Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

Η αποστολή της μεραρχίας στην Κύπρο και το σχέδιο Άτσεσον



Έκπληκτος ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου πληροφορείται από τον Μακάριο, ο οποίος είχε απορρίψει τις προτάσεις, ότι «περί του Σχεδίου Ατσεσον εγνώριζε μόνο όσα είχεν αναγνώσει εις τον Τύπον και ουδέποτε είχε λάβει γνώσιν του ακριβούς περιεχομένου του» (Φωτογραφία του 1964)

Η αποστολή της μεραρχίας στην Κύπρο και το σχέδιο Άτσεσον


Τις τελευταίες μέρες αναθερμάνθηκε στο facebook η αναφορά στο σχέδιο Άτσεσον με ένα άρθρο του γνωστού για τις πολιτικές του θέσεις Θάνου Τζήμερου που δημοσιεύτηκε το 2014 στον ιστότοπο capital.gr με αφορμή την συμπλήρωση 50 χρόνων από την αποτυχία επιβολής του . 
Το αναφερόμενο όμως άρθρο περιέχει κάποιες ανακρίβειες που αποπροσανατολίζουν όσους δεν έζησαν τα γεγονότα  εκείνης  της  εποχής ρίχνοντας μάλιστα ένα ανάθεμα στον τότε πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου που δεν «αποδέχτηκε» (!!!!) το σχέδιο του απεσταλμένου των Ηνωμένων Πολιτειών Ντην  Άτσεσον. Προβαίνει μάλιστα ο αρθρογράφος και σε κάποια συμπεράσματα που είναι εντελώς αβάσιμα και υποθετικά όπως λ.χ ότι η Τουρκία θα αποδεχόταν την ειρηνική αποχώρησή της από ολόκληρο το νησί μετά την λήξη της ενοικίασης για 50 χρόνια της ισχυρά (όπως προβλεπόταν από το σχέδιο) επανδρωμένης από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις (στρατός, ναυτικό, αεροπορία) Βάσης της Καρπασίας. Δυστυχώς μόνο κάποιος "αδιάβαστος" γύρω από τα ελληνοτουρκικά θα μπορούσε να διατυπώσει  μια τέτοια θέση. Άλλωστε από το 1974 και μέχρι σήμερα  η Τουρκία με την επιθετική και επεκτατική της πολιτική, την εισβολή της στην Κύπρο και την μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας ωε ΚΡΑΤΟΥΣ αποδεικνύει  κάθε τόσο τις εχθρικές και κατακτητικές διαθέσεις της.
Πέρα όμως από αυτό αν ο κ. Τζήμερος φρόντιζε να ψάξει λίγο περισσότερο το θέμα από την βιβλιογραφία αλλά και από τα δημοσιεύματα στο διαδίκτυο θα διαπίστωνε ότι ο τότε Πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου επιθυμούσε σφόδρα να συνδέσει το όνομά του με την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και απογοητεύτηκε πολύ από το ότι δεν τα κατάφερε καθώς  σαμποτάρισαν την προσπάθειά του αποδοχής του σχεδίου ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος που είχε μάλιστα ορκιστεί κάποτε στην Μονή της Φανερωμένης να αγωνιστεί για την Ένωση και μόνον για την Ένωση. Και αυτό συνέβηκε διότι ο μεν πρώτος εποφθαλμιούσε την δόξα του υπέρμαχου του αντι-νατοϊσμού και αντι-αμερικανισμού καθώς και τον ρόλο του εν δυνάμει πολιτικού ηγέτη του κεντρώου και κεντοαριστερού χώρου - και όχι μόνο - και ο δεύτερος  επειδή φοβόταν ότι από αρχηγός κράτους θα γινόταν μέσα σε μια νύκτα έπαρχος της περιφέρειας Κύπρου. Αν λοιπόν πρέπει να καταλογιστεί στον Γ. Παπανδρέου η ευθύνη για την απόρριψη του Σχεδίου Άτσεσον αυτή έγκειται, ΟΧΙ ΣΤΟ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΠΙΘΥΜΟΎΣΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ αλλά στο ότι τόσον αυτός όσο και τα άλλα στελέχη της Ενώσεως Κέντρου δεν κατόρθωσαν να απομονώσουν έγκαιρα τον Ανδρέα Παπανδρέου ώστε να μην τορπιλίσει την λύση του σχεδίου Άτσεσον.
Πέρα όμως από αυτά ο κ. Τζήμερος ξεχνά (ηθελημένα;;) ότι είχε προηγηθεί η απόρριψη του σχεδίου Άτσεσον από την Τουρκία και κατά συνέπεια απόρριψη των ωφελημάτων που αναφέρει για τους Έλληνες της Ίμβρου, Τενέδου, Κωνσταντινούπολης. Επίσης ο κ. Τζήμερος φαίνεται να αγνοεί και το γεγονός ότι παρά την άρνηση της Τουρκίας, συνεχίστηκε εκ μέρους του Γ. Παπανδρέου η προσπάθεια για αποδοχή και εφαρμογή του σχεδίου Άτσεσον αφενός προτρέποντας τον Βασιλιά Κωνσταντίνο να απευθυνθεί στον πρόεδρο των ΗΠΑ και αφετέρου εντείνοντας τις διπλωματικές του προσπάθειες  με αποστολή μάλιστα στην Κύπρο του στενού φίλου και συνεργάτη του και τότε Διοικητή του ΙΚΑ Νίκου Δεληπέτρου με σκοπό να προσεταιριστεί την κυπριακή ηγεσία και να την πείσει για αλλαγή στάσης. Όμως μετά από  εντονότατη παρέμβαση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου αναγκάστηκε με θυμό και λύπη να αποσύρει τον απεσταλμένο του από την Κύπρο. 

Γράφει για το περιστατικό ο Ν. Δεληπέτρος:

«Η συνάντηση μου με τον Γεώργιο Παπανδρέου (σ.σ. μετά την επιστροφή του) δεν είχε τίποτε το τυπικό. Με αγκάλιασε, με φίλησε και μου είπε: —Τον τρέλανες τον ...παπά.
Αυτά, όμως, ήσαν λόγια παρηγοριάς. Και καλά έκανε ό Πρόεδρος πού συνόδευσε τα λόγια της παρηγοριάς πού μου είπε, με την προσφορά ενός καφέ. Συνηθίζεται ο καφές σ' αυτές τις πένθιμες περιστάσεις.
Αλλά και τα δημοσιεύματα των ξένων εφημερίδων, σύμφωνα με τα όποια «τό επεισόδιο Δεληπέτρου» απέδειξε, ότι μόνη φιλοδυτική λύση του Κυπριακού είναι η ένωση, ήσαν κι αυτά, τα δημοσιεύματα, λουλούδια πάνω στον τάφο της ένωσης. Γιατί η ένωση είχε πεθάνει πλέον. Την είχαν σκοτώσει, όπως έγραψε ο Κόκκας στην «Ελευθερία» «ένας υπεύθυνος στη Λευκωσία κι ένας ανευθυνοϋπεύθυνος στην Αθήνα». Οι δύο άνδρες, οι οποίοι από κοινού —και περιέργου— συμφέροντος κινούμενοι συναποφάσισαν και συνομολόγησαν να κλέψουν την ένωση από την τσέπη του Γεωργίου Παπανδρέου. Και το κατόρθωσαν».
Θα πρέπει να αναφέρουμε επίσης εδώ ότι το ενδιαφέρον του Γεωργίου Παπανδρέου για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα αλλά και την θωράκιση  της Κύπρου από την οποιαδήποτε Τουρκική απειλή,  εκδηλώθηκε και με την ΜΥΣΤΙΚΗ αποστολή στην Κύπρο, με την ανοχή των ΗΠΑ, μιας ισχυρής Ελληνικής Μεραρχίας που δυστυχώς αποσύρθηκε αμαχητί επί δικτατορίας από την κυβέρνηση Κόλια κατόπιν έντονης επιθυμίας της Άγκυρας - την οποία και ενοχλούσε η παρουσία της - και της εντονότατης πίεσης που ασκήθηκε επί των συνταγματαρχών από τον αμερικανό αντιπρόσωπο Σάϋρους Βανς, αφού κατά τους αμερικανούς ο σκοπός για τον οποίο είχε αποσταλεί στην Κύπρο είχε ματαιωθεί με την απόρριψη του σχεδίου Άτσεσον. Αποτέλεσμα της απόσυρσης ήταν η ουσιαστική αποδυνάμωση της άμυνας της Κύπρου και η ελαχιστοποίηση της μέχρι τότε δυναμικής Ελληνικής παρουσίας στο νησί με τα γνωστά αποτελέσματα του 1974.
Άλλωστε το πόσο καθοριστική, των μετέπειτα γεγονότων, ήταν η απομάκρυνση της Μεραρχίας αυτής φαίνεται και από καταγεγραμμένη δήλωση σε ομιλία του πρεσβευτή των ΗΠΑ Τάλμποτ που δήλωσε : «Αυτό που έκανε η Κυβέρνηση των συνταγματαρχών δεν θα μπορούσε να το κάνει καμιά άλλη Ελληνική Κυβέρνηση, σ’ οποιοδήποτε πολιτικό κόμμα κι αν ανήκε!...»
Παρακάτω παραθέτουμε κείμενα από πηγές που επιβεβαιώνουν όσα προαναφέραμε.


 Από αριστερά : Γ. Παπανδρέου, Π.Γαρουφαλιάς, Αρχ/πος. Μακάριος, Σπ. Κυπριανού, Γ. Γρίβας-Διγενής, Κωστόπουλος
 
Η αποστολή μιας Μεραρχίας
Γράφει ο Ν. Δεληπέτρος
Η Αθήνα, με την αποστολή μιας Μεραρχίας — η οποία είχε ενισχυμένη σύνθεση και ενισχυμένη δύναμη πυρός — είχε φροντίσει να δώσει  στον Μακάριο  κάποιο  αίσθημα ασφαλείας.  Αλλά δεν το χαιρόταν και πολύ, αυτό το είδος ασφαλείας, ο Κύπριος Ιεράρχης. Γιατί η παρουσία τόσων εξοπλισμένων «καλαμαράδων» ατό νησί («καλαμαράδες» ονομάζουν τους Ελλαδίτες οι  Ελληνοκύπριοι) φοβόταν ότι θα μπορούσε ενδεχομένως να του περιορίσει την απόλυτη ελευθερία ελιγμών.
Η Μεραρχία είχε σταλεί στην Κύπρο μυστικά. Την επιχείρηση τη διηύθυνε προσωπικά ο υπουργός της Εθνικής Αμύνης Πέτρος Γαρουφαλιάς. Έχω, όμως, προσωπικούς λόγους να πιστεύω ότι η αποστολή αυτής της ενισχυμένης Μεραρχίας έγινε με τη συνεργασία — ή τουλάχιστον με την ανοχή       των Αμερικανικών υπηρεσιών.
Και σε τί απέβλεπε η αποστολή της ενισχυμένης αυτής Μεραρχίας;
Έχουν γραφεί πλήθος από βιβλία σχετικά με το κυπριακό ζήτημα άλλα οι περισσότεροι συγγραφείς περιορίζουν τη σημασία της αποστολής της ενισχυμένης Μεραρχίας. Μερικοί, μάλιστα, προσπερνάνε το γεγονός ή του αφιερώνουν δύο λόγια απλώς και μόνον για να μη φανεί ότι το έχουν ξεχάσει εντελώς.
Νομίζω ότι η αποστολή της ενισχυμένης Μεραρχίας είχε τεράστια σημασία, όχι μόνο στρατιωτική άλλα και πολιτική και εθνική:
Στρατιωτική σημασία: με τη Μεραρχία αυτή άλλαζε ο συσχετισμός των στρατιωτικών δυνάμεων μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, ο όποιος προηγουμένως ήταν απολύτως δυσμενής σε βάρος της ελληνικής πλευράς.
Πολιτική και εθνική σημασία: Η παρουσία της Μεραρχίας αποτέλεσε το μεγάλο παράγοντα πού ανάγκασε τους Τούρκους να πάρουν μέρος στις ιδιόρρυθμες συνομιλίες της Γενεύης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας — οι όποιες έγιναν με τη μεσολάβηση Ντήν Άτσεσον, πρώην υπουργού των Εξωτερικών των ΗΠΑ,
Ως τότε η συνεννόηση μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, — καθώς και μεταξύ Τουρκίας και Τουρκοκυπρίων — γινόταν με τελεσίγραφα και με την απειλή στρατιωτικής εισβολής. Η επί τόπου ύπαρξη μιας ελληνικής Μεραρχίας, η οποία βρισκόταν στην Κύπρο ως δήθεν κυπριακή — αφού οι άνδρες πού συνέθεταν τη Μεραρχία εμφανιζόντουσαν με κυπριακά ονόματα — έκανε τους Τούρκους να καταλάβουν ότι τυχόν επίθεση τους εναντίον της Κύπρου θα ήταν αμφίβολης έκβασης ή τουλάχιστον θα τους κόστιζε πάρα πολύ ακριβά.
Έξαλλου, η μυστικότητα με την οποία διεξήχθη ή επιχείρηση της μεταφοράς της Μεραρχίας — και η συμμετοχή ή τουλάχιστον η ανοχή των Αμερικανών σ' αυτή την επιχείρηση — φανέρωνε ότι οι Υπερατλαντικοί σύμμαχοι της Τουρκίας και της Ελλάδας είχαν σφόδρα ενοχληθεί από την οξυμένη κατάσταση πού είχε δημιουργηθεί στις σχέσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας εξαιτίας του κυπριακού ζητήματος: Κατά τον Ιούνιο του 1964 είχε άπειληθεί επίθεση της Τουρκίας κατά της Κύπρου — μια επίθεση, πού ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή λόγω της πίεσης, την οποία άσκησε προς, την Τουρκία ο Πρόεδρος Τζόνσον. Τότε η Τουρκία είχε υποχωρήσει. Αλλά ήταν αμφίβολο αν θα υποχωρούσε και στο μέλλον. Έπειτα δέν πρέπει να ξεχνούμε, ότι ή Τουρκία ήταν εξίσου με την Ελλάδα σύμμαχοι, της Αμερικής. Υπήρχαν, μάλιστα, αρκετοί επιτελείς του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου, οι όποιοι πίστευαν — και ευτυχώς εξακολουθούν να πιστεύουν ακόμη — ότι η Τουρκία, λόγω του αριθμού των στρατιωτών πού διαθέτει και λόγω της γεωγραφικής της θέσης — βρίσκεται στο υπογάστριο του ανατολικού συνασπισμού - έχει ως σύμμαχος μεγαλύτερη σημασία από τη χώρα μας.
Δεν πρόκειται να ασχοληθώ σ' αυτό το βιβλίο με τις λεπτομέρειες του Κυπριακού. Θέλω απλώς να καταστήσω σαφές ότι το σχέδιο Άτσεσον — το όποιο προέβλεπε την ένωση του κυπριακού εδάφους σε έκταση 95% με την Ελλάδα και τη μίσθωση στην Τουρκία ενός 5% για να κάνει μια βάση στη Χερσόνησο της Καρπασίας — αποτελούσε μια μεγάλη εθνική επιτυχία, πού η αρχή της ξεκινούσε από την αποστολή στην Κύπρο της ενισχυμένης ελληνικής Μεραρχίας και το τέλος της ήταν στη Γενεύη.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου, ως πρόεδρος της Κυβέρνησης του Κέντρου, ήταν ενθουσιασμένος. Έλεγε και ξανάλεγε:
—Μου χαρίζουνε μια πολυκατοικία και μου ζητούνε να μείνουνε ως ενοικιαστές σε κάποιο μέρος της σοφίτας. Θα είμαι τρελός να μη δεχθώ αυτή την πρόταση!
Το «μικρό υπουργικό συμβούλιο» ασχολήθηκε με το θέμα. Εκφωνήθηκαν πανηγυρικοί λόγοι. Το Κέντρο είχε κατορθώσει να ενώσει την Κύπρο με την Ελλάδα. Οι ελληνικοί αιώνες στεφανώνανε τον Γ. Παπανδρέου και την Κυβέρνηση του!...
Αλλά οι ελληνικοί αιώνες παίζουν συχνά περίεργα παιχνίδια στη χώρα μας. Ο Γεώργιος Παπανδρέου συνέβη να έχει κάποιο λησμονημένο — για την Ελλάδα — γιό. Και ο γιος συνέβη να είναι αντίθετος προς την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Και ειδοποίησε τον Μακάριο για την «προδοσία» τού σχεδίου Άτσεσον. Και ο Μακάριος — άλλη κακοτυχία των ελληνικών αιώνων! — κατάγγειλε το σχέδιο Άτσεσον ως... «διχοτομικό»! Αποτελούσε, δηλαδή, διχοτόμηση η ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα κατά 95% και ή μίσθωση στους Τούρκους του 5% του νησιού!...
Δεν θα γράψω περισσότερα. Θα περιοριστώ να σημειώσω, ότι ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, ο όποιος όχι μόνο είχε δεχθεί άλλα και είχε εργασθεί υπεράνθρωπα για το σχέδιο "Άτσεσον, τελικώς παράτησε τους πανηγυρισμούς και φόρεσε πένθιμο περιβραχιόνιο. Ο γιος του και ο Μακάριος, του αφαίρεσαν την περηφάνεια πού θα εδικαιούτο να έχει ως πρόεδρος της Κυβερνήσεως, είχε πετύχει την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα….
Με την απόρριψη του σχεδίου "Άτσεσον η Ένωση Κέντρου παρουσίασε την εικόνα μιας παράταξης στην οποία υπήρχαν πολλά κέντρα αποφάσεων. Ο γιος Παπανδρέου ενεργούσε συχνά ως Εφετείο και ανέτρεπε τις αποφάσεις του πατέρα του. Οι συνεργάτες του Πρωθυπουργού αρχίσανε να αισθάνονται δύσκολα. Η νομιμοφροσύνη τους επέβαλλε να απευθύνονται για όλες τις υποθέσεις στον Γεώργιο Παπανδρέου. Η πρακτική, όμως, τους δίδασκε ότι θα είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να πετύχουν αυτά πού ζητούσαν, άμα αποκτούσαν την εύνοια του γιου. Έτσι ο Ανδρέας άρχισε να γίνεται πόλος εξουσίας. Και να τριγυρίζεται από βουλευτές και στελέχη πού έβλεπαν να δύει ο ήλιος του Γέρου και να ανατέλλει —ως δύναμη— ο γιος.
Η απόρριψη του σχεδίου Άτσεσον απετέλεσε εθνικό έγκλημα. Το εάν ήταν εκτός από εθνικό και πολιτικό έγκλημα – το αν δηλαδή επηρέασε την πτώση της Κυβέρνησης του Κέντρου και την πτώση της δημοκρατίας- έχει βέβαια μεγάλο πολιτικό ενδιαφέρον, αλλά πάντως η εθνική πλευρά του θέματος είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένη. Και αυτή η πλευρά, δηλαδή η εθνική, μετράει περισσότερο από τις πολιτικές αλλά ακόμη και από τις πολιτειακές μεταβολές.


Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΩΣΣΙΔΗ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ
Η επιστολή απευθύνεται στο Ν. Δεληπέτρο
Αθήνα 15-7-88
Φίλτατε Νίκο,
Εις απάντησιν της επιστολής σου θα ήθελα να σου γνωρίσω τα έξης:
1. Πράγματι, τας παραμονάς της απομακρύνσεώς σου, από την Κύπρον, υπό του Μακαρίου, ο τότε Πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου απέστειλε το αυστηρά απόρρητο τηλεγράφημα πού αναφέρεις, εις την Πρεσβείαν της Λευκωσίας. Άλλωστε, ως γνωρίζεις καλλίτερον εμού, είχες αποσταλεί εις Λευκωσίαν, ως Προσωπικός απεσταλμένος του Πρωθυπουργού, κατόπιν πολλής σκέψεως και με την μεγίστη δυνατή εχεμύθειαν.
2. Το πρωτότυπον του τηλεγραφήματος, υπογεγραμμένον από τον Γ. Παπανδρέου, ευρίσκετο κατατεθειμένον εις το Αρχείον του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, το οποίον εστεγάζετο, τότε, εις τα Παλαιά Ανάκτορα,
Αντίγραφον θα πρέπει να υπάρχει και εις το Κρυπτογραφικόν Τμήμα του Υπουργείου Εξωτερικών, μέσω του οποίου, άλλωστε, είχε διαβιβασθεί εις Λευκωσίαν,
3.  Της αποστολής σου εις την Κύπρον, με σκοπόν να εργασθής διά την Ένωσιν, διαφωτίζων, κυρίως, τον Κυπριακόν Τύπον, ο οποίος δεν έπαυε να υβρίζη χυδαία την Ελλάδα και την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, ήσαν εν γνώσει ελάχιστοι άνθρωποι: Ο Πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, ο τότε Αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως και Υπουργός Συντονισμού Στ. Στεφανόπουλος, ο Υπουργός Εξωτερικών Σ. Κωστόπουλος, ο Υπουργός Οικονομικών Κ Μητσοτάκης, ο Πρέσβυς εις Λευκωσίαν και ο υποφαινόμενος.
4.   Όταν ο Μακάριος ετηλεφώνησεν, εις τον Γ. Παπανδρέου, την απόφασιν του να σε απομακρύνει εκ Κύπρου, δεδομένου ότι η Ενωτική σου δραστηριότης εθεωρήθη επικίνδυνος (sic) ευρισκόμην εις το Πρωθυπουργικόν Γραφείον, εις τα Παλαιά  Ανάκτορα, μόνος μετά τού Πρωθυπουργού. Ο Γ. Παπανδρέου, αφού προσεπάθησε, ματαίως, να μεταπείσει τον Μακάριον, τονίζων ότι, επιτέλους, επρόκειτο περί αδικαιολογήτου και ανεξήγητου εχθρικής συμπεριφοράς, εναυτίον ανθρώπου, ο όποιος πέραν του ότι ήτο παλαιός και δεδοκιμασμένος φίλος του, είχεν αποσταλεί, εις Κύπρου, ως προσωπικός του απεσταλμένος, διέκοψεν οργισμένα την τηλεφωνικήν επικοινωνίαν, τονίζων, ότι εθεώρει την πράξιν ταύτην του Μακαρίου «ως εν εισέτι βαρύτατο σφάλμα»,
5. Τα σχόλια του Γ. Παπανδρέου, προς εμέ, περί του Αρχιεπισκόπου, όταν ετελείωσεν η τηλεφωνική των επικοινωνία, προτιμώ να μην επαναλάβω, την στιγμήν αυτήν. Ήσαν σκληρά και λίαν αυστηρά, πάντοτε, όμως, εντός των ορίων της ευπρεπείας και με τον επιγραμματικόν τρόπου πού εχαρακτήριζε τον λόγον του αειμνήστου «παλαιού σου φίλου», ως τον απεκάλεις συνθηματικά, εις τας προς εμέ επιστολάς σου. Αλλωστε, «φίλον του παλαιόν και πιστόν» σε εθεώρει και εκείνος.
6. Εξ άλλου, διά το σχέδιον Ν. Άτσεσον  θα ήθελα να διευκρινήσω ότι:
Πρώτον: ο Γ. Παπανδρέου, όταν το απεδέχθη, έγνώριζε, κάλλιστα, ότι οι Τούρκοι δεν το είχον αποδεχθή, δεδομένου ότι, η Επιστολή Ατσεσον, από 20 Αυγούστου 1964, την οποίαν του είχεν επιδώσει ο Αμερικανός Πρέσβυς Χ. Λαμπουίς, παρουσία του Υπουργού Εξωτερικών Σ. Κωστοπούλου, του Α. Παπανδρέου και εμού, ανέφερε, ρητώς, ότι «εφ’ όσον θα το αποδεχόμεθα εμείς, ο Ν. Ατσεσον ανελάμβανε την υποχρέωσιν να ασκήση όλην την πειθώ του, διά να γίνη τούτο αποδεκτόν και από την Τουρκίαν». Τούτο, διά να σχηματίσης πληρέστερη εικόνα, περί της σοβαρότητος και της μνήμης του Ά. Παπανδρέου, ο οποίος, προ διετίας, εβεβαίωνε την Βουλήν, ότι εγώ, δήθεν, δεν είχα ενημερώσει, τότε, πλήρως τον Γ. Παπανδρέου, περί τού ότι οι Τούρκοι δεν είχον αποδεχθή, πριν από ημάς τας προτάσεις τού Αμερικανού Μεσολαβητού.
Δεύτερον: ο Γ. Παπανδρέου και μετά την απόρριψιν του Σχεδίου Άτσεσον, υπό των Τούρκων, παρεκάλεσε τον Βασιλέα Κωυσταντίυον, ν' άποστείλη επιστολήν, εις τον Πρόεδρον των Ηνωμένων Πολιτειών, διά της οποίας του εζητείτο να μεσολάβηση, ώστε οι Τούρκοι να αποδεχθούν το Σχέδιον. Ή ενδιαφέρουσα απάντησις του Προέδρου Τξόνσον από 28 Αύγουστου 1964, ήλθε μετ' ολίγας ημέρας και αντίγραφόν της ευρίσκεται εις το  Αρχείον του Υπουργείου Εξωτερικών.
Και τρίτον, έξ όσων είμαι εις θέσιν να γνωρίζω, ουδέποτε εγένετο πρότασις μονομερούς Ενώσεως της Μεγαλοννήσου, υπό της Κυβερνήσεως Παπανδρέου, ως αναφέρει, μεταξύ άλλων ανακριβειών, ο Π. Γαρουφαλιάς, εις το περί Κύπρου βιβλίου του. Η γενομένη Σύσκεψις εις τά Ανακτορα — δεν επρόκειτο περί Συμβουλίου Στέμματος — είχεν ως αντικείμενον την εξεύρεσιν εύσχημου τρόπου αποδοχής του Σχεδίου Άτσεσον. Εκεί δε συνετάγη, υπό του Πρωθυπουργού και απλώς, υπεγράφη, υπό του Βασιλέως, η προμνησθείσα Βασιλική επιστολή, προς τον Πρόεδρον των ΗΠΑ.
Σου γνωρίζω πάντα ταύτα, ως μίαν πρώτην και πολύ περιωρισμενην δόσιν της περί του Κυπριακού Ζητήματος αληθείας, την ανακίνησιν του οποίου παρηκολούθησα έξ αρχής. Δηλαδή από το 1954, όταν υπηρετούσα ως Διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου του Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως και Υπουργού των Εξωτερικών Στ. Στεφανοπούλου και συγχρόνως, ως Διπλωματικός Γραμματεύς του Πρωθυπουργού Στρατάρχου Άλ. Παπάγου.
Βεβαίως, ουδείς θά ηδύνατο να φαντασθή, τότε, ότι η έλαφρότης και ή επιπολαιότης πλείστων όσων Ελλαδιτών και Κυπρίων «αρμοδίων», ως και ή έλλειψις γνώσεως της συγχρόνου πραγματικότητος, φαντασίας άλλα και προσλαμβανουσών παραστάσεων, αν μή και η αποδειχθείσα έκτοτε ιδιοτέλεια μερικών εξ αυτών, ιδίως μεταξύ των τελευταίων, θά έφθαναν μέχρι του σημείου ώστε, χαρακτηρίζοντες κάθε ενωτικήν λύσιν ως... «διχοτομικήν», να οδηγήσουν εις την σημερινήν τραγικήν πραγματικότητα: την κατοχήν 38% του εδάφους της Μεγαλοννήσου υπό του Τουρκικού Στρατού και την έξωσιν, εκείθεν, 200.000 Ελλήνων-Κυπρίων Και πάντα ταύτα, εν ονόματι, δήθεν, της διαφυλάξεως της... ανεξαρτησίας και της... εδαφικής ακεραιότητος της Κύπρου!
Με αισθήματα φιλίας και αγάπης,
ΙΩΑΝΝΗΣ Ν. ΣΩΣΣΙΔΗΣ


Η αλήθεια για το σχέδιο Ατσεσον
Ο επαναπατρισμός των ομογενών της Κωνσταντινούπολης και η αντίδραση του Μακαρίου
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:  27/01/2002 στην εφημερίδα «ΒΗΜΑ»
Στις 27.1.2002 για πρώτη φορά στην Ελλάδα «Το Βήμα» παρουσιάζει το λεγόμενο Σχέδιο Ατσεσον για την Κύπρο. Πρόκειται για τις αμερικανικές προτάσεις του 1964 οι οποίες, όπως προκύπτει, όχι μόνο δεν περιέκλειαν απειλή για το μέλλον της Κύπρου και για την Ελλάδα αλλά, πέραν των όσων συγκεκριμένα καθόριζαν σχετικά με την «εκμίσθωσιν» στην Τουρκία μιας βάσεως στο ανατολικό άκρο της Νήσου, προέβλεπαν και «αποκατάστασιν του προηγουμένου ειδικού καθεστώτος των νήσων Ιμβρου και Τενέδου» και, ακόμη σημαντικότερο, τον «επαναπατρισμόν των αναχωρησάντων ή εκδιωχθέντων εκ Κωνσταντινουπόλεως από του 1955 ομογενών» κτλ. Ο ίδιος ο Ντιν Ατσεσον γράφει στις 20 Αυγούστου 1964 στον τότε πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου ότι είναι «έτοιμος να ασκήσει την μεγίστην δυνατήν πίεσιν και πειθώ διά να επιτύχω όπως παραιτηθούν οι Τούρκοι πάσης απαιτήσεως δι' εδαφικήν περιοχήν υπό την κυριαρχίαν των εις Κύπρον (...). Ειδικώτερον θα προτρέψω τους Τούρκους να περιορίσουν το σχέδιόν των εις την εκμίσθωσιν για 50 έτη του τμήματος εκείνου της Χερσονήσου της Καρπασίας».
Τις προτάσεις Ατσεσον δίνει στη δημοσιότητα ο πρέσβης ε.τ. Ι. Σωσσίδης, ο διπλωματικός σύμβουλος του τότε πρωθυπουργού ο οποίος μετείχε της ελληνικής αντιπροσωπείας στις συνομιλίες της Γενεύης για την Κύπρο μετά την ένταση που είχε σημειωθεί στη Νήσο και στις σχέσεις Αθήνας - Αγκυρας και τη μεσολάβηση των ΗΠΑ για επίλυση του Κυπριακού. Κίνητρο της αμερικανικής παρέμβασης ήταν, όπως τονίζει ο Ατσεσον στον Παπανδρέου, «ο κίνδυνος τον οποίον ενέτειναν αι Ρωσικαί κινήσεις να περιέλθη η Κύπρος υπό την κομμουνιστικήν επιρροήν και εκ των εκτεταμένων συνεπειών...».
Όπως προκύπτει από τη συνοδευτική επιστολή του κ. Σωσσίδη, ήταν ο Μακάριος ο οποίος τελικώς απέτρεψε τον τότε πρωθυπουργό να δεχθεί τις προτάσεις Ατσεσον ­ ο οποίος αρχικώς τις είχε δεχθεί ­ μολονότι είχε παραδεχθεί ότι «ηγνόει παντελώς αυτές τις προτάσεις, ότι ουδέποτε είχε ενημερωθεί επ' αυτών υπό του Έλληνος υπουργού Αμύνης» (σ.σ.: του Πέτρου Γαρουφαλιά). Κατά δήλωση του φινλανδού μεσολαβητή του ΟΗΕ Τουομιόγια, «ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος εματαίωσε την Ενωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα».

 ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

 Ι. Ν. Σωσσίδης πρέσβης της Ελλάδος ε. τ.

Αθήνα, 23 Ιανουαρίου 2002
Αξιότιμε Κύριε Διευθυντά,
Εις «Το Βήμα της Κυριακής» (13.01.2002) δημοσιεύθηκε άρθρον υπό τον τίτλον «Το Σχέδιο Ατσεσον και η Ρόδος», το οποίον βρίθει ανακριβειών και ισχυρισμών που μόνον ως αποκυήματα νοσηράς φαντασίας θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν. Ο αρθρογράφος, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει ότι ο τότε Πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου «έσπευσε να δεχθεί το Σχέδιο Ατσεσον χωρίς καλά καλά να το μελετήσει και να αντιληφθεί τους κινδύνους, συνοδεύοντας την απόρριψη με μια νέα επιγραμματική του κορόνα, ότι σου χαρίζουν μιαν πολυκατοικία και ζητούν να εκμισθώσουν το ρετιρέ ή κάποιο διαμέρισμα κι εσύ αρνείσαι να δεχθείς τη δωρεά».
Ανεξαρτήτως του ύφους του αρθρογράφου, ο τότε Πρωθυπουργός ούτε είχε δεχθεί το Σχέδιον Ατσεσον «χωρίς καλά καλά να το μελετήσει και να αντιληφθεί τους κινδύνους», ούτε και είχε σκεφθεί ποτέ τον εδαφικό ακρωτηριασμό της Ελλάδος και ειδικότερα «την παραχώρηση δύο ή τριών, μικροτέρων της Ρόδου, νησιών, μεταξύ των οποίων και του Καστελόριζου», όπως επιπόλαια, αν μη τι άλλο, υποστηρίζει ο αρθρογράφος. Επειδή πολλοί «ανευθυνοϋπεύθυνοι» διετύπωσαν κατά καιρούς και επιμένουν να διατυπώνουν διάφορες ανακρίβειες σχετικά με τις τότε διαπραγματεύσεις της Γενεύης και διά την πληρέστερη ενημέρωσιν των αναγνωστών του «Βήματος», παραθέτω κατωτέρω το ακριβές κείμενο των μόνων και οριστικών προτάσεων του Ντην Ατσεσον, όπως αυτές διεβιβάσθησαν εις τον αείμνηστον Γεώργιον Α. Παπανδρέου, διά μηνύματος του Προέδρου των ΗΠΑ L. Johnson, επιδοθέντος υπό του τότε πρέσβεως εις τας Αθήνας Η. Labouisse, στις 20.08.1964, παρουσία δύο υπαλλήλων της Αμερικανικής Πρεσβείας, των Συμβούλου Ν. Anschutz και Γραμματέως D. Brewster, και των Σ. Κωστόπουλου, Α. Παπανδρέου και του υπογράφοντος, από ελληνικής πλευράς. Ετσι θα μπορέσουν και οι αναγνώστες σας να κρίνουν αν οι ενέργειες του τότε Πρωθυπουργού και της Κυβερνήσεώς του ήταν αμελέτητες και αν οι απορρίψαντες τις προτάσεις Ατσεσον, χωρίς καν να τις διαβάσουν, και οι σημερινοί όψιμοι επικριτές του Γ. Παπανδρέου, με 38% του Κυπριακού εδάφους υπό Τουρκικήν κατοχήν και με 200.000 Ελληνο-Κυπρίους πρόσφυγες, υπήρξαν καλόπιστοι και ανιδιοτελείς:

ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΤΣΕΣΟΝ


Εν Γενεύη, τη 20ή Αυγούστου 1964
Α Π Ο Ρ Ρ Η Τ Ο Ν
Αγαπητέ Κύριε Πρωθυπουργέ,
Επιτρέψατέ μοι να αρχίσω την επιστολήν μου αυτήν εκφράζων την βαθυτάτην ικανοποίησιν διά την βοήθειαν την οποίαν έχετε παράσχει εις το έργον μας, εδώ εις την Γενεύην, με την αδιάλειπτον προσοχήν και σκέψιν σας, και με το να επιτρέψητε εις τον κ. Ι. Σωσσίδην να συμμετάσχη εις τας προσπαθείας μας.
Σήμερον, ο Πρόεδρος με επληροφόρησε περί του επείγοντος χαρακτήρος τον οποίον πιστεύει ότι προσέδωσε εις το έργον μας η επικειμένη Σοβιετική ανάμιξις εις το Κυπριακόν πρόβλημα, κατόπιν δε τούτου μου εζήτησεν όπως σας γνωρίσω την κοινήν μας άποψιν, κατά την οποίαν ολίγος χρόνος απομένει, εντός του οποίου θα ηδύνατο να επιτευχθή μία συμφωνία, και να σας καταστήσω κοινωνόν των απόψεών μου, τας οποίας ούτος έχει υιοθετήσει, περί της γενικής φύσεως της συμφωνίας, η οποία τυγχάνει, κατ' εμέ, εφικτή και δικαία. Γνωρίζω από τας συνομιλίας μας μετά του κ. Σωσσίδη ότι έχετε εντυπωσιασθή, ως και ημείς, ενταύθα, εκ του κινδύνου, τον οποίον ενέτειναν αι Ρωσικαί κινήσεις, να περιέλθη η Κύπρος υπό την κομμουνιστικήν επιρροήν και εκ των εκτεταμένων συνεπειών, τας οποίας θα συνεπήγετο το γεγονός αυτό επί της πολιτικής και στρατηγικής καταστάσεως εις την Ανατολικήν Μεσόγειον. Είμαι βέβαιος ότι συμφωνούμεν εις το ότι ο κίνδυνος δημιουργεί διά την Τουρκίαν και διά την Ελλάδα έν κοινόν ενδιαφέρον, υπερακοντίζον κατά πολύ τας ακριβείς γραμμάς επί ενός χάρτου, όστις θα έδει να χαραχθή διά την επίτευξιν συμφωνίας. Τα προβλήματα τα οποία εγείρονται, δι' εκάστην πλευράν, είναι πολιτικά, και από της σκοπιάς ταύτης τα αντιμετωπίζω.
Είμαι έτοιμος να ασκήσω την μεγίστην δυνατήν πίεσιν και πειθώ διά να επιτύχω όπως παραιτηθούν οι Τούρκοι πάσης απαιτήσεως δι' εδαφικήν περιοχήν υπό την κυριαρχίαν των εις την Κύπρον, διά να ελαττώσουν την έκτασιν των απαιτήσεών των διά μίαν στρατιωτικήν βάσιν εις την Χερσόνησον της Καρπασίας, ως και διά τον καθορισμόν των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, επί τη βάσει των γραμμών τας οποίας συνεζητήσαμεν μετά του κυρίου Σωσσίδη και τας οποίας δύναμαι να διατυπώσω εις Σχέδιον, το οποίον θα είναι έτοιμον αύριον. Ειδικώτερον θα προτρέψω τους Τούρκους να περιορίσουν το σχέδιόν των εις την εκμίσθωσιν διά 50 έτη του τμήματος εκείνου της Χερσονήσου της Καρπασίας το οποίον ορίζεται από το νοτιοανατολικώτερον άκρον του μέχρι μιας γραμμής χαρασσομένης προς Βορράν και προς Νότον, ακριβώς δυτικώς του ΚΟΜΙ KEBIS. Είμαι πεπεισμένος, κατόπιν της μελέτης της καταστάσεως εις την οποίαν προέβην, συνεπικουρούμενος υπό Στρατιωτικών συμβούλων, ότι η ύπαρξις μιας τοιαύτης βάσεως δικαιολογείται απολύτως, από στρατιωτικής σκοπιάς, διά την άμυναν των προσβάσεων προς την Τουρκικήν ενδοχώραν και διά την άμυναν αυτής ταύτης της βάσεως εξ αιφνιδιαστικής επιθέσεως. Είναι ενδεχόμενον ότι η προτεινόμενη χάραξις της δυτικής γραμμής της περιοχής ταύτης θα εδημιούργει πολιτικόν πρόβλημα εις υμάς την στιγμήν ταύτην. Το πρόβλημα τούτο θα ήτο δυνατόν να αποφευχθή εάν η γραμμή παρέμενεν αχάρακτος, με την προοπτικήν να καθορισθή, κατόπιν μελέτης, από στρατιωτικής σκοπιάς, υπό του Ανωτάτου Διοικητού των Συμμαχικών Δυνάμεων διά την Ευρώπην και υπό τον όρον ότι η Ελληνική Κυβέρνησις θα παρείχε την διαβεβαίωσίν της ότι εις περίπτωσιν χαράξεως της γραμμής ως ανωτέρω αύτη θα εγένετο δεκτή. Θα ήρκει να γνωστοποιηθή εις εμέ η πρόθεσις της Ελληνικής Κυβερνήσεως όπως δεχθή μίαν τοιαύτην ρύθμισιν, ώστε να μην απαιτηθή, επί του παρόντος, η άμεσος ανάληψις υποχρεώσεως έναντι της Τουρκικής Κυβερνήσεως. Η διαβεβαίωσις αύτη θα μου επέτρεπε να πράξω παν το δυνατόν, και πιστεύω ότι θα επετύγχανον, να επιτύχω Συμφωνίαν μετά της Τουρκικής Κυβερνήσεως, όπως μη παρέμβη διά να αποτρέψη ή διά να απαιτήση διακυβερνητικήν συμφωνίαν προ της πραγματοποιήσεως της Ενώσεως της Κύπρου μετά της Ελλάδος.
Ελλείψει των ανωτέρω, οι Τούρκοι θα επίστευον, βεβαίως, ότι τα συμβατικά των δικαιώματα εκμηδενίζονται, σχεδόν μετά περιφρονήσεως, και ότι οι ίδιοι δεν αντιμετωπίζουν ει μη το ενδεχόμενον είτε της Ενώσεως άνευ όρων είτε της άνευ όρων ανεξαρτησίας μιας Κύπρου υπό Κομμουνιστικήν κυριαρχίαν.
Όσα εισηγούμαι θα εμφανίσουν σοβαρωτάτας δυσχερείας διά τους ηγέτας τόσον της Ελλάδος όσον και της Τουρκίας, ως και διά τους λαούς των οποίων ούτοι ηγούνται. Είμαι όμως πεπεισμένος ότι εν όψει του επικείμενου κοινού κινδύνου έκαστον Εθνος θα ευρεθή ηνωμένον διά να υποστηρίξη λύσεις αι οποίαι αποβλέπουν, πέραν στιγμιαίων αντιθέσεων, εις την θεμελιώδη ασφάλειαν και την ευημερίαν των μεγάλων Κρατών της Ελλάδος και της Τουρκίας, και εις την υποστήριξίν των, εις το εξωτερικόν, εκ μέρους της μεγάλης Συμμαχίας των Ελευθέρων κρατών, από πάσης αναμίξεως κατά την πραγματοποίησίν των.
Επιτρέψατέ μοι, αγαπητέ Κύριε Πρωθυπουργέ, να ζητήσω την ταχείαν επάνοδον του κ. Σωσσίδη εις Γενεύην, διά να μας βοηθήση εις την επίτευξιν της λύσεως ταύτης.
Ειλικρινώς υμέτερος
DEAN ACHESON


 11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1959 : ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΖΥΡΙΧΗΣ - ΛΟΝΔΙΝΟΥ...Η «ΠΡΟΔΟΤΙΚΗ» ΣΥΜΦΩΝΙΑ

Εξάλλου, θα πρέπει να σημειωθεί:
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος είχεν αποδεχθεί ασμένως τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, διά των οποίων είχεν αποκλεισθεί διά παντός η Ενωσις της Κύπρου μετά της Ελλάδος, είχεν εγκατασταθεί Τουρκική στρατιωτική δύναμις εις τη νήσον, είχεν εγκαθιδρυθεί καθεστώς συνδιοικήσεως Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων (με Τουρκοκύπριον Αντιπρόεδρον) και είχαν παραχωρηθεί δύο σημαντικές κι εκτεταμένες κυριαρχικές Βρετανικές στρατιωτικές βάσεις και στρατιωτικές διευκολύνσεις σε διάφορα άλλα σημεία της Κύπρου.
Διά της ατυχούς πρωτοβουλίας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου της 03.12.1963, που εγένετο εν αγνοία της Ελληνικής Κυβερνήσεως και καθ' υπαγόρευσιν του Βρετανού Υπάτου Αρμοστού, είχε δημιουργηθεί κατάστασις «de facto» διχοτομήσεως της Κύπρου, έκτοτε δε επαπειλείτο Τουρκική απόβασις, η οποία απετράπη, επανειλημμένως, μόνον χάρις εις την αμυντικήν θωράκισιν της Κύπρου υπό της Ελλάδος, και
Σύμφωνα με το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, της 4ης Μαρτίου 1964, η λύσις του Κυπριακού θα έπρεπε να αποτελέσει αντικείμενον διαπραγματεύσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών. Ως ενδιαφερόμενα δε μέρη νοούνταν οι Δυνάμεις που είχαν υπογράψει τις Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου. Ο διάλογος της Γενεύης άρχισε το 1964, εμμέσως διά του μεσολαβητού των Ηνωμένων Εθνών Τουομιόγια και εν συνεχεία διά του πρώην Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Ντην Ατσεσον, κατόπιν θερμής εισηγήσεως του Γενικού Γραμματέως του ΟΗΕ προς τον Πρωθυπουργόν Γεώργιον Α. Παπανδρέου εις συνάντησιν των δύο, εις Νέαν Υόρκην, εις την οποίαν παρίστατο ­ μόνος τρίτος ­ ο υπογράφων.


Εξάλλου, διά των προτάσεων Ατσεσον προβλέπονταν και τα εξής:
* Καθεστώς διά τους Τουρκοκυπρίους προσομοιάζον με το καθεστώς των Μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, διά του οποίου θα ανελαμβάνετο υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως η υποχρέωσις διορισμού, προτάσει του Ελληνος Γενικού Διοικητού της Νήσου, Τουρκοκυπρίου Συμβούλου, διά τα ζητήματα της μειονότητος, ως και δύο Τουρκοκυπρίων Επάρχων, εις δύο εκ των επτά ­ μέχρι τότε υφίσταντο πέντε ­ επαρχιών της Κύπρου, εκ περιτροπής και της εκάστοτε επιλογής ­ ανεξαρτήτως πληθυσμιακής συνθέσεως ­ της Ελληνικής Κυβερνήσεως.
* Επαναπατρισμός των αναχωρησάντων ή εκδιωχθέντων εκ Κωνσταντινουπόλεως, από του 1955, ομογενών, ως και ρύθμισις διαφόρων ζητημάτων αφορώντων εις την απόδοσιν των περιουσιών των, εις αποζημιώσεις κτλ., και
* Αποκατάστασις του προηγουμένου ειδικού καθεστώτος των νήσων Ιμβρου και Τενέδου.
Την 21ην Αυγούστου 1964 ο γράφων επέστρεψε εις την Γενεύην και σύμφωνα με τις οδηγίες του Πρωθυπουργού ανεκοίνωσε, από κοινού με τον μακαρίτην Δ. Νικολαρεΐζην, εις τον Αμερικανόν μεσολαβητήν την αποδοχήν από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν των προτάσεών του, εζήτησε δε αυτοβούλως και τις εξής βελτιώσεις, τις οποίες ο Ντην Ατσεσον απεδέχθη:
* Η οριοθετική γραμμή της βάσεως που θα παρεχωρείτο εις την Τουρκίαν να μετατεθεί 20 χιλ. ανατολικότερα, και
* Το Μοναστήρι του προστάτου της Κύπρου Αγίου Ανδρέα, εις το άκρον της χερσονήσου Καρπασίας, και η πέριξ αυτού έκτασις εξ 20-25 τετρ. χιλ., καθώς και η οδός η συνδέουσα το Μοναστήρι με την υπόλοιπη νήσο, να παραμείνουν εκτός της βάσεως, υπό Ελληνικήν Διοίκησιν.
Παρά ταύτα, το απόγευμα της ιδίας ημέρας, έλαβα τηλεφώνημα του Γ. Παπανδρέου, ο οποίος μου έδωσε την εντολήν να συναντήσω μεν τον Ντην Ατσεσον και να του ανακοινώσωμεν την αδυναμίαν του να αποδεχθεί τις προτάσεις του, λόγω αρνήσεως του Μακαρίου να τις αποδεχθεί.
Εις παράκλησίν μου να διευκρινίσει τι είχε μεσολαβήσει και είχε μεταβάλει γνώμην, ο Πρωθυπουργός μού απήντησε: «Πάρε τον Πέτρο (Γαροφαλιά) να σου τα πει». Και ο Υπουργός Αμύνης προσέθεσε ότι «αποδοχή των προτάσεων θα οδηγούσε εις αιματοκύλισμα της Κύπρου». Την τηλεφωνικήν αυτήν επικοινωνίαν παρακολούθησαν, εκτός του μακαρίτη Δ. Νικολαρεΐζη, και οι σήμερον Πρέσβεις ε.τ. Βασιλικός και Πετρόπουλος, υπηρετούντες τότε εις την Μόνιμον Αντιπροσωπείαν της Γενεύης. Κατόπιν τούτου μετέβημεν με τον Δ. Νικολαρεΐζην εις το διαμέρισμα του Ατσεσον, στο ξενοδοχείο «Richmond», και του γνωρίσαμε την αδυναμίαν της Ελληνικής Κυβερνήσεως να αποδεχθούμε τας προτάσεις του.
Επιστρέψας, την 24.08.1964, εις Αθήνας, ενημέρωσα πλήρως τον Πρωθυπουργόν επί των διαπραγματεύσεων της Γενεύης και μετά τινάς ημέρας τού υπέβαλα πολυσέλιδον υπόμνημα περί όλων όσων είχαν συμβεί, καθώς και ορισμένες προσωπικές μου σκέψεις περί του τι θα έπρεπε μελλοντικώς να γίνει. Το υπόμνημα αυτό, υποβληθέν και εις τον τότε Υπουργόν Εξωτερικών Σ. Κωστόπουλον, ευρίσκεται εις τα Αρχεία του Υπουργείου των Εξωτερικών.
Μετά μίαν περίπου εβδομάδα ο αείμνηστος Πρωθυπουργός μού έδωσε την εντολήν να μεταβώ εις συνάντησιν του τότε Αρχηγού της Αντιπολιτεύσεως Π. Κανελλόπουλου και να τον ενημερώσω πλήρως επί των τελευταίων εξελίξεων του Κυπριακού, πράγμα που έπραξα, επισκεφθείς αυθημερόν και επί δίωρον τον μακαρίτην Π. Κανελλόπουλον, εις τον οικίσκον που του εχρησίμευε ως Γραφείον, εις τον κήπον της κατοικίας του ανηψιού του Δ. Λιβανού, εις την Κηφισιά. Ευθύς μετά ταύτα και με την σύμφωνη γνώμη του Π. Κανελλόπουλου ο Γ. Παπανδρέου απέστειλε μήνυμα εις τον Πρόεδρον Τζόνσον, αποδεχόμενος ουσιαστικά τις προτάσεις Ντην Ατσεσον, με μερικές μικρές παραλλαγές. Δυστυχώς, η απάντησις του Προέδρου Τζόνσον δεν υπήρξε ενθαρρυντική, καθ' όσον εδέχετο μεν να επαναλάβει την μεσολάβησιν μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδος αλλ' υπεδείκνυε την μεταβίβασιν εις τους Τούρκους της κυριαρχίας της βάσεως αντί της εκμισθώσεώς της διά 50 έτη. Αντίγραφον της απαντήσεως του Αμερικανού Προέδρου κρατώ εις το Αρχείον μου. Τότε, στις 04.09.1964, ο Πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου απέστειλε ευχαριστήριον επιστολήν εις τον Ν. Ατσεσον κι έτσι έληξεν η μεσολάβησις και ματαιώθηκε η ενωτική λύσις του Κυπριακού.
Ο φινλανδός μεσολαβητής των Ηνωμένων Εθνών Τουομιόγια εδήλωνε εις τα μέλη της Ελληνικής Αντιπροσωπείας εις την Γενεύην «ότι ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος εματαίωσε την Ενωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα».
Μετ' αρκετόν χρόνον, κατά την διάρκειαν επισκέψεώς του εις Αθήνας, ο Μακάριος επεσκέφθη εις το Πολιτικόν Γραφείον τον Πρωθυπουργόν Γ. Παπανδρέου. Παρίσταντο ο τότε Αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως Σ. Στεφανόπουλος, ο Υπουργός Εξωτερικών Σ. Κωστόπουλος, ο Κύπριος Υπουργός Εξωτερικών Σ. Κυπριανού, ο υιός του Πρωθυπουργού Ανδρέας Γ. Παπανδρέου και ο γράφων.
Κατά την επακολουθήσασαν συζήτησιν, ο Πρωθυπουργός και ο Αντιπρόεδρος Σ. Στεφανόπουλος έψεξαν τον Αρχιεπίσκοπον, διότι ενώ διά των Συμφωνιών της Ζυρίχης και του Λονδίνου, διά των οποίων απεκλείετο εσαεί η Ενωσις, είχεν αποδεχθή την εγκαθίδρυσιν Τουρκικής συγκυριαρχίας εις την Κύπρον και την παραχώρησιν δύο κυριαρχικών βρετανικών βάσεων, και ενώ τον Νοέμβριον του 1963, διά των προτάσεών του, που περιελάμβαναν, ως γνωστόν, 13 σημεία, υπαγορευθέντα υπό του τότε Βρετανού Υπάτου Αρμοστού εις την Κύπρο, προς «βελτίωσιν» του ανθενωτικού Κυπριακού Συντάγματος, είχε προκαλέσει νέαν διεθνή κρίσιν, προκειμένου περί της Ενώσεως της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα, ουδεμίαν, έστω και σχετικώς ανώδυνον παραχώρησιν εδέχετο, απαιτών θυσίας μόνον εκ μέρους της Ελλαδικής Ηγεσίας και των Ελλήνων της Κωνσταντινουπόλεως.
Εις απάντησιν, ο Μακάριος εδήλωσεν ότι περί του σχεδίου Ατσεσον εγνώριζε μόνον όσα είχεν αναγνώσει εις τον Τύπον τον παρελθόντα Ιούλιον (επρόκειτο περί των τουρκικών προτάσεων που είχαν διαβιβασθεί διά του Ατσεσον εις Αθήνας) και ουδέποτε είχε λάβει γνώσιν του ακριβούς περιεχομένου του. Ο γράφων τότε, κληθείς υπό του εκπλήκτου Γ. Παπανδρέου, ανέπτυξεν εις τον Αρχιεπίσκοπον λεπτομερώς τας τελικάς προτάσεις του Ν. Ατσεσον της 20ής Αυγούστου 1964. Ο Αρχιεπίσκοπος διεβεβαίωσε τους παρισταμένους ότι ηγνόει παντελώς αυτές τις προτάσεις, ότι ουδέποτε είχε ενημερωθεί επ' αυτών υπό του Ελληνος Υπουργού Αμύνης και ότι, ως εκ τούτου, καθίσταται προφανές ότι ουδέποτε αντέδρασε αλλ' ούτε και ηδύνατο να είχεν αντιδράσει εις αυτάς.
Συνεπώς, όπως αποδεικνύεται εκ των ανωτέρω, δεν ήτο ο αείμνηστος Γ. Παπανδρέου που είχε δεχθεί «χωρίς καλά καλά να το μελετήσει» το Σχέδιον Ατσεσον. Το είχε απορρίψει, «χωρίς καν να το... γνωρίζει», όπως ισχυρίζετο, ο Μακάριος. Και διά την στάσιν του τελευταίου έναντι της Ενώσεως, καθώς και διά την στάσιν ωρισμένων ανθενωτικών κύκλων της Λευκωσίας παραπέμπω τον αρθρογράφον εις τον όρκον του Μακαρίου εις τον Ναόν της Φανερωμένης της 22ας Αυγούστου 1954, διά του οποίου ετόνιζε εις τους χιλιάδας των παρισταμένων, μεταξύ άλλων, «ότι θα παραμείνομεν πιστοί έως θανάτου εις το Εθνικόν μας αίτημα»... «εις έν και μόνον αποβλέποντες τέρμα, την ΕΝΩΣΙΝ και μόνον την ΕΝΩΣΙΝ» και «ότι δεν δημιουργούνται καθεστώτα μόνο με αργυρωνίτας ή αρνισοπάτριδες»!
Φιλοκυβερνητική εφημερίς των Αθηνών εις κύριον άρθρον της 24ης.01.1965 υπεστήριξε «ότι η εξωτερική πολιτική του Κέντρου είχε καταστήσει την Ένωσαν σχεδόν πραγματικότητα» και «ότι την εματαίωσαν ένας υπεύθυνος εις την Λευκωσίαν και δευτερευόντως ένας ανευθυνοϋπεύθυνος εις τας Αθήνας». Εις τας Αθήνας όμως την λύσιν του Σχεδίου Ατσεσον εματαίωσαν δύο άνθρωποι: ο Λουκής Ακρίτας (οι ιδιαίτερα φιλικές σχέσεις του Γ. Παπανδρέου με την οικογένειαν Ακρίτα ήταν γνωστές) και ο Π. Γαροφαλιάς (παλαιός και δοκιμασμένος φίλος του Γ. Παπανδρέου). Ο Π. Γαροφαλιάς περιγράφει τα γεγονότα λεπτομερώς εις το τελευταίον, προ του θανάτου, βιβλίο του!


Τέλος, καθ' όσον αφορά τας ύβρεις του αρθρογράφου διά τον νεκρόν Γεώργιον Γρίβα, πρέπει να υπενθυμίσω ότι ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ επολέμησε εις την Αλβανίαν εναντίον των Ιταλών και εις την Ελλάδα εναντίον των κατακτητών, απεστάλη εις Κύπρον υπό του ανακινήσαντος το Κυπριακόν Στρατάρχου Α. Παπάγου και εν συνεχεία υπό του Γ. Παπανδρέου, υπήρξεν Αρχιστράτηγος των Ελληνικών Στρατιωτικών Δυνάμεων εις την Μεγαλόνησον και ανεκλήθη, εκείθεν, υπό του Στρατιωτικού Καθεστώτος. Φρονώ ότι ο αρθρογράφος δεν έχει το ανάστημα ­ κυριολεκτικά ­ όχι να υβρίζει τον ήρωα της ΕΟΚΑ αλλ' ούτε καν να τον επαινεί! Και επί τέλους, κανείς, βεβαίως, εις την Ελλάδα, δεν απετόλμησε ποτέ να «βαπτίσει», εις τα Ηνωμένα Έθνη, τους Τούρκους κατακτητάς «απελευθερωτάς»!
Με ιδιαίτερη εκτίμηση,
Ι. Ν. Σωσσίδης πρέσβης της Ελλάδος ε. τ.


Διαβάστε επίσης : Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΡΑΡΧΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ (1964-1967)
 

Πηγές :
Ν.Δ.ΔΕΛΗΠΕΤΡΟΣ : ΑΠΟΦΑΣΙΣΑ ΝΑ ΜΙΛΗΣΩ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΣΤΙΑ 1988

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου