Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018

Η Αθήνα του 1876 όπως την είδε Γάλλος περιηγητής



Το σπίτι    της   κόρης    των   Αθηνών,    από    τα   αρχοντικά της  εποχής, στην περιοχή του Ψυρρή (περιοδικό Θησαυρός 1976)




Η Αθήνα του 1876 όπως την είδε ένας Γάλλος περιηγητής

Ο Γάλλος δημοσιογράφος και πολιτικός  Μ. Α. Προύστ (1832-1905) που διέμεινε στην  Αθήνα πριν από ενάμισυ και αιώνα (1857—59) μας αφήκε εξαιρετικά ενδιαφέρουσες πληροφορίες και ωραίες εικόνες σχετικές με τη ζωή της Ελληνικής πρωτεύουσας των τελευταίων οθωνικών χρόνων. Ο ίδιος έγραψε επίσης το 1858 ένα βιβλίο για την Αθωνική Πολιτεία με τίτλο "Voyage au Mont Athos".

Édouard Manet : Antonin Proust (Wiki)

Ο Προύστ έφτασε στον Πειραιά, το βράδυ της 7ης Νοεμβρίου 1857 υστέρα από ένα τριήμερο θαλάσσιο ταξίδι πού είχε κάνει από τη Μεσσήνη της Σικελίας όπου είχε επιβιβαστεί σ' ένα ατμόπλοιο Γαλλικής εταιρείας πού εξασφάλιζε μαζί με τα Αυστριακά Λόϋδ τη συγκοινωνία μεταξύ δυτικής Μεσογείου και Ελλάδος. Αν και έφτασε νύχτα στον Πειραιά προτίμησε ν' ανέβη αμέσως στην Αθήνα, γιατί η σύσταση που του δόθηκε στο πλοίο ήταν «ν' αποφύγει τα ξενοδοχεία του Πειραιώς».
Μαζί μ' έναν άλλο συνταξιδιώτη του Άγγλο πήραν  από τον Πειραιά μόλις αποβιβάστηκαν ένα αμάξι λαντό, φαρδύ και απηρχαιωμένο με δύο μικρόσωμα άλογα πού παρά την εμφάνιση τους έτρεχαν καλά, αφήνοντας πίσω σύννεφα κονιορτού. Μέσα στο αμάξι έκτος από τους δυό ταξιδιώτες ο άμαξας είχε βάλει και όλες τις αποσκευές τους ώστε όταν προχώρησαν λίγο είχαν ανακατευθεί με το κούνημα του αμαξιού, άνθρωποι και βαλίτσες σ' ένα σωρό άσπρο από τη ακόνη   του   δρόμου.
Στο μέσον της οδού Πειραιώς, στάθηκαν σε κάτι παράγκες πού μόλις φωτίζονταν για να ξεκουραστούν τ'  άλογα.
Στις παράγκες τους πρόσφεραν ρακί και λουκούμι. Και ο δρόμος συνεχίστηκε προς την Αθήνα όπου έφτασαν ύστερα από δυό ώρες μετά την αναχώρηση τους από τον Πειραιά. 

Ο κεντρικός δρόμος που οδηγούσε στα καλύτερα εξοχικά σπίτια της Αθήνας.(Μηχανή του Χρόνου)
 
Ο Πούστ κατέλυσε στο ξενοδοχείο «Ανατολή» στην οδό Αιόλου, απέναντι από την Εθνική Τράπεζα. Προτίμησε το ξενοδοχείο αυτό μολονότι δεν ήταν από τα πρώτα της πρωτεύουσας γιατί έμενε στο ίδιο ένας Γάλλος φίλος του της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής ο Ντενουαγιέ. Ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου ήταν ο Γιάννης Αδαμόπουλος πού τον υποδέχτηκε καθισμένος στο μπάγκο του θυρωρείου πίσω από δύο μαρμάρινες κολώνες. Η φυσιογνωμία του κατά τον ταξιδιώτη μας θύμιζε γάτα Άγκυρας. Ο Προύστ ρώτησε τον ξενοδόχο αν ο φίλος του Ντενουαγίέ  ήταν  στα  δωμάτια  του.
—Όχι είναι στο θέατρο του είπε   ο   ξενοδόχος.
Και όταν ο Προύστ τον ξαναρώτησε σε ποιο θέατρο ήταν εκείνος που   απάντησε   έκπληκτος:
—Τί με ρωτάτε σε ποιο θέατρο αφού υπάρχει μόνον ένα; Τί θέλατε  μια  πόλη   να   έχει  δύο  θέατρα;
Και πραγματικά η 'Αθήνα την εποχή εκείνη και χρόνια κατόπιν δεν είχε παρά το μοναδικό θέατρο του Μπούκουρα πού ήταν σε μικρή απόσταση από το ξενοδοχείο της Ανατολής. Βρισκόταν ατό Γεράνι πίσω από το σημερινό δημαρχιακό μέγαρο   της   οδού   Αθηνάς.
Ο Προύστ αφού απηλλάγη από τον κονιορτό πού είχε μαζέψει καθ’ οδόν έσπευσε στο θέατρο για να βρει τον Ντενουαγιέ. Του έδειξαν ένα   μακρύ   διάδρομο  όπου   ήταν   τα θεωρεία. Επειδή όμως δεν υπήρχε υπηρεσία στο θέατρο για να τον οδήγηση στο θεωρείο του φίλου του άρχισε μόνος του ν’ ανοίγει ένα - ένα τα θεωρεία, ενώ διαρκούσε η παράσταση για να τον ανακαλύψει. Τέλος στο έβδομο ή στο όγδοο θεωρείο τον βρήκε. Εκείνο το βράδυ ένας ιταλικός θίασος έπαιζε μια όπερα του Πουτσίνι. Την παράσταση παρακολουθούσε από το θεωρείο του και ο βασιλεύς Οθων. 

 Το πρώτο ξνοδοχείο της Αθήνας στην οδό Αιόλου (Gazzetta.gr)
 
Μετά τις πρώτες αυτές εντυπώσεις ο Προύστ περιγράφει την Αθήνα του 1858—59. Ολόκληρη η πόλη, γράφει, αποτελείται από δύο κεντρικούς δρόμους την οδό Αιόλου και Έρμου. Γύρω από τους κεντρικούς αυτούς δρόμους είναι οι τέσσερες συνοικίες της πόλεως. Λίγο μακρύτερα αρχίζει να σχηματίζεται μια καινούργια συνοικία — Όπως το φανερώνει και τ’ όνομα της — η Νεάπολη.
Διαμαρτύρεται γιατί η καινούργια Αθήνα χτίστηκε επάνω στην παλιά με αποτέλεσμα οι δρόμοι της να είναι στενοί στραβοί και ελεεινοί. «Και διερωτώμαι, γράφει  τί   ήταν εκείνο πού τους  υποχρέωσε να χτίσουν επάνω στα αρχαία ερείπια μια καινούργια πόλη, ενώ είχαν γύρω τόσες ελεύθερες έκτασεις! '...».
Από τα αθηναϊκά κτίρια του 1858 το πιο επιβλητικό ήταν το βασιλικό παλάτι (τα Παλιά Ανάκτορα όπου σήμερα το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη). Βρισκόταν όμως σε χτυπητή αντίθεση με την Ακρόπολη. «Ίσως προσθέτει ο Προύστ για να δείχνουν τί μπορούν να φτιάχνουν οι Έλληνες και τί ένας Γερμανός αρχιτέκτων και να κάνουν τη σύγκριση». Καθώς είναι γνωστό τα Παλιά Ανάκτορα τα έχτισε ο Βαυαρός αρχιτέκτων  Γκαιρτνερ.

 stoxos.gr

Εκτός από το παλάτι άλλα αξιόλογα κτίρια ήσαν το Πανεπιστήμιο το Οφθαλμιατρείο το Αμαλίειο Ορφανοτροφείο   και   το    Αρσάκειο.   Δεν υπήρχε όμως ούτε ένα δημόσιο κτήριο της προκοπής! Τα υπουργεία στεγάζονταν σε μικρά και άθλια σπίτια και η πόλη έκτος από τους γύρω λόφους πού της έδιναν κάποιαν ομορφιά δεν παρουσίαζε κανένα ενδιαφέρον. Και προσθέτει ο Προύστ με το γαλατικό   του   πνεύμα:
«Και μόνος ο λόγος για να ξεφορτωθούν οι Έλληνες τη σημερινή πρωτεύουσα τους, θα ήταν αρκετός για να δικαιολόγηση την επιμονή τους να την μεταφέρουν στην Κωνστσντινούπολη!...».
Αντιθέτως, όμως, γράφει με πολύ θαυμασμό και αγάπη για τη γύρω από την Αθήνα περιοχή και τα αρχαία μνημεία της. Και προσθέτει ότι: «Αποζημιώνεται κανείς απόλυτα με το ωραίο κλίμα της Αθήνας την καθαριότητα της ατμόσφαιρας και το γαλανό ουρανό της πού δεν παραβάλλεται με κανένα άλλο μέρος του κόσμου, ούτε καν με τον ωραίο ουρανό της Νεαπόλεως».
Περιγράφει λεπτομερώς τα μνημεία  της   Ακροπόλεως  και   τις  άλλες αθηναϊκές αρχαιότητες και μας πληροφορεί ότι τον προηγούμενο χρόνο (1857) είχαν αρχίσει οι ανασκαφές και το καθάρισμα της περιοχής, όπου βρισκόταν το Ωδείο του Ηρώδη του Αττικού, οι όποιες και συνεχίζονταν ως το 1859. Τις ανασκαφές τις έκανε ό έφορος των αρχαιοτήτων Πιττάκης, «ο άνθρωπος της Ακροπόλεως». Παρακολουθούσε αυτοπροσώπως τις ανασκαφές στο Ωδείο του Ηρώδη του Αττικού.

 Ωδείο του Ηρώδη του Αττικού 1865

Ιδιαίτερη εντύπωση έκαναν στον Προύστ οι πολλοί ξένοι πού έμεναν στη μικρή τότε ελληνική πρωτεύουσα των 45 χιλιάδων κατοίκων, Εκτός από τις ξένες πρεσβείες και τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, υπήρχαν και διάφορες ξένες αποστολές για οικονομικά ζητήματα, για τεχνικά και πολεοδομικά έργα. «Οι Αθηναίοι γράφει, ονομάζουν όλους τους ξένους Ευρωπαίους. Ωσαν να μην είναι και οι Έλληνες Ευρωπαίοι!'...».
Στην Αθηναϊκή κοινωνία είχαν αρχίσει να επικρατούν σι Ευρωπαϊκές συνήθειες άλλα για τους περισσοτέρους Αθηναίους διατηρούνταν οι παλιές αυστηρές παραδόσεις. «Εκ πρώτης όψεως, γράφει ο Προύστ ένα αθηναϊκό σαλόνι δε διαφέρει από ένα παριζιάνικο. Άλλα όταν γνωρίστηκε από κοντά οι περισσότεροι κρατούν απόλυτα τα παλιά ήθη και έθιμα. Η Αθηναϊκή κοινωνία μοιάζει σαν ένα θερμοκήπιο, όπου κανένα από τα άνθη πού εφέρατε από το εξωτερικό δεν έχει ακόμα εγκληματιστεί, αλλ’ όπου μπορείτε να βρείτε θαυμάσια άνθη του τόπου. Οι πρώτοι πού εισήγαγαν Ευρωπαϊκές συνήθειες ήσαν οι Φαναριώτες. Όλοι όμως μηδέ των Φαναριωτών εξαιρουμένων είναι δημοκρατικοί και δεν ανέχονται ούτε θ' ανεχθούν ποτέ κοινωνικές διακρίσεις».
Ο πληθυσμός της Ελλάδος το 1859 ήταν 1.200.000 κάτοικοι. Οι μαθητές και των δύο φύλων μόλις έφταναν τις 60.000 Δρόμοι δεν υπήρχαν, η βιομηχανία ήταν ανύπαρκτη και η γεωργία σε υποτυπώδη κατάσταση Αντιθέτως υπήρχε μεγάλη και ακμάζουσα εμπορική ναυτιλία με 4000! πλοία αριθμός δυσαναλόγως μεγάλος για μια μικρή και φτωχή  χώρα.

Πηγή:

Περιοδικό Θησαυρός τ. 472/17.8.1976




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου