Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2016

Νίκου Αμμανίτη : Ο κόσμος άλλαξε, αλλάξαν οι καιροί...




ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ & ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ
μέσα στον χρόνο
Ο κόσμος άλλαξε, αλλάξαν οι καιροί...
Tου Νίκου Αμμανίτη
Δεκαεννιά κιόλας Δεκεμβρίου σήμερα, πράγμα που σημαίνει ότι πήραμε την τελευταία στροφή του δρόμου που οδηγεί «τσιφ» στα Χριστούγεννα. Ο ευλαβής και οστεώδης, ελληνικής καταγωγής, Άγιος Βασίλης, που κάθε χρόνο τέτοιες μέρες ξεκίναγε από τη μακρινή Καισάρεια φορτωμένος ένα τσουβάλι «μποναμάδες» για να χαρίσει τη χαρά και το όνειρο στους πιτσιρικάδες, δεν πρόκειται να ξαναρθεί. Ο Ρωμιός, βλέπεις, δεν τον καταδέχεται πια τον φτωχούλη, καθώς φαντάζει κουρελής και μπατίρης. Εμείς είμαστε Ευρωπαίοι, πολιτισμένοι και αξιοπρεπείς.
Τον πέταξαν λοιπόν με τις κλωτσιές έξω, κλείνοντάς του κατάμουτρα την πόρτα, και συμπλήρωσαν πως «για να νταραβεριστεί ένας άγιος με τα παιδιά μας πρέπει να είναι ανωτέρας τάξεως, φορτωμένος λεφτά και περγαμηνές», όπως είναι το σόι μας, να πούμε. Έτσι, ο δικός μας άγιος, που δέχονταν προσβολές συνέχεια, έριξε μια ξεγυρισμένη μούντζα κατά δω, γαρνιρισμένη μ’ ένα χορταστικό «βρε, δεν πάτε στον διάολο, τομάρια», και ο καλός Θεούλης, δείχνοντας θεϊκή κατανόηση, προσποιήθηκε πως δεν άκουσε τίποτα και δεν τον τιμώρησε για την ασεβή συμπεριφορά και φρασεολογία του.
Έτσι, νωρίς νωρίς, πριν καν αρχίσει η νηστεία της Σαρακοστής των Χριστουγέννων, που τηρούν με ευλάβεια οι υπέρβαροι, άρχισε, όπως εις τας Ευρώπας, η χριστουγεννιάτικη διακόσμηση των πόλεων. Στολίστηκαν με χιλιάδες λαμπιόνια οι δρόμοι, οι βιτρίνες, τα παράθυρα και τα μπαλκόνια των σπιτιών, που λαμπίριζαν μέρα και νύχτα δίνοντας την αίσθηση μιας μαγικής και ονειρώδους πολιτείας. Τα κλαδιά και τα δέντρα των δρόμων τυλίχτηκαν με φωτεινές γιρλάντες, κάποια εσοχή ενός μεγάρου χρησιμοποιήθηκε ως πηγή ενός παραμυθένιου καταρράκτη, μέχρι και σε κάποιο γραφικό ξωκλήσι επέδειξαν το ταλέντο τους οι διακοσμηταί, τονίζοντας το καμπαναριό με πολύχρωμα φωτάκια, ολόιδια με το καμπαρέ «Η τρελή πεταλουδίτσα».
Μόλις ολοκληρώθηκε ο στολισμός και έπεσαν οι μίζες, άρχισε να ξεχύνεται από παντού μια θορυβώδης και εκνευριστική μουσική που τρέλαινε τον κοσμάκη, ενώ άρχισαν να καταφθάνουν, ροδαλοί ροδαλοί, καλοζωισμένοι και παχουλούτσικοι, οι… «ευρωπαίοι» Αγιοβασίληδες. Ο ένας ήταν ο Pere Noel, o άλλος ήταν ο Santa Klaus και ένας πρώην σοβιετικός ήταν ο παππούς Χειμώνας. Χασκογελούσαν πίσω από τις κιτρινισμένες από νικοτίνη γενειάδες τους μ’ ένα ηλίθιο «Ηο Ηο Ηο» οι Αϊ-Βασίληδες, και οι κατακόκκινες ξεφτισμένες στολές τους δεν μαρτυρούσαν την ευγενική τους καταγωγή. Όσο για τον σκούφο τους, τον στόλιζαν με φωτάκια που ρυθμικά αναβόσβηναν. Ρεζιλίκια πράματα δηλαδή.
Έπιασαν αμέσως δουλειά όπου υπήρχαν άνθρωποι και μύριζε «ψητό» για κονόμα, την δε εικονογράφηση του εορταστικού ντεκόρ ολοκλήρωναν έλκηθρα, τάρανδοι και εικόνες με το καλύβι του αγίου στη μακρινή και χιονισμένη Φινλανδία, όπου πήγαιναν για προσωπική γνωριμία με τον άγιο αφελείς λεφτάδες.
Λιτός ως λαός οι Έλληνες. Λιτός και ο άγιος από την Καισάρεια. Μπορεί να βρωμοκόπαγαν τα χνώτα του σκόρδα, σουτζούκια, παστουρμάδες και όλα εκείνα τα εκλεπτυσμένα ανατολίτικα gourmet, όμως ήταν ένας και μοναδικός αξιοσέβαστος άγιος που τον λάτρευαν όλοι. Και τον περίμεναν όλοι, μικροί και μεγάλοι, να έρθει πριν αλλάξει ο χρόνος, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, και δρασκελίζοντας μέσα από την καπνισμένη καμινάδα, να φέρει σαν καλός ντελιβεράς το ποθούμενο δωράκι. Να αποθέσει τα πακέτα με τους μποναμάδες πλάι στο τζάκι, με τη γάτα που κοιμάται απολαμβάνοντας τη ζεστασιά, να αφήσει μισάνοιχτο το κουτί με το τρενάκι, για να ξεφωνίσει από τη χαρά του το παιδί, και την παρδαλή σακούλα με τους φιόγκους από παχιές μεταξωτές κορδέλες, που έχει μέσα της τις μάλλινες ζεστές παντόφλες, για να χαρεί και η κακομοίρα η γιαγιά. Αθόρυβα θα ερχόταν και θα έφευγε ο Άγιος Βασίλης, που ήρθε ποδαράτος από την Καισάρεια, γεμάτος σκόνη και τρισάθλιος, χωρίς να βρεθεί καμήλα να σκαρφαλώσει στην καμπούρα της…
Και ας υπάρχουν μερικές ρεαλίστριες δασκάλες στη στοιχειώδη εκπαίδευση που αγωνίζονται και πασχίζουν να πείσουν τα παιδιά πως «Άγιος Βασίλης δεν υπάρχει», πως οι γονιοί τους τα κοροϊδεύουνε και πως το μόνο που έχει νόημα στη ζωή είναι η πάλη των τάξεων. Και κάνουν λιώμα τις παιδικές ψυχούλες, στερώντας τες από φαντασία και όνειρα…
ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου