Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016

Ι. Μ. ΧΑΤΖΗΦΩΤΗ : ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΣΙΝΑ

Xερσονήσος του Σίνα



ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΣΙΝΑ
Όσο το όχημα πλησίαζε προς το «δόντι» (σιν) της χερσονήσου του Σίνα, τρέχοντας με ιλιγγιώδη ταχύτητα και καταβροχθίζοντας τα χιλιόμετρα της πυρακτωμένης άσφαλτος, τόσο βυθιζόμουν στο χτες, το γοητευτικό, ανεπανάληπτο και πληθωρικό χτες της περιοχής. Βγαίνοντας από το πολύβουο Κάιρο αντικρύζεις ευθύς αμέσως την αχανή και απέραντη έρημο, πού για ένα μεγάλο διάστημα είναι γεμάτη στρατόπεδα, μαρτυρία της ταραγμένης εποχής, μα και του κινδύνου, πού παρά τις ειρηνικές σήμερα σχέσεις με το γειτονικό Ισραήλ, πάντα ελλοχεύει. Και οι εικόνες της Βίβλου αρχίζουν να ξετυλίγονται ζωντανές, πολύχρωμες, εντυπωσιακές. Αιγύπτιοι και Εβραίοι από τα παμπάλαια χρόνια ανακατεύονταν σ' αυτά τα αφιλόξενα, άνυδρα και ανελέητα χώματα. Για να βρουν τί; Μόνο ή γεωγραφική θέση της χερσονήσου εξηγεί το γιατί. Δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσεις το σταυροδρόμι ανάμεσα σε ηπείρους και θάλασσες. Και δεν είναι μοναχά ό Μωυσής πού διεγείρει τη φαντασία σου και καρφώνει το βλέμμα σου στην απεραντοσύνη της ερήμου, ώστε να προσδοκάς πώς κάτι θα φανεί στον ορίζοντα από εκείνη τη βιβλική εποχή, είναι και ό Προφήτης Ηλίας, πού κι αυτός μπόρεσε εδώ να μιλήσει με τον Θεό. Μα για να φτάσεις στο Θεοβάδιστο βουνό του Σινά πρέπει να διασχίσεις μεγάλες αποστάσεις καταπίνοντας σκόνη και υποφέροντας την κάψα της ερήμου.
Το τοπίο από το Σουέζ και μετά παρουσιάζει ενδιαφέρουσες εναλλαγές. Πρώτα ένα τούνελ 1.700 μέτρων κάτω από τη διώρυγα. Λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη πού της έδωσε το όνομα. Είναι ένα αληθινό θαύμα της σύγχρονης ιαπωνικής τεχνολογίας, από τα πιο σημαντικά έργα, πού έγιναν στην Αίγυπτο τα τελευταία χρόνια. Εκεί πού άλλοτε χρειαζόταν χρόνος πολύς για να περάσεις στην απέναντι όχθη της διώρυγας, τώρα συνεχίζεις τον δρόμο σου, σαν να βρίσκεσαι συνέχεια στη στεριά. Τις αμμώδεις εκτάσεις διαδέχονται ασβεστολιθικά πετρώματα και περιοχές κατάξερες με ελάχιστα σκιάχτρα δέντρων και χαμηλούς θάμνους, πού επιτείνουν την τραχεία και άγονη εικόνα του τόπου.  Σε λίγο όμως η διαδρομή, καθώς συνεχίζεις προς τον νότο, γίνεται παράλληλα προς την Ερυθρά Θάλασσα, το τοπίο ημερεύει και η δροσιά του νερού σε ανακουφίζει. Θέλεις να βρέξεις τα πόδια σου, σαν τους αρχαίους Ισραηλίτες, σε τούτα τα γραφικά ακρογιάλια. Στο Πανδοχείο, οπού θα σταθμεύσει για λίγο το λεωφορείο της γραμμής, έχεις την πρώτη επαφή με τους ανθρώπους της έρημου. Μάταια θα θελήσεις να κόψεις τη δίψα σου με κάποιο αναψυκτικό. Οι σοφοί βεδουίνοι πίνοντας αργά και απολαυστικά το κατακόκκινο τσάι τους, γνωρίζουν το μυστικό για να ξεδιψάσεις πραγματικά.

 Tούνελ 1.700 μέτρων κάτω από τη διώρυγα του Σουέζ

Το περιβάλλον εδώ είναι πρωτόγονο.  Ένα -δύο παραπήγματα. Τα τραπέζια κ' oι καρέκλες γεμάτα σκόνες. Το προσφερόμενο φαγητό κανένα βρασμένο αβγό ή κάποια «κονσέρβα κόρνε-μπήφ», πού την κόβουν και την κάνουν «σάντουιτς» για τους περαστικούς. Σε μισή ώρα η διαδρομή αλλάζει κατεύθυνση και οδεύει βορειοανατολικά. Κάθε τόσο κι ένας βεδουίνος θα σταματήσει το λεωφορείο, για να προμηθευτεί από τον οδηγό τσιγάρα ή την εφημερίδα της ημέρας. Μικροί οικισμοί στο βάθος, σπάνε τη μονοτονία του τοπίου. Ενώ πλησιάζεις στη Φαράν, το ευλογημένο νεράκι δηλώνει την παρουσία του με οάσεις καταπράσινες και δάση από φοινικιές. Γυναίκες με μαύρες μελάγιες, μια μάνα πού θηλάζει το μωρό της. Φέρνω στο νου μου την Αγαρ, πού κατέληξε τελικά εδώ μαζί με τον γιό της 'Ισμαήλ, όταν την έδιωξε ο Αβραάμ με επιμονή της γυναίκας του Σάρρας. Ο  Ισμαήλ ήταν παιδί δικό του, πού το απέκτησε με τη δούλα του  Αγαρ.  Όταν όμως στα 100 του χρόνια η Σάρρα γέννησε τον Ισαάκ, ανάγκασε τον γέρο-Άβραάμ να διώξει τη δούλα και το παιδί τους, «ού γάρ κληρονομήσει ο υιός τής παιδίσκης ταύτης μετά του υιοΰ της Ισαάκ», μας λέγει η «Γένεσις» (κα' 10). 'Αλλά ο Θεός είχε προνοήσει και για το παιδί αυτό του  Αβραάμ, τον  Ισμαήλ, να δημιουργήσει «έθνος μέγα» (Γεν. κα', 13) και τούστειλε νερό στην έρημο, οπού με τη μητέρα του περιπλανιόταν, και το γλύτωσε από τον θάνατο.  Όπως έχει προνοήσει  και για  τους  σημερινούς  κατοίκους  της έρημου σκορπίζοντας εδώ κι εκεί σταλαγματιές, όπως στη Φαράν, πού ως σήμερα πνίγεται στο πράσινο. Ή Μονή του Σίνα έχει εδώ ένα πολύτιμο  μετόχι με μεγάλο κήπο φυτεμένο με χουρμαδιές, οπωροφόρα, λαχανικά. Όπως έδειξε η ιστορική έρευνα, εδώ ήταν η πρώτη έδρα του  Αρχιεπισκόπου Σινά, Φαράν και Ραϊθώ. Σήμερα συναντάς μια γυναικεία αδελφότητα με μοναχές από την Ελλάδα, πού ανήκουν στην πνευματική δικαιοδοσία του  Αρχιεπισκόπου Σιναίου. Μα το πιο συναρπαστικό είναι ό,τι απόμεινε στη Φαράν από παλαιοχριστιανικό ναό. Είναι προανάκρουσμα, πού σε διαθέτει ευφρόσυνα για το υπόλοιπο του ταξιδιού.  Άλλωστε, τώρα βλέπεις ανθρώπινες ψυχές, ζωντανά, τροχοφόρα, γενικά ζωή, πού χαρίζει το νερό.

 Παλιά αρχιεπισκοπή στο Φαράν

Για ένα διάστημα το τοπίο σκληραίνει και πάλι. Τεράστιοι όγκοι από γρανίτη απλώνονται στη συνέχεια και κάθε τόσο καταπλήσσεσαι με τα κατ' εξοχήν ζώα της ερήμου, τις γκαμήλες, πού κάτω από τον καυτό ήλιο άλλοτε ψάχνουν λίγη τροφή κι άλλοτε σε παράταξη αναπαύονται αντέχοντας στη δίψα, τη ζέστη και τη σκόνη. 'Όπου έξαφνα ένας πυργίσκος διακλαδώνεται σε τρεις κατευθύνσεις. Στο χωριό «Κατερίν», στο πολυτελές ξενοδοχείο, πού ανέγειραν οι Αιγύπτιοι λίγο πέρα από το μοναστήρι αλλοιώνοντας το τοπίο, και στη Μονή του Σινά. Το λεωφορείο θα κάνει μερικά χιλιόμετρα πίσω για να βρει τον δρόμο, πού σε δυό ώρες θα το φέρει στον τελικό προορισμό του, τη Νουβέμπα, παραθαλάσσια περιοχή με σύγχρονες εγκαταστάσεις, οπού κατευθύνονται οι περισσότεροι ντόπιοι επιβάτες.
Εκεί, στον πυργίσκο, έρχεται σε λίγα λεπτά το τροχοφόρο του μοναστηριού, για να σε μεταφέρει στην οπισθοφυλακή του Βυζαντίου, το άπαρτο κάστρο της Ρωμιοσύνης, πού είναι το ελληνορθόδοξο μοναστήρι του Σινά. Ευρωπαίοι τουρίστες φορτωμένοι τα σακκίδιά τους οδεύουν κι αυτοί προς τα εκεί υποφέροντας τη φοβερή κάψα, αλλά ξεύροντας τί καλλιτεχνικούς θησαυρούς θ' αντικρύσουν στη μονή. Οι δρομοδείχτες πού κάθε τόσο έδειχναν τα χιλιόμετρα πού απέμεναν για το Σινά και πού η ανυπομονησία σου τάβλεπε ατέλειωτα, έχουν σταματήσει στον πυργίσκο. Μα να, το μοναστήρι, αληθινό φρούριο, απλώνεται μπροστά σου με όλη του τη μεγαλοπρέπεια. Σε προϋπαντάει ο μεγάλος κήπος της μονής με τα οπωροφόρα, τα σύκα, τα λαχανικά και τις άλλες καλλιέργειες. Υποδηλώνει τώρα την ύπαρξη του νερού, το ρυάκι πού σε παλιές λιθογραφίες βλέπεις να ξεδιψούν οι βεδουίνοι τις γκαμήλες τους. Κα! ξαφνικά στέκεσαι μηδαμινός κι ελάχιστος κάτω από τεράστιο τείχος. Η κεντρική πύλη είναι κλειστή. Ή είσοδος γίνεται από ένα μικροσκοπικό παραπόρτι, πού κι αυτό δεν οδηγεί κατ' ευθείαν, άλλα στρίβει δεξιά κι αριστερά, με αλλεπάλληλες πύλες. Ό νους σου τρέχει σε καιρούς ταραγμένους. Όταν εχθρικές δυνάμεις πολιορκούσαν στενά τη βυζαντινή έπαλξη κι έπρεπε γρήγορα να ασφαλίζονται οι μονάχοι και να αποκλείουν κάθε πρόκληση. Την ίδια εικόνα σχηματίζεις και το βράδυ, όταν από μακριά, τα φώτα του αντικρινού αιγυπτιακού ξενοδοχείου σου δίνουν την εντύπωση σύγχρονων πολιορκητών. Ή μήπως δεν είναι;


'Ένας - ένας εμφανίζονται οι πατέρες της μονής, — οι πιο πολλοί νέοι—, πού μόλις αντιληφθούν, πώς είσαι 'Έλληνας δεν μπορούν να κρύψουν τη χαρά τους. Σε οδηγούν στο αρχονταρίκι, κοντά στο περίφημο καθολικό της μονής, ανεβαίνοντας λίγα σκαλοπάτια. Με την είσοδο σου κιόλας σ' αυτό νιώθεις πώς βρίσκεσαι στην Ελλάδα, καθώς οι τοίχοι είναι σκεπασμένοι με τεράστιες φωτογραφίες των πάλαι ποτέ βασιλιάδων της από τον Γεώργιο τον Α' ως τον έκπτωτο τελευταίο βασιλιά Κωνσταντίνο.
Το αρχονταρίκι είναι «ιστορημένο», όπως τα παλιά αρχοντικά στα Αμπελάκια, με πολιτείες και λουλούδια. Στα παραθύρια οι κουρτίνες, κάτασπρες, κεντημένες στο χέρι, μαρτυρούν νοικοκυροσύνη και «πάστρα». Καθισμένοι αναπαυτικά στον παλιό «καναπέ», απολαμβάνουμε τον αράπικο μαύρο καφέ, πού μας προσφέρουν και την ήρεμη συζήτηση του πατέρα Παύλου, μορφής οσιακής, πού αντικαθιστά τον Ηγούμενο-Επίσκοπο ο όποιος λείπει στο Κάιρο για υποθέσεις του μοναστηριού. Σε λίγο προστίθεται στη συντροφιά μας κι ένας άλλος καλόγερος, ο πάτερ-Ααρών. Ετούτος φαίνεται με την πρώτη ματιά αγριωπός και αψύς, μα πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα πανέξυπνο , Αθηναίο, καλοσυνάτο και πρακτικώτατο. Χαρακτήρας τελείως αντίθετος από εκείνον του πατέρα Παύλου, πού και μόνο να τον κοιτάξεις γαληνεύεις. Στην έρημο όλοι χρειάζονται, κ' oι πνευματικοί και οι πρακτικοί.
Σε λίγο θα γευθούμε σε μια μικρή τραπεζαρία, δίπλα στο κελλί πού μας παραχώρησαν, τα νοστιμώτατα αιγυπτιακά φούλια, κάτι μικρά τρυφερά κουκιά, πού είναι το εθνικό φαγητό των Αιγυπτίων, ντοματοσαλάτα και δυό -τρία μικροσκοπικά μηλαράκια καταπράσινα, πού όπως μας εξήγησαν προέρχονταν από το μετόχι της Φαράν. Προϊόντα της έρημου, με πόσους κόπους και φροντίδες. . . Το ψωμί ζυμωτό, ήταν παρασκευασμένο στο μοναστήρι. Όλα αυτά τα απλά και ταπεινά πράματα δεν χαρακτηρίζουν μόνο τη γνήσια ασκητική ζωή της Μονής Σινά, αλλά και σε κάνουν να αναλογιστείς πόσο εμείς στον κόσμο χάσαμε τη γεύση και στερηθήκαμε την ομορφιά των απλών πραγμάτων.

Ευρωπαίοι τουρίστες οδεύουν προς το Μοναστήρι
 
Μετά από   λιγόωρη   ανάπαυση,   το   τάλαντο μας κάλεσε στο περίφημο Καθολικό του μοναστηρίου. Οι πατέρες έψελναν αργά, χαμηλόφωνα, απολαμβάνοντας κάθε τροπάρι, κάθε δέηση, κάθε λέξη του εσπερινού. 'Από κάποιο στασίδι της παλαιοχριστιανικής βασιλικής του Ιουστινιανού δεν χορταίνεις να παρατηρείς, το ψηφιδωτό της Μεταμορφώσεως στην κόγχη του ιερού και στο μέτωπο της αψίδας, τις βυζαντινές εικόνες πού φαίνονται στον νάρθηκα, τα θαυμάσια ξύλινα φατνώματα, την ξυλόγλυπτη θύρα του 6ου αιώνα. 'Όπου ή φωνή του διακόνου έρχεται να σου υπομνήσει το μεγαλείο της 'Ορθοδοξίας του «ένδοξου μας βυζαντινισμού», θάλεγε ό αμαρτωλός ποιητής της 'Αλεξάνδρειας:
- Υπέρ των ευσεβών και 'Ορθοδόξων Χριστιανών,
- Υπέρ του 'Αρχιεπισκόπου και πατρός ημών Δαμιανού...
Σκέπτεσαι τι θάταν οι αμύθητες άξιας καλλιτεχνικοί αυτοί θησαυροί χωρίς τη ζωντανή παρουσία και ρωμαϊκή λαλιά, χωρίς το απώτατο χθες πού απαράλλαχτο αναπαράγεται στο διηνεκές, μέσα από τα τυπικά της ορθόδοξης λατρείας. Στο «Κατευθυνήτω η προσευχή μου» ο διάκονος με ασημένιο ομοίωμα ναού με Ιερά λείψανα στον ώμο και το καντζίο στο χέρι θυμιατίζει σε όλο το μάκρος της βασιλικής τα εικονίσματα, τους πατέρες και το λιγοστό εκκλησίασμα. Ο ρυθμικός κρότος και η μυρωδιά του μοσχολίβανου γεμίζουν τον τεράστιο χώρο και δημιουργούν μιαν αίσθηση εξωτερικής κι εσωτερικής ζεστασιάς,   πού   σε   διαπέρνα   ως  τη   ραχοκοκκαλιά.


Με την απόλυση, ο Ναός αδειάζει και μένεις έκθαμβος να θαυμάζεις ό,τι ως χθες μπορούσες να χαρείς μόνο στις σελίδες των βιβλίων και των καλλιτεχνικών λευκωμάτων. Λένε ότι το Σίνα διασώζει τόσες βυζαντινές εικόνες όσες όλος ο υπόλοιπος κόσμος μαζί. Διερωτώμαι αν είναι δυνατό να γίνει κανείς τεχνοκριτικός ή ιστορικός της τέχνης, αν δεν επισκεφθεί όχι μιά, άλλα πάρα πολλές φορές το μοναδικό και ατέλειωτο αυτό μουσείο του Σινά. Όλοι οι αιώνες της ανεπανάληπτης βυζαντινής τέχνης εκπροσωπούνται εδώ κι εκπροσωπούνται πλούσια και με δείγματα από τα καλύτερα του είδους. Κι όλα τα είδη της τέχνης αυτής: έγκαυστικές, ψηφιδωτές, εικόνες με αβγό, κομψότατα αντικείμενα αργυροχοΐας, βαρύτιμα άμφια, μαρμάρινες σαρκοφάγοι και κιβώρια, ασημένιοι μεγαλοπρεπείς πολυέλαιοι. 'Όλα οργανικά δεμένα σε ένα αδιάσπαστο σύνολο, με κοινό σκοπό: τη δόξα και τιμή προς τον Τριαδικό Θεό, την προστάτιδα Αγία Αικατερίνη και τους λοιπούς Αγίους, μάρτυρες και οσίους της αμώμητης πίστης των Ορθοδόξων.
Σε λίγο κατηφορίζουμε προς τον κήπο για λίγη δροσιά. Ό πάτερ-Ααρών μπαινοβγαίνει στον ξενώνα, για να τακτοποιήσει τους πολυάριθμους Κόπτες προσκυνητές, πού έχουν καταφθάσει στο μεταξύ. Μας προσφέρει μυρωδάτο τσάι και μιά ανοιχτή καρδιά. Χαίρεσαι να διαπιστώνεις το υγιές εκκλησιαστικό του φρόνημα, την αλλεργία του σε νόθες καταστάσεις. Η παράδοση του Σιναϊτικού μοναχισμού βαθύτατα ορθόδοξη, δεν επιδέχεται κανενός είδους παρέκκλιση.
Το καταλαβαίνεις αμέσως αυτό, ότι με την εμμονή στη ρωμαίικη παράδοση και τη διατήρηση του ορθόδοξου ήθους, μπόρεσε το Σινά να κρατηθεί σε τούτη την ανελέητη ερημιά.
Παΐσιος μοναχός ο Αγιορείτης (1924-1994), εργαζόμενος ως ξυλουργός
 στη συντήρηση των εικόνων της μονής Σινά, 1962/3
 
Ο πάτερ-Παύλος ποτίζει στον κήπο και ευφραίνεται βλέποντας τον κόπο του ν' αποδίδει. Κάποια στιγμή σταματούν οι φωνασκίες των εκδρομέων. Τα φώτα σβήνουν, και σιγή βασιλεύει παντού. Σφαλίζεις τα μάτια, μα ο ύπνος δεν έρχεται. Όχι, συλλογίζεσαι, δεν είναι δυνατό να βρίσκεσαι εντός των τειχών! Θα πρόκειται για ψευδαίσθηση. Και πάλι όμως οι εντυπώσεις της μέρας είναι τόσο νωπές και ισχυρές, ώστε τελικά παραδίνεσαι στην αγκαλιά του Μορφέα σ' ετούτο το βυζαντινό και χριστιανικό «καστρομονάστηρο», μέσα στην αληθινή έρημο!
Ξημερώματα, τα σήμαντρα καλούν στον όρθρο μέσα στην απέραντη ησυχία, κάτω από το θεοβάδιστο Όρος. Καθώς ανεβαίνει η μέρα, το Καθολικό σιγά-σιγά φωτίζεται. Ξεδιαλύνεις και πάλι στις εικόνες τα πρόσωπα, ατενίζεις το θαυμάσιο τέμπλο και γεύεσαι άπληστα τον υμνογραφικό πλούτο της Εκκλησίας μας, πού ψέλνεται καρδιακά, καλλίφωνα, χωρίς τίποτε το πομπώδες ή επιδεικτικό, με καλογερική απλότητα.
Μετά τη λειτουργία, πού γίνεται σε ένα από τα παρεκκλήσια του μοναστηρίου, και την προσκύνηση των λειψάνων της  Αγίας Αικατερίνης στο Καθολικό με ειδική ακολουθία, πολύ κατανυκτική, γυροφέρνεις τα βήματα σου στην εσωτερική αυλή προσπαθώντας ν' ανακαλύψεις το μικρό αυτό χωριό, πού αποτελεί τη μονή Σίνα. Ανεβοκατεβαίνεις τις κλίμακες, φτάνεις ως το Συνοδικό στο ψηλότερο κτίριο πού βρίσκεται στον χώρο, στέκεσαι στον πύργο, πού είχε χτίσει η Αγία Ελένη, για να προστατεύονται οι μοναχοί από τις επιθέσεις των Αμανιτών, το πηγάδι και τη βάτο του Μωϋσή, προσπερνάς το τζαμί.  Όλες οι εποχές δεμένες σ' ένα σύνολο, πού δεν έχει τίποτα το αλληλοσυγκρουόμενο ή το αντιφατικό. 
 Μοναχοί στο Σινά
 
Είναι το πολυτάραχο χτες του μοναστηρίου μαρτυρημένο με περισσήν ενάργεια.  Ένας μοναχός πού αγνοεί την αραβική, —σημάδι πώς είναι νεοφερμένος—, φτιάχνει με μαστοριά τα μολύβια για τις υδρορροές. Η συνεννόηση πάντως μέ τους Αιγυπτίους εργάτες πού δουλεύουν στο τζαμί και το Καθολικό με νοήματα, με κάποια παρέμβαση τρίτου, γίνεται.  Ένας εύπορος Αιγύπτιος επισκέπτης έδωσε τα χρήματα για την επισκευή του μουσουλμανικού τεμένους και μαζί του καθολικού, άλλα ή αιγυπτιακή αρχαιολογική υπηρεσία δεν έχει εμπειρία στα βυζαντινά χτίσματα, κι έτσι συμβαίνουν κάθε τόσο ατυχήματα. «Μα είναι δυνατό, φωνάζει ο πανταχού παρών Ααρών, να στήσουν τον τοίχο εδώ με γύψο; Πώς να σταθεί;» Το τζαμί είναι παμπάλαιο κι εξυπηρετούσε τις θρησκευτικές ανάγκες των βεδουίνων υπηρετών, φαίνεται όμως ότι τώρα πια ποτέ δεν λειτουργεί. Μένει απλώς σαν ένα σημάδι των περιστάσεων και της ιστορικής εξέλιξης στην περιοχή. Ο πάτερ-'Ααρών μας προσκαλεί στο Οικονομείο, οπού μας φέρνουν πάλι ζεστό τσάι. Σ' ένα πίνακα κρέμονται τα κλειδιά όλων των αποθηκών και λοιπών χώρων του μοναστηρίου. Κάθε τόσο άρχεται κι ένας μοναχός ή ένας βεδουίνος και παίρνει ένα κλειδί και φεύγει για το διακόνημά του. Είναι ή μέρα πού θα ψήσουν το ψωμί της εβδομάδας, δεν θα έχω όμως την εμπειρία, γιατί ο φούρναρης βεδουίνος έχει αρρωστήσει. Το ψωμί έχει σωθεί κι ο 'Ααρών στέλνει να αγοράσουν πίττες από τό κοντινότερο χωριό, —το Κατεριν—, πού τις μοιράζει οκτώ-οκτώ σε κάθε υπηρέτη. «Είναι εξαιρετικά λιτοδίαιτοι, θα πει, είναι ζήτημα αν φάνε δυό-τρείς, τις υπόλοιπες τις στέλνουν στις οικογένειες τους».

Η βιβλιοθήκη της Μονής Σινά είναι η τρίτη μεγαλύτερη στον κόσμο 
και περιέχει περίπου 4.500 χειρόγραφους κώδικες, εκ των οποίων οι τρεις χιλιάδες είναι ελληνικοί  
 
Στο Οικονομείο γνωρίζω κι έναν άλλο Σιναΐτη μοναχό, νέο στην ηλικία, πού μιλάει παράξενα τα ελληνικά. Είναι  Έλληνας από την Αμερική πού τον έφερε εδώ η πίστη. Σήμερα είναι ένας από τους ιερομόναχους του Σίνα. Αρκετοί τέτοιοι νέοι επανδρώνουν τη Μονή κι έτσι το πρόβλημα της λειψανδρρίας φαίνεται ότι έχει ξεπεραστεί. Η ώρα περνάει ήσυχα, αργά, ειρηνικά. Ο χρόνος έχει εδώ άλλο μάκρος. Ό πάτερ-Παυλος μπαινοβγαίνει με μιά ποδιά στη μέση. 'Έχουν φέρει κάτι τεράστια ψάρια από την Ερυθρά Θάλασσα και επιστατεί στο απολέπιασμα και το καθάρισμα, για να ετοιμαστεί το μεσημεριάτικο φαγητό. Τα χρώματα τους είναι παράξενα: κόκκινα, μπλε, καφετιά. Σε λίγο η ετοιμασία τελειώνει κι ο πάτερ-Παΰλος μας καλεί για έναν περίπατο «εκτός των τειχών». Θα μας οδηγήσει στο Κοιμητήρι, πού βρίσκεται στον κήπο, «να φιλοσοφήσουμε λίγο για τη ματαιότητα των εγκόσμιων», όπως μας λέγει. Το θέαμα είναι πράγματι συγκλονιστικό, καθώς στο διάβα του χρόνου έχουν επισωρευθεί εδώ εκατοντάδες κρανία μοναχών στιβαγμένα το ένα πάνω στ' άλλο.  Υπάρχει κι ολόκληρο το σκήνωμα ενός μονάχου πού άγιασε. Αυτό πού σου κάνει αμέσως εντύπωση είναι η ευχάριστη μυρουδιά, πού υπάρχει στον χώρο αυτό. Κάτι σαν μαστίχι, σαν μελισσοκέρι. Μνήμη θανάτου, χωρίς τίποτε το θλιβερό.  Αντίθετα μια μαρτυρία της προσδοκίας της Αναστάσεως, πού δηλώνεται χαρακτηριστικά με την εικόνα της εις Άδου Καθόδου.  Ένα ακόμη δείγμα της ακράδαντης πίστης, πού κρατάει όρθιους τους Συναίτες σε τούτο το δύσκολο μετερίζι.

Ηλιοβασίλεμα στο όρος Σινά

 
Το απόγευμα ο πάτερ-Ααρών μας προτείνει ένα περίπατο στο αιγυπτιακό ξενοδοχείο με το φορτηγάκι του μοναστηρίου. Ο νεαρός μοναχός, πού οδηγεί, παίρνει εντολή σε δυό ώρες να επιστρέψει να μας πάρει. Τα βράχια αποκρύπτουν τη θέα του μοναστηρίου, μα κι εδώ έχεις την αίσθηση ότι κι αυτός ο χώρος ιερός έστιν. Το ξενοδοχείο έχει ελάχιστους πελάτες, ώστε να διερωτάσαι ποιος νάναι ο αληθινός προορισμός του. Μας λένε, ότι ερχόταν κι έμενε ο δολοφονημένος Πρόεδρος της Αιγύπτου Ανουάρ Σαντάντ, ο οποίος σκόπευε μάλιστα να κάνει το Σινά «κέντρο συνάντησης των τριών θρησκειών: Χριστιανισμού, 'Ιουδαϊσμού, Μωαμεθανισμού». Ευτυχώς ότι ο σημερινός Πρόεδρος Χόσνΐ Μουμπάρακ, πού κι αυτός επισκέφθηκε τό .μοναστήρι, δεν έχει τέτοια ενδιαφέροντα, άλλα περιορίσθηκε στην αναστήλωση του τζαμιού, και του Καθολικού.
Το βραδινό φαγητό είναι κι αυτό λιτό: πατάτες γιαχνί, πού συνοδεύονται και πάλι μ' ένα φρούτο της έρημου: σταφύλια, καταπράσινα, με μικρές ρώγες, άλλα ολόγλυκα. Ό πάτερ-Ααρών, πού ευγενικά μας συντροφεύει, ανοίγει κι ένα μπουκάλι ισραηλινό κρασί, πού του πρόσφερε το πρωί ένας Εβραίος ξεναγός. Η ευχάριστη συζήτηση όμως τελειώνει εδώ, γιατί πολύ πρωί, μ' ένα πούλμαν Κοπτών προσκυνητών θα γίνει η επιστροφή στο Κάιρο. Τα όνειρα δεν κρατάνε πολύ και σταματάνε απότομα.
Ι. Μ. ΧΑΤΖΗΦΩΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου