε τα τραγούδια του, έρχεται και η τυπική. Τα «ΕΠΙΚΑΙΡΑ» δημοσιεύουν κατ' αποκλειστικότητα την είδηση: Από πηγές πού δεν δέχονται καμιά αμφισβήτηση, γνωρίζουμε αυτή τη στιγμή ότι σε λίγες μέρες, θα επιτρέπουν και δημοσίως τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη.
ΑΥΤΟ το γεγονός, συνδυασμένο και με τη γνωστή δήλωση του Μίκη ότι θά επιστρέψη στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο, δημιουργεί μιαν αναστάτωση στον χώρο της βιομηχανίας του δίσκου και της δημιουργίας του έντεχνου τραγουδιού, πέρα από τη γενικότερη σημασία της επιστροφής του συνθέτη.
Μια δεύτερη αποκλειστική πληροφορία μας, φέρνει  τον Μίκη να έχη κιόλας συγκεκριμένες συζητήσεις με μια γνωστή εταιρία δίσκων.  Και αυτό, αληθεύει! Έτσι, οι τραγουδιστές περιμένουν το Μίκη, οι συνθέτες -περιμένουν τον Μίκη, οι εταιρίες δίσκων ρίχνουν τα καλά τραγούδια τους, που είχαν προγραμματίσει για τις γιορτές, σε μιά νεκρή τυπικά εποχή, κι ετοιμάζονται για ένα «μπαρράζ Θεοδωράκη» τα Χριστούγεννα.




«Μόνο νεκρός»
Ποιος είναι  άραγε ο κόσμος του Μίκη Θεοδωράκη: Το ένα εκατομμύριο ακροατές που είδαν και άκουσαν εφέτος τον διάσημο συνθέτη στις συναυλίες του; Τα νέα παιδιά που μεγάλωσαν με τον μύθο του εδώ και λίγα χρονιά; Οι δικοί του, η Μυρτώ, τα παιδιά, ο πατέρας, ο Γιάννης;  Όλ' αυτά μαζί...
«Δεν έχω να σας πω, τίποτα παραπάνω απ' όσα ξέρουν όλοι», θα μας πη ό πατέρας του.
«Είν' αλήθεια. Ό πατέρας, που κάνει αυτή τη στιγμή την αρχειοθέτηση του έργου του Μίκη, δεν ξέρει περισσότερα από μας. Εγώ έχω να δω τον αδελφό μου απ' τον Απρίλη που πέρασε. Ξέρω, είναι πολύ λεπτό το θέμα της επιστροφής...»
Έχουμε πάει στο Γιάννη Θεοδωράκη, Ό ποιητής των «Λιποτακτών», ασπρισμένος λίγο στους κροτάφους, με ζωντανό πάντα το βλέμμα, και με το κοφτό προτεταμένο πρόσωπο των Θεοδωράκηδων, αργά - αργά μου ξεδιπλώνει τις σκέψεις του για τον Μίκη της επιστροφής.
«Μπορεί να έρθη δοκιμαστικά. Να δη πώς είναι τα πράγματα, να ξαναφύγη, να ξανάρ0η. Θα είναι δύσκολο να επιτραπούν συναυλίες σε ανοιχτό χώρο. Εδώ   Ξαρχάκος, κι είδες τί έγινε. Εξ άλλου, ο Μίκης βλέπει όλο το έργο συνυφασμένα με τα γενικότερα προβλήματα του τόπου...»
Θυμάμαι πάνω σ' αυτό μιά φράση που είπε ο Θεοδωράκης σε μια κοπέλα που τον επισκέφτηκε στο καμαρίνι του, μόλις πριν λίγες μέρες στη θριαμβευτική συναυλία του στη Νέα Υόρκη: «Θα γυρίσω στην Ελλάδα και δεν θα φύγω, παρά μόνο νεκρός ! Μ ό ν ο   νεκρός!»
Ό Μίκης Θεοδωράκης έδωσε 150 συναυλίες σε 18 χώρες,  μέσα στους εφτά πρώτους μήνες του '73 !   Ένα εκατομμύριο ακροατές κι από τα δύο ημισφαίρια συμμετείχαν σΕ αυτές τις «γιορτές της νοσταλγίας». Η Μαρία Φαραντούρη, η Αφροδίτη Μάνου, η ορχήστρα  του, ο τραγουδιστής   Πέτρος Πανδής, ο Αντώνης Καλογιάννης που ακολούθησε σ' ένα μεγάλο διάστημα τον Μίκη, η  Μαίρη Δημητριάδου, απ' τις πιο σωστές φωνές μας, κατευθείαν  μαθήτρια του, απ' την άλλη μεριά η Μούσχουρη, ο Μουστάκι, ένας ντουνιάς καλλιτέχνες γύρω του, η Μελίνα, υπήρξαν τα κεντρικά πρόσωπα  της καλλιτεχνικής του απολογίας ολ' αυτά τα χρόνια.
Παράλληλα, στην Πλάκα  φούντωσε πάλι η μουσική του. Μια μικρή βόλτα στα πλακιώτικα μαγαζιά πείθει και τον πιο δύσκολο ακροατή για τη νέα μουσικογένεση πού προετοιμάζεται...


Όλοι τον τραγουδούν
«Διπλός καημός, τετράδιπλη χαρά
νάμουν πουλί, να πέταγα ψηλά...»

Η Πόλυ Πάνου, επιστρέφοντας στο τραγούδι, αρχίζει φέτος τη δουλειά της με τραγούδια του Μίκη που δεν πρόλαβαν να κυκλοφορήσουν. Και δεν είναι ή μόνη.  Όλοι, συνθέτες και τραγουδιστές, τραγουδούν Θεοδωράκη: Ο Ξαρχάκος στο μαγαζί πού διευθύνει πέρασε και τραγούδια του, ο Μούτσης το ίδιο, η Μαβίλη κι ο Μαρίνος, ο Ξυλούρης κι ο Ζωγράφος, ο Μητσιάς, ο Καλογιάννης, η Βίκυ Μοσχολιού που ερμηνεύει θαυμάσια τα «Επιφάνεια», ο Ψαριανός.
Σ' όλα τα μαγαζιά, στις μπουάτ στην αρχή και κατόπιν στα μπουζούκια, το προγραιμμα καλύπτεται κατά πολύ από το «Αρχιπέλαγος», την «Πολιτεία», το «"Αξιον Έστι» από τα καινούργια τραγούδια που έγραψε μετά το '67. Από το χορικό χορωδίας του 1942, το «Τροπάριο της Κασσιανής», το πρώτο του έργο, μέχρι την επένδυση για την ταινία την αφιερωμένη στον Τίτο, τριάντα ολόκληρα χρόνια ο Μίκης Θεοδωράκης καλύπτει με τη δουλειά του ένα νευραλγικό χώρο της ελληνικής και της παγκόσμιας μουσικής. Αντιφατικός, ενθουσιώδης, εργατικώτατος, περνάει μέσα απ' τους μουσικούς δρόμους, με πλήρη συνείδηση του πόσο επενεργεί η δουλειά του στη μετακατοχική Ελλάδα. Τα έργα του από το 1967:
   1967:  — Κύκλος Τραγουδιών — «Έξι Θαλασσινά Φεγγάρια», στίχοι του Γκάτσου. —  Κύκλος Τραγουδιών «Η Μπαλλάντα του Αντόνιο Έλ Καμπόριο», στίχοι του Λόρκα απόδοση στα Ελληνικά του Ο. Ελύτη. —  «Ο Ήλιος και ο Χρόνος» στίχοι Μ. Θεοδωράκη.
   1968:   «Επιφάνεια  -   Αβέρωφ»   (ποίηση  Γ.Σεφέρη). -  «Μυθολογία»   (ποίηση Γ.  Σεφέρη) - «Κατάσταση Πολιορκίας» (ποίηση Μαρίνο) - «Δώδεκα. Λαϊκά Τραγούδια» (ποίηση Μ.   Ελευθερίου) — «Νύχτα θανάτου» (ποίηση Μ. Ελευθερίου)  - «Τα τραγούδια του Ανδρέα» ποίηση Μ. Θεοδωράκη) -Αρκαδία Νο Ι (ποίηση Μ. Θεοδωράκη) - Αρκαδία Νο ΙΙ (ποίηση Μ. Ελευθερίου) .
   1969:   Αρκαδία Νο ΙΙΙ  (ποίηση Μ. Ελευθερίου) - Αρκαδία Νο IV (ποίηση Α. Κάλβου) - Αρκαδία Νο V (ποίηση Α. Σικελιανού) - Αρκαδία Νο VI (ποίηση Μ. Θεοδωράκη) - Αρκαδία Νο VII (ποίηση Τ. Σινόπουλου) - Αρκαδία Νο VIII (ποίηση Μ. Αναγνωστάκη) - Αρκαδία Νο IX (ποίηση Κ. Καλαντζή) -   Αρκαδία Νο Χ (ποίηση Μ. Θεοδωράκη) - Έξοδος — Ποίημα - Μουσική για την ταινία, «Ζ» του Γαβρά.
   1970:  Τραγούδι «Ραβέν»  (ποίηση Γ. Σεφέρη).
   1971: Μουσική   για   την  ταινία  του  Κακογιάννη «Τρωάδες —  Μουσική για την ταινία «ΒIRΙΒΙ» - ΑΜΟR ΑΜΕRICΑ (ποίηση Πάμπλο Νερούντα).
   1972:  — «Κατάσταση Πολιορκίας». Μουσική για την ομώνυμη ταινία, του Κ. Γαβρα.
   1973:  — Κύκλος τραγουδιών «Τα Λιανοτράγουδα»  (ποίηση Γ. Ρίτσου). Μουσική για την ταινία «Ο στρατάρχης Τίτο».


Ο «γέρος» για τον «ψηλό»
Μέσα στο «Περιβόλι τ' Ουρανού» το μαγαζί που φιλοξένησε τα τραγούδια του Μίκη, ο Γιάννης Διδίλης, πιανίστας, μαέστρος, στενός συνεργάτης και αφοσιωμένος φίλος επί δεκατρία χρόνια του Θεοδωράκη, αποφασίζει για πρώτη φορά να μιλήση. Δεν έχει ποτέ του μιλήσει σε δημοσιογράφο! Δεν έχει δώσει μιά φωτογραφία του στην Ελλάδα. Μέσα στο έρημο από κόσμο μαγαζί, παρέα  με ένα μπουκάλι κρασί, νύχτα τέσσερις η ώρα, ο «γέρος» όπως τον φωνάζει χαϊδευτικά ο Μίκης, αποφασίζει ν' άνοιξη το στόμα του.... Κι έχει τόσα να μας πή. Διηγείται ωραία, συναρπάζεται, μελαγχολεί. Ανέκδοτα απ' την πολύχρονη συνεργασία τους, πληροφορίες για τα μελλοντικά όνειρα του «ψηλού», λόγια θαυμασμού αλλά και κριτικής, δείγμα του υψηλού επιπέδου συνεργασίας και σεβασμού... Τολμηρός και μεσογειακός, ο θαυμάσιος αυτός μουσικός, πιάνει απ' τις ρίζες το φαινόμενο του Θεοδωράκη, κριτικάρει, τοποθετεί, προτείνει:
«…Ο Μίκης κάνει πολιτισμό. Ο Μίκης είναι Ελλάδα. Κάθε φορά πού περνάγαμε με τ' αεροπλάνο πάνω από την πατρίδα, μούπιανε το χέρι —μη νοιάζεσαι, γέρο, κουράγιο, μούλεγε— μα ο ίδιος χυμούσε νά φάη το φινιστρίνι, έκλαιγε σιωπηλά, χάιδευε νευρικά ένα χάρτη, — να η Ζάτουνα μούλεγε... Ο Μίκης είναι παιδί.  Ένα μεγάλο παιδί. Ψυχούλα. Έχει καταπιεί όλη τη μουσική. Χρόνια ολόκληρα δούλευε πάνω στις μουσικές φόρμες. Τον καιρό πού άλλοι έκαναν κοσμοπολιτισμό, ο Μίκης μάθαινε τα πράγματα των ήχων. Γνώρισε τον έρωτα 24 χρονών! Υπήρξε ένας ασκητής της μουσικής γνώσης... Τα νέα παιδιά πού κάνουν μουσική είναι πολύ συμπαθητικοί συνθέτες κάποιων τραγουδιών, όμως οι περισσότεροι φοράνε την άσπρη μπλούζα του γιατρού ενώ είναι· χασάπηδες! Πάνε να διορθώσουν και ουσιαστικά καταστρέφουν. Πρέπει να διαβάσουν. Ο Μίκης σαν γυρίση θά ιδρύση ενα ανοιχτό Πανεπιστήμιο. · Να 'ρθουνε όλοι εκεί να 'μάθουνε μουσική και άλλα. . Σε λίγο καιρό, τα πράγματα θα ξαναγυρίσουν στο φυσικό τους κανάλι. Όσο έλειπε η γάτα, χόρεψαν τα ποντίκια. Τώρα όμως, πού αναγκασμένοι να ακολουθήσουν το ρεύμα πού θα ξεδιπλώση ο Μίκης, πρέπει να  μάθουν να γράφουν μια συμφωνία, τί θα κάνουν; Αγαπώ τους συνθέτες της Πλάκας, προέτρεψα αυτό το ταλέντο πού λέγεται Ξαρχάκος να συνέχιση τις σπουδές του. Σαν έφυγε για το Παρίσι, χάρηκα πολύ. Να το γράψης αυτό: Πρέπει να μάθουν μουσική, όπως χρόνια ολόκληρα τη μάθαινε ο Μίκης, κι ο σπουδαίος άνθρωπος ο Χατζιδάκις...
(Φλας Μπακ: Στο νυχτερινό στέκι του Μάνου Χατζιδάκι, το «Μαγεμένο Αυλό», πριν από μερικούς μήνες, πέρασε για μια ώρα η Μαρία Φαραντούρη. Αμίλητη, με έντονο το πένθος για τον πατέρα της πού της έδωσε το τραγικό δικαίωμα να επαναπατρισθή για δυο μέρες, περιμένει την ώρα της ολοκληρωτικής επιστροφής.  Ο Μάνος παραπέρα, ο Αντωνίου, κάποιοι φίλοι. Η Μαρία καλήνυχτίζει με σβησμένη φωνή και αποχωρεί. Ό Χατζιδάκις λίγα λεπτά κατόπιν, σε μιά κουβέντα για τη διάρκεια του έργου τέχνης προβαίνει σε μιαν ειλικρινή ομολογία, απ' αυτές πού δεν μας έχει συνηθίσει:
—Κανένας Έλληνας δεν υπήρξε τα τελευταία χρόνια στην Ιστορία της Τέχνης. Ο καιρός διαβρώνει τα πάντα. Κάνεις δεν μένει μετά λίγα χρόνια. Απ' τους καλλιτέχνες του καιρού μας μόνο ο Θεοδωράκης ταρακούνησε παγκοσμίως τα νερά.  Κανείς άλλος !)
—Μαέστρο, δεν κουραστήκατε να πετάτε σαν χελιδόνια από τόπο σε τόπο;
—Καημός... Ότι και να γράψουν για τον Μικη, όσες τιμές να του προσφέρουν, τον κάλεσαν να διδάξη στα μεγαλύτερα μουσικά ιδρύματα, αυτός είναι εδώ: Στην πατρίδα. Θέλω να γράψης, ότι αν ό Μίκης δεν είχε τη Μαρία Φαραντούρη, θα έχανε το 40% της επιτυχίας του. Η Μαρία είναι συγκλονιστική τραγουδίστρια! Μόλις τέλειωσα τη διδασκαλία του «Κάντο Χενεράλε» του Νερουδα, ο Μίκης της είπε: «Αυτό το έργο θα σε γράψη στην ιστορία της μουσικής. Μετά απ' αυτό, είσαι μια παγκόσμια τραγουδίστρια...». Ζήσαμε τόσο όμορφα μαζί,  όμως κουραστήκαμε να γλεντάμε στα φουαγιέ των ξενοδοχείων... Η Μαρία έχει κουραστή πολύ για να φτάση. Κάνουμε ώρες ολόκληρες μανιώδεις πρόβες...
Παίρνουμε να κουβεντιάζουμε για τον Μίκη. Η νύχτα προχωράει, τα λόγια σπάζουνε σαν τριμμένα γυαλιά, ο Διδίλης έχει αποφασίσει:
«Γράψε, γράψε κι αυτό: Θέλουμε να περάσουμε το καλό ποίημα στο λαό, να έρθη σ' επαφή με τους ποιητές του. Θ' αρχίσουμε απ' την αρχή, να διδάσκουμε στον απλό άνθρωπο, την ποίηση του, όπως μάθαμε να καταλαβαίνη την ποίηση του Μπιθικώτση... Στις αρχές, μόλις κάναμε τον «Επιτάφιο» ο Γρηγόρης πήρε τον Μίκη στο μαγαζί πού δούλευε. Κάτι φάτσες, Παναγία μου! Ο Μίκης τρόμαξε. Μόλις πήγε ό Μπιθικώτσης ν' άνοίξη τό στόμα του "Μέρα Μαγιού μου μίσ..." —κάτω ρέ! — του λέγανε... Πέρασε ηρωικούς καιρούς ο Μίκης. Αλλά, σου είπα, είναι παιδί... Είναι εκπληκτικός συνεργάτης. Τελειώνω τη διδασκαλία, κάθεται ώρες απ' έξω, δεν μπαίνει στην πρόβα. Μόλις τελειώσω, παίρνει τη Μαρία κι αρχίζει να πλάθη_ "Γιάννη, ν' αλλάξουμε αυτό;" ρωτάει: εμένα. Είναι φοβερά ευγενής, αυτός ό άνθρωπος πού ξέρει τέτοια ,μουσική ώστε να γράφη κατευθείαν στο βυζαντινό ιδίωμα, ξέρεις τί θα πή αυτό; Σαν θα ανοίξη η Σχολή, θά 'ρθουνε οι νέοι να μάθουνε τη μουσική του τόπου μας».
—Θάθελες να στείλουμε κάτι από δω, στον Μίκη;
—Ναι. Γράψε για να το διάβαση και να γελάοη, για τη νύχτα εκείνη πού φορέσαμε τα σεντόνια και κάναμε τα φαντάσματα! Θα καταλάβη αυτός!...


Μια ριζίτικη πέτρα
Ο Θεοδωράκης πού πήγε στη Χιλή σαν μιά από τις πενήντα παγκόσμιες προσωπικότητες πού έδωσαν τη γνώμη τους στον Αγιέντε για το ειρηνικό του πείραμα, αυτός που βρέθηκε ανάμεσα στους ελάχιστους καλεσμένους των ενενηντάχρονων του Π ι κάσσο, ο φίλος του Νάσερ και του Τίτο, ξαναγυρίζει στην Ελλάδα. Σα μια μεγάλη ριζίτικη πέτρα πέφτει στην ελληνική λίμνη. Και αρχίζουν και ανακυκλώνουν τα νερά... Που θα οδηγήση αυτός ό ερχομός; Ένα είναι σίγουρο: Επετράπη η μουσική του. Έχει κιόλας συγκεκριμένες συζητήσεις με γνωστή εταιρία δίσκων. Θα ιδρύση στην Ελλάδα μιά  μουσική σχολή στη φόρμα του Ανοιχτού Πανεπιστημίου. Οι δικοί του κι οι φίλοι του τον περιμένουν. Οι τραγουδιστές το ίδιο. Ένα μεγάλο κομμάτι της νεολαίας πού δεν τον γνώρισε από κοντά.
Ο ίδιος μιλάει συχνά για το ενδεχόμενο της επιστροφής. Ματαίωσε δουλειές, ετοιμάζεται για μια φορά, να μην πέραση από πάνω με τον χάρτη στα χέρια, αλλά να προσγειωθεί στο Ελληνικό. Οπωσδήποτε αυτή η ώρα θα σημάνη κάποια πράγματα για τον τόπο. Στο μεταξύ, όλοι τραγουδάνε ξανά Θεοδωράκη. Κάποιοι μιλούν για απομυθοποίηση... «Κι ό Χατζιδάκις γύρισε μα δεν άλλαξε τίποτα», «Έτσι πού τον τραγουδάνε τώρα τον "ψηλό", θα τον φθείρουν «μέσα στο ίδιο το κοινό του» κ.ά. Στήν άκρη όλων αυτών, παραμονεύει ένας στίχος από «Λιανοτράγουδα» του Ρίτσου, πού τόσο συναρπαστικά τα προσφέρει ο Διδίλης με τα νέα παιδία πού ανακάλυψε, τη Σολδάτου, τον Μουτάφη:

«Εδώ  σωπαίνουν   τα πουλιά,
σωπαίνουν κι οι καμπάνες...»

Να όμως πού ένα από τα σύγχρονα ελληνικά πουλιά, κλείνει τις ταξιδιάρικες φτερούγες του κι έρχεται πάλι να τραγουδήση, «της παγωνιάς αητόπουλο, της ερημιάς γεράκι...».
Δ. ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ



Τον Νοέμβριο του 1973 οι φοιτητές ξεσηκώθηκαν στην Νομική Σχολή και στο Πολυτεχνείο. Γεγονότα ακολούθησαν στην Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις της Ελλάδος. Στις 17 Νοέμβρη ένα τανκς της χούντας μπήκε στο Πολυτεχνείο. Δύο μέρες μετά στις  25 Νοεμβρίου το πραξικόπημα του Ιωαννίδη ανέτρεψε την Κυβέρνηση  "φιλελευθεροποίησης" του Σπύρου Μαρκεζίνη. Είχε περάσει μόλις  ενάμισης μήνα από την άνοδό της στην εξουσία. Έτσι σταμάτησε και υλοποίηση του σχεδίου Παπαδόπουλου για επιστροφή σε κάποιας μορφής κοινοβουλευτισμό. και φυσικά η επιστροφή του Μίκη Θεοδωράκη στην Ελλάδα έμεινε όνειρο.
Θα ακολουθήσουν μαύρες μέρες με επιστέγασμα το χουντικό πραξικόπημα στην Κύπρο, την εισβολή των Τούρκων και την επιστράτευση στην Ελλάδα μιας και ο πόλεμος μεταξύ Ελλάδος Τουρκίας φαινόταν αναπόφευκτος.   Κάτω από το βάρος των γεγονότων το Ιωαννιδικό καθεστώς καταρρέει και ο Κ. Καραμανλής επιστρέφει στις 24 Ιουλίου στην Ελλάδα για την συγκρότηση Εθνικής Κυβέρνησης σωτηρίας.
Το διάστημα αυτό ο Μίκης Θεοδωράκης βρίσκεται στο Παρίσι. Στις 22 Ιουλίου 1974, τον επισκέφθηκε στο σπίτι του μια αντιπροσωπεία Μαροκινών φοιτητών, λέγοντάς του ότι ο βασιλιάς της αφρικανικής χώρας είχε συλλάβει φοιτητές και τους υπέβαλλε σε βασανιστήρια. Του ζήτησαν λοιπόν να κάνει μια συναυλία γι’ αυτούς στην Πανεπιστημιούπολη του Παρισιού. Εκείνος δέχτηκε και η εκδήλωση ορίστηκε για την επόμενη ημέρα. Ωστόσο κι επειδή δεν υπήρχε χρόνος, ο Μίκης αποφάσισε να παρουσιάσει τα τραγούδια του μόνο μ’ ένα πιάνο που θα έπαιζε ο ίδιος και χωρίς ορχήστρα. Για ερμηνευτές, διάλεξε τον Πέτρο Πανδή και τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου…
Πράγματι λοιπόν, το απόγευμα της 23ης Ιουλίου οι τρεις τους ξεκίνησαν πρόβες ώστε να είναι έτοιμοι το βράδυ. Λίγο πριν ξεκινήσει η συναυλία, ο δημοσιογράφος της γαλλικής εφημερίδας «Ουμανιτέ» -και μετέπειτα βιογράφος του Θεοδωράκη- Ζακ Κουμπάρ τον ενημέρωσε ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής βρισκόταν ήδη στην Αθήνα κι ότι η δικτατορία είχε καταρρεύσει!
Ο Μίκης όπως ήταν φυσικό ενθουσιάστηκε και δεν έβλεπε την ώρα να πάρει το πρώτο αεροπλάνο για την ελληνική πρωτεύουσα, οπότε η συναυλία έγινε άρον-άρον και βιαστικά αφού πρώτα ο ίδιος ενημέρωσε το κοινό για το τι είχε συμβεί… Αυτή ήταν και η τελευταία πριν τη μεταπολίτευση συναυλία του συνθέτη στη γαλλική πρωτεύουσα.
Στις 24 Ιουλίου του 1974 ο Μίκης Θεοδωράκης επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα μέσα σε πανηγυρισμούς του λαού που τον υποδεχτεί στο αεροδρόμιο του Ελληνικού και τραγουδά μαζί του
«Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας
δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει"


Κων/νος Γραικιώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου