Κυριακή 24 Απριλίου 2016

ΜΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ’39 ΣΤΙΣ ΜΥΚΗΝΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΣΕΦΕΡΗ




ΜΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ’39 ΣΤΙΣ ΜΥΚΗΝΕΣ
ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΣΕΦΕΡΗ

Κυριακή, 23  Απρίλη. Μυκήνες
Στην ακρόπολη· «αίθουσα του θρόνου». Αυτές οι πέτρες· αγκωνάρια, ανώφλια, παραστάτες — με τόση απλότητα μετακινημένα, με τόση ευκολία. 'Όπως θ' ακουμπούσαμε μια καρέκλα. Αίσθημα πώς μόνο το φυσικό τους βάρος μπορεί να κάνει αυτά τα πράγματα να μετακινηθούν. Το βάρος πού μας βουλιάζει εμάς, μέσα στον καιρό, μαζί τους. Η Μάρθα και η Σάρα, οι δυο κορυφές πού κλείνουν πίσω την ακρόπολη. Η Σάρα προπάντων, η «μυτερή κορυφή» πού αλλάζει όψη μόλις  μετακινηθείς.
Βροχερός ανοιξιάτικος καιρός. Τα χόρτα μυρίζουν. Χελιδόνια. Σε μια χοντρή πέτρα, σαν παλαιικό τραπέζι, μια χελιδονοφωλιά καινουριοχτισμένη· χώμα φρέσκο ακόμη· εύκολο να την κοιτάξεις από πολύ κοντά. Οι μύτες των πουλιών έχουν αφήσει τα σημάδια τους· πόσες φορές ακούμπησαν εκεί τα μικροσκοπικά μυστριά. Μπορείς να διαβάσεις όλο το σύστημα της δουλειάς, την κλωστή ή το φυλλαράκι, πράσινο ακόμη, πού βαστάει το τοίχωμα : τα έργα μας. Βαθιά στη λαγκαδιά, στα πόδια της Σάρας, το νερό με ρυθμό πολύ γρήγορο. Δυσκολία να περιγράψεις το τοπίο με τη γραφή. Θέλω να πω :  με κάποιαν ακρίβεια.
'Έπειτα η βροχή δυνάμωσε. Καθίσαμε για να προφυλαχτούμε κάτω από την Πόρτα των Λιονταριών. Στο ξενοδοχείο της  «Ωραίας Ελένης του Μενελάου», στην τραπεζαρία μεγάλη ποικιλία ξένων. Καθένας με το χαβά της εθνότητας του. Μόνο ένας Σουηδός, όψη κάπως Ernest Renan, ξεχώριζε μέσα στη Βαβέλ : είχε οικειότητα μ' αυτά τα πράγματα· τ αγαπούσε. Κάποιος μου είπε πώς ήταν ο Axel Persson πού έκαμε ανασκαφές στα μέρη του Ναυπλίου. Τον ζήλεψα μια στιγμή πού είναι εδώ έτσι, ξένος. Ο ντόπιος πληθυσμός του ξενοδοχείου πολύ συγκινημένος από τα τελευταία γεγονότα της 'Αλβανίας. Έχει μεγάλη όρεξη ν' ακούσει άλλες γνώμες και να πει τι αισθάνεται. Είναι τέσσερα αδέρφια και τα μωρά τους. 'Όλοι με ομηρικά ονόματα, εκτός από έναν πού λέγεται Κώστας. Αυτό το ορθόδοξο όνομα κάνει μεγάλη εντύπωση, ξεμοναχιασμένο μέσα σ' εκείνη τη ραψωδία. Ο Αγαμέμνονας είναι σακάτης από κάποιο κίνημα της τελευταίας δεκαετίας· ο πιο φλύαρος και ο πιο «εμπνευσμένος». Μου δείχνει δυο μωρά· το δικό του και του αδερφού του : «Αυτός είναι ο Αίας ο Τελαμώνιος (το Τελαμώνιος τονίζεται) και τούτος ο σοφός Νέστωρ.» Του αρέσουν τα συγκεκριμένα· το ξενοδοχείο του λέγεται «Ή Ωραία Ελένη τον Μενελάου». Πιάνει τα πολιτικά : «Ξέρετε τί μου είπε ένας Εγγλέζος, κύριε; — "Θα νικήσουμε τη Γερμανία και θα την κάνουμε πάλι χώρα των Εβραίων. 'Όλοι οι Εβραίοι θα πηγαίνουν εκεί, και θα τους κανονίσουν." Και καλά θα τους κάνουν, γιατί σήκωσαν πολύ ψηλά το κεφάλι, κι αυτά δεν τα θέλει ο Θεός» (πρβλ. Αισχύλο κτλ.). «Και τι θα κερδίσουν μ’ όλα τούτα πού γυρεύουνε να φάνε; Πού είναι ο Ορέστης;» (τόνος λυρικός) «Που είναι ο Αγαμέμνονας; Πού είναι η Κλυταιμνήστρα;» (πρβλ. νεκρικό διάλογο στο Μακρυγιάννη) «Πόσο θα ζήσει κανείς; Πόσο θα ζήσουμε; Γιατί να φοβηθούμε τον πόλεμο, αν είναι να γίνει;» Έπειτα συνεχίζει μαζί με τ' αδέρφια του, κοροϊδεύοντας τους «μακαρονάδες». Ωστόσο έχουν σκεφτεί και για αντιαεροπορικό τους καταφύγιο. «Είναι ένας τάφος», λέει ο μεγάλος, «πού είναι δικός μου· εκεί δε σε πιάνει τίποτε.» 'Ίσως να σκέπτεται να νοικιάσει μυκηναϊκούς τάφους όταν γίνει πόλεμος.
Ξεκινήσαμε για το εκκλησάκι του μικροσκοπικού χωριού, πίσω απ' το ξενοδοχείο. Ψιλή βροχή. Ένας γέρος κάθεται σε μια πόρτα, ένα μουλάρι βόσκει με βουλιμία. «Πώς το λένε το χωριό;» τόνε ρωτώ. «Παλαιικά το λέγανε Χαρβάτι, τώρα το λένε Μυκήνα» μου λέει. Το αστείο είναι πώς έχει δίκιο.
Ανεβήκαμε σιγά-σιγά. Το νεκροταφείο είναι μικρό και ακατάστατο. Τα χορτάρια παίζουν ελεύθερα σαν κατοικίδια ζώα. Τα μνήματα, από σκουριασμένο τενεκέ, όλα του ίδιου τύπου, μοιάζουν με σόμπες του πετρελαίου πού θα είχαν στην κορυφή τους ένα σταυρό. Χαμηλά ένα άνοιγμα για το καντήλι. Οι παγωμένοι νεκροί. Στη γωνιά, κατά την ακρόπολη, ξεχωρίζει ένας τάφος διαφορετικός· μια κομψή στήλη από μάρμαρο της  Πεντέλης και ή επιγραφή :
HUMPHRY PAYNE
SCHOLAR, ARTIST AND PHILHELLENE
BORN IN ENGLAND 1902
«MOURN NOT FOR ADONAIS»

«Θέλησε» μας είπε ο Αγαμέμνων «να τον θάψουν ανάμεσα στους Θεούς και στους βασιλιάδες.» Scholar, artist. . .  ή Σουηδός αρχαιολόγος στην Ελλάδα, ένας υποφερτός τρόπος ζωής.
Για μια σύγχρονη «Ορέστεια», το ξενοδοχείο της «'Ωραίας Ελένης»  δεν είναι διόλου άσκημο σκηνικό.
Γιώργος Σεφέρης
Μέρες Γ’
(16 ΑΠΡΙΛΗ 1934- 14 ΔΕΚΕΜΒΡΗ 1940
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου