Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗ



ΣΕ ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΙΔΕΑΣ ΠΟΥ ΠΙΣΤΕΨΑΜΕ



Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
του ΚΩΣΤΑ  ΠΑΠΑΠΑΝΟΥ
Ώρα την ώρα, μέρα την ήμερα, μια νέα συνείδηση αναφαίνεται στην Ευρώπη, μια νέα εθνότητα κυοφορείται. Η «Ένωση της Δυτικής Ευρώπης» με προοπτική την «Πανευρώπη». Κοινή Τράπεζα, κοινό νομισματικό σύστημα, κοινές οικονομικές και κοινωνικές διαρθρώσεις κ’ ίσως και κοινή κυβέρνηση για τα μεγάλα διεθνή θέματα. Οι εθνικές Ιδιαιτερότητες, οι εθνικές ιδιομορφίες όλο και θα περιορίζονται και τα σύνορα, η περίφημη «αρχή των εθνοτήτων» δεν θα 'χουν πια τη χτεσινή και σημερινή   ακόμα αξία και σημασία τους.
Μόνο στον πολιτιστικό χώρο οι εθνικές ιδιομορφίες και ιδιαιτερότητες —το δικαίωμα δηλ. και η δυνατότητα για το λαό κάθε χώρας - μέλους, να συντηρεί και ν’ ανανεώνει την πολιτιστική του κληρονομιά, χωρίς τον παραμικρό περιορισμό, δίχως την οποιαδήποτε προκρούστεια παρέμβαση, υπό τον όρο βέβαια της ανοχής και των άλλων πολιτιστικών κληρονομιών — δεν θα ενοποιηθούν, δεν θα ομοιομορφοποιηθούν. Αντίθετα θα διατηρηθούν και θα ενισχυθούν. Η ρωμαλέα και δυναμική αύτη πολιτική ένωση της Ευρώπης θα 'ναι «μια πολυεθνική οντότητα, που αντί να περιορίζει τα Έθνη μέλη της, θα τα σέβεται και θα εμπλουτίζεται από την ποικιλία των πολιτιστικών τους παραδόσεων και των γλωσσών τους και των ιστορικών ιδιαιτεροτήτων τους...», είπε, πριν μερικά χρόνια  ο πρώην Πρόεδρος της Επιτροπής της Ε.Ο.Κ. Γκαστών Τόρν. «Όπως καθένας έχει το χωριό του και τη μεγάλη πατρίδα του, τη χώρα του δηλ.. το ίδιο και με την Ένωση θα 'χει δυο μεγάλες πατρίδες: Τύ χώρα του και την ενωμένη Ευρώπη, είπε πιο άπλα η συγγραφέας και πρώην Υπουργός Πολιτισμού της Γαλλίας Φοανσουάζ Ζιρού. «Δεν υπάρχει καμιά αντίθεση στο ν’ άναπας τον τόπο σου και ταυτόχρονα να αισθάνεσαι ευρωπαίος, είπε σε πρόσφατες δηλώσει του κι’ ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Φρανσουά Μιττεράν. Τέλος και το άρθρο 61 του σχεδίου της συνθήκης, πού ψηφίσθηκε από το Ευρωκοινοβούλιο το 1984 και κυρώθηκε με την ενιαία πράξη του Λουξεμβούργου το 1986 και που βασίζεται  στην προϋπόθεση ότι   η   Ενωμένη  Ευρώπη είναι καρπός μιας πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης, βασισμένης στην ελευθερία γνώμης, πληροφόρησης κ' ελεύθερης κυκλοφορίας ιδεών— ορίζει ρητά ότι η Ένωση— πού έναρξη λειτουργίας της θα είναι το 1992, με την κατάργηση των συνόρων στην κυκλοφορία υλικών αγαθών υπηρεσιών και προσώπων — «πρέπει να λάβει μέτρα πού θ’ αποσκοπούν στην α) ενίσχυση της πολιτιστικής και γλωσσικής αλληλοκατανόησης των πολιτών της και β) διάδοση του πολιτιστικού βίου των λαών της,  στο   εσωτερικό και   στο  εξωτερικό.. .».
*  * *
Θέση κι απόφαση σωστή, μια και τα ήθη, τα έθιμα και οι παραδόσεις ενός λαού, που με τη γλώσσα του αποτελούν βασικά στοιχεία της ταυτότητας του, είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιων διεργασιών, πολλών ιστορικών γεγονότων και του φυσικού του περιβάλλοντος πού, όπως και να ‘ναι, δεν μπορούν να εξομοιωθούν, να ισοπεδωθούν με άλλων χωρών. Ακόμα, όμως, και γιατί, όπως είναι παραδεκτό, το πνεύμα δεν ανθίζει και δεν καρποφορεί μέσα στην απόλυτη ομοιομορφία αλλ’ ούτε και στην απόλυτη αυτάρκεια —«η απόλυτη πνευματική ομοιομορφία μπορεί να οδηγήσει σε εθνική πνευματική στείρωση», έχει πει ο Τ.Σ. Έλιοτ— και τα τοπικά και γενικά πολιτιστικά επιτεύγματα δεν αντιστρατεύονται το ’να τα’ άλλο, αλλ’ αντίθετα είναι απαραίτητα το 'να στ’ άλλο, γιατί με την αλληλεπίδραση τους εξασφαλίζουν την πρόοδο και την εξέλιξη τους. Πολύ περισσότερο όταν συμβαίνει να  'χουν κοινές ρίζες, κοινές πηγές, όπως οι πολιτισμοί των χωρών-μελών της Κοινότητας, πού, όπως βεβαιώνει η ιστορία, γεννήθηκαν από τη συνάντηση του χριστιανισμού και της φιλοσοφίας των φώτων, της πίστης στη χριστιανική λύτρωση και στην αξιοπρέπεια του άτομου - πολίτη, του ευαγγελικού λόγου και του δημοκρατικού ιδεώδους, της πολιτείας του Θεού και της πολιτείας των ανθρώπων.
*  * *
Θέση κι απόφαση, όμως, πού για κάθε χώρα-μελος της ευρωπαϊκής αυτής ολοκλήρωσης, δημιουργεί  πολλές   και  μεγάλες  ευθύνες  και υποχρεώσεις. Όχι μόνο για να μην υποσκελισθεί, να μην παραμερισθεί από τις άλλες κι' αφανισθεί, αλλά προπαντός για να μπορεί να εισφέρει στη διαμόρφωση της νέας «Πολιτιστικής Διάστασης» που η πολυεθνική, αυτή ενότητα θέλει να δημιουργήσει και πού περιεχόμενά της είναι «η ελευθερία και η ακεραιότητα της ανθρώπινης προσωπικότητας— μιας προσωπικότητας πού δεν θα βουλιάζει στην ίλυ του υλισμού —ένα αποδεκτό μέτρο δικαιοσύνης και η διασφάλιση της ειρήνης».
Γιατί, όσα κι αν γίνουν στον οικονομικό, το γεωργικό και τους άλλους τομείς —ακόμα και στην άμυνα—-η ποθητή αυτή ενότητα, δεν μπορεί να εδραιωθεί και ν’ αναπτύσσεται, παρά μόνο με την κοινή πολιτιστική διάσταση, πού βασικός της πόλος είναι η Τέχνη γενικά. Κι αυτό γιατί η Τέχνη, περισσότερο κι από την επιστήμη και τους άλλους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, έχει μεγαλύτερη και πολυεθνικότερη εμβέλεια κι' αποδοχή από τις μεγάλες μάζες και συντελεί πιο αποτελεσματικά στην επαφή, στη γνωριμία και στη στενότερη σύνδεση μεταξύ τους. Ξέχωρα η λογοτεχνία, πού είναι πιο εθνική από τις άλλες μορφές Τέχνης —αφού ο λογοτέχνης εκφράζει περισσότερο από τους άλλους καλλιτέχνες το λαό του και τη ζωή του —και το θέατρο, ως το πιο κοινωνικό είδος Τέχνης. «Η στενή γνωριμία των λαών με τ’ αξιόλογα λογοτεχνικά τους έργα και η διαπαιδαγώγηση τους με τ’ ανθρωπιστικά ιδανικά των σελίδων τους, θα οδηγήσουν στο στέρεο συνδετικό κρίκο των Ευρωπαίων…», γράφει ο λογοτέχνης κι' ακαδημαϊκός   Πέτρος Χάρης.
*. ;*.   *;
Όμως, αν για όλους αυτό είναι μια ευθύνη και μια υποχρέωση, για μας τους Έλληνες είναι ανάγκη επιτακτική, υποχρέωση – επιταγή. Όχι μόνο για να διαφυλάξουμε και να ενισχύσουμε όσα προσδιορίζουν την εθνική μας ταυτότητα, τον πολιτισμό μας, πού κινδυνεύει να αλλοιωθεί —αν δεν αλλοιώθηκε —με τον ακρομιμητισμό μας και την εύκολη κι  ανενδοίαστη αποδοχή μας του οποίου ξένου κι' άρνηση του δικού μας —«η εθνική ιδιοτυπία μας, πρέπει να περιφρουρηθεί σαν εθνική δύναμη κι  ομορφιά», γράφει πάλι, ο Πέτρος Χάρης —άλλα και γιατί, όπως είπε ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, «η άξια της σύνδεσης του καθενός (με την Κοινότητα) θα κριθεί από την προσφορά του και το όφελός της γι’ αυτην...». Ακόμα, όμως, γιατί, όπως είπε πάλι ο ίδιος σε σχετική αντιφώνηση του σε γεύμα πού του παρέθεσε ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Βαλερύ Ζισκάρ Ντ' Έσταίν, την είσφορά αυτή η Ευρώπη την περιμένει από την Ελλάδα σαν «πολύτιμη συμβολή» της. «Η διατήρηση της ξεχωριστής προσωπικότητας «είπε» της ιδιαίτερης μορφής πού έχει και στην οικονομική και στην πολιτική και στην πνευματική ζωη, αυτή αποτελεί την πιο πολύτιμη συμβολή πού ζητάει από την Ελλάδα η Ευρώπη...».
*  * *
Θέλουμε δεν θέλουμε, εξακολουθούν να μας παραδέχονται,, παρ' όλες τις αρνητικές σε πολλά εκδηλώσεις μας. Τα δυο βραβεία Νόμπελ στην ποίηση και το βραβείο πεζογραφίας στα «Ευρωπάλια», αποδείχνουν πώς δεν μας βλέπουν μόνο ως παρουσία υλική — θάλασσα, κάμποι, βουνά, λάδι, καπνός, βερύκοκα κι’ άλλα τέτοια —αλλά κι' ως παρουσία πνευματική. Συνεχίζουν να μας παραδέχονται ως απογόνους, των δημιουργών του μοναδικού σ’ όλο τον κόσμο πνευματικού παρελθόντος. «Οι Εβραίοι εφεύραν το Θεό, οι Ρωμαίοι το Κράτος και οι Έλληνες το Λόγο και μ' αυτόν έφτιαξαν τον άνθρωπο». Λένε οι ιστορικοί και οι κοινωνιολόγοι ότι «κάθε πολιτισμένος άνθρωπος πρέπει κατά κάποιο τρόπο να είναι Έλληνας. Πάντως πρέπει να είναι Έλληνας». Παραδέχονται κι' αναγνωρίζουν την άξια αυτού τού πνευματικού παρελθόντος και καταφεύγουν σ’ αυτό και σήμερα ακόμα, τη μεγάλη ώρα της τεχνολογίας και της βιονικής  για την πνευματική και ηθική τους ενίσχυση κι’  ανύψωση. «Η Ευρώπη ξαναγυρίζει. στις πηγές της», έγραψε ένα γαλλικό περιοδικό όταν ενταχτήκαμε οριστικά στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. «Εν’ από τα βλαβερά αποτελέσματα (της Κοινότητας αυτής) ήταν να υποβαθμισθούν τα Συμβούλια των Υπουργών Πολιτισμού των χωρών-μελών τόσο στην προεδρία του Βελγίου όσο και της Δανίας και πολύ φοβάμαι ότι το ίδιο θα γίνει και με την προεδρία της Δυτικής Γερμανίας. Μοναδικό φως αποτελεί η προεδρία της Ελλάδας πού θ’ ακολουθήσει κ’ εκεί εναποθέτω τις ελπίδες μου...»  είπε μόλις πέρυσι ο Ιταλός Επίτροπος Πολιτισμού της Ε.Ο.Κ. Κάρλο Ρίπο Ντι Μεάνα, μιλώντας για το αρνητικό πολιτιστικό κλίμα πού επικρατούσε στην Κοινότητα, αδιάφορο αν και στη δική μας προεδρία δεν άλλαξαν τα πράγματα. .
*. *. *
Ευθύνες, λοιπόν και υποχρεώσεις πολλές κ’ επιτακτικές για όλους μας. Για την Τέχνη γενικά και  τη  λογοτεχνία μας ειδικότερα. Και πρώτ' άπ’ όλα για την όσο το δυνατόν ταχύτερη δημιουργία, παραδοχή και καθολική χρήση μιας γλώσσας στο γραφτό και στον προφορικό λόγο. Με ενιαίο λεξιλόγιο, γλωσσική συνοχή κι' απαλλαγμένη από λαϊκισμούς. Μια γλώσσα  πού θα εκφράζει με ακρίβεια, σαφήνεια και γλαφυρότητα την ελληνική σκέψη και φαντασία και θ' ανταποκρίνεται έτσι στην επιταγή του άρθρου 61 του σχεδίου της συνθήκης για την «πολιτιστική και γλωσσική αλληλοκατανόηση» καθώς και «τη διάδοση του πολιτιστικού βίου  των  λαών της   Ευρώπης...».
Γιατί, όπως είναι γνωστό, η γλώσσα δεν είναι μόνο το όργανο συνεννόησης κ' έκφρασης της σκέψης και της φαντασίας, αλλά σύγκαιρα και της διαμόρφωσης κι’ ανάπτυξης τους. Ακόμα, όμως και βασικό γνώρισμα του πολιτισμού και της ταυτότητας ενός λάου και στοιχείο προαγωγής κ’ εξέλιξης του. Η άρτια, η τέλεια γλώσσα είναι η μόνη πού μπορεί να προβάλλει και να επιβάλλει τα μεγάλα κι' αληθινά επιτεύγματα του έντεχνου λόγου, κερδίζοντας έτσι το σεβασμό και την αναγνώριση της χώρας όπου γράφονται. «Η χρεωκοπία της γλώσσας, είναι και χρεωκοπία του ατόμου», έχει πει μεγάλος λογοτέχνης.
Έτσι, οι λογοτέχνες μας, μαζί τους και οι εκπαιδευτικοί μας, έχουν χρέος να συνειδητοποιήσουν ότι για τη δημιουργία της ευρωπαϊκής ψυχολογίας και συνείδησης, η παιδεία, ως παροχή γνώσεων και ως αγωγή, και η λογοτεχνία, ως καλλιέργεια ψυχής και πνεύματος, είναι οι μόνες δυνάμεις πού μπορούν να συμβάλλουν αποτελεσματικά.
Ακόμα, όμως, αφού στόχος της νέας «Πολιτιστικής Διάστασης», είναι, όπως ορίζεται από το παραπάνω σχέδιο της συνθήκης «η ελευθερία και ακεραιότητα τού ατόμου», πρέπει να γίνει συνείδηση απ" όλους και ειδικά από τους λογοτέχνες και τ' ότι κάθε αληθινό έργο Τέχνης προϋποθέτει και μια ηθική στάση αντίκρυ στη ζωή. Ένα σεβασμό προς το ωραίο και το υψηλό και κοντολογίς στον άνθρωπο. Όχι μόνο ως σύνολο ενστίκτων και παθών, αλλά κι  ως πνεύμα και ψυχή. Ο ηθικός παράγοντας πρέπει να παραμένει η κύρια εσωτερική. δύναμη πού κινεί την καλλιτεχνική του δραστηριότητα κι’ όχι ο εντυπωσιασμός με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο. Θα πρέπει να μην ξεχνάει ότι το έργο Τέχνης, ως αυθόρμητη κι αβίαστη έκφραση όλων των μορφών και τάσεων της ζωής, πρέπει να αγγίζει περισσότερος το νου και την καρδιά του σημερινού αποπνευματοποιημένου άτομου πού κατρακυλάει στον εκφυλισμό και συνακόλουθα στο μαρασμό!. Έτσι,  0ά συντελέσει στην πνευματική  του ανασυγκρότηση.
Έργα της όποιας σκοπιμότητας η ανάγκης —πολιτικής, ιδεολογικής, κομματικής κτλ —υποκριτικά υμνολογήματα αμφιλεγόμενων κινημάτων ή Σχολών, όπως κι  αντιστάσεων— πού έχουν να επιδείξουν κι άλλοι λαοί, αλλά τις έβαλαν στα ράφια της ιστορίας τους —η τέρψη και ικανοποίηση των κατώτερων αισθητικών απαιτήσεων με ρυπαρότητες, υπερβολές και ψευδολογίες, με το «Πες ‘τα όλα, δείξε τα όλα, κάνετα όλα», σαν δείγμα απελευθέρωσης ή για την προσέγγιση, τάχα, της  Τέχνης με το λαό — λες και σ’ άλλες εποχές δεν υπήρχε λαός αλλ’ ούτε και η Τέχνη νοιαζότανε γι’ αυτόν —δεν είναι Τέχνη μεγάλη και υψηλή πού να πείθει και να συγκινεί το λαό άλλα και να τον υπηρετεί. «Ου γάρ πείθειν τα φαύλα», λέγει ο Αριστοτέλης, «Πάντα μοι εξέστιν, αλλ’ ού πάντα συμφέρει...», λέγει κι' ό Εθναπόστολος  Παύλος.
Η Τέχνη δεν είναι «καπιταλιστική», «αστική», «προλεταριακή», «λαϊκίστικη», «μοντέρνα», «παλιά»,, άλλα μια και μόνη, πού με την άξια, το περιεχόμενο και το ύφος της αναγνωρίζεται κ’ επιβάλλεται στο χώρο και στο χρόνο. Μια τέτοια μεγάλη Τέχνη και ιδιαίτερα μια τέτοια μεγάλη λογοτεχνία είναι ανάγκη να δημιουργήσουμε, για να μπορεί να υπερβαίνει τα σύνορα μας, να συμπορεύεται με των άλλων χωρών, επηρεάζοντας κ’ επηρεαζόμενη, και να εισφέρει μ’ αυτές στη δημιουργία της νέας Πολιτιστικής Διάστασης πού ο υπερεθνικός αυτός σχηματισμός, η Ενωμένη Ευρώπη,  θέλει να   δημιουργήσει.
«Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα», έχει πει η Φρανσουάζ Ζιρού, «δεν είναι ένας σκοπός αυτός καθαυτός, αλλά μια πορεία προς την οργάνωση του αυριανού κόσμου». Μια πορεία, λοιπόν, πού οι Έλληνες δεν μπορούν άλλα και δεν πρέπει ν' αγνοήσουν, μ’ αντίθετα να την ακολουθήσουν, όσο γίνεται, πιο κοντά με τους άλλους, πλάι-πλάι, αν θέλουν να διασφαλίσουν την επιβίωση τους και την προκοπή τους, ισάξια, ισότιμα μέσα στη μεγάλη αύτη οικογένεια των 300 και πλέον εκατομμυρίων κατοίκων. Ο λόγος του Έλιοτ ότι «για να διασωθεί η ευρωπαϊκή πνευματική παράδοση, αλλά και για να ωφεληθούν οι ειδικοί συντελεστές πού την απαρτίζουν, πρέπει να καλλιεργούνται αδιάκοπα οι πηγές της στην Ελλάδα και στη Ρώμη και ν’ ανανεώνονται αδιάκοπα εκεί...», πρέπει να θωρείται γι αυτούς χρέος ιερό και αιώνιο, πού να εξοφλείται αδιάκοπα με έργα πνευματικά και ανθρώπινα
ΚΩΣΤΑΣ  ΠΑΠΑΠΑΝΟΣ
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ 1990

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου