Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

Μαχάτμα Γκάντι ο επαναστάτης με το αδράχτι

1923: Ο «Μαχάτμα» Γκαντι, έχει κηρύξει, για άλλη μια φορά, απεργία πείνας. Είναι ένα από τα όπλα που χρησιμοποιεί, στην παθητική αντίσταση του εναντίον των Βρετανών. Τον συντροφεύει η μικρή Ίντιρα Γκαντι, κόρη του στενού του συνεργάτη, Παντίτ Νεχρού, μετέπειτα αμφοτέρων πρωθυπουργών της Ινδίας.




Μαχάτμα Γκάντι ο επαναστάτης με το αδράχτι
Στην απέραντη χώρα, η μνήμη του είναι πάντα ολοζώντανη - πέθανε πριν από 68 χρόνια. Αφιέρωσε τη ζωή του, στους καταπιεσμένους από τους Βρετανούς αποικιοκράτες, συμπατριώτες του. Κήρυξε την παθητική αντίσταση και κατάφερε να ξεσηκώσει τους Ινδούς, που το 1948, απόχτησαν την ανεξαρτησία τους. Ο Βρετανός σκηνοθέτης Ρ. Ατένμπορω το 1983 μετέφερε αυτήν την γιγαντιαία προσωπικότητα στην οθόνη και η ταινία αφιέρωμα στη ζωή του «έσπασε ταμεία και... βραβεία»!

 ΠΡΩΤΑ ΘΑ ΣΕ ΑΓΝΟΗΣΟΥΝ
ΜΕΤΑ ΘΑ ΓΕΛΑΣΟΥΝ ΜΑΖΙ ΣΟΥ
ΜΕΤΑ ΘΑ ΣΕ ΠΟΛΕΜΗΣΟΥΝ
ΤΟΤΕ ΘΑ ΝΙΚΗΣΕΙΣ

Ο Γκάντι προειδοποίησε ήδη, από το 1946, για τον κίνδυνο ενός πυρηνικού ολέθρου, διακήρυξε την ανάγκη ενός παγκόσμιου αφοπλισμού και συνηγόρησε υπέρ μιας, απαλλαγμένης από βία, αντίστασης εναντίον των ισχυρών.
Ονόμαζε τις γυναίκες «το καταπιεσμένο μισό τμήμα της ανθρωπότητας». Και τις εμπιστεύτηκε, στο διάστημα της επανάστασης του, περισσότερο από τους άντρες.
Ο Μαχαντάς Καρασμάντ Γκάντι, ο «Μαχάτμα», που σημαίνει ινδικά «Μεγάλη Ψυχή», πέθανε πριν από 68 χρόνια. Όμως, οι σκέψεις και οι πολιτικές πράξεις του, εξακολουθούν να ζουν. Γιατί, ο Γκάντι, ήταν ένας πραγματικός προφήτης της εποχής του. Παντού στην Ινδία, η μνήμη του είναι ολοζώντανη.
Παρ' όλα αυτά, μόνο λίγοι ξέρουν γιατί αγωνίστηκε και γιατί πέθανε. Τα περισσότερα παιδιά της Ινδίας, πιστεύουν, ότι ήταν πατέρας της Ίντιρα Γκάντι (1917-1984) παλιάς πρωθυπουργού της Ινδίας (που και αυτή δολοφονήθηκε το 1984)  όμως οι δυό τους δεν είχαν καμιά συγγένεια μεταξύ τους. Και αν συμβαίνει αυτό για την ινδική νεολαία οι περισσότεροι ενήλικοι Ινδοί, τον θεωρούν απλώς έναν άγιο.


Ας γυρίσουμε, όμως, στο έτος 1869. Η βρετανική αυτοκρατορία κυριαρχεί, πανίσχυρη, στο ένα τέταρτο της Γης. Στις Ινδίες (όπως ονομάζονταν τότε η σημερινή Ινδία, το σημερινό Πακιστάν και η σημερινή Κεϋλάνη), οι Βρετανοί κυβερνάνε με αυταρχικότητα. Αυτή τη χρονιά ακριβώς, στο μικρό ινδικό λιμάνι Πορμπαντάρ, γεννιέται από το ζεύγος Γκάντι, ένας γιος, ο Μοχαντάς Καραμανσάντ Γκάντι. Η οικογένεια Γκάντι, μολονότι ο πατέρας είναι ανώτατος κρατικός λειτουργός στο Πορμπαντάρ, ανήκει στην κάστα των μεσοαστών, των εμπόρων. Το ζεύγος Γκάντι, χαίρεται για το γιό του, αν και είναι πολύ άσχημο παιδί, με τεράστια πεταχτά προς τα έξω αφτιά και κρεμασμένο το κάτω χείλος. Αλλά, θα μπορούσε να τους είχε συμβεί και κάτι χειρότερο: Να είχαν αποχτήσει κόρη. Γιατί, τότε, αλλά ακόμα και σήμερα στην Ινδία, μια κόρη είναι κάτι το σχεδόν δυσβάσταχτο για τους γονείς. Επειδή πρέπει να την προικίσει κανείς γερά, για να την παντρέψει.

 Σε ηλικία 7 ετών

Ο μικρός Γκάντι ανατρέφεται, με μια παράδοξη, για την εποχή εκείνη, ανεξιθρησκεία.  Γιατί, οι γονείς του, αν και Ινδουιστές, είχαν αρκετούς φίλους Μουσουλμάνους. Έτσι, από μικρός, βλέπει με πολύ κακό μάτι τις αιματηρές συγκρούσεις, ανάμεσα στους οπαδούς του Ινδουισμού και του Μωαμεθανισμού, στην Ινδία.
Οι κάπως μεγαλύτεροι φίλοι, του «αποκαλύπτουν» για ποιο λόγο, μερικές χιλιάδες λευκοί, οι Βρετανοί, κατορθώνουν να κυριαρχούν πάνω στα 400 εκατομμύρια Ινδούς: Οι Βρετανοί τρώνε κρέας, ενώ οι Ινδοί είναι χορτοφάγοι. Επειδή θέλει να γίνει δυνατός, δέχεται να πάρει μέρος σ' ένα μυστικό γεύμα, όπου το φαγητό είναι κρέας κατσίκας. Αλλά, το βαρύ κατσικίσιο κρέας, του φέρνει τρομερό εμετό. Έτσι, ο Γκάντι γίνεται, για όλη του τη ζωή, χορτοφάγος.
Σύμφωνα με το ινδικό έθιμο, ο Γκάντι αρραβωνιάστηκε δυο φορές, όταν ήταν ακόμα παιδί. Οι δυο μνηστές του, όμως, πεθαίνουν κοριτσάκια, πριν γίνει ο γάμος.
Αλλά, την τρίτη φορά, τον παντρεύουν, ενώ είναι ακόμα μόλις εφτά χρονών. Ο ίδιος γράφει στα απομνημονεύματα του, ότι «δεν άργησε καθόλου να εκτελέσει τα συζυγικά του δικαιώματα». 


 Αυθεντική φωτογραφία του «Μαχατμα» Γκάντι, με το αδράχτι του.

Τρία χρόνια αργότερα, ζει μια τραυματική εμπειρία, που θα καθορίσει την αρνητική του στάση για το σεξ, ολόκληρη την υπόλοιπη ζωή του: Ένα μεσημέρι, εγκαταλείπει τον άρρωστο πατέρα του, τον οποίο φρόντιζε στοργικά, επειδή του ήρθε η διάθεση να πλαγιάσει, εκείνη τη στιγμή, με τη γυναίκα του. Την ώρα, που ο μικρός Γκάντι κάνει έρωτα, ο πατέρας του πεθαίνει. Είναι κάτι, που δε συγχώρησε ποτέ στον εαυτό του ο «Μαχάτμα».
Ο Μοχαντάς Γκάντι, αποφασίζει να σπουδάσει Νομικά, στο Λονδίνο. Εκεί, αν και ντύνεται «ευρωπαϊκά», με πολύ ακριβά ρούχα και φοράει ημίψηλο, γνωρίζει έντονα την προκατάληψη των φυλετικών διακρίσεων. Ακόμα και από έναν οίκο ανοχής τον πετάνε έξω, επειδή είναι έγχρωμος.
Στη μοναξιά του, το ρίχνει στο διάβασμα, πράγμα που δεν έκανε ποτέ, όσο ζούσε στην Ινδία. Τον γοητεύει η «Μπαγκαβάδ Γκιτά», το ιερό βιβλίο του Ινδουισμού. Αλλά, ακόμα περισσότερο, η Καινή Διαθήκη.
Μόλις παίρνει το δίπλωμα του, γυρίζει στην Ινδία. Και από εκεί, ταξιδεύει στη Νότια Αφρική, όπου του έχουν προσφέρει μια θέση συνεργάτη, σε κάποιο δικηγορικό γραφείο.
Είναι στη χώρα αυτή, που ζει ακόμα πιο έντονα το ρατσισμό. Η πρώτη του, μάλιστα, εμπειρία, είναι στο τραίνο, που τον πάει από το λιμάνι του Ντάρμπαν, στο Γιοχάνεσμπουργκ. Τον πετάνε, κυριολεκτικά, έξω από το βαγόνι της πρώτης θέσης. Στη θέση αυτή, δεν υπάρχει χώρος για έγχρωμους.
Στη Νότια Αφρική αναλαμβάνει, κυρίως, υποθέσεις Ινδών μεταναστών, που χρησιμοποιούνται από τους λευκούς ως πάμφθηνή εργατική δύναμη. Εκεί διαβάζει, για πρώτη φορά, Ράσκιν, Τολστόι και Θόρωου. Οι ιδέες τους, μαζί με τη φιλοσοφία της «Μπαγκαβάδ Γκιτά» και της Καινής Διαθήκης, αποτελούν τις βάσεις, για το στήσιμο της δικής του κοσμοθεωρίας.
Στα 37 του χρόνια, εγκαταλείπει τη δικηγορία. Και δημιουργεί, μαζί με τους πρώτους του οπαδούς, ένα κοινόβιο, για να κάνει «το πείραμα με την αλήθεια». Πρεσβεύει την απόλυτη σεξουαλική αγνότητα, θεραπεύει αρρώστιες μόνο με βότανα και τρώει μόνο βιολογικά αγνά χορταρικά, πιο πολύ άβραστα, για να διατηρούν τις βιταμίνες τους.
Όταν, το 1914, επιστρέφει στην Ινδία, γίνεται δεκτός με ενθουσιασμό. Οι προσπάθειες του, να καλυτερέψει τη ζωή των συμπατριωτών του στη Νότια Αφρική, τον έχουν κάνει ήρωα στην πατρίδα.
Από εκεί και πέρα, ο Γκάντι γίνεται ένας ακατάβλητος μαχητής υπέρ των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Πολλά πολιτικά κόμματα και ομάδες, θέλουν να εξασφαλίσουν τη συνεργασία του. Αλλά, ο Γκάντι ταξιδεύει πρώτα σε ολόκληρη τη χώρα, που τη βρίσκει αγνώριστη. Αυτή τη φορά, αγοράζει εισιτήριο τρίτης θέσης, στο τραίνο.

Ο «Μαχατμα» Γκάντι, περιοδεύει με τραίνο, στην τρίτη θέση, την Ινδία. Μόλις έχει γυρίσει από τη Νότια Αφρική, όπου έχει οριοθετήσει πια την ιδεολογία του.
 
Τα όσα βλέπουν τα μάτια του, τον συγκλονίζουν: Σκληρή δουλειά των συμπατριωτών του, στις φάρμες των Βρετανών αποικιοκρατών, φτώχεια, πείνα, αρρώστιες, στα χωριά. Ο Γκάντι, περισσότερο Δυτικός παρά Ινδός, από μόρφωση, βλέπει όλες αυτές τις καταστάσεις με μάτι Ευρωπαίου. Ενώ, οι συμπατριώτες του, τις θεωρούν από καιρό, «φυσικές» και «αμετακίνητες».
Ιδρύει ένα κοινόβιο, όπου δέχεται και παρέες Ινδούς. Και, μαζί τους, πλένει κι αυτός τις τουαλέτες, πράγμα που, φυσιολογικά, δε θα έκανε κανένας άλλος Ινδουιστής, της κάστας των μεσοαστών.
Του χρειάζεται μια «μαζική βάση», για να κάνει τον αγώνα του κατά των αποικιοκρατών και εναντίον της φτώχειας και της οπισθοδρομικότητας των συμπατριωτών του. Ο «μισόγυμνος φακίρης», όπως τον αποκάλεσε αργότερα ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, Ουίνστον Τσώρτσιλ, ιδρύει το Κόμμα του Κογκρέσου και χρησιμοποιεί, για την πολιτική του μάχη, τα πιο ασυνήθιστα όπλα της ανθρωπότητας: Την αγάπη για τον πλησίον και την παθητική αντίσταση.
Σύντομα, ξεσηκώνει ολόκληρο τον ινδικό λαό σε παθητική αντίσταση και πολλές φορές σε άρνηση εργασίας, για τους Βρετανούς. Το ξύλινο αδράχτι του, γίνεται σύμβολο της ειρηνικής του επανάστασης και της αυτάρκειας των Ινδών.
Οι Βρετανοί, τον ρίχνουν πολλές φορές στη φυλακή. Συνολικά, ο «Μαχάτμα», έμεινε 2.338 μέρες φυλακισμένος, χάρη στη «φιλοξενία της Αυτής Μεγαλειότητος», όπως ονόμαζε ειρωνικά τις φυλακίσεις του.
 Ο θρήνος για τον Ινδό ηγέτη ήταν παγκόσμιος

Το κορύφωμα της δραστηριότητας του, είναι «η πορεία προς το Αχμενταμπάντ», στη θάλασσα, το 1930. Κηρύσσοντας λαϊκή ανυπακοή στο βρετανικό νόμο, που έκανε μονοπώλιο το εμπόριο του αλατιού, ο Γκάντι προτρέπει τους οπαδούς του - και είναι πια αναρίθμητοι - να κατασκευάζουν μόνοι τους αλάτι, από το θαλασσινό νερό.
Η έκρηξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τον αναστατώνει. Είναι απόλυτα βέβαιος, ότι υπεύθυνοι για τον πόλεμο είναι ο Αδόλφος Χίτλερ και τα φασιστικά καθεστώτα της Ευρώπης. Αλλά διακηρύσσει, ότι μόνο αν η Ινδία αποχτήσει την ανεξαρτησία της, θα μπορούσε να βοηθήσει τους Βρετανούς, στον πόλεμο εναντίον του Άξονα Βερολίνου - Ρώμης - Τόκιο. Αντιτάχτηκε αμετακίνητα εναντίον των στρατιωτικών μέτρων των Βρετανών στην Ινδία. Και φυλακίστηκε απ' αυτούς ξανά, με άλλους ηγέτες του Κόμματος του Κογκρέσου. Τον αποφυλακίζουν όμως το 1946, για λόγους υγείας.
Μολονότι δεν ανέλαβε ποτέ κανένα επίσημο αξίωμα, ο «Μαχάτμα» Γκάντι διευθύνει, ουσιαστικά, από την ινδική πλευρά τις μακρές διαπραγματεύσεις με τους Βρετανούς, που τελικά οδηγούν, το 1948, στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Ινδίας. Και πάλι δεν αναλαμβάνει κανένα αξίωμα. Αλλά, είναι ο αναμφισβήτητος εθνικός ηγέτης της, ελεύθερης πια, πατρίδας του.
Στις 30 Ιανουαρίου 1948, ο φανατικός Ινδουιστής, Νατουάρ Βιναγιάγκ Γκοντσέ, δολοφονεί το «Μαχάτμα» στη Βομβάη, ενώ πήγαινε να κάνει τη βραδινή προσευχή του.




Ο Γκάντι, στις οθόνες


Σκηνή από την ταινία «Γκάντι»:
Ο «Μαχάτμα», με το αδράχτι του. Είναι το σύμβολο της ειρηνικής του επανάστασης.

Ο Γκάντι δε δικαιώθηκε μόνο από την Ιστορία. Δικαιώθηκε και από τον κινηματογράφο. Ο βετεράνος Άγγλος σκηνοθέτης, Ριτσαρντ Αττένμπορω, καταπιάστηκε μ' αυτή τη γιγαντιαία προσωπικότητα και έδωσε στην κυριολεξία το «είναι» του, για να τα βγάλει πέρα μαζί της με μια επική ταινία.
Σκηνές πλήθους, αναπαράσταση της μεγάλης πορείας προς τη θάλασσα, η φοβερή σφαγή στο Αρμιτσάρ, δόθηκαν, με τη γνώση και την ικανότητα του μεγάλου δημιουργού, που σέβεται τον όρο «έπος».
Εκεί που, όμως, πέτυχε πιο πολύ απ' όλα ο «Γκάντι» του Αττένμπορω, είναι στον ενσαρκωτή του. Ο Βρετανός μαιτρ έψαξε πολύ και κατέληξε σε ένα ηθοποιό του αγγλικού θεάτρου, κλασικού ρεπερτορίου, από μητέρα Ινδή, που τον Μπεν ΚΙνγκσλεϋ που έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο. σε ηλικία 39 χρόνων.


Ο «Γκάντι» βγήκε στις οθόνες Αμερικής και Αγγλίας, γύρω στα τέλη του 1982 και πριν σαρώσει τα Όσκαρ είχε ήδη πάρει και τα εξής βραβεία:
Από την Ένωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου (Λος Άντζελες) τις «Χρυσές Σφαίρες»: Καλύτερης ξένης παραγωγής, σκηνοθεσία, σεναρίου, ανδρικής ερμηνείας και πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού (τα δύο τελευταία στον πρωταγωνιστή Μπεν Κίνγκσλεϋ).
Από την Ένωση Κριτικών Νέας Υόρκης τα βραβεία: Καλύτερης ταινία και αντρικής ερμηνείας. Από το «National of Board of Review»: Καλύτερης ταινίας και αντρικής ερμηνείας.
Από την Ένωση Κριτικών Λος Άντζελες: Βραβείο Αντρικής ερμηνείας.

πηγή: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ


 Από άρθρο του Σπ. Θεοδωρόπουλου στον «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου