Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ



ΕΓΚΥΡΗ   ΕΡΜΗΝΕΙΑ   ΜΙΑΣ ΠΟΛΥ ΠΑΛΙΑΣ  ΤΕΧΝΗΣ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ
Μια αναδρομή στο παρελθόν και η παρουσίαση του χορού  από   κοινωνιολογικής  πλευράς
Γράφει ο Εμιλ Βυϊλλερμόζ
Είτε σαν θρησκευτική εκδήλωση είτε σαν εκδήλωση τέρψης, τέχνης και έρωτα, ο χορός είναι παλιός όσο ο κόσμος. Από άποψη κοινωνιολογική όσο και από πλευράς καλαισθησίας, προκάλεσε, από τα  πολύ παλιά χρόνια, τις σκέψεις των φιλοσόφων και των κριτικών.
Από την εξέλιξη λοιπόν της τέχνης της Τερψιχόρης ας σημειώσουμε τους πλέον ενδιαφέροντες σταθμούς, τις διάφορες μεταβατικές καταστάσεις της χορευτικής τέχνης, σε συσχετισμό προς την μεταβολή  των ηθών και γενικότερα των κοινωνιών. Η ιστορική αυτή αναδρομή — περισσότερο από κοινωνιολογικής πλευράς  παρά από καθαρά ιστορικής — οφείλεται στον κορυφαίο Γάλλο τεχνοκριτικό Εμιλ Βυϊλλερμόζ και δημοσιεύτηκε το 1946 στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ».
Ο χορός είναι κατά πάσα πιθανότητα ένας από τους πρώτους λυρικούς τρόπους εκδήλωσης εσωτερικών συναισθημάτων που εφεύρε η ανθρωπότητα. Από την λίθινη εποχή, οι άνθρωποι έδειξαν ότι διέγνωσαν κατά ενστικτώδη τρόπο την μυστηριώδη ηδονή του ρυθμού εκπεφρασμένου δια συμμετρικών  φθόγγων.


Η τήρηση του χρόνου διαμέσου  κτυπήματος του πέλματος επί του εδάφους, η κίνηση των βραχιόνων σύμφωνα με ένα ρυθμό, η συστολή και διαστολή των μυών σύμφωνα με μια προκαθορισμένη μετρική τεχνική και η περιστροφή του σώματος, φέρνει μπρός μας ένα διασκεδαστικό και διεγερτικό παιγνίδι για τον οργανισμό, ιδιαίτερα μάλιστα όταν η εκτέλεση όλων αυτών γίνεται από κοινού και ιδιαίτερα όταν αυξάνεται διαμέσου αυτών των ενεργειών ακόμη περισσότερο η απόλαυση.
Για να εκδηλωθεί η χαρά ή η υπερηφάνεια, για να επέλθει η διέγερση των πολεμικών  ενστίκτων, για να πανηγυριστεί μια νίκη, οι πρωτόγονοι άνθρωποι κατέφευγαν κατά κανόνα  στο ποδοκρότημα, στην κυκλική κίνηση, στην βουβή ομιλία του στέρνου, των βραχιόνων και των κνημών. Και ο πόνος ακόμη τους ενέπνευσε θλιβερούς χορούς, συγκινητικής υφής.
Ο ρυθμός  ενέχει μια εκστατική ισχύ και η επανάληψη του την αυξάνει χωρίς σταματημό. Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι δεν είναι η μουσική εκείνη η οποία γέννησε τον χορό, αλλά ότι εις αυτόν τον ίδιο οφείλεται αυτή η σταθερά μετρική και ρυθμική γραφή εκ της οποίας πήγασε η μουσική.
Σε οιανδήποτε εποχή του ανθρώπου και αν ανατρέξουμε, θα τον βρούμε να χορεύει για να εκφράσει την ψυχική του κατάσταση. Συνεπώς, η μελέτη των χορών δια μέσου των εποχών επιτρέπει την υπό συνθετική μορφή ανάπλαση της ιστορίας της ανθρωπότητας. Ήδη μπορεί να δημιουργηθεί μια ακριβής εικόνα του Μεσαίωνα διαμέσου της παρατήρησης των λαϊκών χορών κατά το μάλλον ή ήττον ιδιόμορφων, που εκφράζουν την χωρική ψυχή, και των στιλιζαρισμένων χορών που καλλιεργούντο στους φεουδαρχικούς  πύργους, χορών οι οποίοι λεγόντουσαν «υψηλοί» και αποτελούντο από τα άλματα, τους ακροβατικούς πήδους και τους χονδροειδείς μορφασμούς  και των χορών που λεγόντουσαν «χαμηλοί» και αποτελούντο από συρτά βήματα και ηπιότερες κινήσεις.


Οι μεταπτώσεις, η εξέλιξη της κοινωνίας αποκαλύπτονται καθαρά  από τους διαφόρους τρόπους χορού, στροφών υποκλίσεων, ψηλαφήσεων ή στήριξης από την έξαρση της αρχής της αυταρχικότητας ή την δίψα της ελευθερίας,  της   υποταγής  ή  της  απελευθέρωσης.
Από την εποχή του μεγάλου μεσαιωνικού συμβόλου, του «μακαβρίου χορού», τα άτομα και οι κοινωνίες δεν έπαυσαν να εκδηλώνουν διαμέσου του χορού τις σκέψεις τους, και τις ομαδικές απασχολήσεις τους. Ο κοινωνιολόγος που δεν θα γνώριζε σε πλήρη  έκταση και λεπτομερώς την ιστορία του χορού διαμέσου των αιώνων, θα πρόδιδε ασφαλώς την φιλοσοφική αποστολή του.
Καθρέπτης του πολιτεύματος και αντανάκλαση των ηθών, ο χορός, κάτω από όλες τις μορφές του, υπήρξε η σιωπηρή γλώσσα η οποία έδωσε την ευκαιρία στους προγόνους μας να εξωτερικεύσουν τα ομαδικά συναισθήματα των, την επικρατούσα κάθε φορά αντίληψη των του πολιτισμού και τον ιδιαίτερο τρόπο των να νοιώθουν την χαρά της ζωής.
Αλλά το αίσθημα το οποίο ο χορός εξέφραζε ανέκαθεν με απίστευτο πλούτο αποχρώσεων, είναι ο έρωτας! Και αυτό είναι φυσικό, αφού - εκτός σπανίων περιπτώσεων — είναι  η αποθέωση του ζεύγους.
Υπό μορφή ρυθμική, μετρημένη και στυλιζαρισμένη, η γυναίκα επιδεικνύει την χάριν της και ο άνδρας την δύναμή του, μέσα σε μια αρμονία κινήσεων και ένα συγχρονισμό, που υπογραμμίζει την τρυφερή συμφωνία των  δυο  εκτελεστών.
Σε όλες τις εποχές ο χορός δεν υπήρξε παρά ένας ανταγωνισμός στην επίδειξη κοκεταρίας, ένα σύστημα επαφής, μια μέθοδος διακριτικού έρωτα, υπονοουμένης και τάχα επικριτικής άρνησης, πού παρουσιάζει με ιδιαίτερη χάρη αναρίθμητες παραλλαγές πάνω στο θέμα της περίπτυξης.


Η υπόκλιση, το άπλωμα του βραχίονα, η απομάκρυνση, το ξαναπλησίασμα, το κράτημα με τα χέρια, οι εναλλαγές σεβασμού και θάρρους, σεμνοτυφίας και εγκατάλειψης, τρυφερότητας και   αδιαφορίας, αυτά   ανέκαθεν ικανοποιούσαν  τους   χορευτές.
Τίποτε δεν είναι τόσον διδακτικό όσο η μελέτη της εξέλιξης της ερωτικής στρατηγικής διαμέσου  του χορού.
Η σειρά των λαϊκών χορευτικών βημάτων προδίδει με ειλικρίνεια και με σαφήνεια τα γούστα δύο νέων και υγιών πλασμάτων, που δεν αποκρύπτουν την δίψα τους για ηδονή. Ως και στα σαλόνια οι «βόλτες» εξέφραζαν κάποτε την ισχυρά γαλατική διάθεση των ευγενών.
Αργότερα, στους πύργους, ο κώδικας της καλής συμπεριφοράς έγινε αυστηρότερος. Τα μαθήματα αγάπης, που θεοποιούσαν  την γυναίκα, προσέδωσαν εις τους καβαλιέρους ένα αίσθημα σεβασμού. Αμέσως ο χορός προδίδει μιαν κάποια υπακοή. Βαθμιαία τα ζεύγη πλησιάζονται ολονέν φιλοφρονητικότερα και επισημότερα· χορεύουν χαμηλοβλέποντας, μόλις δε τα άκρα των δακτύλων τους έρχονται σε επαφή, πληθαίνουν τους χαιρετισμούς και τις υποκλίσεις, χωρίς να τολμούν να εναγκαλιστούν.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργηθήκαν οι κλασικοί χοροί του σαλονιού του 17ου και 18ου  αιώνα, στους οποίους είμαστε υποχρεωμένοι να διαπιστώσουμε κάποια θεατρική υποκρισία, εάν αναλογιστούμε την κατάπτωση των ηθών που βασίλευε στις Αυλές.
Η Γαλλική Επανάσταση εκκαθαρίζει βιαίως όλες αυτές τις υποκριτικές λεπτότητες και επιχειρεί να εισαγάγει κάποια μεγαλύτερη ειλικρίνεια στην αποθέωση του ανθρωπίνου ζεύγους.
Ήδη ο «τετράχορός» (κοντρντάνς) ήταν μια ειρωνεία και μια χονδροειδής αποτίναξη του ζυγού των αριστοκρατικών κανονων. Και να που ο μέγας ίλιγγος σε τρεις χρονους, το βάλς, δαμάζει όλες τις προκαταλήψεις και όλες τις τύψεις με την ηδυπαθή περιδίνηση.

Επιστροφή στην αλήθεια της φύσης. Εδώ τα ζεύγη, στενά αγκαλιασμένα αφήνονται στην μέθη του στροβιλισμού και της ταχύτητας με τους πλέον χαϊδευτικούς τόνους πού έχει ποτέ εφεύρει η μουσική. Αλλά η «μπουρζουαζία» δυσφορεί· δεν είναι δυνατό να βρεθεί μια κάπως ηρεμότερη χορογραφία γιά τις οικογενειακές συγκεντρώσεις οπού προλειαίνεται το έδαφος για τα συνοικέσια; Η «σωτηρία» προσφέρεται από την πολωνική «μαζούρκα», ενώ παράλληλα από την «ρεντοβα» και το «σκοτις» εκπηγάζει η πόλκα, μικροί χοροί ήσυχοι, των οποίων ο μεθοδικός σωφρονισμός κάνει να υποχωρούν τα όρια της πεζότητας προ του ρυθμού; Εφευρίσκεται η «μπερλίνα» και το «βήμα του πατινέρ» και καταλήγουμε σ’αυτό το αριστούργημα της αστικής τέχνης, στην «καντρίλλια των λογχοφόρων», η οποία με τα «ρετιρέ» της, το «μουλινέ» της και τις «επισκέψεις» της, αντιπροσωπεύει ένα είδος συμβολικής εμφάνισης των κοσμικών συνηθειών του τέλους του αιώνα που πέρασε.
Αιφνιδιαστική όσον και απρόβλεπτη υπήρξε η επίδραση των Αμερικανών χορευτών επί του παγκοσμίου χορού. Και το αξιοσημείωτο είναι ότι η «μόδα» αυτή του νέγρικου χορού αντέστη στην πάροδο του χρόνου, μέχρι σημείου ώστε να επικρατεί και σήμερα απόλυτα,   χωρίς   κανένα  συναγωνισμό.
Η διεθνής Έκθεσης των Παρισίων  το  1900 είχε δανειστή από τους μαύρους τους μορφασμούς του «κέϊκ ούώκ» και του «Τσάρλεστον». Αλλά αυτός ο εξωτισμός μας μετέφερε σε ρυθμούς    περισσότερο  σφικτούς.    Το    «ούαν στέπ», το «φοξτροτ», το «πάσο-ντόμπλε» η και τα μετέπειτα «μπη μποπ» «τσα-τσα-τσα» και «ροκ-εντ-ρολλ»  θα αποκαλύψουν στους ιστορικούς του μέλλοντος τις αθλητικές διαθέσεις των νέων του 20ου αιώνα.


Αυτοί οι χοροί τους οποίους ορισμένοι ηθικολόγοι έσπευσαν υπερβολικά και ανόητα να καταδικάσουν — είναι κατά βάθος ένας τρόπος έκφρασης, ένα μίγμα εκπληκτικής απλότητας και αφέλειας. Βεβαίως με αυτούς τους χορούς απέχουμε πολύ από την   αισθητική  μαγεία   του βαλς. Το μοντέρνο χορευτικό ζευγάρι φαίνεται σαν να υπακούει σε καθαρά γυμναστικές ροπές ή και σε στρατιωτικές εσωτερικές εντολές. Η γυναικεία κοκεταρία, οι ιπποτικές περιποιήσεις των καβαλιέρων, η ερωτική στρατηγική, τα προσχήματα, έχουν πλέον τελείως εξαφανιστεί. Στον χορό, όσο και στην ζωή ο άνδρας και η γυναίκα έχουν γίνει δύο φίλοι, δύο ισοδύναμοι, από την άποψη των δικαιωμάτων και της κοινωνικής αντιμετώπισης. Και τα δύο φύλα έχουν ίση ανάγκη εξωτερίκευσης των αθλητικών τάσεων τους και ο σημερινός χορός αποτελεί τον καθρέφτη των δυνατοτήτων του καθενός. Τίποτε δεν υπογραμμίζει περισσότερο την αισθηματική μόρφωση της μοντέρνας νεολαίας όσον η επίμονη επιτυχία αυτών των ζωηρών, θεληματικών, χορευτικών βημάτων, πού. στερούνται παντελώς ηδυπάθειας, φιληδονίας κα λαγνείας.



ΤΟ  ΤΑΝΓΚΟ
                 
Ακόμη και το «ταγκό», ο πλέον συναισθηματικός χορός σήμερα, αποτελεί, εξαιτίας της εξέλιξης του, μια απόδειξη της πραγματικότητας μας. Η Νότια Αμερική μας είχε αποστείλει κάτω απ’ αυτόν τον τίτλο μια θαρραλέα μέθοδο στυλιζαρισμένης εφαρμογής  της σαρκικής επαφής. Καμιά κοινωνική και τυπική εγκράτεια δεν υπήρχε σ’ αυτήν την θερμή ένωση δύο υπάκουων σωμάτων, πού ο χαϊδευτικός και παθητικός ήχος, ωσάν «χαμπονέρα» νανούριζε, λίκνιζε και αφήνιαζε τις διαθέσεις  και τις αισθήσεις τους.
Όλες οι «μελετημένες» πανουργίες, όλες οι ύπουλες ελευθεριότητες των παλαιών χορών κατέληγαν με το ταγκό σε ένα φανερό δοξασμό   της  εγκατάλειψης,   της   υποταγής.
Κάτω από αυτήν την μορφή εμφανίστηκε στην Ευρώπη ο ηδυπαθής αυτός χορός της Αργεντινής. Αυτό συνέβηκε προ του πολέμου. Μετά την πάροδο    δύο  ετών    το ταγκό των ευρωπαίων κατέστη    αγνώριστο. Η γενίκευση του φοξ-τροτ το είχε μεταβάλει άρδην. Ο τρυφερός ρυθμός, η λαγνεία της χαμπανέρας είχαν αποξηρανθεί και συσφιχτεί.
Τα ακορντεόν, τα σαξόφωνα βρήκαν τον τρόπο να υπογραμμίζουν, να «μαστιγώνουν» τους ρυθμούς. Αντί να λικνίζουν τους χορευτές, γαυγίζουν με φωνή ξερή και οργισμένη. Τα ζευγάρια παύουν να εγκαταλείπονται στην ερωτική μέθη.   Ευσυνείδητα και μεθοδικά, ανάλογα με την προσωπική τους ικανότητα,     εκτελούν τα  μάλλον    περίπλοκα βήματα, προσποιούνται μιαν παγερότητα, μιαν αξιοπρέπεια και ένα φλεγματισμό τελείως εκτός της ερωτικής τρυφερότητας... παράδοξα σημεία της    ευκολίας    των ερωτικών σχέσεων.


Fred Astaire and Eleanor Powell doing Begin The Beguine from The Broadway Melody of 1940.

 «ΜΠΙΓΚΙΝ»   ΚΑΙ   «ΡΟΥΜΠΑ»

Το «μπιγκιν» και η «ρουμπα», προδίδοντας ένα συγχρονισμό ύφους, ρυθμού και τεχνικής άφησαν χαραγμένα τα ταραχώδη ίχνη τους κατά την διάρκεια της αποικιακής έκθεσης των Παρισίων. Ένα νεαρό ζευγάρι από την Μαρτινίκα προσδίδει σε αυτούς τους κυματιστούς ρυθμούς παρθενικότητα και κομψότητα την οποίαν κανείς δεν υποπτευόταν.
Ο ένας απέναντι στον άλλο, χωρίς να τολμούν ούτε καν να αγγίξουν τα χέρια ο ένας του άλλου, ο χορευτής και η χορεύτρια, όταν δεν προέρχονται από καταγώγιο, εναρμονίζουν με λεπτότητα την συγκίνηση που τους δονεί και τα ρίγη τα οποία διατρέχουν τα σώματα τους κάτω από την επίδραση    του μορσικού ρυθμού, ανάλαφρου σαν αύρα.
Στην Ευρώπη η πραγματική αυτή τέχνη κατέστη μια μάλλον πτωχή διασκέδαση, αποτελούμενη απ όκωμικές άτακτες κινήσεις,   ξεγοφιάσματα και χονδροειδείς εξαρθρώσεις. Και αυτό είναι φυσικό· διότι οι χοροί  αυτοί  των Αντιλλών  δεν μπορούν ν'  αποτελέσουν είδος εξαγωγής.   Η  μυϊκή εκπαίδευση  των κατοίκων των Αντιλλών φέρνει τους Ευρωπαίους σε κατώτερη από αυτούς μοίρα. Υστερούν κατά τον ίδιο τρόπο που υστερούσαν προ της μηχανικής τεχνικής της «τζαζ» της οποίας όμως, το ευφυές λεξιλόγιο οι νέγροι  έξ  ενστίκτου γνωρίζουν. 


Κλείνοντας την αναδρομή μας στον χορό μέχρι και λίγο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αναρωτιόμαστε. Πόσος δρόμος έχει διανυθεί από το σημείο από το οποίο ξεκίνησε ο πολιτισμός μας! Πόσο εύγλωτη είναι η σύνοψη της κοινωνικής εξελίξης μας! Πόση πληθώρα ανθρωπίνων   στοιχείων   σπανίας   άξιας!
Οι ηθικολόγοι πού καταδικάζουν τον χορό σαν μια παιδική και ασήμαντη διασκέδαση, όπου προσέχουν μόνο τα σεξουαλικά φαινόμενά του χωρίς να εμβαθύνουν στα ψυχικά κίνητρα,  δεν  φαίνεται  να υποπτεύονται την φιλοσοφική σημασία αυτής της ενστικτώδους γλώσσας, η οποία τόσο παραστατικά αποδίδει το πνεύμα μιας εποχής, το πνεύμα μιας φυλής! Ο χορός είναι ·μια ομολογία. Ο χορός είναι μια εξομολόγηση. Όλοι όσοι γνωρίζουν να διαβάζουν την ιστορία του, όσοι αντιλαμβάνονται την γλώσσα του. διδάσκονται από τας παραστάσεις του τα φαινόμενα της ανθρώπινης κοινωνίας, ανακαλύπτουν άγνωστα και τόσον ενδιαφέροντα στοιχεία πού συνθέτουν την ανθρώπινη ψυχη.
Τα ιερογλυφικά σχήματα πού χαράσσουν πάνω στο έδαφος τα βήματα   των ζευγαριών,  όταν υπακούουν στις προσταγές του ρυθμού, σημαίνουν την ιστορία, της αρχαιότητας, του Μεσαίωνας,     της Αναγέννησης, της  σημερινής εποχής, του μέλλοντος... Είτε οφείλονται σε μπότες, είτε σε σκαρπίνια, είτε σε γυμνά πόδια,  είτε χαράσσονται  πάνω στο χώμα, είτε πάνω σε παρκέ, τα σημάδια αυτά είναι αμιγώς ανθρώπινα, είναι η αντανάκλαση του πνεύματος του εκτελεστού των.  Ο   άνθρωπος  ζει, σκέπτεται,  μεταβάλλεται,  εξελίσσεται. Ο χορός  κινεί, δονεί,   απηχεί τα πλέον ενδόμυχα αισθήματα και  διέρχεται    τα     στάδια    της    ιστορίας της ανθρωπότητας με απόλυτη προσαρμογή στα  εξωτερικά και   τα εσωτερικά φαινόμενα. Εφήμερος στην μόδα όπως μια ακτίνα του ηλίου,  έχει την  μοίρα της μαριονέτας. η οποία στα θέατρα του κόσμου κάμνει τρία βήματα, μερικές περιστροφές και   παρέρχεται...
ΕΜΙΛ ΒΥΪΛΕΡΜΟΖ 1946

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου