Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2019

Φωτογραφικά αρχεία και Φωτογραφικός εξοπλισμός


Το φετινό ημερολόγιο του Συλλόγου Γυναικών Μαλίων ΕΣΤΙΑ  

Φωτογραφικά αρχεία και Φωτογραφικός εξοπλισμός

Επιβάλλεται η σωστή διαχείρισή τους εν ζωή αλλά τι γίνεται... μετά θάνατον;

Αφορμή για την ανάρτηση αυτή υπήρξε η αναζήτηση από τον Σύλλογο Γυναικών Μαλίων παλαιών φωτογραφιών του χωριού μας για την δημιουργία του φετινού ημερολογίου του καθώς και δύο άρθρα που δημοσιεύτηκαν την ίδια περίοδο και λίγο μετά στο ηλεκτρονικό περιοδικό Photo Business weekly του φωτογράφου κ. Τάκη Τζήμα.

Πριν από μερικούς μήνες κυκλοφόρησε από το περιοδικό  ΦΩΤΟγράφος το  μονοθεματικό τεύχος Νο 20, με αντικείμενο τη συντήρηση φωτογραφιών και ότι σχετίζεται με αυτό το πολύ σοβαρό θέμα. Πριν καλά καλά κυκλοφορήσει και πριν στεγώσει το μελάνι πληροφορηθήκαμε ότι μετά από 90 χρόνια το Studio Νικολέρη στη Θεσσαλονίκη κλείνει για πάντα και ότι ο παλαίμαχος γνωστός φωτορεπόρτερ Ντίμης Αργυρόπουλος παρεχώρησε σε συμβολική τιμή το πλούσιο αρχείο του στη Βουλή των Ελλήνων.

Και  λέμε πριν στεγνώσει το μελάνι γιατί τα δύο προαναφερθέντα γεγονότα έθεσαν εκ νέου το θέμα στις διαστάσεις που το τοποθέτησαν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία και πιο έμπειροι φωτογράφοι στις συνεντεύξεις τους: Καλή και άγια η συντήρηση των φωτογραφιών κι ακόμα καλύτερη η χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας για την εύκολη ανεύρεση τους. Τί γίνεται όμως μετά θάνατον; Αυτό είναι το ερώτημα των ερωτημάτων...

Ο Τάκης Τζήμας  αναφέρει στο σχετικό άρθρο του – πάνω στο οποίο βασίστηκε η παρούσα ανάρτηση-  το Studio Νικολέρη και τη δουλειά του Ντίμη Αργυρόπουλου γιατί αντιπροσωπεύουν δύο πρόσφατα παραδείγματα ευτυχούς κατάληξης των κόπων ενός αιώνα (Studio Νικολέρη) και σχεδόν 50 χρόνων (αρχείο Αργυρόπουλου). 



Το μεν αρχείο του Θ. Νικολέρη παραχωρήθηκε δωρεάν στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης από τους κληρονόμους του και είναι στο στάδιο καταγραφής, το δε αρχείο του Ντίμη Αργυρόπουλου αγοράστηκε σε συμβολική τιμή από τη Βουλή των Ελλήνων. Αυτό έγινε με τη λογική ότι το κύριο μέρος του περιέχει εικόνες από τη δράση των πολιτικών μας από το 1970 και μετά και άρα είναι ιστορικά χρήσιμο. 

Τί γίνεται όμως με τα αρχεία αγνώστων φωτογράφων, κυρίως της επαρχίας αλλά και απλών ανθρώπων που στις συλλογές τους κρύβονται διαμάντια; Ποιος θα ενδιαφερθεί γι’ αυτά; Η απάντηση στο ερώτημα είναι εύκολη: αν δεν έχουν κινήσει την προσοχή κανενός στη διάρκεια της ζωής των δημιουργών τους, αργά ή γρήγορα θα καταλήξουν στη χωματερή. Κι αν κρύβουν διαμάντια, γεγονός καθόλου απίθανο, τί γίνεται; 

Μου έλεγε φίλος φωτογράφος που μεταγράφει παλιές ταινίες Super 8mm σε σύγχρονα αποθηκευτικά μέσα ότι έχει δει εξαιρετικά πλάνα από σκηνές, γεγονότα και τοπία της Ελλάδας του 1960 και 1970, την μεγάλη αξία των οποίων έχει επισημάνει στους ιδιοκτήτες του. Αλλά ως εκεί. Το παλιό και αζήτητο φωτογραφικό υλικό που πάει ακόμη πιο βαθιά στο χρόνο, ποιος άραγε θα το εκτιμήσει; Δεν θα πρέπει να ενθαρρύνονται με κάποιον τρόπο οι συνήθως ευαίσθητοι στις οικονομικές απολαβές κληρονόμοι, να το δείξουν κάπου ή έστω να αναφέρουν την ύπαρξή του σ’ έναν σοβαρό φορέα; Λέμε τώρα...

Προσωπικά πάντως θα πρότεινα όταν οι φωτογράφοι, επαγγελματίες και ερασιτέχνες βρίσκονται ακόμη εν ζωή να σχεδιάσουν το πέρασμα του φωτογραφικού τους αρχείου σε τοπικούς πολιτιστικούς συλλόγους ή σε κάποιο Μουσείο. 

Ένα άλλο θέμα που πραγματικά καίει πολλούς φωτογράφους μιας κάποιας ηλικίας δεν είναι μόνον το τι θα απογίνουν οι φωτογραφίες τους -τυπωμένες, σε αρνητικά ή σε άυλη/ ψηφιακή μορφή- όσο που θα καταλήξει ο εξοπλισμός τους που αποκτήθηκε με αιματηρές οικονομίες μιας ολόκληρης ζωής. Τουτέστιν οι πάσης φύσεως φωτογραφικές μηχανές, οι μεγεθυντήρες, τα φλας, τα φωτιστικά κλπ. με τα οποία κάποιοι έβγαζαν το μεροκάματό τους καικάποιοι άλλοι έκαναν το αγαπημένο τους χόμπι και έτσι  έχουν συνδεθεί συναισθηματικά με όλα αυτά τα αντικείμενα. 


Όχι δεν είναι βιτρίνα φωτογραφείου... Πρόκειται για τη συλλογή του Διαμαντάκη

Όμως ιδιαίτερα πονούν οι επαγγελματίες γιατί με αυτόν τον εξοπλισμό μεγάλωσαν, σπούδασαν και πάντρεψαν παιδιά και έζησαν μια αξιοπρεπή ζωή. Φθάνει να ρίξετε μια ματιά γύρω σας σε γνωστούς και φίλους φωτογράφους, απόμαχους του επαγγέλματος, για να καταλάβετε ότι σχεδόν όλοι διατηρούν ένα τεράστιο υλικό το οποίο συνήθως ξεφεύγει από τα στενά όρια του εξοπλισμού που οι ίδιοι χρησιμοποιούσαν στη διάρκεια της πολύχρονης επαγγελματικής τους ζωής. Γιατί σε αυτόν έχουν προστεθεί στο διάβα του χρόνου μηχανές/αντίκες, φωτιστικά προπολεμικά, “ομπρέλες” και ανακλαστήρες μιας άλλης εποχής, απλές ερασιτεχνικές μηχανές και κυβοφλάς του 1960-70, ογκώδη τρίποδα studio και αμέτρητα άλλα παρελκόμενα. 

Όμως όπως προαναφέραμε εκτός των φωτογράφων υπάρχουν και πάρα πολλοί ιδιώτες συλλέκτες φωτογραφικού εξοπλισμού του 19ου & 20ου αιώνα. Και έχουμε και διατυπώνουμε την απορία. Μα κανένας κρατικός φορέας δεν ενδιαφέρεται να δημιουργήσει ένα Μουσείο Φωτογραφικής Τεχνολογίας; Κανείς δεν τα θέλει; Σας μεταφέρω δίπλα την έντονη ανησυχία αναγνώστη του περιοδικού ΦΩΤΟγράφος για να καταλάβετε περί τίνος πρόκειται.

Αγαπητέ κύριε Τζίμα,
Διαβάζοντας το θέμα της αρχειοθέτηση και της συνέχει των φωτογραφικών αρχείων των φωτογράφων που κλείνουν ένα κύκλο επαγγελματικής και βιολογικής ύπαρξη, μου ήρθε στον νου μια ιστορία. Ο εκ Χανίων ορμώμενος Διαμαντάκης ζει στην Ελβετία αρκετές δεκαετίες & δεν είναι φωτογράφος. Έχει συγκεντρώσει μια συλλογή φωτογραφικών μηχανών, κινηματογραφικών μηχανών λήψεως και προβολής, καθώς επίσης φωτογραφικό υλικό και διάφορα παρελκόμενα. Για την ιστορία πριν 25 χρόνια απευθύνθηκε στον Δήμο Χανίων ο οποίος αν θυμάμαι καλά δεν απάντησε καν στο αίτημα. Απευθύνθηκε στην συνέχεια στο Ναυτικό Μουσείο Κρήτης που εδρεύει στα Χανιά, αλλά κι εκεί δεν υπήρχαν χρήματα και στέγη. Η συλλογή ίσως ξεπερνά σήμερα τα 6.000 με 7.000 κομμάτια, απ’ ότι με πληροφορεί ο αδελφός του που μένει στα Χανιά. Αν υπάρχει ενδιαφέρον μπορώ να σας φέρω σε επαφή. Εσείς που γνωρίζετε περισσότερο και σφαιρικά το θέμα της φωτογραφίας στη χώρα μας, φροντίστε να κινηθούν τα νήματα για να έρθει η συλλογή στην Ελλάδα μας! Επισυνάπτω λίγες φωτογραφίες που μου έστειλε ο αδελφός του στα Χανιά. Ευχαριστώ για την φιλοξενία και ανυπομονώ για μια θετική εξέλιξη!

ΦΑΝΗΣ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ
Φωτογράφος, Χανιά Κρήτης


Διασκευή από τα άρθρα του Τάκη Τζήμα στο Photo Business weekly No 478 και 480.

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

ΤΑ ΤΑΝΚΣ ΠΟΥ ΓΑΖΩΣΑΝ ΤΗΝ ΟΜΟΝΟΙΑ


ΤΑ ΤΑΝΚΣ ΠΟΥ ΓΑΖΩΣΑΝ ΤΗΝ ΟΜΟΝΟΙΑ


Ένα φωτογραφικό ντοκουμέντο, με φοβερές σκηνές από την τραγωδία της νύχτας μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου




Απ  αυτό το παράθυρο του ραφείου του κ. Φουρλά

τραβήχτηκαν οι συγκλονιστικές φωτογραφίες-ντοκουμέντα

που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό "Ταχυδρόμος.

Μια ακομη αδιάψευστη μαρτυρία για την φρικαλέα επιχείρηση

σφαγής του Πολυτεχνείου.


Ένα φωτογραφικό ντοκουμέντο παρουσίασε το περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» για το γεγονότα τής ιστορικής νύχτας της 17ης Νοεμβρίου του 1973

Ο φάκελος με τις φωτογραφίες, που θα δη ο αναγνώστης στην ανάρτηση αυτή, κατετέθηκαν  από το περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» στον εισαγγελέα Τσεβά που διερευνούσε την υπόθεση των γεγονότων του Πολυτεχνείου.

Ένα μάτι είδε και ένας φακός αποτύπωσε αδιάψευστες, αμείλικτες σκηνές από το έργο των τανκς. Σκηνές, που εκτυλίχθηκαν ξαφνικά, εκείνο το πρωινό του Σαββάτου - έπειτα από τα νυχτερινά δραματικά γεγονότα του Πολυτεχνείου, για να σκορπίσουν τον όλεθρο σέ ανύποπτους και αθώους πολίτες της Αθήνας.

Το ντοκουμέντο αυτό, που εξασφάλισε ό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» από το φωτογραφικό πρακτορείο «ΡΕΝΤΖΗΖ», ήρθε στο φως της δημοσιότητας πάνω στην πιο καίρια φάση των ανακρίσεων για τα όσα είδαμε να γίνονται εκείνες τις μέρες.

Από παράθυρο του δευτέρου ορόφου τού κτιρίου τής γωνιάς της πλατείας  Ομονοίας και τής οδού Αγ. Κωνσταντίνου οπού βρίσκεται το ραφείο του Μ. Φουρλα, με θέα ολόκληρη την Ομόνοια, ο φωτορεπόρτερ Βασίλης Ρεντζής συνέλαβε με τον φακό του αυτές τις εκπληκτικές φωτογραφίες - ντοκουμέντα, πού σας παρουσιάζουμε.

Τα σχόλια κάτω από τις φωτογραφίες ανταποκρίνονται πλήρως σε όσα περιγράψανε  και οι δυο τους (Φουρλάς-Ρέντζης) στον ρεπόρτερ του περιοδικού ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ Κώστα Κουμπέτσο...

Το υλικό το εντοπίσαμε σε ένα δυσεύρετο βιβλίο με τίτλο  ΕΛΛΑΣ ’74 ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ (εκδόσεις ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ, Κολωνάκι) και θεωρήσαμε καλό να αναπαραγάγουμε το σχετικό κομμάτι γιατί τέτοια ντοκουμέντα δεν πρέπει να χάνονται.


Σχεδόν μόλις χύνεται το τελευταίο από   τα τανκς  της μηχανοκίνητης μονάδας που πυροβόλεί, ένας άνθρωπος κλονίζεται, τρικλίζει και τελικά σωριάζεται κατάχαμα στη γη


Κα άλλο ατσάλινο θηρίο.   Ένα δεύτερο φοβερό Μ.48 στη σειρά των μηχανοκίνητων που έρχονται αλλεπάλληλα. Φαίνεται, ενώ τρέχει, να «στριβεί» τον πυργίσκο και το τεράστιο  πυροβόλο του.

Άλλο κάριερ περνάει -ξυστά από,  την στάση ταξί της πλευράς Δώρου και Γ ‘  Σεπτεμβρίου- της πλατείας   Ομονοίας με σαφώς σκοπευμένα χαμηλά το μεγάλο πολυβόλο του. Πολίτες έχουν συγκενιρωθεί το μεταξύ στην στάση ταξί. στην προσπάθεια τους να βρουν ένα μέσο για να απομακρυνθούν όσο πιο γρήγορα μπορούν. Μερικοί φαίνεται ότι αποδοκίμασαν αυτές τις ενέργειες, ενώ άλλοι, στρέφουν το βλέμμα τους προς άλλα τανκς  που έχουν ήδη προχωρήσει.



        


Το πρώτο τανκς ορμά στην Ομόνοια. Ένα τρομερό  σαρανταοχτάρη ορμά χύνεται κροταλίζοντας.

Πυροβολεί και τρέχει δαιμονισμένο. Το άρμα πυροβολεί ψηλά στα μπαλκόνια των πολυώροφων κτιρίων, με το βαρύ εμπρόσθιο αντιαεροπορικό του πολυβόλο, ενώ το άλλο το μικρότερο, ρίχνει χαμηλά, από το πίσω μέρος του "πύργου" του. Ρίχνει στον κόσμο; Δεν μπορεί κάνεις να το πει με βεβαιότητα. Πάντως η κάννη είναι προς τον κόσμο στραμμένη. Οι άνθρωποι έκπληκτοι και τρομαγμένοι τρέχουν στις εσοχές των κτιρίων και στις στοές  προς την οδό Δώρου σαν πρόχειρο καταφύγιο, για στοιχειώδη προφύλαξη.





Στη στάση των ταξί- κάποιος χτυπήθηκε. Φαίνεται να πέφτει κάτω στο έδαφος, πίσω από το στέγαστρο. Πως χτυπήθηκε αυτός ο πολίτης; Μήπως από τα βλήματα του δευτέρου πολυβολητού, που φαίνεται να ρίχνει χαμηλά πίσω;

Πέφτει χτυπημένος, ακριβώς μπροστά στο περίπτερο που είναι στη γωνία τής πλατείας  Ομονοίας και της Γ Σεπτεμβρίου προς την πλευρά του εστιατορίου.

Φαινεται όλο το κορμί του  ξαπλωμένο, πίσω από τον φανοστάτη. Χτυπήθηκε από το άρμα που έφυγε  από όπλο που σκόπευε προς τα πίσω; Ίσως κάποιος απο εκείνους που βρίσκονταν πλησιέστερα, θα μπορούσε νά δώσει σαφέστερες πληροφορίες.





Πολίτες τρέχουν αμέσως κοντά του.    Αστυνομικοί δεν υπάρχουν. Σκυμμένοι επάνω του οι πρώτοι που έτρεξαν, προσπαθούν να σηκώσουν τον χτυπημένο

Ένας αστυνομικός φεύγει χαρακτηριστικά απομακρυνόμενος προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ίσως δεν είδε.





Πολλοί μαζί τον μεταφέρουν σ’   ένα πορτοκαλί «Φολκσβαγκεν που βρέθηκε εκεί. Μια γυναίκα που βοηθάει, φαίνεται να φωνάζει γοερά.  

Το πορτοκάλι «Φολκσβαγκεν,   με τον χτυπημένο φεύγει βιαστικά . Πολλοί τρέχουν για να προφτάσουν να δουν καλύτερα.   Αστυνομικοί δεν φαίνονται πουθενά. Το κακό τέλειωσε.  


"ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ" 3.10.1974

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019

Ιταλοί αιχμάλωτοι στην Κρήτη



Ιταλοί αιχμάλωτοι στην Κρήτη

Κατά την έναρξη της μάχης υπήρχαν στην Κρήτη 4 στρατόπεδα αιχμαλώτων του ελληνοϊταλικού πολέμου. Ένα στην περιοχή Σκινέ Χανίων, ένα στο Ρέθυμνο, στη Γεωργ. Σχολή Ασωμάτων ένα στην περιοχή Χουδέτσι – Αγιος Θωμάς Ηρακλείου και ένα έξω από το χωριό Καβούσι με 10 έως 12 χιλιάδες Ιταλούς αιχμάλωτους του αλβανικού πολέμου, από τον Ιανουάριο του 1941.
Κατά την διάρκεια της Μάχης της Κρήτης, αλλά ιδιαίτερα στο τελευταίο δεκαήμερο του πολέμου της Κρήτης, λόγω των καταστροφών και της διάλυσης, οι Ιταλοί αιχμάλωτοι στο Καβούσι βρίσκονταν σε αξιοθρήνητα χάλια πείνας, γύμνιας, ξυπολυσιάς. Τότε η ανθρώπινη αυτή μάζα, σέρνοντας τα ράκη της, ξεκίνησε με τα πόδια τυλιγμένα σε κομμάτια από κουβέρτες από το Καβούσι.  Άνθρωποι πεινασμένοι, απογοητευμένοι, αξύριστοι, τρισάθλιοι, σέρνονταν στους δρόμους μέρες και μέρες από το Καβούσι προς τη Νεάπολη, με κατεύθυνση προς το Ηράκλειο, για να συναντήσουν -αυτοί οι ηττημένοι Ιταλοί του αλβανικού πολέμου- τους αφικνούμενους πλέον Ιταλούς κατακτητές. Σο διάβα τους λεηλατούσαν σπίτια ξεμοναχιασμένα και μοναστήρια, για να βρουν λίγο λάδι και ψωμί να φάνε. Έτσι οι κατακτητές, ηττημένοι του αλβανικού μετώπου και αιχμάλωτοι σε κατακτημένο έδαφος, αιχμάλωτοι-ηττημένοι, μα τώρα νικητές, έκαναν μια θλιβερή παρουσία, μια σύνθεση που τόνιζε τη λογική του παραλόγου ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου που οι ίδιοι είχαν εξαπολύσει.
Η παρουσία τους ήταν φυσικά μια ψυχρολουσία για τους φρέσκους κατακτητές κοκορόφτερους του Μουσολίνι. Όταν μαθεύτηκε ότι η θλιβερή πορεία πλησιάζει από τον Άγ. Νικολαο στη Νεάπολη, ο αείμνηστος Ρούσος Κούνδουρος, πρώην βουλευτής των Φιλελευθέρων, και ο τότε δήμαρχος μαζί με τη νεολαία βγήκαν και μάζεψαν τρόφιμα από τα υστερήματα των κατοίκων. Κριθαρόψωμο, λάδι, όσπρια, πατάτες συγκεντρώθηκαν γρήγορα και στήθηκαν τα καζάνια των συσσιτίων στο Γυμνάσιο στην είσοδο της πόλης. Από 'κει, γράφει στο βιβλίο του ο  Μιχάλης Κοκολάκης, καθώς περνούσαν οι αιχμάλωτοι, τους δίναμε -εμείς οι νικημένοι και οι βασανισμένοι απ' αυτούς- μια κουταλιά φαγητό, λαδερές πατάτες ή όσπρια και ένα κομμάτι ψωμί. Τους είδαμε σαν ανθρώπους. Κρατώντας τα χέρια μας αλυσίδα, χέρι-χέρι εμείς οι νέοι τους οδηγούσαμε στη δημοσιά, για να μην μπουν στα σπίτια."
Τελικά με την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, οι Ιταλοί αιχμάλωτοι ελευθερώθηκαν και με μέριμνα των Γερμανών επανήλθαν και εντάχθηκαν στις ιταλικές ένοπλες δυνάμεις οι οποίες συνέχιζαν τον αγώνα εναντίον των Βρετανών.


Το καλοκαίρι του 1943, όταν εξερράγη το κίνημα Μπαντόλιο στην Ιταλία, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η ανατροπή του Μουσολίνι και η εγκαθίδρυση του φιλικού προς τους συμμάχους καθεστώτος του στρατηγού Μπαντόλιο, άλλες μονάδες του ιταλικού στρατού -και της Κρήτης- παρέμειναν πιστές στους συμμάχους Γερμανούς και άλλες στασίασαν αποδεχόμενες το καθεστώς Μπαντόλιο. Οι τελευταίοι όμως τέθηκαν εκτός μάχης και αιχμαλωτίστηκαν.
Τους αιχμαλώτους αυτούς σιγά – σιγά, οι Γερμανοί προσπάθησαν να τους απομακρύνουν από την Κρήτη μεταφέροντάς τους στην Ιταλία. Οι περισσότεροι όμως πνίγηκαν στη θάλασσα εξαιτίας της δράσης του βρετανικού ναυτικού και της αεροπορίας.
Στις 13 Οκτωβρίου 1943 το επίτακτο ιταλικό ατμόπλοιο “Simfra” απέπλευσε από το λιμάνι της Σούδας μεταφέροντας 2.664 Ιταλούς αιχμαλώτους, 204 Γερμανούς, 71 Έλληνες και μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών.



Το πλοίο αυτό εντοπίσθηκε από τη βρετανική αεροπορία, προσβλήθηκε μεταξύ ακρωτηρίου Σπάθας και Αντικυθήρων και βυθίστηκε. Ο αριθμός των διασωθέντων κατά τις πληροφορίες ανέρχεται σε 566 άτομα (Ιταλοί 393, Γερμανοί 163, Έλληνες 10) (Μ. Μανούσακας “Χανιώτικα νέα” 15 Ιαν. 2011. Άλλες πηγές δίδουν άλλους αριθμούς).
Τον Φεβρουάριο του 1944 βυθίσθηκε έξω από το λιμάνι της Σούδας το ατμόπλοιο “Petrella” από βρετανικό υποβρύχιο. Στο πλοίο είχαν επιβιβασθεί Ιταλοί αιχμάλωτοι, με προορισμό την Ηπειρωτική Ελλάδα.
Ο απόπλους του πλοίου ήταν γνωστός στο Στρατηγείο Μέσης Ανατολής και έξω από το λιμάνι το ανέμενε το βρετανικό υποβρύχιο “Sportsman” το οποίο το κατεβύθισε.
Μια πληροφορία αναφέρει ότι στο πλοίο είχαν επιβιβασθεί 6.000 Ιταλοί από τους οποίους απωλέσθηκαν 5.800. Η πληροφορία αυτή δεν φαίνεται αξιόπιστη.
Άλλη αξιόπιστη πηγή αναφέρει ότι στο πλοίο επέβαιναν 3.173 Ιταλοί, 41 Έλληνες (Μ. Μανούσακας “Χανιώτικα νέα” 15 Ιαν. 2011) από τους οποίους πνίγηκαν 2.670.
Άλλη πηγή αναφέρει ότι επέβαιναν 3.000 Ιταλοί, από τους οποίους απωλέσθησαν οι 2.500. Άλλη πηγή αναφέρει επιβαίνοντες 2.000.
Στις 9 Ιουνίου 1944 βυθίσθηκε το πλοίο “Τάναϊς” το οποίο μετέφερε τους Εβραίους της Κρήτης και Έλληνες ομήρους. Εκτός αυτών μετέφερε και 112 Ιταλούς αιχμαλώτους. Τόσο οι Εβραίοι όσο και οι Γερμανοί φρουροί, οι Έλληνες όμηροι και οι Ιταλοί αιχμάλωτοι απωλέσθηκαν.
Άλλη πληροφορία αναφέρει ότι το Α/Π “Pier Luigi” απέπλευσε από τη Σούδα στις 13 Νοεμβρίου 1944 (;) έμφορτο πυρομαχικών και κατεβυθίσθη λίγο έξω από το λιμάνι της Σούδας από βρετανικό βομβαρδιστικό.
Υπολογίζεται ότι πάνω από 30.000 Ιταλοί χάθηκαν τον χειμώνα 1943 – 1944 στη Μεσόγειο μεταφερόμενοι με πλοία από την Κρήτη, τα Δωδεκάνησα, τα Ιόνια νησιά και από αλλού. 


Όσοι δε Ιταλοί στρατιώτες και αξιωματικοί (και ήταν αρκετοί)  παρέμειναν στο πλευρό των Γερμανών συμπτύχθηκαν τον Σεπτέμβριο του 1944 από τους λοιπούς Νομούς της Κρήτης και την ύπαιθρο του Νομού Χανίων στην περιοχή από Πλακάλωνα μέχρι Γεωργιούπολη.
Στο διάστημα αυτό από τον Οκτώβριο του 1944 μέχρι τον Μάρτιο του 1945 πολλοί Ιταλοί μεμονωμένοι ή κατά ομάδες αυτομολούσαν στις μονάδες του ελληνικού στρατού και των ανταρτών που περιέβαλαν τις γερμανικές θέσεις κυρίως στον Κακόπετρο και Αστρικά – Κολένι. Αυτούς τους μετέφεραν  αντάρτες και στρατός στην ήδη απελευθερωμένη Παλαιόχωρα που ήταν και η βάση εφοδιασμού του ελληνικού στρατού.
Μνημείο για τους Ιταλούς που χάθηκαν στην Κρήτη δεν υπάρχει εκτός από ένα απλό με μια μαρμάρινη πλάκα στη Γεωργιούπολη που αναφέρεται στους Έλληνες και Ιταλούς που χάθηκαν με τα πλοία “Simfra” και “Ρetrella” και που το έστησαν συγγενείς των Ελλήνων θυμάτων.  
Ο πρόεδρος της Ενωσης Τουριστικών Καταλυμάτων Νομού Χανίων σε πρότασή του για την αξιοποίηση των ναυαγίων της Σούδας προς τον Δήμο Χανίων (Χ.Ν. 10 Ιουλίου 2012)  μεταξύ άλλων αναφέρει:
«…Αυτοί οι σχεδόν 4.800 Ιταλοί στρατιώτες έχουν περάσει στη λήθη της ιστορίας, λησμονημένοι, χωρίς κανείς να τους θυμηθεί, το αντίθετο με ό,τι συνέβη με τους Βρετανούς (νεκροταφείο Σούδας) και Γερμανούς (νεκροταφείο Μάλεμε) όπως άλλωστε λησμονημένοι είναι και οι Έλληνες στρατιώτες και πολίτες που έπεσαν στη μάχη της Κρήτης…».


Πηγές :
Ανέκδοτο βιβλίο για την Μάχη της Κρήτης του Νικολάου Βαβουλέ (απόσπασμα του βιβλίου δημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα)
Το βιβλίο του Μιχάλη Κοκολάκη σχετικό απόσπασμα του οποίου αναφέρθηκε από τον κ. Γιάννη Τσιχλή ( facebook/ Γιάννης Τσιχλής ) εδώ: