Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018

ΚΙΟΥΡΙ : Η αποκορύφωση της δόξας και το τέλος (τελευταίο)





ΚΙΟΥΡΙ : Η αποκορύφωση της δόξας και το τέλος

ΤΗΣ ΕΥΑΣ ΚΙΟΥΡΙ






Επιτυχίες και δοκιμασίες

Η φυσικός που φτάνει τα πρωινά στο εργαστήριο της οδού Κυβιέ είναι τρομερά ωχρή, πολύ λεπτή, το πρόσωπο της έχει αρχίσει να ρυτιδώνεται και τα μαλλιά της, ξανθά άλλοτε, έχουν τώρα αρχίσει να παίρνουν χρώμα γκρίζο. Πιάνει από μια κρεμάστρα μια χοντρή μπλούζα, που σκεπάζει το μαύρο της φουστάνι, και πέφτει στη δουλειά.
Καθηγήτρια, ερευνήτρια, διευθύντρια  του   εργαστηρίου,  η  Μαντάμ Κιουρί δουλεύει πάντα το ίδιο εντατικά. Είναι η πρώτη - και η μόνη ως τώρα - που διδάσκει ραδιενέργεια στην Σορβόννη, όπου, από το 1908 είναι «τακτική» καθηγήτρια. Στα 1920 δημοσιεύει μια Πραγματεία περί Ραδιενέργειας που πιάνει 971 σελίδες. Κι ωστόσο, όλες αυτές οι σελίδες με δυσκολία χωρούν τις γνώσεις που εντάχθηκαν σ' αυτόν τον επιστημονικό τομέα απ' την ημέρα - πόσο κοντινή ! - που οι δύο Κιουρί ανακοίνωσαν επίσημα την ανακάλυψη του ραδίου.
Η προσωπική φήμη της Μαντάμ Κιουρί μεγαλώνει τώρα και απλώνεται σαν μια ρουκέτα που σκάει ψηλά. Τα τιμητικά διπλώματα και οι διακρίσεις φτάνουν κατά δεκάδες από τις ξένες Ακαδημίες. Και μ' όλο που η Γαλλική Ακαδημία Επιστημών δεν της κάνει την τιμή να την περιλάβει στα μέλη της - η Μαρί χάνει την εκλογή για μια μόνη ψήφο - η Σουηδία της απονέμει το βραβείο Νόμπελ της Χημείας του 1911. Καμιά άλλη γυναίκα, μα ούτε και κανένας άντρας, δεν κρίθηκε ποτέ άξιος αυτής της τιμής δύο φορές!
Η Μαρί παίρνει μαζί της, στην Σουηδία, και την μεγαλύτερη απ' τις κόρες της, την Ειρήνη. Το κοριτσάκι παρακολουθεί κι αυτό την πανηγυρική συνεδρίαση. Στην ίδια ετούτη αίθουσα, ύστερα από εικοσιτέσσερα χρόνια, μέλλει να της απονεμηθεί το ίδιο βραβείο.
Πριν μπω στο θέμα της σημερινής μου διάλεξης, λέει στην αρχή της ομιλίας της η Μαρί, οφείλω να υπενθυμίσω ότι και το ράδιο και το πολώνιο τ' ανακαλύψαμε μαζί ο Πιέρ Κιουρί κι εγώ. Στο χώρο της ραδιενέργειας, βασικές μελέτες τις χρωστάμε επίσης στον Πιέρ Κιουρί. Έχω επομένως την πεποίθηση ότι διερμηνεύω σωστά τη σκέψη της Ακαδημίας των Επιστημών, πιστεύοντας πως η μεγάλη αυτή τιμή που μου κάνει αφορά το κοινό έργο του συζύγου μου και το δικό μου, και πως αποτελεί τιμή και στη μνήμη του Πιέρ Κιουρί.


Μαζί, η Σορβόννη και το Ινστιτούτο Παστέρ,  ιδρύουν το Ινστιτούτο Ραδίου, το οποίο περιλαμβάνει δύο τμήματα: Το Εργαστήριο Ραδιενέργειας, που η διεύθυνση του ανατίθεται στην Μαρί Κιουρί, και ένα Εργαστήριο βιολογικών Ερευνών και μελέτης της  θεραπευτικής  αγωγής του καρκίνου, που διευθυντής του είναι    ένας    κορυφαίος    φυσικός. Ενάντια στη συμβουλή των δικών της, η Μαρί δωρίζει στο Εργαστήριο Ραδιενέργειας το πρώτο εκείνο γραμμάριο ραδίου που αυτή κι ο Πιέρ είχαν βγάλει με τα ίδια τους τα χέρια, και που τώρα αξίζει πάνω από ένα εκατομμύριο χρυσά φράγκα. Μα αυτό το Εργαστήριο, μέχρι το τέλος της ζωής της, θα είναι για τη Μαρί το επίκεντρο όλης της ύπαρξης της.
Με το ξέσπασμα του πολέμου, η Μαρί μπαίνει ολόψυχα στην υπηρεσία της δεύτερης πατρίδας της. Ανακαλύπτοντας πως τα γαλλικά νοσοκομεία δεν έχουν κατάλληλο εξοπλισμό οι ακτίνες Χ, ώστε να είναι σε θέση να εντοπίζουν τις σφαίρες και τα θραύσματα των οβίδων στα κορμιά των πληγωμένων, ξεκαθαρίζει αμέσως μέσα στο μυαλό της σε ποιο τομέα πρέπει να δράσει: Εκείνο που χρειάζεται είναι να δημιουργηθούν το ταχύτερο πολλά κέντρα ακτινοσκόπησης! Φέρνει γύρω τα εργοστάσια κατασκευής και τα πανεπιστημιακά εργαστήρια, συγκεντρώνει όλα τα μηχανήματα ακτινών Χ που είναι κατάλληλα για χρήση, και τα μοιράζει στα νοσοκομεία κοντά στο Παρίσι. Για τον χειρισμό τους «επιστρατεύονται» καθηγητές, μηχανικοί και άλλοι επιστήμονες.
Στην περιοχή του μετώπου, όμως, τι θα γίνει; Με χρήματα που της δίνει η Ένωση Γυναικών Γαλλίας, η Μαρί δημιουργεί για εκεί το πρώτο «ραδιολογικό  αυτοκίνητο».  Είναι  ένα όχημα μέσα στο οποίο τοποθετεί μια συσκευή ακτινών Ραίντγκεν κι ένα δυναμό, που δουλεύει χάρη στη σύνδεση του με τη μηχανή του αυτοκινήτου. Η πλήρης αυτή κινητή μονάδα τρέχει από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, από τον Αύγουστο του 1914 και πέρα, κι είναι η μοναδική που υπάρχει για να καλύψει τις ανάγκες στη μάχη του Μάρνη.
Αργότερα, κάμποσα ακόμα τέτοια αυτοκίνητα - που θα τους δοθεί το παρατσούκλι «μικρά Κιουρί» - θα εξοπλιστούν  από την Μαρί,  ένα ένα. Γκρινιάζει συνέχεια στους βραδυκίνητους αρμόδιους, απαιτεί άδειες διόδου, ζητάει επιτάξεις, μέχρι που οι κινητές μονάδες φτάνουν τις είκοσι. Σε μία απ' αυτές, που εξυπηρετεί το μέτωπο, δουλεύει συχνά και η ίδια. Χώρια απ' όλα αυτά, η Μαρί φροντίζει να γίνουν και 200 αίθουσες ακτινοσκόπησης. Ο συνολικός αριθμός των τραυματιών που περνά τελικά για εξέταση από τις 220 κινητές και, ακίνητες μονάδες ακτινών Χ, ξεπερνά το ένα εκατομμύριο.
Την Μαρί Κιουρί δεν την ενδιαφέρουν οι ανέσεις, που δεν υπάρχουν. Ούτε ζητάει καμία ιδιαίτερη μεταχείριση όσο κάνει αυτή τη δουλειά. Δεν μιλάει μήτε για κούραση, μήτε για τη φοβερή επίδραση που έχουν επάνω της οι ακτίνες Ραίντγκεν, μήτε για τον κίνδυνο του θανάτου που την παραμονεύει μέσα στη φωτιά της μάχης. Για τις εξαιρετικές υπηρεσίες της στη διάρκεια του πολέμου δεν της γίνεται καμία αναγνώριση. Μα δεν τη νοιάζει. Εκείνη ξέρει πως υπηρέτησε την Γαλλία όσο καλύτερα μπορούσε.
Αμερική


 Η Μαρί Κιουρί στα σκαλιά του Λευκού Οίκου συνοδευόμνη από τον αμερικανό πρόεδρο Χαρντινγκ

Το 1920 οι γυναίκες της Αμερικής συγκεντρώνουν ένα ποσόν 100.000 δολαρίων για ν' αγοράσουν ένα γραμμάριο ραδίου και να το χαρίσουν στη Μαρί Κιουρί. Σαν αντάλλαγμα, της ζητάνε να τις επισκεφτεί στη χώρα τους.
Η Μαρί διστάζει. Συγκινημένη όμως από τη θαυμαστή τους γενναιοδωρία, δαμάζει το φόβο της και αποδέχεται, για πρώτη φορά στα 54 της χρόνια, τις υποχρεώσεις ενός μεγάλου, επίσημου ταξιδιού.
Στην αποβάθρα της Νέας Υόρκης, ένα τεράστιο πλήθος περιμένει την άφιξη της επί πέντε ώρες. Απ' τη στιγμή που θα πατήσει το πόδι της σ' αυτή τη χώρα, γίνεται φανερό πόσα πολλά σημαίνει η συνεσταλμένη αυτή γυναίκα για τον κόσμο εκεί. Πριν καν την γνωρίσουν, οι Αμερικανοί την αγκαλιάζουν με μιαν αφοσίωση σχεδόν θρησκευτική. Και τώρα πια, που βρίσκεται ανάμεσα τους, η λατρεία κι ο σεβασμός που της δείχνουν είναι χωρίς όρια.
Πάνω στο πιο ψηλό κατάστρωμα του πλοίου, έχουν εγκαταστήσει την Μαρί σε μια πολυθρόνα. Της έχουν βγάλει το καπέλο που φορούσε, της έχουν πάρει την τσάντα της. «Κυρία Κιουρί, προς τα εδώ κοιτάξτε! Λίγο πιο δεξιά το κεφάλι σας...Λίγο πιο ψηλά... Από δω: Από δω!» Σχηματίζοντας ένα μισοφέγγαρο γύρω της, σαράντα φωτογραφικές και κινηματογραφικές μηχανές έχουν όλες τους για στόχο το κουρασμένο, σαστισμένο πρόσωπο της.
Δεν υπήρξε αμερικάνικο πανεπιστήμιο που να μην προσκάλεσε την Μαντάμ Κιουρί να το επισκεφτεί. Παντού την περίμεναν μετάλλια, τιμητικοί τίτλοι, και διπλώματα. Ο φοβερός θόρυβος, όμως, και οι ζητωκραυγές τη σαστίζουν. Τα αναρίθμητα μάτια που καρφώνονται πάνω της τη φοβίζουν. Το ίδιο και οι άνθρωποι που σπρώχνονται άγρια για να καταφέρουν να τη δουν. Έχει έναν αόριστο τρόμο, μήπως μέσα σ' αυτή την άγρια δίνη, κάποια φορά, τη συνθλίψουν. Σε κάποια στιγμή νιώθει τόσο εξαντλημένη, που δεν μπορεί να συνεχίσει το ταξίδι της και, ακολουθώντας τη συμβουλή των γιατρών της, επιστρέφει στη Γαλλία.
Είναι αλήθεια πως η Μαρί ήταν κατάκοπη, μα και πολύ ευχαριστημένη. Ακόμα και ταμπουρωμένη πίσω απ' την πιο πεισματάρικη μετριοφροσύνη της, δεν μπορούσε να μην παραδεχτεί ότι η προσωπική της επιτυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες είχε σταθεί τεράστια, κι ότι είχε κατακτήσει τις καρδιές εκατομμυρίων Αμερικανών.
Πιστεύω πως το ταξίδι της στην Αμερική ήταν για τη μητέρα μου ένα δίδαγμα: την έκανε να καταλάβει ότι η ηθελημένη απομόνωση της ήταν παράδοξη. Σαν ερευνήτρια, θα μπορούσε ν' αποκόψει τον εαυτό της από το ρεύμα του αιώνα μας και να συγκεντρωθεί, αποκλειστικά και ολοκληρωτικά, στη δουλειά της. Αλλά η Μαντάμ Κιουρί, στην ηλικία των 55 χρόνων, ήταν κάτι περισσότερο από μια ερευνήτρια: το κύρος του ονόματος της ήταν τέτοιο που και με την απλή παρουσία της και μόνο είχε τη δύναμη να εξασφαλίσει την επιτυχία κάποιου σχεδίου ή σκοπού, τον οποίο κι η ίδια θεωρούσε σημαντικό. Έτσι, από δω και πέρα, θα φύλαγε πια μια θέση στη ζωή της για την εκπλήρωση τέτοιων αποστολών.
Τα ταξίδια της, τώρα πια, είναι λίγο πολύ όμοια. Επιστημονικά συνέδρια, διαλέξεις, πανεπιστημιακές τελετές και επισκέψεις σε εργαστήρια, φέρνουν την Μαντάμ Κιουρί σε πολλές πρωτεύουσες. Παντού την τιμούν και την επευφημούν. Κι εκείνη προσπαθεί να φανεί, όσο το μπορεί, χρήσιμη. Πολύ συχνά, εντούτοις, έχει να παλέψει με την αβέβαιη υγεία της.


Με λαϊκό έρανο, η Βαρσοβία καταφέρνει να χτίσει ένα ινστιτούτο ραδίου - το Ινστιτούτο Μαρί Σκλοντόφσκα Κιουρί - και οι γυναίκες της Αμερικής κάνουν πάλι το θαύμα τους, μαζεύοντας τα απαραίτητα χρήματα για την αγορά ενός γραμμαρίου ραδίου γι' αυτό το ινστιτούτο. Είναι το δεύτερο γραμμάριο ράδιο που η Αμερική δίνει στην Μαρί. Στα 1929 επαναλαμβάνονται τα γεγονότα του 1921: τον Οκτώβρη η Μαρί παίρνει πάλι το πλοίο για την Νέα Υόρκη, για να ευχαριστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες στο όνομα της Πολωνίας. Τούτη τη φορά την φιλοξενεί ο πρόεδρος Χούβερ και η Μαρί μένει στον Λευκό Οίκο για κάμποσες μέρες.
Στο βάθος, δεν έχει αλλάξει καθόλου. Ο φόβος που της προκαλούν τα πλήθη είναι πάντα ο ίδιος, η αθεράπευτη αποστροφή της προς την ματαιοδοξία, η ίδια κι αυτή. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της, η Μαρί δεν τα καταφέρνει να υπογράψει συνθήκη ειρήνης με τη δόξα. Στη δική της καρδιά, την πρώτη θέση την έχει πάντα ο χώρος του εργαστηρίου - και οι νέοι επιστήμονες που τον γεμίζουν. «Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς το Εργαστήριο,» εξομολογείται κάποτε σ' ένα της γραφτό.
Για να καταλάβει κανείς τούτη την εξομολόγηση, θά 'πρεπε να έχει δει την Μαρί Κιουρί την ώρα της εργαστηριακής δουλειάς. Δεν ήταν ανάγκη να πρόκειται για κάποιο εντελώς εξαιρετικό πείραμα, για ν' απλωθεί στα χαρακτηριστικά της μια έκφραση θείας έκστασης... Αν τα κατάφερνε να φυσήξει το γυαλί σαν αληθινός καλλιτέχνης, αν κάποια μέτρηση είχε γίνει σωστά, αυτό έφτανε για να τη γεμίσει ανείπωτη χαρά. Κι όταν ένα πείραμα αποτύχαινε, θά 'λεγες πως την είχε χτυπήσει η μεγαλύτερη συμφορά: Καθισμένη σε μια καρέκλα, με τα χέρια σταυρωμένα, με τη ράχη της κυρτωμένη και τη ματιά της αδειανή, έμοιαζε με γριά χωρική που την είχε βουβάνει και συντρίψει κάποια αβάσταχτη θλίψη.

Το τέλος

Αχ. τι απέραντα κουρασμένη που είμαι!»
Σχεδόν δεν περνάει βραδιά που, με το πρόσωπο άσπρο, αδυνατισμένο και γερασμένο απ' το μόχθο, η Μαρί Κιουρί να μην ψιθυρίσει αυτές τις λέξεις. Μένει στο εργαστήριο ως τις επτάμισυ ή και τις οκτώ. Του κάκου τη μαλώνει η κόρη της, η Εύα: «Δουλεύεις υπερβολικά, μητέρα. Δεν είναι δυνατόν, δεν πρέπει στα εξηνταπέντε της να δουλεύει μια γυναίκα δώδεκα και δεκατέσσερις ώρες την ημέρα, σαν εσένα.»
Τις Δευτέρες και τις Τετάρτες, απ' το πρωί, η Μαρί έχει εκνευρισμό. Στις πέντε το απόγευμα πρέπει να διδάξει. Μόλις πάρει το πρωινό της, κλειδώνεται στο γραφείο της. Ετοιμάζει το μάθημα της. Είναι γεμάτη άγχος, με τα νεύρα τσιτωμένα, δεν μπορεί να την πλησιάσει άνθρωπος. Αν και καθηγήτρια 25 χρόνια, κάθε φορά που πρέπει να εμφανιστεί στο αμφιθέατρο, έχει τρακ.
Αυτά τα τόσο καρπερά χρόνια, ωστόσο, είναι και χρόνια ενός αγώνα τραγικού: Η Μαρί Κιουρί διατρέχει τον κίνδυνο να τυφλωθεί. Ο γιατρός της τής το λέει στα 1920. Εκείνη κρύβει την απελπισία της. Γράφει, όμως, στην αδελφή της:
Τα μάτια μου έχουν εξασθενίσει πολύ. Κι έχω στ' αυτιά ένα ασταμάτητο σχεδόν βουητό, πολύ δυνατό μερικές φορές. Είναι μεγάλη η ανησυχία μου, μήπως όλ' αυτά σταθούν εμπόδιο στη δουλειά μου ή την κάνουν ακόμη και αδύνατη. Δεν αποκλείεται να φταίει για τα βάσανα μου το ράδιο... Ποιος ξέρει. Κανείς δεν μπορεί να το πει με σιγουριά.
Τον Ιούλιο του 1923 στέλνει ένα γράμμα της  στην Εύα, πληροφορώντας την πως αποφάσισε να εγχειριστεί. Στην κλινική, αυτή την ακίνητη, τυφλή «Κυρία Καρρέ», η Εύα είναι αναγκασμένη να την ταΐζει με το κουταλάκι. Τον Μάρτη του 1924 της γίνονται άλλες δύο επεμβάσεις. Και το 1930, ακόμη μία -η τέταρτη. Χάρη σε γυαλιά με χοντρούς φακούς, η Μαρί καταφέρνει τελικά να βλέπει σχεδόν κανονικά. Βγαίνει απ' το σκοτάδι που την τυλίγει και βρίσκει πάλι όσο φως της είναι απαραίτητο για να συνεχίσει να εργάζεται.
Μέχρι το τέλος της ζωής της, η Μαρί εξακολούθησε να δουλεύει με μια παράξενη βιάση - και, όπως πάντα, με μια μοναδική αφροσύνη σ' ό,τι αφορούσε τον εαυτό της. Η ίδια περιφρονούσε τις προφυλάξεις που με τόση αυστηρότητα επέβαλλε στους μαθητές της: να χειρίζονται τους σωλήνες που περιείχαν ραδιενεργά σώματα με τσιμπίδες, να μην πιάνουν ποτέ σωλήνες «γυμνούς», να χρησιμοποιούν μολυβένια «θωράκιση» ενάντια στις βλαβερές ακτινοβολίες. Το μόνο που, μετά βίας, δεχόταν ήταν να υποβάλλεται στις εξετάσεις αίματος οι οποίες αποτελούσαν κανόνα στο Ινστιτούτο Ραδίου.
Η ανάλυση δείχνει πως το αίμα της δεν είναι φυσιολογικό. Ε, πώς να γίνει; Τριάντα πέντε χρόνια τώρα η Μαντάμ Κιουρί καταπιάνεται με το ράδιo, εισπνέει την εκπομπή του. Στα τέσσερα χρόνια που βάστηξε ο πόλεμος, ήταν εκτεθειμένη στην ακτινοβολία των συσκευών Ραίντγκεν που είναι ακόμη πιο επικίνδυνη. Αλλά, στο κάτω κάτω, μια μικρή αλλοίωση του αίματος, μερικά ενοχλητικά ή και οδυνηρά καψίματα στα χέρια, δεν είναι πια και τόσο σκληρή τιμωρία αν λογαριάσεις τους τόσους κινδύνους που πέρασε!
Δεν πολυδίνει προσοχή στον ελαφρό πυρετό που αρχίζει να τη βασανίζει. Το Μάη όμως του 1934, μια γρίπη τη ρίχνει στο κρεβάτι απ' όπου δεν μέλλει να ξανασηκωθεί.
Όταν, τέλος, η ρωμαλέα αυτή καρδιά σταματάει να χτυπά, έρχεται η ώρα για την ετυμηγορία της επιστήμης. Τα αφύσικα συμπτώματα, τα περίεργα αποτελέσματα των αναλύσεων αίματος - που δεν είχαν παρουσιαστεί ποτέ πριν, σε κανέναν -απαγγέλλουν το «κατηγορώ» στον αληθινό δολοφόνο: το ράδιο.
Μεσημέρι Παρασκευής, στις 6 Ιουλίου 1934, η Μαρί Κιουρί κλείνει τα μάτια της για πάντα. Ντυμένη ολόλευκα, με τραβηγμένα καταπίσω τα άσπρα της μαλλιά για ν' αφήνουν ελεύθερο το μεγάλο της μέτωπο, γαλήνια, σοβαρή και γεμάτη λεβεντιά σαν τους αλλοτινούς ιππότες, είναι τώρα ό,τι πιο ευγενικό και ωραίο γίνεται. Κι εκείνα τα τραχεία της χέρια, τα γεμάτα κάλους, σκληράδες και καψίματα απ' το ράδιο, είναι πια λευτερωμένα, λυμένα απ' τη συνηθισμένη τους σύσπαση.
Συντροφευμένη απ' τους δικούς της, τους φίλους της και τους συνεργάτες της που την αγάπησαν, παίρνει τη θέση της, στο κοιμητήρι του Σκω. Δίπλα στον Πιέρ.



Από το βιβλίο της Εύας Κιουρί με τίτλο MADAME CURIE


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου