Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ : Οι νόμοι της Δημοκρατίας και οι «νόμοι» της διαπλοκής



Οι νόμοι της Δημοκρατίας και οι «νόμοι» της διαπλοκής
Του ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών
Η πορεία, η εξέλιξη, η γιγάντωση και τελικώς η πτώση και η απαξίωση της ιδιωτικής τηλεόρασης, από το 1989 μέχρι σήμερα, απεικονίζουν και εκφράζουν, στον έναν ή στον άλλον βαθμό, την πορεία αποδυνάμωσης του ίδιου του πολιτικού συστήματος, των δημοκρατικών θεσμών και αποτυπώνουν συνολικά την έκπτωση ενός συστήματος αξιών, αρχών και κανόνων του ιστορικού μας πολιτισμού.
Το μακρύ ζεϊμπέκικο της διαπλοκής: Από το 1989 στα Μνημόνια
Στην πορεία αυτή, που διαρκεί ήδη 27 χρόνια, υπάρχουν κάποιοι σημαντικοί, καθοριστικής σημασίας, σταθμοί που οδήγησαν στη σημερινή καθολική κρίση.
1) Η τερατογένεση συντελέστηκε το περίφημο καλοκαίρι του 1989, όταν η καθαρτήριος συγκυβέρνηση Τζανετάκη παρέδωσε κυριολεκτικώς άνευ όρων τις συχνότητες στους μεγαλοεκδότες-επιχειρηματίες που «πληρούσαν», σύμφωνα με το άρθρο 4 του νόμου 1866/89, «την ποιότητα του προγράμματος και την εμπειρία και παράδοση στα ΜΜΕ».
Η τότε κυβέρνηση Τζανετάκη προέβη σε μια καθαρώς εμπορική συναλλαγή. Εκχώρησε ένα σημαντικό τμήμα όχι απλώς της επικοινωνίας, αλλά της πολιτικής εξουσίας στα συμφέροντα αυτά προκειμένου να διασφαλίσει την ολόπλευρη υποστήριξή τους στο έργο της, στον διπλό της στόχο: Στην πλήρη εξόντωση του Ανδρέα Παπανδρέου και στην εν συνεχεία ακώλυτη ανάδειξη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ως πρωθυπουργού. Στις 20.11.1989 λειτούργησε το Mega και την Πρωτοχρονιά του 1990 ο ΑΝΤ1, οι βάσεις είχαν ήδη τεθεί - και μάλιστα σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Εάν για τη ΝΔ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη η συναλλαγή μεταξύ οικονομικών συμφερόντων και κομμάτων ήταν αυτονόητη, καθώς εμπεριείχετο στον σκληρό πυρήνα του νεοφιλελεύθερου εγχειρήματος, για την τότε ηγεσία και τα ανώτερα στελέχη της Αριστεράς η επιλογή αυτή αποτέλεσε και αποτελεί ένα ιδεολογικοπολιτικό άγος.
Γιατί παρέδωσαν χωρίς καμιά επιφύλαξη στο ιδιωτικό κεφάλαιο, στα πλέον στυγνά συμφέροντα έναν πανίσχυρο ιδεολογικοπολιτικό μηχανισμό, ο οποίος στράφηκε στη συνέχεια εναντίον των ιδίων, εναντίον της κοινωνίας, εναντίον κάθε κόμματος και πολιτικού που αρνήθηκε να ενσωματωθεί στη λογική των συμφερόντων αυτών.
2) Περάσαμε με τον τρόπο αυτόν από το -καταγγελλόμενο τις δεκαετίες 1970-1980- κρατικό μονοπώλιο στο πανίσχυρο ιδιωτικό μονοπώλιο ενημέρωσης.
Στο πρόσωπο του Κ. Σημίτη και στο απολιτίκ εγχείρημα του εκσυγχρονισμού τα συμφέροντα που κυριαρχούσαν στα ΜΜΕ βρήκαν τον άνθρωπό τους. Το σύστημα αυτό όχι μόνο συνέβαλε καίρια στην ανάδειξη του Κ. Σημίτη ως προέδρου του ΠΑΣΟΚ και ως πρωθυπουργού, αλλά τον στήριζε αδιαλείπτως με νύχια και με δόντια σ’ όλη τη διάρκεια της οκταετούς θητείας του.
Το σημαντικότερο: Η άνοδος και η κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου προτύπου, που συντελέστηκε από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, συντονίστηκε απόλυτα με την πολιτική ισχυροποίηση των συμφερόντων αυτών, που διαμόρφωσαν τη δομή της διαπλοκής. Μια δομή πανίσχυρη που βασίστηκε πάνω στο δίπολο χρήμα - πολιτική εξουσία.
3) Την ομαλή αυτή πορεία ανόδου και κυριαρχίας του συστήματος της διαπλοκής επεδίωξε να διακόψει και να ορθολογικοποιήσει ο Κώστας Καραμανλής με τη συμβολική ρήση περί νταβατζήδων, ενώ επιχείρησε την απόπειρα απεμπλοκής των ΜΜΕ από τα εργολαβικά συμφέροντα με την περίφημη διάταξη περί βασικού μετόχου. Όμως ήταν μόνος του, με έναν ελάχιστο αριθμό στελεχών της ΝΔ σ’ αυτήν την αναμέτρηση. «Μη μου τους εργολήπτας τάραττε», απειλούσε ο τότε υπουργός Δημοσίων Έργων Γ. Σουφλιάς, εκφράζοντας την πολιτική άποψη της διαπλοκής αλλά και της πλειοψηφίας των βουλευτών της ΝΔ.
Η τότε ήττα του Κ. Καραμανλή αποδείκνυε ασφαλώς την ισχύ της διαπλοκής, που είχε αποικιοποιήσει σε μεγάλο βαθμό τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και τη ΝΔ.
Όμως, η αποτυχία του εγχειρήματος του Κ. Καραμανλή ερμηνεύτηκε από το σύστημα της διαπλοκής ως «Βατερλό», ως οριστική, ιστορική, στρατηγική ήττα ολόκληρου του πολιτικού συστήματος των κομμάτων της διακυβέρνησης. Κανένας πολιτικός δεν θα τολμούσε να σηκώσει κεφάλι στο μέλλον. Ήταν κάτι σαν το τέλος της Ιστορίας.
Στο μεταξύ, ο αριθμός των καναλιών πολλαπλασιάστηκε σε εκθετικό βαθμό, οι δημόσιες συχνότητες κατελήφθησαν με ρεσάλτο και οι άνομες αγοραπωλησίες συχνοτήτων κάτω από το τραπέζι έδιναν και έπαιρναν.
Το ιδιωτικό μονοπώλιο προπαγάνδας και ενημέρωσης, αφού χειραγώγησε την πολιτική εξουσία, αφού διαμόρφωσε άτυπες, φιλικά διακείμενες ομάδες στο Κοινοβούλιο, στράφηκε προς ένα δημοφιλές άθλημα, το ποδόσφαιρο. Η συνταγή Κοσκωτά αναβαθμίστηκε και διευρύνθηκε. Τώρα, ο επιχειρηματίας, ο κάτοχος ΜΜΕ διαθέτει πλέον τον λαό του, το δικό του ιδιωτικό εκλογικό σώμα, το οποίο επισείει ως έμμεση ή και άμεση απειλή σε κάθε κυβέρνηση, σε κάθε υπουργό που θα αγνοήσει τις επιθυμίες του, που θα βλάψει τα συμφέροντά του.
4) Τελευταίος σταθμός η μνημονιακή περίοδος. Εδώ η διαπλοκή πέρασε από το παρασκήνιο στο προσκήνιο. Ανέλαβε εργολαβικά να στηρίξει τα Μνημόνια, να πολιτικοποιήσει και να ιδεολογικοποιήσει τις μνημονιακές συνταγές και τα μνημονιακά επιχειρήματα. Ένας ολόκληρος προπαγανδιστικός μηχανισμός τρομοκράτησης και ενοχοποίησης του ελληνικού λαού λειτουργούσε επί 24ώρου βάσεως.
Σ’ αυτά τα χρόνια, η διαπλοκή και τα ΜΜΕ διαδραμάτισαν τον κύριο, τον μείζονα πολιτικό ρόλο, ενώ τα κόμματα των μνημονιακών κυβερνήσεων και συγκυβερνήσεων, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, ακολουθούσαν ως απλοί διαχειριστές και κομματικοί φορείς αναπαραγωγής της μνημονιακής στρατηγικής που καθόριζε το σύστημα της διαπλοκής.
Πολιτική ισχύς και ασυδοσία αποτέλεσαν τις δύο όψεις του συστήματος της διαπλοκής. Δανεικά και αγύριστα από τις τράπεζες, αναθέσεις, προμήθειες, εργολαβίες, μεσολαβήσεις κάθε είδους, καταλήστευση του ΕΣΠΑ αποτέλεσαν την οικονομική βάση αναπαραγωγής και ενίσχυσης της διαπλοκής.
Η ανοιχτή πρόκληση, η αναισχυντία, η οίηση, η περιφρόνηση προς τους δημοκρατικούς θεσμούς και προς τον ελληνικό λαό ήταν αυτές που προκάλεσαν την ευρύτατη κοινωνική αντίδραση και αντίσταση.
«Έως εδώ, απέναντι σε ένα σύστημα συμφερόντων που ισχυρίζεται ότι ‘‘ο νόμος είμαι εγώ’’, απέναντι σε επιχειρηματίες που περιφρονούν νόμους του Κοινοβουλίου, αποφαινόμενοι ότι ‘‘όλους τους νόμους τους ενέκρινα εγώ και αυτόν τον απορρίπτω’’» (Στ. Ψυχάρης).
Το πρώτο σοβαρό βήμα ρήξης
Ο διαγωνισμός για τη νόμιμη πλέον κατοχή των τηλεοπτικών συχνοτήτων είναι μια ιστορικής σημασίας τομή, προκειμένου να διαμορφωθεί μια νέα ισορροπία μεταξύ της πολιτικής και των οικονομικών συμφερόντων. Είναι ένα πρώτο μόλις, αλλά σημαντικό βήμα για τους ίδιους τους δημοκρατικούς θεσμούς, για την ίδια την κοινωνία.
Τι θα αλλάξει όμως, διερωτώνται οι πολίτες. Ίδια πρόσωπα, ίδια συμφέροντα, ίδιοι στόχοι. Κατά πρώτον, θα σημειώσουμε ότι τα ίδια τα πρόσωπα που εκπροσωπούν το σύστημα βγήκαν στο φως, απογυμνώθηκαν, απομυθοποιήθηκαν και μερικά από αυτά γελοιοποιήθηκαν στην Επιτροπή της Βουλής. Η αόρατος εξουσία αποκαλύφθηκε στην πλέον φθαρμένη και συχνά ποταπή της έκφραση.
Σ’ ένα δεύτερο, ίσως, πλέον, σημαντικό επίπεδο υπάρχουν πλέον κανόνες και δεσμεύσεις. Τα δανεικά και αγύριστα από τις τράπεζες τελείωσαν. Οι εργολαβίες και οι προμήθειες διεξάγονται από εδώ και πέρα στο φως, με δημόσιες, διαφανείς διαδικασίες ελέγχου.
Όσο για το πολιτικό και κομματικό προσωπικό των πρόθυμων της διαπλοκής, οι ταγμένοι στο σύστημα, ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - Ποτάμι, είναι υποχρεωμένοι να επανακαθορίσουν τη θέση τους με βάση την αλλαγή των συσχετισμών.
Καμιά όμως επανάπαυση δεν επιτρέπεται. Οι φορείς της διαπλοκής θα αναζητήσουν νέες διεξόδους, θα αναδιοργανωθούν, θα απορρίψουν τα άχρηστα μέλη τους, θα αναζητήσουν νέες διόδους επαφής με την κεντρική εξουσία. Η «Λερναία Ύδρα» της διαπλοκής είναι πολυπλόκαμη. Κάθε κεφάλι που κόβεται πρέπει να αποστειρώνεται πολιτικά, οικονομικά, ιδεολογικά. Ας ελπίσουμε ότι πράγματι αυτή η αρχή είναι το ήμισυ του παντός.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου