Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Στη μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη (1929-2016)




Στη μνήμη του Δημήτρη Μαρωνίτη

Δ. Ν. Μαρωνίτης (1929-2016)

Στη μνήμη του Δημήτρη Μαρωνίτη που χθες, 12 Ιουλίου 2016, έφυγε από τη ζωή, η ποιήτρια και μαθήτριά του Γεωργία Τριανταφυλλίδου, σε μια εκ βαθέων προσωπογραφία του δασκάλου.

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΚΡΟΑΣΗΣ

Λοιπόν ωραία! Εφτάσαμε, ποιος ξέρει από τι κήπους…
Γιάννης Σκαρίμπας

Γυρίζω πίσω, πριν από είκοσι ακριβώς χρόνια. Τίτλος μαθήματος: Ομηρικό έπος (3 διδακτικές μονάδες), Οδύσσεια: «Αλκίνου απόλογοι». Κωδικός μαθήματος: ΑΕΦ 102. Διδάσκων: Δ. Μαρωνίτης. Εαρινό εξάμηνο 1989. Μέρα και ώρα διδασκαλίας: Τρίτη 11-2. Αίθουσα διδασκαλίας: 101 νέου κτηρίου.

Τότε, στα υποχρεωτικά μαθήματα  του τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, υπήρχε ακόμη η δυνατότητα να επιλέγει ο φοιτητής τον διδάσκοντα και την παράδοση της αρεσκείας του, εφόσον στον ίδιο κωδικό, του έπους στην προκειμένη περίπτωση, η Οδύσσεια είτε προσφερόταν σε δύο εκδοχές από δύο διαφορετικούς δασκάλους(π.χ. «Αλκίνου απόλογοι» και «Γυναικείες μορφές») είτε συνυπήρχε, ενδεικτικά και πάλι, με τις ραψωδίες Ζ και Ι της Ιλιάδας. Μπορούσες δηλαδή να διαλέξεις τον διδάσκοντα που επιθυμούσες χωρίς το πρώτο γράμμα του επιθέτου σου να λειτουργεί δεσμευτικά. Τώρα πια, νομίζω, οι διδάσκοντες του ίδιου γνωστικού αντικειμένου μοιράζονται αλφαβητικά τους φοιτητές, οπότε οι τελευταίοι «σύρονται» αναγκαστικά από το αρχικό κεφαλαίο του επωνύμου τους. Γιατί επιμένω σε τέτοιου είδους λεπτομέρειες του κανονισμού; Επειδή έχει σημασία για μένα να πω ότι η παρακολούθηση του μαθήματος του Δ. Μαρωνίτη δεν ήταν σε καμιά περίπτωση ένα τυχαίο γεγονός στη φοιτητική μου ζωή. Έπεσα κατευθείαν πάνω του. Κι αυτή η ελεύθερη βούληση με οδήγησε ολοταχώς στο τυχερό μου.
Τι γνώριζα μέχρι τότε για τον διδάσκοντα; Φήμες. Ότι αξίζει να τον έχεις καθηγητή και πως αυτό ταυτόχρονα σου κοστίζει. Εκείνος ξέρει, όμως πρέπει κι εσύ να μπορείς. Απαιτείται προσήλωση στο πρόσωπό του γιατί από ένα σημείο και μετά η παθιασμένη «ομιλούσα κεφαλή» είναι η ίδια το μάθημα ακριβώς. Δεν χαρίζεται σε κανέναν. Κάποτε εντοπίζει την αδυναμία σου και τη φέρνει σταθερά απέναντί σου. Φυσικά, στο τέλος του εξαμήνου, οι εξετάσεις στο μάθημά του δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο των εξετάσεων. Επαναλαμβάνω ότι οι παραπάνω φήμες αφορούσαν τη διδασκαλική του ιδιότητα αποκλειστικά. Γιατί ως συγγραφέα και επιφυλλιδογράφο τον γνώριζα ήδη από τα μαθητικά μου χρόνια. Στο πανεπιστήμιο μάλιστα είχα προλάβει να τον συμβουλευτώ βιβλιογραφικά για θέματα σχετικά με μαθήματα της νεοελληνικής μου ειδίκευσης – π.χ. όταν «διδάχτηκα» Μίλτο Σαχτούρη. Έτσι, η επιθυμία να συναντηθώ μαζί του στην αίθουσα έκρυβε κάτι από τη λαχτάρα της αναμέτρησης με ό,τι κατά βάθος φοβόμουν: αυτό που ίσως πάθαινα εξαιτίας του συγχρωτισμού μαζί του και εκείνο που ίσως δεν κατάφερνα να μάθω στη διάρκεια της διδασκαλίας του.
Θυμάμαι ότι στο τέλος του πρώτου μαθήματος ένιωσα υπερβολικά πιεσμένη. Αργότερα κατάλαβα ότι η πίεση προήλθε από την αγωνία μου να είμαι ολόκληρη εκεί, παρούσα, ενώ αυτό απλώς συνέβαινε. Μια περιττή επίταση από μέρους μου. Εκείνη την άνοιξη του 1989 ο Δημήτρης Μαρωνίτης  άνοιξε την πόρτα της  αίθουσας  101 και αμφιβάλλω αν την έκλεισε ποτέ οριστικά πίσω του. Μπήκε μέσα φορώντας ένα λινό μπεζ παντελόνι και μια σκούρα βυσσινιά μπλούζα. Χώρεσε όλο το ακροατήριο σε μια ματιά, την ίδια στιγμή που ο καθένας χωριστά μπαίναμε αγαπησιάρικα στο μάτι του. Διάβασε: «λκίνοος δέ μιν οος μειβόμενος προσέειπεν» και συνέχισε χωρίς να είμαι απόλυτα σίγουρη ποιος δάνειζε εφεξής τη φωνή του σε ποιον.
Μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια έρχονται στο νου μου σχεδόν φωτογραφικά  τα φερσίματα και οι χειρονομίες του, η στάση του σώματος, τα ξεσπάσματα, οι ενδυματολογικές του προτιμήσεις. Τον θυμάμαι να ανεβαίνει από τα αριστερά της έδρας και τη μεριά των παραθύρων προς τις πίσω σειρές των εδράνων και να συνεχίζει περιμετρικά τη βόλτα του εναποθέτοντας τις κουβέντες του πάνω στο βλέμμα κάθε φοιτήτριας και φοιτητή. Ο Δημήτρης Μαρωνίτης ήθελε να τον ακούς αντικρίζοντάς τον κατάματα. Και επέμενε να σου μιλάει με τα μάτια. Τότε έλεγα πως είναι θέμα γοήτρου. Αναπόφευκτα οι φοιτητές ασκούνταν στο να κρατούν σημειώσεις χωρίς ο ίδιος να τους αντιλαμβάνεται, προς το μέσον δε του εξαμήνου χωρίς να το αντιλαμβάνονται και οι ίδιοι, γεγονός που συνιστούσε από κοινού μια λαμπρή κατάκτηση διδασκομένων και διδάσκοντος αντίστοιχα. Το κεφάλι  που πιανόταν επ’ αυτοφώρω  να σκύβει πάνω από πυκνογραμμένες σημειώσεις επρόκειτο πάραυτα να κλονιστεί με λόγια του τύπου «υπόσχομαι κάθε σειρά από αυτές που με τόσο ζήλο γεμίσατε, να σας είναι παντελώς άχρηστη στις εξετάσεις». Αλλά μόνο τώρα καταλαβαίνω πως χρεωνόταν τη διάθεση για καταγραφή ως προσωπική του αποτυχία. Τα λεγόμενα του δασκάλου μπορούσαν να απειληθούν μόνο από τη γραπτή τους επαναδιατύπωση και ο Δημήτρης Μαρωνίτης δεν επρόκειτο να ανεχθεί την παραμικρή παρεμβολή ανάμεσα στην κερδισμένη ευηκοΐα των φοιτητών και τη δική του μαχητική προφορικότητα.
Ωστόσο, μη φανταστεί κανείς πως κατά τη διάρκεια των παραδόσεων το ακροατήριο παρέμενε σιωπηλό ή παρίστανε το μαγεμένο για να ξεμπερδεύει μαζί του. Πώς θα μπορούσε άλλωστε; Ο Μαρωνίτης απηύθυνε πάντα «προσωπικές» ερωτήσεις: κάτι μεγαλύτερο και ανθεκτικότερο από το να σου απευθύνεται ονομαστικά. Τι εννοώ; Καθώς ήταν αδύνατη, εκ των πραγμάτων, η απομνημόνευση τόσων πολλών ονομάτων από μέρους του,  όμως δυνατός –και δαιμονικά, θα έλεγα, αξιοποιήσιμος– ο εντοπισμός εκείνου του εξωτερικού στοιχείου που διέκρινε, χωρίς βέβαια να εκθέτει, τον ένα φοιτητή μέσα στις πολλές δεκάδες, έπαιρνε αφορμή και φόρα απ’ αυτό για να επερωτήσει σχετικά. «Ας μου πει, λοιπόν, η νεαρή με το βυζαντινό βραχιόλι». Ή «θα ήθελε μήπως να βοηθήσει ο κύριος με τη μωβ πένα;» Ενδύματα, αξεσουάρ όλων των χρωμάτων και σχεδίων, μαντήλια στο λαιμό και στρατιωτικά σακκίδια παρατημένα στο πλάι, κομμώσεις κάθε τύπου, γυαλιά κοκάλινα και μεταλλικά, πλεγμένα χέρια, η απουσία ρολογιού στον αριστερό καρπό, ακόμη και «ο διπλανός που όλο σας γλυκοψιθυρίζει στο αυτί» έκαναν το ακροατήριο φανερό στα μάτια του και αξιοσύστατο. Η διάχυση της πληροφορίας ότι ο δάσκαλος αναγνωρίζει όλα τα παιδιά του, ότι καθένα αναδύεται αυτόνομα μέσα απ’ το πήξιμο του ακροατηρίου είτε φορώντας ένα μαύρο κοντομάνικο μπλουζάκι είτε γράφοντας με το αριστερό, παρείχε μια πρωτόγνωρη αίσθηση ζεστασιάς και οικειότητας.
Όχι ότι έλειπαν οι καυγάδες. Υπήρχαν φορές που δεν σε άφηνε ήσυχο μέχρι να πάρει την απάντηση που επιθυμούσε. Αυτό το διανοητικό πιλάτεμα, ο καταιγισμός των ερωτήσεων προς τα πίσω ώσπου να πιάσεις το νήμα από κει που η αφηρημάδα ή η επιπολαιότητα σού το είχαν αφαιρέσει, ήταν στιγμές στιγμές τυραννικό. «Θυμοδακής γάρ μύθος». Και πρώτος απ’ όλους ο δικός του, καθώς ένιωθες να σε «δαγκώνει» με μανία. Τότε, νομίζω, κατάλαβα για πρώτη φορά ότι η επιτυχημένη μαθητεία δεν έχει τόσο σχέση με το χρονικό διάστημα όσο με κάποιου είδους σωματοσκόπηση που συντελείται όταν ο δάσκαλος συνομιλεί απευθείας με τη σπλαχνική κοιλότητα του μαθητή. Όπως ακριβώς ο Μαρωνίτης.
Οι παραδόσεις του δεν ήταν ποτέ ανεικονικές. Κάθε συλλογιστικό του βήμα επιβεβαίωνε την ύπαρξη του αναπαριστώμενου μέσα στο κείμενο. Μ’ αυτόν τον τρόπο σε κρατούσε εντός των περιγραφών, ενισχύοντας την κατανόησή τους από την πλήρη επίγνωση της κατάστασης κι ενός αντικειμένου ακόμη. Όποιος κατέφευγε στην άσχετη υποκατάσταση του πράγματος με τον στοχασμό, δεχόταν εκ νέου την παρότρυνση να κοιτάξει μέσα στο κείμενο και να αναζητήσει την ακριβή του θέση.
Στο μεταξύ, μου δόθηκε η ευκαιρία να τον παρακολουθήσω και σε άλλα μαθήματα: να διδάσκει Σοφοκλή, Ηρόδοτο, Πλάτωνα. Κατά κάποιον τρόπο εκπαιδεύτηκα στο να τον ακούω και να μαθαίνω απ’ αυτόν, καμία  όμως από τις μετέπειτα παραδόσεις δεν κατόρθωσε να με ελκύσει όμοια με την ακαταμάχητη γοητεία της διδασκαλίας της Οδύσσειας. Ο Φρήντριχ Σίλλερ έγραψε πως «όλοι συγκεντρώνονται γεμάτοι προσδοκίες γύρω από εκείνον που διηγείται μια πονεμένη ιστορία. Καταβροχθίζουν άπληστα το πλέον περιπετειώδες παραμύθι και η απληστία  τους είναι τόσο μεγαλύτερη όσο περισσότερο τους κάνει να σηκώνονται όρθιες οι τρίχες των μαλλιών τους απ’ την αγωνία». Aυτή η απλή εξήγηση (και για τη μανία με την Οδύσσεια) μου φαίνεται σήμερα υπεραρκετή.
Την άνοιξη του 1989 ο Δημήτρης Μαρωνίτης άνοιξε την πόρτα  της 101 αίθουσας φέρνοντας μαζί του τη μανία για τις ομηρικές παρομοιώσεις. (Έτσι, μάλλον, εξηγείται «το κόλλημα που έφαγα» αργότερα με τις παρομοιώσεις γενικά. Πιο ειδικά, με τις αβρές του Νίκου Εγγονόπουλου και τις λάβρες του Βαγγέλη Ραπτόπουλου). Οι παρομοιώσεις έγιναν μάθημα.. Η τέχνη ήταν μια μορφή επικοινωνίας που βασιζόταν στο «σαν». Θυμάμαι ότι μπήκα μαζί του στη θαυμαστή κρυψώνα των συγκρινόμενων όρων χωρίς να υποψιάζομαι πως επισκέπτομαι τα μέρη από τα οποία προβάλλει ένα ξεκάθαρο ποίημα. Τα τρίωρα διαδέχονταν το ένα το άλλο. Μα πόση ανάλωση ενέργειας απαιτεί η διαπίστωση ότι αυτές οι παρομοιώσεις είναι επεκτάσεις των σύντομων παρομοιώσεων; Και εκείνη τη μέρα ο Μαρωνίτης κάπνιζε ασταμάτητα. Άναβε το ένα τσιγάρο πίσω από το άλλο και τα έσβηνε, ως συνήθως, στο περβάζι του πρώτου ανοιχτού παραθύρου στα δεξιά του. Από τα μεγάφωνα της γειτονικής Νομικής ακούστηκαν λαικοπόπ τραγούδια. Εισέβαλαν στην αίθουσα πάνω που ήμασταν έτοιμοι να συμφωνήσουμε ότι τα πιο εμβριθή έργα τέχνης είναι εκείνα που συνδέονται με τις πιο μύχιες προθέσεις. (Ξεφυλλίζοντας σήμερα τα παλιά μου χαρτιά   εντοπίζω τις πιο απίθανες λεπτομέρειες κρατημένες στο περιθώριο των σημειώσεων).
Ο δάσκαλος μουρμούρισε κάτι άκομψο προς τη μεριά της Νομικής κι έκλεισε νευριασμένος το παράθυρο. Κοίταξα θορυβημένη τη Σοφία δίπλα μου. Καθόμασταν σχετικά μπροστά, τι θα γινόταν αν εξακολουθούσε να καπνίζει; «Του τέλειωσαν τα τσιγάρα» μου είπε εκείνη χαμογελώντας πονηρά. Στο μεταξύ ο Οδυσσέας επρόκειτο να  τυφλώσει τον Πολύφημο. Ακολουθούσαν δυο απανωτές παρομοιώσεις που σου έκοβαν την ανάσα. Με τι θα μπορούσε να συγκριθεί ο τρόπος με τον οποίο έμπηξε το ξύλο μέσα στο μάτι του Κύκλωπα; Τι θύμιζε το τσιτσίρισμα του ματιού που καιγόταν; Χωρίς να πάρει τα μάτια του από το ακροατήριο, άρχισε να διατρέχει στα τυφλά όλη την πρώτη σειρά των εδράνων, ψάχνοντας και με τα δυο του χέρια από τα αριστερά προς τα δεξιά. Τελικά η τύχη τού χαμογέλασε  μπροστά στον προτελευταίο Νίκο Μυλωνάκη. Βρήκε το πακέτο του φοιτητή, το άνοιξε χωρίς να κοιτάξει κι έβαλε ένα τσιγάρο στο στόμα του.
Ο Δημήτρης Μαρωνίτης είναι δάσκαλος μέχρι το τέλος της σκέψης του. Τίποτε δεν μπορεί να ανακόψει την πορεία του κι αν χρειαστεί θα φέρει στη διδασκαλία ως πράξη κάτι από την ωμότητα και τη δυνατότητα για ψυχή. Ήδη από τότε  αποσπούσε τις παρομοιώσεις από το σώμα της Οδύσσειας, σαν να περίμεναν οι εικόνες να τις κουρδίσει κι αυτές περπατούσαν ως αυτόνομα ποιήματα. Η ανακάλυψη των στίχων που γεννούν στίχους, η καταφυγή σ ένα σχήμα – μέσο για την επανένωση με τον κόσμο της καθημερινής εμπειρίας και συναλλαγής και την ίδια στιγμή σ ένα σχήμα – εύρημα για την απομάκρυνση από το βαρετό χαρακτήρα του θεματικού αντικειμένου (του έπους, της ταλαίπωρης ύπαρξης, της ταλαιπωρημένης ζωής) είναι, ίσως, η μεγαλύτερη απόλαυση που μοιράστηκα μαζί του εκείνο το εαρινό εξάμηνο. Και η μεγαλύτερη ευεργεσία. Αυτή της δυνατότητας για ποίηση που απλόχερα μου παρείχε.
Ο Δημήτρης Μαρωνίτης συνδέθηκε ποικιλοτρόπως με την Οδύσσεια. Η μεταφραστική του εργασία διαπερνά όμοια με ηλεκτρικό ρεύμα το σύνολο παρόμοιων εγχειρημάτων, αλλά είναι η φωνή του καθώς μεταφράζει στη διάρκεια του μαθήματος που δένει το μυαλό του ακροατή σαν ξόρκι. «Τον έφαγε η αλμύρα». «Από πού κρατάει η σκούφια του»; «Έβαλε τα κλάματα». «Τι σόι αστείο είναι αυτό»; «Κακό του κεφαλιού του». «Θλιβερό μαντάτο». «Που να μην έσωνα να γεννηθώ».
«Μα δεν κρατάει την όρεξή της». «Να τα πάρει το ποτάμι». «Αστόχαστα». Τα πιο απλά λόγια εμφανίζονται με μια ένταση που πριν αγνοούσα. Επειδή τα πιο απλά πράγματα στον Όμηρο αποτελούν πηγή αποκάλυψης και η έκσταση κρύβεται μέσα στις καθαρές κουβέντες του ενός για την καθαρή σα νερό εικονογραφική αφήγηση του άλλου. (Ποιος, άραγε, ο ένας και ποιος ο άλλος; Στο συγκεκριμένο σημείο διαφαίνεται η πληρέστερη ίσως ταύτιση ανάμεσα στο περιεχόμενο και την τεχνική της εκφοράς του). Η Οδύσσεια του Δημήτρη Μαρωνίτη είναι, ευτυχώς, κάτι λιγότερο από την Οδύσσεια με το στόμα του Μαρωνίτη. Γιατί ο ίδιος, νομίζω, δεν θεώρησε ποτέ σαν σκοπό εκείνο που γι’ αυτόν δεν ήταν παρά ένα μέσο: το περιλάλητο προσωπικό του ιδίωμα. Όταν  λοιπόν την αποδίδει ζωντανά, κατορθώνει να διατηρήσει τη λεπτή και ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ των δικών του τονικών χαρακτηριστικών και της συνολικής φόρμας. Γίνεται ο Κανένας-Ομιλητής ενώ η Οδύσσεια, το όλον:  το πιο παλιό παραμύθι για το διαρκές φανέρωμα μιας ανθρώπινης προσωπικότητας που είναι ο Οδυσσέας αλλά και για την αέναη αποκάλυψη μιας θέλησης για ύπαρξη που είναι αυτή του κάθε ανθρώπου όταν αφηγείται.
Ίσως σε ορισμένους ακουστεί υπερβολικό, όμως πιστεύω ότι όλοι όσοι διδαχτήκαμε κάποτε στις αίθουσες από τον Δημήτρη Μαρωνίτη συνδεόμαστε μαζί του με το είδος της σχέσης που εδραιώνεται άπαξ. Κάτι σαν ταξίδι με one way ticket αλλά χωρίς τις δραματικές του προεκτάσεις. Κάτι σαν «είμαστε μαθητές του ανεπιστρεπτί». Ή ακόμη καλύτερα: είμαστε μαθητές του χωρίς τη δέσμευση να του επιστραφούμε. Συνήθως οι ευφυείς δάσκαλοι οδηγούν το μαθητή με τη θέλησή του στα δίχτυα τους κι εκεί τον κρατούν γοητευμένο ες αεί. Ο Δημήτρης Μαρωνίτης του γεννά την προσδοκία του ξανα-ψαρέματος. Σε άλλες θάλασσες, από άλλους επιτήδειους ψαράδες. Η διδασκαλία του παύει να είναι η γνωστή συνειδητή διάρθρωση μέσα σε ορισμένο χρόνο (και τόπο), μολονότι ορίζεται από μια τυπική έναρξη κι ένα προκαθορισμένο τέλος. Μεταφράζεται πλέον ως το φούντωμα της επιθυμίας για την ακρόαση αυτή καθαυτή.
Στο τέλος της άνοιξης του 1989 ο διδάσκων του ΑΕΦ 102, Δ. Μαρωνίτης, άνοιξε την πόρτα της 101 αίθουσας του νέου κτιρίου της Φιλοσοφικής και αποχώρησε. Οι μαθητές του ήταν έτοιμοι να ακούσουν. Άρα, ο (επόμενος) δάσκαλος μπορούσε ανά πάσα στιγμή να φανεί.
ΓΕΩΡΓΙΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΟΥ
Πρτη δημοσίευση:  Επέτειος. Κρίσεις και σχόλια για το έργο του Δ. Ν. Μαρωνίτη 2008-2009, επιμ. Νάσος Βαγενάς, Μικρή Άρκτος, 2009
https://neoplanodion.gr/2016/07/12/ δ-ν-μαρωνίτης-1929-2016/δ-ν-μαρωνίτης-1929-2016/
 

Μαρωνίτης, Δημήτρης (1929-2016).
Κλασικός φιλόλογος, νεοελληνιστής και δοκιμιογράφος. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του πανεπιστημίου της γενέτειρας του. Το 1962 έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα. Συμπλήρωσε, με μια συνολική εξέταση του Ηροδότου από φιλολογική άποψη, τις σπουδές του το 1964 στη Δυτική Γερμανία με υποτροφία από το ίδρυμα "Humboldt Stiftung", δίπλα στον γνωστό ελληνιστή Βάλτερ Μαργκ (Walter Marg).
Από το 1963 ως το 1968 δίδαξε ως υφηγητής αρχαία ελληνικά στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ. Το 1968 όμως απολύθηκε από το δικτατορικό καθεστώς.
Κατά τη διάρκεια της επταετίας με τη δράση του ενοχλούσε το στρατιωτικό καθεστώς με αποτέλεσμα συχνά να φιλοξενείται στα κρατητήρια της συμπρωτεύουσας και της Αθήνας. Οι 8 μήνες του εγκλεισμού του από τις αρχές του 73 μέχρι της γενική αμνήστευση άφησαν το σημάδι τους στη «Μαύρη γαλήνη», ένα κείμενο που γράφτηκε στο κελί, σε φθαρμένες χαρτοπετσέτες, όταν κατάφερε να βρει ένα μολύβι. Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 1973 στο 8ο και τελευταίο τεύχος του περιοδικού Η Συνέχεια, και πρόσφατα, το 2007, στις εκδόσεις Το Ροδακιό.
Ο Δ. Μαρωνίτης διορίστηκε μετά δικτατορικά ειδικός σύμβουλος για θέματα ανώτατης εκπαίδευσης στο υπουργείο Παιδείας. Το 1975 επανήλθε ως τακτικός καθηγητής στο ΑΠΘ ως το 1978. Παράλληλα δίδαξε και στον τομέα Νεοελληνικών Σπουδών. Χρημάτισε κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής, σύμβουλος του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών «Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη» και του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας, καθώς και πρώτος πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας. Επίσης υπήρξε επισκέπτης καθηγητής σε πανεπιστήμια της Γερμανίας, Αυστρίας και Κύπρου και των ΗΠΑ και από το 1994 έως το 2001 πρόεδρος και γενικός διευθυντής του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη. Εφεξής έγινε συντονιστής του προγράμματος «Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση», που εκπονείται στο πλαίσιο του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας.
Κατά την τελευταία μεταπολιτευτική περίοδο διεύρυνε τα διδακτικά και ερευνητικά του ενδιαφέροντα προς την κατεύθυνση της αρχαίας ελληνικής λυρικής και επικής ποίησης, καθώς και της αρχαίας τραγωδίας, ενώ η ενασχόληση του με τη νεότερη φιλολογία κάλυψε ένα ευρύ φάσμα από το Σολωμό ως τη σύγχρονη ποίηση. Μετά τη συνταξιοδότηση του αναγορεύτηκε σε ομότιμο καθηγητή του τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ. ενώ για το πρόσωπο του συντάχτηκε τιμητικός τόμος με άρθρα σημαντικών κλασικών φιλολόγων από όλο τον κόσμο.
Εκτός όμως από Πανεπιστημιακός δάσκαλος ο Δ.Ν Μαρωνίτης ήταν ιδιαίτερα γνωστός και σαν αρθρογράφος μιας και από το Φεβρουάριο του 1971 που δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑ το πρώτο του άρθρο με τίτλο «Σημείο αναφοράς» δεν σταμάτησε όλα αυτά τα χρόνια να δημοσιεύει ανελλιπώς άρθρα. Το 1970 συμμετείχε με το κείμενο "Υπεροψία και μέθη (ο ποιητής και η ιστορία)" που είναι μια φιλολογική μελέτη για το ποίημα "Δαρείος" του Καβάφη στο τόμο Δεκαοχτώ κείμενα. Ο Δημήτρης Ν.Μαρωνίτης εκτός των άλλων έχει υπάρξει και καλλιτεχνικός διευθυντής του Κ.Θ.Β.Ε. Η θητεία του όμως, υπήρξε μικρής διάρκειας: από τις 3 Νοεμβρίου 1989 έως τις 12 Σεπτεμβρίου 1990.
Μεταφραστικό Έργο
Οι θέσεις και η αγάπη του για την μετάφραση των αρχαίων κειμένων θεμελιώθηκαν στο Πειραματικό σχολείο και πήραν μια πιο στέρεη μορφή στη Φιλοσοφική Σχολή Θεσσαλονίκης. Ο κατ’ εξοχήν δάσκαλός του τα χρόνια αυτά ήταν ο I. Θ. Kακριδής. Σημαντική επιρροή στα μεταφραστικά του ενδιαφέροντα έπαιξε και ο W. Marg -που εκδίδει και για χρόνια το αρχαιογνωστικό περιοδικό, το Gnomon - όταν, μετά τις προπτυχιακές του σπουδές και εν όψει της εκπόνησης της διδακτορικής του διατριβής για τον Ηρόδοτο,ο Δ. Ν Μαρωνίτης φεύγει στη Γερμανία.
Ο Δ. Ν. Μαρωνίτης έχει μεταφράσει Ηρόδοτο, Ησίοδο καθώς και τα Ομηρικά έπη την Οδύσσεια και την Ιλιάδα. Το 2012 εξέδωσε και την μετάφραση της τραγωδίας "Αίας" του Σοφοκλή.
Μελέτη της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Ο Δημήτριος Μαρωνίτης έχει ασχοληθεί με αρκετούς νεοέλληνες ποιητές και πεζογράφους επιμένοντας στην πρώτη μεταπολεμική γενιά. Έτσι έχει εκδώσει μελετήματα για τον Γεώργιο Σεφέρη, τον Τίτο Πατρίκιο, τον Γιάννη Ρίτσο, τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Τάκη Σινόπουλο και τον Μίλτο Σαχτούρη. Από τις προηγούμενες γενιές έχει εκδώσει μελετήματα για τον Διονύσιο Σολωμό και τον Κ.Π. Καβάφη. Από τις νεώτερες γενιές έχει ασχοληθεί με τον Γιώργο Χειμωνά.
Το 2014 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγρα το καινούριο του βιβλίο ¨Έπος και δράμα. Από το χθες στο αύριο¨
Έγραψε τα έργα:
«Έρευνες στο ύφος του Ηροδότου». «Εισαγωγή στον Ηρόδοτο». «Ηροδότου Ιστορίαι. Πρώτο βιβλίο» (μετάφραση, σχόλια), «Ο φόβος της ελευθερίας. Δοκιμές ανθρωπισμού». «Ανεμόσκαλα», «Αναζήτηση και νόστος του Οδυσσέα. Η διαλεκτική της Οδύσσειας». «Ανεμόσκαλα και σημαδούρες», «Οι εποχές του 'Κρητικού'», «Ποιητική και πολιτική Ηθική». «Μίλτος Σταχτούρης. Άνθρωποι-Χρώματα-ζώα-μηχανές». «Όροι του λυρισμού στον Ο. Ελύτη», «Ηρόδοτος, Επτά νουβέλες και δύο ανέκδοτα», «Χωρίς ανεμόσκαλα», «Ο Καβάφης και οι νέοι», «Η ποίηση του Γ. Σεφέρη». «Πλην και συν», «Μικρά και Μέτρια», «Διαλέξεις». «Οδύσσεια», «Ραψωδία» . «10 μύθοι για την ελληνική γλώσσα», «24 παρομοιώσεις-Ομήρου Οδύσσεια» κ.ά. Σημαντικό είναι και το μεταφραστικό του έργο σε σχέση με την αρχαία γραμματεία. Επιπλέον, ο Μαρωνίτης έχει δημοσιεύσει και μικρό αριθμό δίστιχων ποιημάτων.
Εγκυκλοπαίδεια Μαλλιάρη-Παιδεία

Βικιπαιδεία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου