Πέμπτη 20 Ιουνίου 2019

Δημήτρης Σιατόπουλος : Το Έπος της θάλασσας



Το Έπος της θάλασσας

Γράφει ο Δημήτρης Σιατόπουλος

Μια ναυτική εποποιία σε παγκόσμια κλίμακα παρουσίασε ο 20ος αιώνας. Με καράβια εμπορικά και πολεμικά μεγαθήρια. Ο μοιραίος «Τιτανικός», η «Νορμανδία», το «Κούην Μαίρη», με τις επιβατικές ανέσεις τους «συναγωνίστηκαν» τη «Συρακούσια» του 3ου αιώνα π.Χ. με τις οκτώ χιλιάδες χωρητικότητα σε πλήρωμα κι επιβάτες, επάξια. Με ζηλευτή πλοϊμότητα σε ασφάλεια και ταχύτητες θαυμαστές. Ώσπου στις 4 στερνές 10ετίες του 20ου αιώνα τα αντικατέστησε το ταχύ άνετο αεροπλάνο των τετρακοσίων, πεντακοσίων θέσεων, με σαλόνια, μπαρ και δείπνα, σε διπλόροφα  σκάφη και με σουΐτες ύπνου για πολύωρα ταξίδια.
Στην πολεμική ναυτοδύναμη τα συμβατικά θωρηκτά των άρχων της εκατονταετίας, πλουτίστηκαν από το μεγίστου οπλισμού «ντρέντνωτ» μάχης, τα ταχύτατα μικρότερου εκτοπίσματος γερμανικά «θωρηκτά της τσέπης» και τα τεράστια αεροπλανοφόρα, με τα καταστρώματα- αεροδρόμια, τις απρόσβλητες οπλικές συστοιχίες. Και το εκπληκτικό γενικότερα εφεύρημα, τόσο στα πλόϊμα του γιαλού και του αέρα, αλλά και της στεριάς ραντάρ, της ηλεκτρομαγνητικής συστοιχείας με την οποία προσδιορίζεται η ακριβής θέση κι απόσταση ενός αντικειμένου, με την εκπεμπόμενη δέσμη ραδιοκυμάτων κι ανάκαμψη από το αντικείμενο. Έτσι που να γίνεται ευχερής για πολεμικές προστατευτικές χρήσεις. Και για πλήθος ειρηνικές χρήσεις, εντοπισμοί όγκων σε ξηρά, θάλασσα, αέρα, καθώς κι αστρονομικών ανακλώσεων, αποστάσεων, τροχιών και άλλων.

Τα Ελληνικά Ναυτιλιακά και Πολεμικά



Το Ελληνικό Ναυτικό μεγαλούργησε στον 20ον αιώνα. Καταξιώνοντας τη χώρα με τον πρώτο εμπορικό ναυτιλιακό στόλο του κόσμου. Ωνάσης, Λάτσης, Νιάρχος, Λαιμοί, Χατζηπατέρες, Πατέρες, Φαφαλιοί. Και αρκετές νεότερες ναυτοεπιχειρήσεις με τεράστιους ναυτεμπορικούς στόλους. Διαμαντής Πατέρας, Λουκάς Χατζηϊωάννου, Νίκος Φράγκος, Σταύρος Νταϊφάς, Βαρδής Βαρδινογιαννης, Νίκος Μουνδρέας, Βασ. Κωνσταντακόπουλος, και τόσοι άλλοι καραβοκύρηδες έσυραν στις θάλασσες ναυτικά μεγαθήρια εκατομμυρίων τόνων, που λαμπρύνουν τη ναυτική δραστηριότητα του λαού μας.
Φωτεινά παραδοσιακή και η πανάξια δράση του Πολεμικού Ναυτικού μας, στις βαλκανικές και νεότερες αναμετρήσεις απ’ άκρη σ' άκρη στις ελληνίδες θάλασσες. Απ’ τις πρώτες (1912-13) ο ναύαρχος Κουντουριώτης, με αψωμένο το σήμα της αρχηγίας του Στόλου, έπλευσε ατή Λήμνο, κατέλαβε με αγήματα το νησί και το έκανε ορμητήριο των ναυτικών επιχειρήσεων. Ο ελληνικός στόλος εξασφάλισε με τον μαχητικό του δυναμισμό την απόλυτη κυριαρχία του Αιγαίου. Τα αντιτορπιλικά του Αιγαίου με αγήματα κι άγρυπνες περιπολίες διαδοχικά ελευθέρωσαν τα νησιά Θάσο, Τένεδο, Ίμβρο, Σαμοθράκη και Μυτιλήνη.
Παράλληλα άλλη μοίρα του ελληνικού στόλου, υπό τον πλοίαρχο Δαμιανό, έσπευσε στα Ιονικά παράλια κι απόκλεισε τον Αμβρακικό. Στις αρχές Δεκεμβρίου του 1912 ο τουρκικός στόλος βγήκε από τα Δαρδανέλλια με τα θωρηκτά «Βαρβαρόσα», «Ρεΐς», «Μετζιδιέ», «Τεφίκ» κ.ά. υπό το ναύαρχο Ραμίζ. Ο  Ελληνικός στόλος με τα «Λέων», «Ασπίς», σ' επαφή με τον εχθρό, τα θωρηκτά «Ύδρα», «Σπέτσαι», «Ψαρά» και τη ναυρχίδα «Αβέρωφ» υπό τον ναύαρχο Κουντουριώτη. Ακολούθησε η ξακουστή «Ναυμαχία της Έλλης», στην οποία τα τουρκικά με ζημιές τράπηκαν σε φυγή και κλείστηκαν στα Στενά. Στις 4 'Ιανουαρίου 1913 το ίδιο τουρκικό καραβοσύνολο με το ίδιο περίπου σύνολο του ελληνικού, συγκρούσθηκε στην επίσης περίφημη «Ναυμαχία της Λήμνου», που τα τουρκικά σκάφη «Βαρβαρόσα», «Μεσουδιέ» και «Τουργούτ» με σοβαρές ζημιές και θύματα, μπήκαν πάλι στα Στενά.

Η στοιχειωμένη Κοιτίδα Ιωνία. Η τραγική εποποιία

 Έλληνες της Σμύρνης παρακολουθούν την είσοδο του ελληνικού στόλου στο λιμένα της πόλης 
(2/15 Μαΐου 1919)

Με τα έμπειρα κοσμογυρισμένα μάτια και το θαυμασμό στη Μικρασία, του πατέρα Γιαννη Σιατόπουλου - του Τζόν Σιάτου της Νέας 'Υόρκης - γνώρισα κι εγώ με τη μητέρα μου Στέλλα και τ' αδέρφια Ντίνα, Χριστίνα, Γιώργο, Κώστα, Θανάση την πανέμορφη γη Ιωνία. Τη στοιχειωμένη πατρίδα του φωτεινού - πανάρχαιου ελληνικού πνευματικού και προοδευτικού πολιτισμού των πέντε χιλιετιών της ανατολικής Ρωμιοσύνης. Εκεί στο αγαπημένο πατρικό σπίτι της Ομόνοιας, στην οδό Νικηφόρου 5, αντίκρυ στον Άγιο Κων/νο. Που ζήσαμε τα παιδικά, φοιτητικά κι ανδρικά (1924-1966) έτη. Όταν ο καλός γονιός, μετά τον εργασιακό μόχθο και το λιτό δείπνο, μας αφηγιόταν τις στρατιωτικές του περιπέτειες στο Μικρασιατικό Πόλεμο. Νεοφερμένος από τις ΗΠΑ τριαντάχρονος κατατάχτηκε εθελοντικά. Και ως άπταιστος αγγλομαθής σε γλώσσα και γραφή, εντάχθηκε σύνδεσμος του 'Ελληνικού Στρατηγείου Σμύρνης με τό αμερικανικό Προξενείο. Κι όταν άρχισαν οι προελάσεις τού στρατού μας, στάλθηκε κι αυτός στο μέτωπο κι έφτασε πολεμώντας ως το Σαγγάριο. Από όπου ξανά, δυό μήνες πριν την κατάρρευση, τον έφεραν πάλι σύνδεσμο με το αμερικανικό Προξενείο στη Σμύρνη.
Ήταν από τους πρώτους, στις 2 Μαΐου 1919 που πάτησε στην 'Ιωνία, όταν ο ελληνικός στρατός, έπειτα από εντολή των νικητριών δυνάμεων τού 1918, πέρασε στη Μικρασία για να επιβάλει το σεβασμό των συνθηκών στην Τουρκία, που ενώ τις είχε υπογράψει τις αρνιόταν και απιστούσε. Ο γονιός μας Γιάννης ήταν στο πρώτο μετάγωγικό καράβι «Πατρίς». Την υποδοχή περιγράφει ο έξοχος λόγιος και συγγραφέας, αργότερα εδώ βουλευτής, υπουργός Χρήστος Σολομωνίδης, φίλος του από τότε - μετά το 1945 και δικός μου φίλος και συνάδελφος στις διοικήσεις πνευματικών σωματείων - με το θαυμάσιο αυτό χρονικό:
«2 Μαΐου 1919, ό πανέμορφος κόλπος της Σμύρνης, ολάνοιχτη αγκαλιά, δέχεται τα ελληνικά πλοία. Σε λίγο, μυριάδες ραγιάδες θάναι λεύτεροι και λυτρωμένοι οι αλύτρωτοι. Γλυκοχαράζει. Γαλήνη απόλυτη. Λες κι ή θάλασσα κοιμάται στης γης την αγκαλιά. Τα νερά θωπεύουν τα λευκά καράβια. Η μεγάλη ώρα του Λυτρωμού έφτασε. Στην προκυμαία ατέλειωτες σειρές από αψίδες μυραινοστόλιστες. Μια γαλανή θάλασσα από σημαίες παντού. Απ' τα μπαλκόνια, τα παράθυρα, τους τοίχους ξεχύνεται το άσπρο-γάλαζο κύμα. Ό κόσμος εορτινά ντυμένος περιμένει. -«Έρχονται, έρχονται!...» Δοξασμένο τ' όνομα του Θεού! Όλες οι αισθήσεις των Σμυρναίων περιορίζονται σε μια: στην όραση. Στα μάτια, που μέσα στη διάφανη υγράδα τους, από τις δροσοσταλίδες της χαράς, δεν χορταίνουν να κοιτούν τα πλοία. Νάτα, πλησιάζουν, ζυγώνουν. Τα καράβια φτάνουν κι αγκυροβολούν. Ένας φαντάρος από την κορφή του πρωραίου ιστού της «Πατρίδος» σαλπίζει το σάλπισμα της εφόδου. Πλήρωμα και στρατός ξεσπά σε ζητωκραυγές: -Ζήτω ή Σμύρνη. Η μεγάλη στιγμή φτάνει. Από το πλοίο κατεβαίνει ηλιοκαμένος στρατιώτης κρατώντας τη σημαία του συντάγματος. Ο Χρυσόστομος, με δάκρυα στα μάτια, γονατίζει, την ευλογεί, τη φιλά. Γονατίζουν κι οι μυριάδες των Σμυρναίων ψάλλοντας το «Τή Ύπερμάχω Στρατηγώ τά νικητήρια...». Χέρια τρεμάμενα από συγκίνηση υψώνονται προς τον Πανάγαθο κι οι ψυχές των Σμυρναίων ευλογούν το άχραντο όνομα Του. Από τα οπλιταγωγά χείμαρρος ξεχύνονται οι στρατιώτες στο πλακόστρωτο της προκυμαίας τραγουδώντας και χορεύοντας. Και σε λίγο αρχίζει η παρέλαση, μέσα σε μια γαλανόλευκη αποθέωση. Περνούν τα λιγερά ευζωνικά και κυματίζει στα θαμπωμένα μάτια η σημαία του Καβαλλάρη Αγίου. Και παρελαύνει η σιδηρά μεραρχία, με τα παράσημα της δόξας στα στήθη των πολεμιστών. Και οι ελευθερωτές προχωρούν. Οι Σμυρνιωτοπούλες τους ραίνουν με ροδοπέταλα, τους ραντίζουν με ανθόνερο. Γενιές, τους πρόσμεναν, γενιές τους ονειρεύτηκαν. Κόσμοι παραμερίζουν τώρα για  να περάσουν. Και κείνοι περνούν ωραίοι και δυνατοί στην ψυχή και ατό κορμί...».
Εντυπώσεις του πατέρα, για τον πολιτισμό του λαού μας στην Ανατολή, δημοσίευμένες στη «Νέα Εστία» και στη «Φιλολογική Πρωτοχρονιά».

Φιλολογική Πρωτοχρονιά 2000

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου