Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2016

Τ. Κατσιμάρδος : ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ - ΘΕΜΕΛΙΟ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ



Ο Βενιζέλος υπογράφει τη Συνθήκη της Λωζάνης στις 24 Ιουλίου 1923. Η αμφισβήτησή της συνεπάγεται αμφισβήτηση του διεθνούς δικαίου και των κανόνων του και των ευρωπαϊκών συνόρων.

ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ
ΘΕΜΕΛΙΟ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Η 'έντιμος ειρήνη' κινδύνευσε δύο φορές να ματαιωθεί
Η Συνθήκη της Λωζάνης αποτελεί θεμέλιο λίθο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μόνο το γεγονός ότι η πιο συνηθισμένη προστριβή, ανάμεσα στις δύο χώρες, έχει ως αντικείμενο την τήρηση ή την παραβίασή της εκατέρωθεν, δίνει και το μέτρο των διαστάσεων και της σημασίας της.
Η σύγχρονη Ελλάδα και η Τουρκία, με τις θέσεις που κατέχουν στον παγκόσμιο γεωγραφικό χάρτη, προήλθαν ακριβώς από τη συνθήκη του 1923.
Για τη δεύτερη, μάλιστα, αποτελεί ιδρυτική πράξη της τουρκικής δημοκρατίας. Ενώ για τη χώρα μας το οριστικό τέλος της Μεγάλης Ιδέας. Δηλαδή, της «επεκτατικής και απολυτρωτικής πολιτικής», που σφράγιζε έως τότε την εξωτερική πολιτική της - και όχι μόνο.
Ένας σύγχρονος πανεπιστημιακός δάσκαλος του Διεθνούς Δικαίου σημειώνει πολύ χαρακτηριστικά: «Δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι η επίκλησή της έχει καταστεί αποκλειστικότητα των ελληνοτουρκικών δρώµενων, αφού µόνον ιστορικοί ασχολούνται κυρίως µε ένα διεθνές κείµενο που εγράφη σχεδόν πριν από έναν αιώνα. Οι περισσότερες διατάξεις του είναι πρακτικώς αδιάφορες σήµερα ή έχουν αντικατασταθεί από νεώτερα κείµενα ιδίως στο θέµα της προστασίας των µειονοτικών δικαιωμάτων. Η εµµονή των δύο χωρών στην επίκληση της Συνθήκης οφείλεται στο γεγονός ότι ρυθμίζει τα θέµατα των συνόρων...» (Αγγελος Συρίγος).
Οπως και οι άλλες θεμελιώδεις διεθνείς συνθήκες, αναπόσπαστα μέρη του Διεθνούς Δικαίου και των κανόνων του, δεν κρίνονται με ανιστορικά κριτήρια του τύπου «σωστή» ή «λάθος», «νίκη» ή «ήττα». Αυτές δημιουργούν πραγματικότητες. Μερικές φορές οδυνηρές, όπως η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών τότε, ο ξεριζωμός Ελλήνων από τις πατρίδες τους, η οριστική παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία κ.ά.
Για τη χώρα μας, αμέσως μετά την υπογραφή (24 Ιουλίου 1923) και έως σήμερα ήταν και παραμένει μια «έντιμος ειρήνη». Η καλύτερη δυνατή στις συνθήκες μετά τον μικρασιατικό πόλεμο και την ανακωχή των Μουδανιών (Οκτώβριος 1922), όπως σημειώνουν όλοι σχεδόν οι ιστορικοί των πιο διαφορετικών εποχών και προσεγγίσεων.


Ο Ισμέτ πασάς (Ινονού), επικεφαλής της τουρκικής αντιπροσωπείας στη Λωζάνη, υπογράφει την ιστορική συμφωνία. Ενώ η Αγκυρα πανηγύριζε την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκίας...

Το διαχρονικό στίγμα της έδωσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, με την ιδιότητα του επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στις οχτάμηνες διαπραγματεύσεις (Νοέμβριος - Ιούλιος). Εχοντας τη σύμφωνη γνώμη του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων της εποχής και της κοινωνίας. Με εξαίρεση μερικούς αδιάλλακτους στρατιωτικούς της Επανάστασης του 1922 και ορισμένους «άγαν πατριώτες».
Αμέσως μόλις έβαλε την υπογραφή του τηλεγραφούσε στον πρωθυπουργό Γονατά και τον αρχηγό της Επανάστασης του 1922, Πλαστήρα: «Ευχαρίστως αγγέλλω υμίν ότι σήμερον μεταμεσημβρίαν, εις την μεγάλην αίθουσαν του Πανεπιστημίου της Λωζάννης υπεγράφη η συνθήκη της ειρήνης μετά πασών των σχετικών συμβάσεων, δηλώσεων και πρωτοκόλλων. Η συνθήκη αύτη συναφθείσα μετά την Μικρασιατικήν καταστροφήν, δεν σημαίνει ατυχώς ελληνικόν θρίαμβον. Αλλά η Επανάστασις δύναται να είναι υπερήφανος ότι αναδιοργανώσουσα εθνικόν στρατόν (εννοεί τη στρατιά του Εβρου) έδωκε τα μέσα εις την αντιπροσωπείαν της να επιτύχη συνομολόγησιν εντίμου ειρήνης, ήτις επιτρέπει εις την Ελλάδα να επιστρέψη εις τα έργα της ειρήνης και να αφοσιωθή εις το έργον της εσωτερικής της περισυλλογής...».
«Ησθάνθησαν ανακούφισιν»
Ο ιστορικός και δημοσιογράφος Γρ. Δαφνής σχολιάζοντας το τηλεγράφημα σημειώνει: «Οι κώδωνες των εκκλησιών δεν ήχησαν χαρμοσύνως επί τω αγγέλματι της υπογραφής της ειρήνης ούτε το γεγονός επανηγυρίσθη, όπως συνέβη μετά την υπογραφήν της συνθήκης των Σεβρών (η ανεφάρμοστη συμφωνία του 1920 της "Ελλάδας των δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών"...). Αλλά όλοι οι Ελληνες ησθάνθησαν ανακούφισιν, διότι ετελείωσεν ο πόλεμος, διότι οι επιστρατευμένοι θα γύριζαν εις τα σπίτια των, διότι η αγωνία έπαυε να πιέζη τας ψυχάς, διότι θα επανήρχοντο εις τα ειρηνικά των έργα, ύστερα από έντεκα χρόνια πολέμων και ταλαιπωριών. Επί πλέον ησθάνθησαν ικανοποίησιν διότι η υπογραφείσα ειρήνη ήτο ιδιαιτέρως έντιμος διά μίαν χώραν ηττημένη... (στον ελληνοτουρκικό πόλεμο)».

Η ελληνική αντιπροσωπεία στη Λωζάνη. Από αριστερά καθιστοί οι Δ. Κακλαμάνος, Ελ. Βενιζέλος, Α. Μιχαλακόπουλος και Α. Μαζαράκης.

Στην Τουρκία, αν και η αντιπροσωπεία της στη Λωζάνη παρέμεινε εκεί για σύναψη διμερών συμφωνιών, η συμφωνία πανηγυρίστηκε. Τότε και αργότερα ως «νίκη». Μέρες κράτησαν οι σημαιοστολισμοί. Αν δεν καθιερώθηκε για εθνική γιορτή ήταν επειδή η ημερομηνία ενσωματώθηκε και αποτέλεσε συστατικό μέρος της 29ης Οκτωβρίου. Οταν ο Κεμάλ Ατατούρκ ανακηρύσσεται Πρόεδρος Δημοκρατίας. Αυτό ήταν το αποκορύφωμα της πολύπλοκης πορείας που είχε ξεκινήσει το 1919.
Οι δηλώσεις του επικεφαλής της τουρκικής αντιπροσωπείας στη Λωζάνη, Ινονού, μετά την υπογραφή και ως προς το σκέλος της ειρήνης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν διέφεραν ουσιαστικά από εκείνες του Βενιζέλου.
Αδιάλλακτοι ως ‘νικητές’
Στις εργασίες της διάσκεψης οι Τούρκοι εμφανίζονταν αδιάλλακτοι ως «νικητές». Ζητούσαν ικανοποίηση όλων των απαιτήσεων (πολεμικές αποζημιώσεις, έξωση του Πατριαρχείου από την Πόλη, εδάφη στη δυτική όχθη του Έβρου, δημοψήφισμα στη Δ. Θράκη, διάλυση του ελληνικού στόλου κ.ά.).

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ - ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 1923
Με 110.000 άνδρες έτοιμη για προέλαση η στρατιά του Έβρου

Μια σχετικά άγνωστη πτυχή της διαπραγμάτευσης στη Λωζάνη είναι ότι δύο φορές αποσοβήθηκε η ρήξη και η ματαίωσή της. Τον Δεκέμβριο-Ιανουάριο και τον Μάιο του 1923 παραλίγο να αρχίσουν εχθροπραξίες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Λόγω αδιαλλαξίας της τελευταίας. Μάλιστα, όχι για βασικά συνοριακά ζητήματα και τα νησιά του Αιγαίου. Αλλά για οικονομικά.

 Ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Κόρζον (δεξιά), με τον πρωθυπουργό Μπάλντουιν. Η αγγλική αντιπροσωπεία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη Λωζάνη.

Οι εχθροπραξίες αποτράπηκαν μόνο εξαιτίας της κατηγορηματικής άρνησης των Βρετανών κυρίως και των Γάλλων. Στις εργασίες της διάσκεψης οι Τούρκοι εμφανίζονταν αδιάλλακτοι ως «νικητές». Ζητούσαν ικανοποίηση όλων των απαιτήσεων.
Παρόμοια στάση κρατούσαν και στα άλλα ζητήματα, πέραν των ελληνοτουρκικών (παραχώρηση Μοσούλης, Αλεξανδρέττας κ.ά.). Πράγμα το οποίο διευκόλυνε τον Βενιζέλο στις διπλωματικές κινήσεις και επαφές του.
Ο τελευταίος, αν και αντίθετος στην έναρξη εχθροπραξιών, ήταν διατεθειμένος να στηρίξει και επανάληψη του πολέμου σε περίπτωση αδιεξόδου. Μπροστά στην προοπτική αυτή τηλεγραφούσε στην Αθήνα: «Λύσις τρομερού προβλήματος εξαρτάται από κατάστασιν στρατού μας. Δύναται ούτος εντός μίας εβδομάδος εξορμών να φθάση αν όχι Βόσπορον τουλάχιστον εις Τσατάλτζα (Μέτρες, περίπου 50 χλμ. από την Κωνσταντινούπολη, που κατείχαν ακόμη οι σύμμαχοι); Θρασύτης Τούρκων...».
Λίγο αργότερα επανέρχεται: «Μόνον εάν έχωμεν στρατόν ικανόν να επιτεθή επιτυχώς εν Θράκη, θα δυνηθώμεν να κάμψωμεν θρασύτητα...». Θέλοντας, μάλιστα, να έχει ο ίδιος αντίληψη για τη στρατιωτική κατάσταση στέλνει τον στρατηγό Μαζαράκη (μέλος της αντιπροσωπείας) να επιθεωρήσει τη στρατιά του Έβρου (Δεκέμβριος 1922). Η εκτίμηση του τελευταίου είναι θετική.

 Ο αρχιστράτηγος Πάγκαλος επιθεωρεί τη στρατιά του Έβρου.

Μόνο που είναι απαραίτητο να συντρέχουν και άλλες προϋποθέσεις (συναίνεση των Μεγάλων Δυνάμεων, στρατιωτική συνεργασία με Σερβία για ενδεχόμενο βουλγαρικής επίθεσης κ.ά.). Το Βελιγράδι δεν ανταποκρίνεται, όμως, παρά τις δελεαστικές προτάσεις (παραχώρηση Φλώρινας). Οι Βρετανοί, που φοβούνται σύγκρουση με τον τουρκικό στρατό στον Βόσπορο, απαγορεύουν τις εχθροπραξίες.
Τηλεγράφημα
Έτσι ο Βενιζέλος τηλεγραφεί στην Αθήνα (Ιανουάριος 1923) ότι χωρίς τη σερβική σύμπραξη «εγώ τουλάχιστον δεν δύναμαι να μετάσχω τοιαύτης ευθύνης (προέλαση της στρατιάς του Έβρου που ήδη αριθμούσε 110.000 άνδρες), παραιτούμενος δε αντιπροσωπείας θα περιοριστώ εις ευχάς υπέρ επιτυχίας παρατόλμου επιχειρήσεως, ήτις δύναται να οδηγήση εις πλήρη καταστροφήν Ελλάδος».
Οι Τούρκοι μπροστά στις πιέσεις, αλλά και στην προοπτική πολέμου εμφανίστηκαν διαλλακτικοί. Στις 17-18 Ιανουαρίου υπογράφτηκε στη Λωζάνη η σύμβαση περί υποχρεωτικής ανταλλαγής πληθυσμών, αιχμαλώτων κ.ά. Η τελευταία υποχώρηση της Ελλάδας ήταν η παραχώρηση Ιμβρου και Τενέδου. Η ειρήνη διατηρήθηκε για να δοκιμαστεί σκληρά μετά από λίγες εβδομάδες.
ΤΟ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΗΣ 26ης ΜΑΪΟΥ
Με το δάχτυλο στη σκανδάλη στοχεύει μέχρι τον Βόσπορο
 Η 'έντιμος ειρήνη' κινδύνευσε δύο φορές να ματαιωθεί

Μετά τη σύμβαση για την ανταλλαγή πληθυσμών και την επανάληψη των εργασιών της διάσκεψης για την υπογραφή της τελικής συνθήκης ειρήνης, οι Τούρκοι αντιπρόσωποι επέστρεψαν ανυποχώρητοι (22 Ιανουαρίου). Αρνούνταν να δεχθούν την αμοιβαία παραίτηση Ελλάδας - Τουρκίας από τις πολεμικές αποζημιώσεις. Αδιάλλακτοι ήταν και σε άλλα ευρύτερα ζητήματα, προκαλώντας τη μήνιν του λόρδου Κόρζον (επικεφαλής της αγγλικής αντιπροσωπείας).
Η διάσκεψη διέκοψε επ' αόριστον τις εργασίες της. Με αβέβαιο μέλλον. Όταν μετά από έντονο παρασκήνιο επαναλήφθηκαν οι εργασίες (23 Απριλίου) και τα ελληνικά θέματα δεν τέθηκαν πρώτα στο τραπέζι, στην Αθήνα αποφασίζεται η στρατιωτική λύση. Προγραμματίζεται για το τρίτο δεκαήμερο του Μαΐου. Αν ο Βενιζέλος δεν συμφωνούσε, θα τον αντικαθιστούσε ο υπουργός Εξωτερικών, Αλεξανδρής.
Ο Βενιζέλος, αν και δεν συναινούσε στις «άκρως πολεμικάς φωνάς», αποδέχεται την κατάσταση. Όπως λέει στον Αλεξανδρή, «να προχωρήσωμεν μαζί όσο είμεθα σύμφωνοι...». Ο νέος ελληνικός στρατός οργανωμένος πάνω στα ερείπια της καταστροφής προ οκταμήνου είναι έτοιμος με το δάχτυλο στη σκανδάλη. Ο επικεφαλής της στρατιάς Πάγκαλος παραδίδει το σχέδιο επίθεσης για την Κυριακή 27 Μαΐου με το σύνθημα: «Στον Βόσπορο ή δεν θα γυρίσουμε ζωντανοί...».
Καθοριστικός ο Άγγλος
Ένα εικοσιτετράωρο νωρίτερα αρχίζουν πάλι οι εργασίες της διάσκεψης. Η ελληνική αντιπροσωπεία έχει αποφασίσει ομόφωνα να καταγγείλει την ανακωχή των Μουδανιών (Σεπτέμβριος 1920). Σύμφωνα με τη γλαφυρή περιγραφή του Αλκη Ρήγου «η ατμόσφαιρα είναι τεταμένη... Ο Βενιζέλος σηκώνεται και ζητά τον λόγο. Νεκρική σιγή στην αίθουσα. Αλλά προς γενική κατάπληξη ο Άγγλος αντιπρόσωπος Ρέμπολντ (αντικαταστάτης του Κόρζον) παρεμβαίνει.
- Κύριε Πρόεδρε, καλύτερα να μη βιασθήτε. Αφήσατε τον εξοχώτατο Ισμέτ Πασά (Ινονού) να ομιλήση πρώτος...
Ο Βενιζέλος συμφώνησε και κάθησε... (Ο Ινονού) μέσα στη γενική ένταση σηκώνεται και δηλώνει: "Η τουρκική κυβέρνηση παραιτείται από την αξίωση να λάβη πολεμική αποζημίωση (4 δισ. χρυσά φράγκα!), εφ΄ όσον η Ελλάδα αναγνωρίση ότι έπρεπε να επανορθώση τας ζημίας τας γενομένας υπό του στρατού της. Ζητά μόνον να παραχωρηθή το Κάραγατς (Παλιά Ορεστιάδα)...
Η φωνή του Βενιζέλου σπάει τη σιγή: "Η ελληνική κυβέρνησις δέχεται τις προτάσεις". Ξεσπούν χειροκροτήματα. Η συμφωνία είχε επέλθει. Η "έντιμος ειρήνη" ήταν γεγονός». Στην Ελλάδα αντέδρασαν δυναμικά οι ακραίοι στρατιωτικοί της Επανάστασης και ο Πάγκαλος. Οι άλλοι αποδέχτηκαν με βαριά καρδιά τη συμφωνία, αναγκάζοντας και τους πρώτους να συμφωνήσουν.
Ο Βενιζέλος στο «Έθνος»
«Ερωτάτε ποίαι είνε αι εντυπώσεις μου εκ της υπογραφής της ειρήνης. Πώς να σας κρύψω την βαθείαν μελαγχολίαν με την οποία υπογράφω την συνθήκην της Λωζάνης, διά της οποίας καταργείται οριστικώς η συνθήκη των Σεβρών; Εν τούτοις υπέγραψα με την συναίσθησιν ότι προσφέρω υπηρεσίαν εις την χώραν. Ηττήθημεν και μετά πλήρη διπλωματικήν απομόνωσιν, εις ην περιήλθομεν διά της πολιτικής, ήτις ωδήγησεν εις την ήτταν, η επανάληψις του πολέμου ηδύνατο να οδηγήση εις πλήρη όλεθρον την Ελλάδα, ενώ διά της θαυμαστής αναδιοργανώσεως του στρατού, ην επέτυχεν η Επανάστασις, επετύχαμεν ειρήνην, επιτρέπουσα εις το έθνος να τερματίση την πολεμικήν περίοδον και αφοσιωθή εις το έργον της εσωτερικής ανασυντάξεως...» («Εθνος», 25 Ιουλίου 1923).
Τ. Κατσιμάρδος
http://www.ethnos.gr/koinonia/arthro/h_entimos_eirini_kindyneuse_dyo_fores_na_mataiothei-64561186/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου