Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

Μοχάμεντ Αλί, ο θρύλος




Μοχάμεντ Αλί, ο θρύλος

O Μοχάμεντ Άλι (όνομα γέννησης: Κάσιους Μαρσέλους Κλέι, Cassius Marcellus Clay, Jr, 17 Ιανουαρίου 1942 - 3 Ιουνίου 2016) ήταν Αμερικανός πυγμάχος. Αποσύρθηκε οριστικά από την ενεργό δράση το 1981, έχοντας φτάσει συνολικά στις 56 νίκες, με μόλις πέντε ήττες και κατακτώντας τρεις φορές τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών καθώς και ένα χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1960. Υπήρξε ο πρώτος πυγμάχος που κατέκτησε τρεις φορές τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή, τον οποίο υπερασπίστηκε με επιτυχία συνολικά 19 φορές. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους πυγμάχους στην ιστορία του αθλήματος και ένας από τους σπουδαιότερους αθλητές του 20ού αιώνα.
Ο τρόπος που πυγμαχούσε διακρινόταν για την ταχύτητα των κινήσεων του, τη δύναμη και την ευελιξία του. Μέσα από τον συχνά προκλητικό, αλαζονικό και αυθάδη χαρακτήρα του απέναντι στους αντιπάλους του, απομακρύνθηκε από τα παραδοσιακά δεδομένα των αγώνων πυγμαχίας, ενώ ταυτόχρονα απασχόλησε την κοινή γνώμη για τις θέσεις του πάνω σε θρησκευτικά και πολιτικά ζητήματα, αποτελώντας σύμβολο διαμαρτυρίας.
Στη δεκαετία του 1960 ασπάστηκε το Ισλάμ, προσχωρώντας στην οργάνωση των «Μαύρων Μουσουλμάνων» και μετονομάστηκε σε Μοχάμεντ Άλι, θεωρώντας πως μέχρι τότε κατείχε το «όνομα ενός δούλου». Τοποθετήθηκε ανοιχτά σε θέματα που άπτονταν της ελευθερίας των Αφροαμερικανών στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ αρνήθηκε επίσης να καταταγεί στον αμερικανικό στρατό κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ, στάση για την οποία του αφαιρέθηκε προσωρινά ο τίτλος του πρωταθλητή. Το 1983 διαγνώστηκε πως πάσχει από το σύνδρομο Πάρκινσον. Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του, είχε λάβει πολυάριθμες τιμητικές διακρίσεις, όπως το «Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας», ενώ το 2005 ιδρύθηκε προς τιμή του το «Κέντρο Μοχάμεντ Άλι», αφιερωμένο στη ζωή του, στην αθλητική σταδιοδρομία του και στα ιδανικά που υπερασπίστηκε.
Πατέρας εννέα παιδιών, ο Μοχάμεντ Άλι απεβίωσε στις 3 Ιουνίου 2016 σε νοσοκομείο της Αριζόνα μετά από αναπνευστικό πρόβλημα.

Βικιπαιδεία

Υπόκλιση στον μεγάλο αντίπαλο

«Ο Αλί ήταν ευλογία, όχι επειδή με είχε νικήσει, αλλά γιατί είχε περάσει από τη ζωή μου.» Τζορτζ Φόρμαν.


 Ο Τζορτζ Φόρμαν δεν είχε ξαναχάσει αγώνα, πριν από εκείνη τη νύχτα στην Κινσάσα. Όταν στον έβδομο γύρο κατάφερε ένα κτύπημα στο σαγόνι του Μοχάμεντ Αλί και εκείνος του είπε «αυτό έχεις μόνο;», άρχισε να συνειδητοποιεί ότι ο αντίπαλος δεν ήταν ακόμη ένα εύκολο θύμα. Λίγη ώρα μετά, έβγαινε νοκ άουτ.
Του πήρε χρόνια να συμφιλιωθεί με την ήττα. «Ήμουν τόσο μεθυσμένος από το απόλυτο σερί νικών μου, που ήμουν σε άρνηση. Πίστευα ότι με γέλασαν, με αδίκησαν, ότι κάτι δεν έστεκε. Ώσπου το 1981 ένας δημοσιογράφος ήρθε στο ράντσο μου και με ρώτησε: "Τι έγινε στην Αφρική, Τζορτζ;". Τον κοίταξα στα μάτια και του απάντησα: "Έχασα. Με νίκησε"».
Ο Φόρμαν έμελλε να ξαναλάμψει στο στερέωμα της πυγμαχίας και να στεφθεί απρόσμενα πρωταθλητής στα 45 χρόνια του, το 1994, όπως επίσης και να γίνει πολυεκατομμυριούχος ταυτίζοντας το όνομα του με... ψηστιέρες, όμως η ευκαιρία για ρεβάνς από τον μεγάλο του αντίπαλο δεν του δόθηκε ποτέ. Αυτό δεν τον εμπόδισε να συνειδητοποιήσει τι σήμαινε ο Αλί - για τον ίδιο, για το άθλημα, για τον κόσμο ολόκληρο. «Έβγαζα κήρυγμα σε μια γωνία, πριν από πολλά χρόνια... Είχα πάρει κιλά, είχα ξυρίσει το κεφάλι μου, δεν με γνώριζε κανείς, ήμουν ακόμη ένας τρελός σε μια γωνιά του δρόμου. Άρχισα να λέω, είμαι ο Τζορτζ Φόρμαν, πρώην πρωταθλητής βαρέων βαρών, και πάλι δεν σταματούσαν. Μόνο όταν είπα ότι είχα αντιμετωπίσει τον Μοχάμεντ Αλί, μου έδωσαν σημασία. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι ο τύπος ήταν ευλογία, όχι επειδή με είχε νικήσει, αλλά γιατί είχε περάσει από τη ζωή μου».
Αυτά γράφει μεταξύ άλλων σε ένα συγκινητικό άρθρο-φόρο τιμής στον εορτάζοντα τα εβδομηκοστά γενέθλια φίλο του, στο αγγλικό περιοδικό Shortlist. «Τριάντα δύο χρόνια τώρα, είμαστε αχώριστοι. Τις προάλλες μιλάγαμε με μηνύματα από το κινητό και του έστειλα μια φωτογραφία του νέου μου εγγονιού. Μου απάντησε ότι μου μοιάζει πολύ και την επόμενη μέρα μού έστειλε δύο φωτογραφίες των δικών του εγγονιών. Έπρεπε να κάνει το κάτι παραπάνω. Αυτός ήταν ο Αλί». Και ασφαλώς δεν ήταν μόνο ένας μεγάλος πυγμάχος. «Η ζωή του έξω από το ρινγκ, όσα είχε να πει, η γενναιότητα του, τον έκαναν αυτό που ήταν πραγματικά: προφήτη, ήρωα, επαναστάτη... Ξεχάστε το μποξ  ο άνθρωπος ήταν ένα δώρο για τον κόσμο. Κι αυτό που τον κάνει τόσο ξεχωριστό είναι η αγάπη του για τη ζωή. Ακόμη και τώρα, τον φαντάζομαι να προσπαθεί να φάει ένα κομμάτι τούρτα, χωρις να τον πάρουν χαμπάρι οι νοσοκόμοι του...» Καλή ανάγνωση. Γ. ΤΣ.
 

Μοχάμεντ Αλί, ο θρύλος έγινε 70


Ο συνεργάτης του «Κ» καταθέτει τη δική του ιστορία για το πώς ένας περήφανος και ασυμβίβαστος Αφροαμερικανός μποξέρ από το Λούιβιλ του Κεντάκι κατάφερε --να αγγίξει μια ελληνική εφηβική ψυχή, στα χρόνια του 70.

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΗ ΜΑΝΙΚΑ

Στις 17 Ιανουαρίου 1912 γιορτάστηκαν τα 70 χρόνια του Μοχάμεντ Αλί και η επέτειος μου ξανάφερε στο νου ένα παλαιότερο αυθαίρετο απόφθεγμα μου, που λέει ότι ο Κάσιους Κλέι μπορεί κάποτε να πεθάνει, όμως ο Μοχάμεντ Αλί δεν κινδυνεύει από τίποτε! Ζήτησα να γράψω κάτι επ' αυτού και κάπως έτσι έμπλεξα και βρέθηκα ξανά απέναντι στον «δικό μου» Μοχάμεντ Αλί,..
Τον πρωτογνώρισα στις αρχές της εφηβικής μου ηλικίας - σε εκείνη την κοσμογονική περίοδο όπου ο καθένας μας παίρνει καθοριστικές αποφάσεις για τη ζωή και τους ανθρώπους... Τα χρόνια αυτά που ζει κανείς υπό τη σκέπη της οικογένειας του, ήταν και για μένα γεμάτα από συμπεριφορές και δραστηριότητες που υποδεικνύονταν άνωθεν. Οι πιο ευχάριστες ήταν εκείνες που εκπορεύονταν από τη μανία του πατέρα μου με τα σπορ. Ο άνθρωπος ήταν αθεράπευτα φίλαθλος. Και έτσι, πέρασα εκατοντάδες ώρες παρακολουθώντας αγώνες ποδοσφαίρου (συνήθως σε γήπεδα με χώμα), μπάσκετ (σε ανοιχτά γήπεδα με τσιμέντο), βόλεϊ, στίβου, μέχρι και σε αγώνες ξιφασκίας με έτρεχε! Τη μια στα Τρίκαλα, όπου ο Παναθηναϊκός έπαιζε με την τοπική ομάδα, «για να δούμε τον παικταρά τον Βερόν από κοντά», την άλλη στη Θεσσαλονίκη νυχτιάτικα, για να δούμε τον ΠΑΟΚ να ρίχνει τέσσερα στη Λιόν (!), την επόμενη στην Αθήνα, για να πάρουμε στο κατόπι έναν διεθνή Μαραθώνιο στην κλασική διαδρομή!
Και επειδή τότε δεν υπήρχαν και πολλές τηλεοράσεις (και όταν υπήρχαν, το ΕΙΡΤ και η ΥΕΝΕΔ δεν κάλυπταν όλα τα αθλητικά γεγονότα ούτε έστελναν σήμα σε όλη τη χώρα), πολλά χιλιόμετρα τα διανύσαμε για να φτάσουμε μπροστά σε μια τηλεοπτική συσκευή! Έτσι είδα τον πρώτο μου τελικό του Πρωταθλητριών, το '68, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ - Μπενφίκα 4-1 στην παράταση, έτσι είδα το πρώτο μου Μουντιάλ, το 70 (νύχτα σε κάτι καφενεία στα χωριά της Κω, που έπιαναν σήμα από Τουρκία), έτσι μυήθηκα το καλοκαίρι του '72 στο σκάκι (παρακολουθώντας από τηλεοράσεις ξενοδοχείων του Παγασητικού τα 21 παιχνίδια της μονομαχίας Φίσερ - Σπάσκι), έτσι έπεσα και πάνω στον Μοχάμεντ Αλί.


«Γιατί δεν φέρνουν τους γύρους;»

Ήταν Γενάρης του 1974. Τότε μέναμε στη Νάουσα της Ημαθίας, έκανε κρύο και κοιμόμουν... Ξύπνησα απότομα, από πάνω μου στεκόταν ο πατέρας μου: «Πάω σε ένα χωριό που πιάνει Γιουγκοσλαβία, να δω έναν σπουδαίο αγώνα μποξ, θέλεις να έρθεις μαζί;» μου είπε και πρόσθεσε: «Θα γυρίσουμε τα ξημερώματα, εγώ θα πάω στη δουλειά κι εσύ θα κοιμηθείς, ας μην πας μια μέρα στο σχολείο».
Απεχθανόμουν το μποξ και ήξερα ότι εκεί όπου πάει θα κάνει πολύ κρύο, αλλά οτιδήποτε νομιμοποιούσε μιας μέρας κοπάνα ήταν ασυζητητί ευπρόσδεκτο και έτσι, λίγο μετά, βρισκόμουν μέσα στο άσπρο του Volvo. Εκεί όπου φτάσαμε είχαν συρρεύσει και άλλοι μυημένοι στο κόλπο, από Κοζάνη, Βέροια κ.λπ. Ήταν ένα καφενείο γεμάτο ανθρώπους και καπνό, μέσα στην άγρια νύχτα, μια ασπρόμαυρη τηλεόραση έπιανε Γιουγκοσλαβία με πολλά παράσιτα και, σε λίγο, δύο αράπηδες άρχισαν να παίζουν ξύλο, ενώ όλο το καφενείο ρούφαγε με θόρυβο τους καφέδες που έψηναν ο καφετζής και δύο γριές. Αντιθέτως, ενώ όλοι έλεγαν συνέχεια κάτι για «12 γύρους», το φαγητό δεν φάνηκε ποτέ!
Τέλος πάντων, πήρε καμιά ώρα να τελειώσει ο αγώνας και οι δύο πυγμάχοι ήταν ακόμη όρθιοι. Στην τηλεόραση περίμεναν τώρα την ετυμηγορία των κριτών, αλλά οι άνθρωποι γύρω μου ήταν ομοφώνως ενθουσιασμένοι, όλοι έλεγαν: «Το πήρε ο Αλί», «τι έκανε ο άνθρωπος!» και διάφορα τέτοια. Στο τέλος η τηλεόραση έδειξε πως όντως αυτός ήταν ο νικητής, έξω η νύχτα άρχιζε να σβήνει, μπήκαμε στο αμάξι για την επιστροφή...
Καθ' οδόν ρώτησα τον πατέρα μου για ποιο λόγο κάναμε όλο αυτό το πηγαινέλα νυχτιάτικα και μου είπε κάποια πράγματα, που δεν έμοιαζαν καθόλου με τις συνήθεις αφηγήσεις του για τους αθλητικούς του ήρωες και τα κατορθώματα τους: «Αυτός που νίκησε λεγόταν παλιά Κάσιος Μάρκελος Κλέι και το 1960 πήρε το χρυσό στους Ολυμπιακούς της Ρώμης, σε ηλικία δεκαοχτώ χρόνων. Μετά έγινε επαγγελματίας και το 1964 νίκησε με νοκ άουτ τον μεγάλο Σόνι Λίστον και έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής. Τότε άλλαξε πίστη, έγινε μουσουλμάνος και  πήρε το όνομα Μοχάμεντ Αλί, αλλά συνέχισε εξίσου να δέρνει με επιτυχία τους αντιπάλους του. Εν τω μεταξύ, είχε μεγάλο στόμα, τσίγκλαγε συνεχώς όλο το σύστημα του μποξ, ο κόσμος τον λάτρευε, οι μαύροι τον είχαν για θεό και, τελικώς, το 1967, του αφαιρέθηκε ο τίτλος, επειδή αρνήθηκε να πάει να πολεμήσει στο Βιετνάμ, λέγοντας ότι ποτέ κανένας Βιετναμέζος δεν τον έχει αποκαλέσει αράπη...».
Οπα! Αυτό δεν το 'χα ξανακούσει. «Τι εννοείς "του αφαιρέθηκε ο τίτλος";» ρώτησα, «αυτό είναι σαν να έχει καταδικαστεί για φοροδιαφυγή ο Πελέ και να του αφαιρέσουν το χρυσό μετάλλιο του Μουντιάλ, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα!».
«Ε, για τον Αλί έγιναν. Του αφαίρεσαν τον τίτλο και την άδεια πυγμαχίας μαζί και για τρία - τέσσερα χρόνια έμεινε απ' έξω. Αλλά, επειδή είναι κακό σκυλί, επέστρεφε από το μηδέν και πάει να ξαναπάρει τον τίτλο του. Αυτός τον οποίο νίκησε απόψε είναι ο προηγούμενος πρωταθλητής, ο Τζο Φρέιζερ. Και τώρα του μένει ένας αγώνας μόνο, απέναντι στον τωρινό πρωταθλητή, τον Φόρμαν, και θα ξαναπάρει τον τίτλο του!»
Όλα αυτά μου έκαναν βαθιά εντύπωση και ο Μοχάμεντ Αλί είχε γίνει εν μια νυκτί κάτι παραπάνω από τον Μπεστ, τον Κρόιφ και όλους τους άλλους! Ως συνεπής τινέιτζερ βρισκόμουν σε διαρκή ρήξη με το σπίτι μου και όλες αυτές οι αθλητικές φυσιογνωμίες με συμφιλίωναν στιγμιαία με τον πατέρα μου. Όμως, τα λόγια που άκουσα μου έδειξαν πως ακόμη και ο πατέρας μου, τον οποίο τότε σφόδρα αμφισβητούσα, είχε μια πλευρά που έβγαζε το καπέλο σε κάτι τόσο απόμακρο, αντισυμβατικό και ριζοσπαστικό, όσο ακουγόταν να είναι ο Μοχάμεντ Αλί. Και, μέχρι να φτάσω στο κρεβάτι μου, είχα αποφασίσει πως αυτός που έγινε αφορμή να καταλάβω κάτι τόσο σημαντικό, μέσα μου δεν θα πεθάνει ποτέ!

Μαγεμένος πλανήτης!


Κατά σπάνιο και «μαγικό» τρόπο, και για εκατομμύρια διαφορετικούς λόγους, όλα εκείνα τα χρόνια εκατομμύρια άνθρωποι κάθε φυλής και χρώματος σε όλο τον πλανήτη είχαν πάρει την ίδια ακριβώς απόφαση σχετικώς με τον Μοχάμεντ Αλί! Και έτσι, μεταξύ άλλων, έγιναν και τα ακόλουθα: ...Λίγους μήνες αργότερα, στις 30 Οκτωβρίου 1974, ο Αλί αντιμετώπισε τελικώς τον Φόρμαν και πήρε πίσω τον τίτλο του, στην περίφημη κόντρα «Rumble In The Jungle», που έγινε στην Κινσάσα του Ζαΐρ. Δύο Αφροαμερικανοί αθληταράδες, μακρινοί απόγονοι κάποιων σκλάβων από την Αφρική, έπαιζαν ξύλο στην καρδιά της Αφρικής, αλλά τι ήταν εκείνο που έκανε όλους ανεξαιρέτως τους ντόπιους να είναι με τον έναν; «Αλί, μπόμα γιε» («Αλί, σκότωσε τον»), φώναζε ομόφωνα το «μαγεμένο» κοινό.
...Και όταν, χρόνια αργότερα, το 1980, ο Λάρι Χολμς τον έριξε στο καναβάτσο και του πήρε τον τίτλο (που ο Αλί είχε χάσει και επανακτήσει για τρίτη φορά, το 1978), τι ήταν αυτό που τον έκανε να στέκεται σαν μαγεμένος από πάνω του και να του λέει: «Είσαι ο πιο μεγάλος!»; Σε ποιον; Στον Αλί, που κουρέλιαζε φραστικά τους αντιπάλους του, όχι μόνο όταν ήταν πεσμένοι κάτω, αλλά από το ζύγισμα πριν από τον αγώνα. Κι όταν έπεφταν, τους αποτελείωνε πάντα με το στόμα: «Με απογοητεύεις, Τζορτζ!» έλεγε στον έναν, «Σήκω πάνω και πολέμα σαν αράπης!» ξεφώνιζε τον άλλον, «Το όνομα μου είναι Αλί και μη με ξαναπείς Κλέι», ούρλιαζε στον παράλλον.
Και τώρα, αυτός που έριξε τον Αλί κάτω, στεκόταν σοκαρισμένος και το μόνο που έλεγε ήταν: «You are the greatest»!
...Όταν το 1984 ανακοίνωσε πως του διαγνώσθηκε Πάρκινσον, τι άραγε ήταν αυτό που κράτησε (και κρατάει μέχρι σήμερα) τους πολέμιους του μποξ από το να χρησιμοποιήσουν αυτό το δώρο εξ ουρανού στην αντιπυγμαχική εκστρατεία τους;
Υποθέτω πως ήταν το ίδιο δέος που κράτησε άφωνο όλο τον πλανήτη, όταν είδε τον τρεμάμενο και περήφανο Αλί να ανάβει με δυσκολία τη φλόγα των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ατλάντα, στις 19 Ιουλίου 1996!

Το αυτί και το Μιλένιουμ...



Για πολλούς, η πράγματι εντυπωσιακή εκτόξευση του μύθου (και του πλούτου) του Μοχάμεντ Αλί στα χρόνια που πέρασαν από τότε, οι ταινίες, τα Όσκαρ, τα βιβλία, τα δημοσιεύματα, οι χορηγίες (που δεν σταμάτησαν ούτε μετά την 11-9-2001, όπως συνέβη με άλλους μουσουλμάνους), τα βραβεία και όλα τα υπόλοιπα έχουν ως αφορμή, ως σημείο επανεκκίνησης, εκείνο το πράγματι εντυπωσιακό comeback με την Ολυμπιακή δάδα στο χέρι.
Όμως δύο γεγονότα που ακολούθησαν έπαιξαν ακόμη πιο σημαντικό ρόλο στο να επανεκτιμηθεί και να επαναπροσδιορισθεί η σημασία της παρουσίας του Αλί ανάμεσα μας.
Το ένα ήταν όταν, στις 28 Ιουνίου 1997, ο Μάικ Τάισον δάγκωσε κι έκοψε ένα κομμάτι από το αυτί του αντιπάλου του, Εβάντερ Χόλιφιλντ, πάνω στο ρινγκ, οδηγώντας το μποξ, και τον επαγγελματικό αθλητισμό γενικότερα, σε ένα ευδιάκριτο από όλους ναδίρ! Πολλοί τότε ένιωσαν τι εννοούσε ο Μέγας Ναπολέων, όταν είπε πως «ένα μόνο σκαλοπάτι χωρίζει το μεγαλειώδες από το γελοίο» και στράφηκαν ξανά με δίψα στις λίγες εν ζωή φιγούρες που ήταν σε θέση να κρατούν το μεγαλειώδες ζωντανό. Η πιο προφανής τέτοια φιγούρα ήταν ο Αλί.
Και το δεύτερο γεγονός ήταν το Μιλένιουμ, όταν, το 1999, όλος ο κόσμος βάλθηκε να καταρτίζει λίστες με τους σπουδαίους του αιώνα και της χιλιετίας που τέλειωσε και, ξαφνικά, σε όλες τις λίστες υπήρχε μια θέση για τον Μοχάμεντ Αλί!
Τότε ήταν που κατάλαβα ότι τόσοι και τόσοι άνθρωποι συνεχίζουν να τον έχουν πολύ ψηλά, για όλους αυτούς τους «μαγικούς» λόγους που λέγαμε. Άλλος στο όνομα της φυλετικής υπερηφάνειας, άλλος στο όνομα της κοινωνικής αξιοπρέπειας, άλλος στο όνομα του αθλητικού μεγαλείου, εγώ στο όνομα του πατέρα μου και εκατομμύρια άλλοι ακόμη, τον έχουμε φυλάξει εντός μας παντοτινά. Από τότε ξέρω πως, όταν κάποτε κλείσει ο εν ζωή κύκλος του, αυτά τα εκατομμύρια άνθρωποι θα τον κρατήσουν «μαγικά» ζωντανό.
Και, υπ' αυτήν την έννοια, ο μεν Κάσιους Κλέι κάποτε θα πεθάνει, όμως ο Μοχάμεντ Αλί δεν κινδυνεύει από τίποτε!

ΧΡΥΣΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ


Από το 1958 άρχισε να κερδίζει τίτλους σε εθνικό επίπεδο. Χρυσό μετάλλιο (κατηγορία ελαφρών βαρέων βαρών) στους Ολυμπιακούς της Ρώμης (1960). Παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών 3 φορές (1964, 1974,1978). Ο πρώτος που κατάφερε κάτι τέτοιο! Το 1966 ο διαβόητος Εντγκαρ Τζέι Χούβερ του FBI διέταξε να τεθεί ο Αλί υπό παρακολούθηση, που διήρκεσε πέντε χρόνια. Επιπλέον, ο πρόεδρος Νίξον μισούσε ανοιχτά τον πρωταθλητή!
Έγινε επισήμως δεκτός από αμέτρητους εν ενεργεία ηγέτες κρατών, από τον Σοβιετικό Λεονίντ Μπρέζνιεφ ως τον Νέλσον Μαντέλα και από τον δικτάτορα των Φιλιππίνων Φέρντιναντ Μάρκος ως τον Αφγανό πρόεδρο Χαμίντ Καρζάι, ενώ έχει ανακηρυχθεί επί τιμή λέκτωρ και διδάκτωρ αρκετών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και έχει τιμηθεί με δεκάδες παράσημα και βραβεία.
Στις 3 Αυγούστου 1996, στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα και πριν από τον αγώνα μπάσκετ ΗΠΑ-Πρ. Γιουγκοσλαβία, ο Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ του απένειμε αντίγραφο του χρυσού μεταλλίου που είχε κερδίσει το 1960, στη Ρώμη, αφού το αυθεντικό το είχε πετάξει ο ίδιος ο Αλί στον ποταμό Οχάιο, τσαντισμένος που είχαν αρνηθεί να του σερβίρουν σε ένα ρεστοράν, επειδή ήταν μαύρος...
Επίσης το 1996, στην Ινδονησία, 200.000 εξαθλιωμένοι συγκεντρώθηκαν στο αεροδρόμιο της Τζακάρτα, με την ελπίδα να τον αγγίξουν! Από τους εκατοντάδες σταρ που έχουν αστέρι με το όνομα τους στο πλακόστρωτο του περίφημου «Walk Of Fame», στο Λος Αντζελες, ο Αλί έγινε ο πρώτος που, κατ' απαίτηση του, είδε το δικό του να τοποθετείται σε τοίχο (του παρακείμενου Kodak Theatre), αφού αρνήθηκε πεισματικά «να πατούν άγνωστοι το όνομα Αλί»! Το 2005, ο πρώην πρόεδρος Μπιλ Κλίντον εγκαινίασε μαζί του, στο Λούιβιλ, το Muhammad Ali Center, που κόστισε 85 εκατομμύρια δολάρια και που, έκτοτε, υποδέχεται ετησίως πάνω από 100.000 επισκέπτες, οι οποίοι έρχονται για να περιηγηθούν το περιεκτικότερο μουσείο της δόξας του Αλί. Τα έσοδα του μουσείου χρηματοδοτούν και το Muhammad Ali Parkinson Center του Νευρολογικού Ινστιτούτου Μπάροου, στο Φίνιξ, που επιχειρεί να διερευνήσει την αντιμετώπιση της νόσου.

ΤΙ ΣΤΟΜΑ!



Είπε :
«Κανένας Βιετκόνγκ δεν με αποκάλεσε ποτέ αράπη!» (όταν αρνήθηκε τη στράτευση για τον πόλεμο στο Βιετνάμ) «Τώρα μείναμε μόνο εγώ και οι Rolling Stones!» (όταν πέθανε ο Ελβις).  «Ναι, αλλά, όταν χαλάσει το πούλμαν, δεν πέφτει από τα 20.000 μέτρα...» (μετά από σύσταση των μάνατζερ του να σταματήσει να ταξιδεύει με το πολυτελέστατο πούλμαν του και να επιλέξει το αεροπλάνο). «Ποιος είναι ο Μπομπ Ντίλαν;» (όταν του μεταφέρθηκε η επιθυμία του Ντίλαν να δώσει ο Αλί το «παρών» στη συναυλία για την αποφυλάκιση του πυγμάχου «Hurricane»). «Είμαι ο μόνος πυγμάχος στην ιστορία, που οι δημοσιογράφοι τού κάνουν τις ίδιες ερωτήσεις που κάνουν και στους γερουσιαστές!» «Ο Θεός μού έδωσε το σύνδρομο Πάρκινσον, σαν μια δίκαιη υπενθύμιση πως το νούμερο 1 δεν ήμουν εγώ, ήταν ο Θεός!»



Εις μνήμην Δ. Θ. Μ.
Από το «Κ» της Καθημερινής Ιαν. 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου