Σάββατο 3 Μαρτίου 2018

Η ΑΘΗΝΑ ΣΤΟΝ ΝΕΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ




 Η ΑΘΗΝΑ ΣΤΟΝ ΝΕΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ

ΟΤΑΝ Η ΠΟΛΗ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΙ

Καθώς το ελληνικό σινεμά σταδιακά αναγεννήθηκε στη διάρκεια της τελευταίας 20ετίας, μαζί του ξεκίνησε και μια διαδικασία εξερεύνησης του αστικού τοπίου. Η πόλη ως αφηγηματικό στοιχείο δεν χάνει ποτέ τη δύναμη της, γιατί πάνω στα σημάδια της αποτυπώνεται η όποια κοινωνική εξέλιξη.

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΗ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

Το GREEK WEIRD CINEMA που ταξίδεψε μετά βαΐων και κλάδων στο διεθνές φεστιβαλικό στερέωμα, ανάγοντας τα σύγχρονα άγχη σε σύμβολα συναισθηματικής αποστασιοποίησης, μπορεί να εμφανίστηκε στα τέλη των ‘00s, όμως αν θέλαμε να οριοθετήσουμε ευρύτερα ένα σημερινό, νέο ελληνικό σινεμά του 21ου αιώνα, υποθέτω πως μάλλον θα ανατρέχαμε στο πρώιμο έργο του Κωνσταντίνου Γιάνναρη και πιο συγκεκριμένα στο «Από την άκρη της πόλης» του 1998. όπου η πόλη και οι περιοχές της αποκτούν ταξική σηματοδότηση καθώς μια παρέα Ρωσοπόντιων ζει στο Μενίδι, κάνει βόλτες στο κέντρο, επισκέπτεται αστούς φίλους στα προάστια, βόρεια και νότια. Η ταινία κλείνει φέτος 20 χρόνια - δυο δεκαετίες είναι μεγάλο διάστημα για μια περίοδο, ειδικά αν μέσα της περικλείει μια κρίση που καθόρισε γενιές και σχημάτισε συνειδήσεις. Όμως καθώς το ελληνικό σινεμά σταδιακά αναγεννήθηκε στη διάρκεια αυτής της 20ετίας, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε το πώς αυτό συνέβη παράλληλα με μια διαρκή εξερεύνηση της πόλης, του αστικού τοπίου, όχι μόνο ως άψυχου σκηνικού σε κάποιο «α, αυτός είναι ο δρόμος που συχνάζω!» επίπεδο, μα ως ζωντανού οργανισμού με δική του κοινωνική ηθική, με ιδεολογία, με αισθητική. 


Τα επόμενα χρόνια, νέοι αλλά και βετεράνοι κινηματογραφιστές επιχείρησαν να τοποθετήσουν ιστορίες έρωτα ή/και επιβίωσης στην πόλη, με ταινίες σαν τα «Φτηνά τσιγάρα» του Ρένου Χαραλαμπίδη (με ένα ζευγάρι που περπατά στην πόλη κατά τη διάρκεια μιας νύχτας), το «Κλαις,» του Αλέξανδρου Βούλγαρη (ένα «παζλ χαρακτήρων στην πόλη»), ακόμα και το lo-fi «Πες στη μορφίνη ακόμα την ψάχνω» του Γιάννη Φάγκρα, φτάνοντας μέχρι στο σήμερα και το ρομαντικό φιλμ πόλης «Οντως φιλιούνται;» του Γιάννη Κορρέ. Κι από την άλλη, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος ολοκληρώνει μία από τις καλύτερες ταινίες των τελευταίων χρόνων της καριέρας του με το «Delivery», όπου ένας διανομέας διασχίζει την Αθήνα ερχόμενος σε επαφή με τους περιθωριακούς ήρωες της.
Η πόλη ως αφηγηματικό στοιχείο δεν χάνει ποτέ τη δύναμη της, αφενός γιατί προσφέρει άμεση δυνατότητα σκιαγράφησης χαρακτήρων (βάσει του πώς αλληλεπιδρούν εντός της πόλης αλλά και με αυτήν), αφετέρου γιατί πάνω στα σημάδια της αποτυπώνεται η όποια κοινωνική εξέλιξη. Έχει ενδιαφέρον, ας πούμε, πώς η Αθήνα της κρίσης πασχίζει να συνυπάρξει με μια πιο γραφικά παραμυθένια εικόνα της πόλης του «παλιού ελληνικού σινεμά» στο «Αν...» του Παπακαλιάτη, ο οποίος στην αμέσως επόμενη ταινία του κιόλας, το «Ένας άλλος κόσμος», δίνει ολόκληρη την πρώτη πράξη της σπονδυλωτής ιστορίας του σε ένα σκηνικό προσφύγων.
Η ΔΥΝΑΜΗ

Το 2011 ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος μαζί με τον Γιαν Φόγκελ γυρίζουν το Wasted Youth», μία από τις πιο αγνά urban ταινίες της περιόδου (όπως και άμεση αντίδραση στη δολοφονία Γρηγορόπουλου, που δεν θα μπορούσε παρά να είναι 100% ταινία πόλης), με μια παρέα παιδιών που απλώς υπάρχουν στους δρόμους της πόλης αλλά και μακριά από αυτήν, την ώρα που η κρίση βράζει. Στην «Ακαδημία Πλάτωνος» του Φίλιππου Τσίτου ένας ψιλικατζής μαθαίνει πως είναι αδερφός με έναν Αλβανό, στην «Πλατεία Αμερικής» ο Γιάννης Σακαρίδης παρακολουθεί κομμάτια από τις ζωές των κατοίκων μιας πολυκατοικίας στο κέντρο της πόλης, ενώ στην αριστουργηματική «Στρέλλα» του Πάνου Κούτρα ένα ζευγάρι ανθρώπων αναζητά επαφή και ταυτότητα μέσα σε μια πόλη που κι η ίδια, βρίσκεται σε κατάσταση αλλαγής.


Ενδιαφέρον παρουσιάζει ακόμα η Αθήνα μέσα από τη ματιά ενός στοιχείου φαντασιακού ή ταινίας είδους. Στο θαυμάσιο νουάρ «Τετάρτη 4:45» του Αλέξη Αλεξίου, ο Στέλιος Μάινας διασχίζει την πόλη σαν σε γουέστερν επιβίωσης, ψάχνοντας να βρει τα λεφτά που χρωστάει σε έναν Ρουμάνο γκάνγκστερ. Στην «Νορβηγία» του Γιάννη Βεσλεμέ, καθετί οικείο από την Αθήνα (από παλιά σινεμά μέχρι θρυλικές ντίσκο) περνά μέσα από το φίλτρο της ταινίας και μετασχηματίζεται σε '80s urban ντεκόρ μιας Αθήνας ενός παράλληλου ίσως κόσμου. Ο «Γιος της Σοφίας» της Ελίνας Ψύκου φλερτάρει με το (Ολυμπιακό) παραμύθι έχοντας πρώτα χτίσει τα θεμέλια της ιστορίας επανένωσης ενός ανήλικου μετανάστη με τη μητέρα του μέσα από μια διαδρομή στην πόλη το καλοκαίρι του 2004. Ενώ χρόνια νωρίτερα, ο Άγγελος Φραντζής διηγείται μια ονειρική νύχτα στην Αθήνα με το «Όνειρο του σκύλου».
Η πόλη τέλος μπορεί να λειτουργεί ως σκηνικό ακόμα και με την απουσία της, καθώς η εστίαση σε έναν συγκεκριμένο, αδιαπραγμάτευτα αστικό χώρο αποτυπώνει απόγνωση και αποσύνθεση σχεδόν συνεκδοχικά. Τι ενώνει, ας πούμε, το «Σπιρτόκουτο» του Γιάννη Οικονομίδη και το «Ρηγκ» της Σοφίας Εξάρχου; Το πρώτο διαδραματίζεται εξ ολοκλήρου μέσα σε ένα διαμέρισμα με την οικογένεια σε πόλεμο. Το δεύτερο -αυτό κι αν αποτελεί θρίαμβο του αστικού συμβολισμού- στα απομεινάρια των εγκαταλειμμένων Ολυμπιακών ακινήτων, με μια παρέα αγοριών να παίζουν τα δικά τους αθλήματα, χωρίς σκοπό, χωρίς κατεύθυνση.
Η Αθήνα είναι οι δρόμοι της, είναι η νύχτα της, είναι τα μικροαστικά της διαμερίσματα, είναι η εγκατάλειψη και η φθορά μιας λάμψης που πέρασε, αφήνοντας πίσω τους κατοίκους σε αναζήτηση ταυτό.
ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Σκηνές από τις ταινίες «Από την άκρη της πόλης», «Φθηνά τσιγάρα» και «Delivery».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου